ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Μάρτη 2004
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΚΑΤΟΧΗ ΣΤΟ ΙΡΑΚ
Αιματοκύλισμα... . με πολλούς αποδέκτες

Αγνωστος παραμένει ο αριθμός των θυμάτων

Associated Press

Αγνωστος παραμένει ο αριθμός των θυμάτων
Με τη ζωή του πλήρωσε ο εγγονός του προφήτη Μωάμεθ, Χουσεΐν, την αντίθεσή του στις φιλοδοξίες του σουνίτη χαλίφη Γιαζίντ, να μετατρέψει σε αυστηρά προσωποκεντρικούς, αυταρχικούς και καταπιεστικούς, τους όρους διακυβέρνησης του χαλιφάτου. Ο Χουσεΐν, με 72 συντρόφους του, αποφάσισε να αντιπαρατεθεί στα στρατεύματα του χαλίφη, στην πόλη Καρμπάλα, το 680 μ.Χ.. Δεκαεννέα χρόνια μετά το θάνατο του Μωάμεθ, που σήμανε και την έναρξη της διαμάχης για τη δομή και τη μορφή της άσκησης της εξουσίας επί των πιστών.

Μετά από πολύωρες μάχες, ο Χουσεΐν, βαριά τραυματισμένος, ήταν ο μόνος επιζών. Ενα εχθρικό, πισώπλατο, βέλος έδωσε τέλος στη ζωή του. Ο αποκεφαλισμός και ο εξευτελισμός του νεκρού του σώματος από τους νικητές, έβαλε ένα ακόμη λιθάρι στο σχίσμα του μουσουλμανικού κόσμου που, εκτός από θρησκειολογικές διαφορές, εκφράζει, πλέον, σε γενικές γραμμές, δύο διαφορετικές απόψεις για τον τρόπο άσκησης της πολιτικής εξουσίας.

Για τους σιίτες, η επέτειος της μνήμης του μαρτυρίου του Χουσεΐν είναι μια επέτειος δέσμευσης στις αρχές της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας με εξαιρετικά σημαντικό συμβολικό χαρακτήρα, ο οποίος θα μπορούσε, ίσως, να παρομοιαστεί με το χριστιανικό Πάσχα. Χιλιάδες Σιίτες συρρέουν στην πόλη που μαρτύρησε ο ιμάμης Χουσεΐν για το 10ήμερο λειτουργικό (Μουχάραμ) που κορυφώνεται με την Ασούρα, κατά την οποία οι πιστοί αυτοτραυματίζονται, στο στήθος και στο κεφάλι, εις μνήμην του αιματηρού τέλους του Χουσεΐν.

Λουτρό αίματος ανήμερα της Ασούρα

Κατοχικές δυνάμεις ανασυντάσσονται μετά από λιθοβολισμό που δέχτηκαν από Ιρακινούς, μετά την επίθεση στην Καρμπάλα

Associated Press

Κατοχικές δυνάμεις ανασυντάσσονται μετά από λιθοβολισμό που δέχτηκαν από Ιρακινούς, μετά την επίθεση στην Καρμπάλα
Από την περασμένη Τρίτη, η Ασούρα σημαδεύτηκε, πλέον, ανεξίτηλα, μετά από τις διώξεις και τις απαγορεύσεις του προηγούμενου καθεστώτος, και από το λουτρό αίματος που προκάλεσε στην ιερή Καρμπάλα και στη σιιτική συνοικία της Βαγδάτης, το μπαράζ επιθέσεων από αγνώστους. Αρκετά εικοσιτετράωρα μετά το μακελειό, ουδείς ήταν σε θέση να μιλήσει με ασφάλεια για τον τρόπο που έγιναν αυτές οι επιθέσεις (όλμοι, επιθέσεις αυτοκτονίας ή συνδυασμός και των δύο). Ουδείς, επίσης, μπορούσε να μιλήσει με ακρίβεια για τον τελικό τραγικό απολογισμό, που, νοσοκομειακές πηγές, υποστήριζαν ότι αριθμεί 271 νεκρούς και περισσότερους από 400 τραυματίες. Οσο για τους λίγους συλληφθέντες υπόπτους, κυρίως στην Καρμπάλα, έχουν γνωστοποιηθεί ελάχιστες πληροφορίες. Αντίθετα, πολλά και πολύπλοκα είναι τα ερωτηματικά που προκύπτουν από αυτή τη σφαγή: ποιος είναι ο ένοχος, ποιος είναι ο στόχος του;

Ελλείψει οποιασδήποτε απόδειξης, ίσως ο ασφαλέστερος τρόπος να οδηγηθεί κανείς σε κάποιο συμπέρασμα, είναι να αναρωτηθεί «ποιος ωφελείται από αυτό το λουτρό αίματος». Οι απαντήσεις ποικίλλουν αλλά είναι ενδεικτικές των προθέσεων των δυνάμεων που σήμερα προσπαθούν να ελέγξουν το ιρακινό εθνοτικό και θρησκευτικό μωσαϊκό, με το βλέμμα, πάντα, στην ευρύτερη περιοχή.

Το κατοχικό σενάριο της «αλ Κάιντα»...

Για τις κατοχικές δυνάμεις, η απάντηση ήταν εύκολη και αναμενόμενη, αφού τις τελευταίες βδομάδες αλλεπάλληλες είναι οι αναφορές τους στη «μεγάλη απειλή που συνιστά η παρουσία του Αμπού Μουσάμπ αλ Ζαρκάουι», ενός χωλού Ιορδανού που θεωρείται σύνδεσμος της «αλ Κάιντα» στο Ιράκ. Επικαλούμενοι μια επιστολή που υποστηρίζουν ότι ανακάλυψαν σε υπολογιστή κατά τη διάρκεια ελέγχου σε σπίτια της Βαγδάτης, οι κατακτητές υποστηρίζουν ότι η «αλ Κάιντα» επιδιώκει να προκαλέσει εμφύλια θρησκευτική και εθνοτική σύρραξη στο Ιράκ και κατά συνέπεια, οι, πολύ καλά οργανωμένες και συντονισμένες, επιθέσεις της Τρίτης δε θα μπορούσαν παρά να οφείλονται σε αυτήν. Οι κατοχικές δυνάμεις, βέβαια, δεν έχουν παρουσιάσει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει, πέραν πάσης αμφιβολίας, τη γνησιότητα αυτής της επιστολής, ούτε διευκρινίζουν πώς ένας ανάπηρος άνθρωπος, του οποίου τα χαρακτηριστικά είναι πασίγνωστα, καταφέρνει να διαφεύγει των κατοχικών δυνάμεων, με δεδομένη και την ανικανότητά του για γρήγορες μετακινήσεις.

Την εκδοχή της «αλ Κάιντα» υιοθέτησαν αρκετά μέλη του διορισμένου Κυβερνητικού Συμβουλίου αλλά και ορισμένοι σουνίτες διδάσκαλοι. Στηρίζουν την άποψή τους στη δεδηλωμένη εχθρότητα των ουαχαμπιτών (ακραίας έκφρασης του σουνιτισμού που είναι το κυρίαρχο δόγμα στη Σ. Αραβία) απέναντι στους σιίτες, τους οποίους θεωρούν άπιστους, και στη διατυπωμένη αποδοχή αυτής της θέσης σε ορισμένα κείμενα που αποδίδονται στην «αλ Κάιντα».

Ακόμη, όμως, και οι θιασώτες της εκδοχής αυτής δηλώνουν κατηγορηματικά βέβαιοι ότι οι επιθέσεις ενορχηστρώθηκαν και εκτελέστηκαν από ξένους, και όχι από Ιρακινούς. Από την πλευρά της, πάντως, η «αλ Κάιντα», με ηλεκτρονική επιστολή που φέρει την υπογραφή της (άγνωστο αν είναι γνήσια ή όχι), «νίπτει τας χείρας της» και διαβεβαιώνει ότι ουδεμία σχέση έχει «με επιθέσεις κατά ομόθρησκων αθώων πολιτών».

... και η πραγματικότητα των Ιρακινών

Αν και ουδείς μπορεί να αποκλείσει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο το αιματοκύλισμα αυτό να σχετίζεται ακόμη και με κάποια ενδο-σιιτική αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει στο Ιράκ σχετικά με τον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας, πιθανότητα που επισημαίνουν αρκετοί ειδικοί όπως ο Γιουσέφ Σουέιρι, του Πανεπιστημίου του Εξετερ, η πλειοψηφία των Ιρακινών, και όχι μόνο, μοιάζει να συμφωνεί σε ορισμένα συγκεκριμένα συμπεράσματα. Συγκλίνουν όλοι στην άποψη ότι το αιματοκύλισμα των σιιτών στόχευε αναμφισβήτητα στην πυροδότηση εμφύλιας σύρραξης μεταξύ Ιρακινών σιιτών και σουνιτών, κάτι που αν, όντως, συνέβαινε θα παρέσυρε τη χώρα σε ένα ανείπωτο χάος και θα καθιστούσε, σχεδόν, επιβεβλημένη τη διατήρηση της κατοχής.

Αυτό υποστήριξαν, εμμέσως πλην σαφώς, οι θρησκευτικοί ηγέτες των Ιρακινών σιιτών, όπως ο Μεγάλος Αγιατολάχ Αλί Χουσεϊνί αλ Σιστάνι, που κάλεσε σε ενότητα «για να επιταχυνθεί η αποκατάσταση της πληγωμένης κυριαρχίας, ανεξαρτησίας και σταθερότητας της χώρας», ή ο ιμάμης του τεμένους αλ Κάζεμ, στη Βαγδάτη που έγινε στόχος της δεύτερης επίθεσης. Ο σιίτης ιμάμης Σεΐκ Τζαουάντ αλ Κχάλσι, τονίζει ότι είναι «πέρα από κάθε φαντασία η υπόθεση ότι μουσουλμάνοι διέπραξαν αυτό το έγκλημα», εκτιμώντας ότι πρόκειται για ξένους, «που ακόμη και αν είναι άραβες, εκτελούν σχέδια των κατακτητών».

Οπως οι σιίτες ηγέτες έτσι και οι σουνίτες ομόλογοί τους, εντός και εκτός Ιράκ με επίσημες ανακοινώσεις ακόμη και από τη σαουδαραβική ηγεσία των ουαχαμπιτών, συμμερίζονται την άποψη ότι «μόνο οι κατακτητές θα επωφελούνταν από το ξέσπασμα εμφύλιας σύρραξης και αυτό οι Ιρακινοί δε θα επιτρέψουν να γίνει, στον αγώνα τους για αποκατάσταση της αξιοπρέπειάς τους». Η βεβαιότητα με την οποία επιρρίπτουν στους κατακτητές, όχι μόνο ευθύνες ελλιπών μέτρων ασφαλείας αλλά και έμμεσο όφελος από τις αλυσιδωτές αντιδράσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν οι επιθέσεις, αντανακλά και την πεποίθηση της πλειοψηφίας της ιρακινής κοινής γνώμης.

Κοινή προετοιμασία, κοινή αντίδραση

Σουνίτες και σιίτες θρησκευτικοί ηγέτες είχαν συναντηθεί, 4 μέρες πριν την Ασούρα, για να οργανώσουν κοινό προσκύνημα και να βεβαιώσουν για την ενότητά τους, καθώς, όπως έλεγαν, υπήρχαν υποψίες ότι θα γίνει προσπάθεια πρόκλησης διχασμού. Μαζί με τους σιίτες, χιλιάδες σουνίτες είχαν γεμίσει τα τεμένη στο Ιράκ, την Τρίτη. Η πρώτη αντίδραση του πλήθους στην εμφάνιση των κατοχικών δυνάμεων στους τόπους του αιματοκυλίσματος, ήταν να τις λιθοβολήσουν μέχρις ότου αποχωρήσουν εσπευσμένα. Οσο για το θρήνο, στη Βαγδάτη, ήταν κοινός, αφού στις κηδείες νεκρών συμμετείχαν πιστοί και των δύο δογμάτων. Προς το παρόν, λοιπόν, οι Ιρακινοί μοιάζουν αποφασισμένοι να μη δώσουν κανένα περιθώριο προσχήματος στις κατοχικές δυνάμεις, οι οποίες προσπαθούν, απελπισμένα, να ανακαλύψουν κάποιον άλλον ένοχο για το δράμα του ιρακινού λαού, εκτός από την κατοχή.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ