Επί ένα τέταρτο του αιώνα, ο Χάνσεν μελετά την επίδραση της ανάπτυξης του ανθρώπινου πολιτισμού στο κλίμα του πλανήτη μας, χρησιμοποιώντας μοντέλα προσομοίωσης σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, αλλά και στατιστικές αναλύσεις των δεδομένων, που έχουν συλλέξει οι μετεωρολόγοι από το 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Μαζί με συναδέλφους του υπολόγισαν ότι τα αέρια που παράγονται από ανθρώπινες δραστηριότητες (και κυρίως το διοξείδιο του άνθρακα και οι χλωροφθοράνθρακες), δεσμεύοντας ένα μέρος της υπέρυθρης ακτινοβολίας, που αλλιώς θα διαχεόταν στο Διάστημα, θερμαίνουν την ατμόσφαιρα με ρυθμό 2 βατ ανά τετραγωνικό μέτρο επιφάνειας της Γης. Είναι, δηλαδή, σαν σε κάθε τετραγωνικό μέτρο του πλανήτη μας να είναι μονίμως αναμμένα 2 λαμπάκια χριστουγεννιάτικου δέντρου.
Μια επιφανειακή εκτίμηση αυτού του μεγέθους δημιουργεί την εντύπωση ότι είναι αδύνατο να συγκριθεί με τα τεράστια μεγέθη των φυσικών δυνάμεων, τη δύναμη του ανέμου ή των κυμάτων. Επιπλέον, ακόμα κι αν προκαλεί μια μικρή αύξηση της θερμοκρασίας των επιφανειακών υδάτων των ωκεανών θα χρειαζόταν πολύς καιρός για να αυξηθεί η θερμοκρασία του ωκεανού, αφού τα νερά αυτά θα αναμειχθούν με τα πιο κρύα νερά ως τα τεράστια βάθη τους.Αυτό το φαινομενικό παράδοξο της δυνατότητας επίδρασης των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο παγκόσμιο κλίμα έχει τώρα σε μεγάλο βαθμό καταρριφθεί, από τη μελέτη της ιστορίας του κλίματος της Γης, που αποκαλύπτει ότι μικρές δυνάμεις, που διαρκούν όμως πολύ, μπορούν να προκαλέσουν μεγάλες κλιματολογικές αλλαγές. Τα δεδομένα των τελευταίων δεκαετιών συνάδουν με το ρυθμό μεταβολής της θερμοκρασίας που προβλέπουν τα κλιματολογικά μοντέλα για το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ομως, πολλά ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα. Πόσο θα αλλάξει το κλίμα τις επόμενες δεκαετίες; Ποιες θα είναι οι πρακτικές συνέπειες; Τι πρέπει να κάνουμε;
Η αντικειμενική ανάλυση του προβλήματος της παγκόσμιας υπερθέρμανσης απαιτεί τη γνώση όλων των ανθρωπογενών παραγόντων επίδρασης στο κλίμα, της ακριβούς επίδρασης κάθε παράγοντα και του χρόνου που απαιτείται, για να αρχίσουν να γίνονται ορατές οι επιδράσεις του. Τη μεγαλύτερη ακρίβεια προς το παρόν μάς προσφέρουν τα εμπειρικά δεδομένα από την ιστορία του πλανήτη μας.
Στη διάρκεια των τελευταίων εκατομμυρίων ετών, το κλίμα της Γης έχει παλινδρομήσει επανειλημμένα ανάμεσα σε εποχές των παγετώνων και σε διαπαγετωνικές περιόδους. Μια καταγραφή των κλιματολογικών αλλαγών των τελευταίων 400.000 ετών φυλάσσεται μέσα στους αιώνιους πάγους της Ανταρκτικής, που δεν έλιωσαν ούτε στις θερμότερες διαπαγετωνικές περιόδους. Η συγκέντρωση των ισοτόπων υδρογόνου και οξυγόνου στα διαδοχικά ετήσια στρώματα χιονιού αποκαλύπτει τη θερμοκρασία στην οποία σχηματίστηκε το χιόνι, ενώ οι φυσαλίδες που βρίσκονται εγκλωβισμένες στον πάγο δείχνουν τη σύνθεση της ατμόσφαιρας.Αυτό το «αρχείο» δείχνει ότι η τρέχουσα διαπαγετωνική περίοδος (γνωστή ως Ολόκενο), ηλικίας ήδη 12.000 ετών, βρίσκεται προς το τέλος της. Χωρίς την ανθρωπότητα, ο πλανήτης θα βυθιζόταν σε μερικές χιλιάδες χρόνια σε μια νέα εποχή των παγετώνων. Εποχή που δε θα ξανάρθει, εκτός αν η ανθρωπότητα αυτοεξαλειφθεί, ή εγκαταλείψει τον πλανήτη. Ο λόγος είναι ότι οι μικρές δυνάμεις που οδηγούν στην αλλαγή του κλίματος (σε γεωλογική κλίμακα), έχουν υπερκεραστεί από τις επίσης μικρές ανθρωπογενείς δυνάμεις επίδρασης στο κλίμα. Ενα μικρό μέρος των αερίων που παράγει η οικονομική δραστηριότητα είναι αρκετό, για να εμποδίσει την παγκόσμια ψύξη. Αλλά τώρα το πρόβλημα είναι το ακριβώς αντίθετο: Το ενδεχόμενο υπερθέρμανσης.
Οι φυσικοί παράγοντες μεταβολής του παγκόσμιου κλίματος σχετίζονται με αργές μεταβολές στην τροχιά της Γης γύρω από τον Ηλιο, που προκαλούνται από τη βαρυτική επίδραση των μεγάλων πλανητών (Δίας, Κρόνος), αλλά και της Αφροδίτης λόγω του ότι είναι πολύ κοντά στον πλανήτη μας. Αυτές οι επιδράσεις κάνουν τον άξονα περιστροφής της Γης γύρω από τον εαυτό της να αλλάζει κλίση κατά 1 μοίρα κάθε 40.000 χρόνια, την εποχή που η Γη είναι πιο κοντά στον Ηλιο να μεταβάλλεται με έναν κύκλο 20.000 ετών και την ελλειπτικότητα της τροχιάς να μεταβάλλεται μέχρι 7% κάθε 100.000 χρόνια ή και περισσότερο. Οι αλλαγές αυτές δεν αλλάζουν σημαντικά την ποσότητα ενέργειας που προσλαμβάνει η Γη από τον Ηλιο καθημερινά, αλλάζουν όμως τη γεωγραφική και εποχική της κατανομή, με αποτέλεσμα την επανάληψη των εποχών των παγετώνων.Σύμφωνα με τον Χάνσεν, η παγκόσμια υπερθέρμανση θα μπορούσε να ανακοπεί ακόμα και με ένα μετριοπαθές σενάριο (που μάλλον βολεύει τις ΗΠΑ): Περιορισμός των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στα σημερινά επίπεδα και μείωση των εκπομπών αιθάλης, μεθανίου και όζοντος. Πάντως, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι η υπερθέρμανση πέρα από ένα σημείο, θα επιφέρει αλλαγές προς τα πάνω στο επίπεδο των θαλασσών, με τις οποίες θα πρέπει να τα βγάλουν πέρα οι επόμενες γενιές. Κι όταν αρχίσει σε μεγάλη κλίμακα η διάλυση των παγετώνων και των αιώνιων πάγων θα είναι πρακτικά αδύνατο να σταματήσει, λόγω των φαινομένων θετικής ανατροφοδότησης (το νερό πάνω και ανάμεσα στους πάγους σκουραίνει την επιφάνεια που απορροφά περισσότερη ηλιακή ενέργεια...). Κατά τον Χάνσεν, το όριο που δεν πρέπει να περάσουμε είναι η αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1 βαθμό Κελσίου, που αντιστοιχεί σε επιπλέον ανθρωπογενείς επιδράσεις 1 βατ ανά τετραγωνικό μέτρο.