Αυτός είναι ένας νόμος της πολιτικής οικονομίας ή μ' άλλα λόγια ένας νόμος της σημερινής οικονομικής οργάνωσης της κοινωνίας, που είναι πιο ισχυρός απ' όλους μαζί τους εθιμικούς και νομοθετημένους νόμους της Αγγλίας, περιλαμβανομένου και του Δικαστηρίου της Καγκελαρίας.Για όσον καιρό η κοινωνία χωρίζεται σε δύο αντιτιθέμενες τάξεις: από τη μια οι καπιταλιστές, αυτοί που μονοπωλούν ολότελα τα μέσα παραγωγής, τη γη, τις πρώτες ύλες, τα μηχανήματα, από την άλλη οι εργάτες, άνθρωποι της δουλιάς, που στερούνται κάθε ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, που δεν κατέχουν τίποτε άλλο παρά τη δικιά τους εργατική δύναμη, για όσον καιρό υπάρχει αυτή η οργάνωση της κοινωνίας ο νόμος των μισθών θα παραμένει πανίσχυρος και κάθε μέρα θα φτιάχνει ξανά τις αλυσίδες, με τις οποίες ο εργάτης γίνεται σκλάβος του ίδιου του προϊόντος του, που μονοπωλείται απ' τον καπιταλιστή.
Βέβαια, αυτό απέχει πολύ από το να πούμε ότι τα εργατικά συνδικάτα δε χρησιμεύουν σε τίποτε γιατί δεν έκαναν αυτό το πράγμα. Αντίθετα, τα εργατικά συνδικάτα στην Αγγλία, όπως και σε κάθε άλλη βιομηχανική χώρα, είναι αναγκαία για την εργατική τάξη στην πάλη της ενάντια στο κεφάλαιο. Το μέσο επίπεδο των μισθών είναι ίσο με το ποσό των αναγκαίων αγαθών για τη διατήρηση του είδους των εργατών σε μια συγκεκριμένη χώρα, σύμφωνα με το συνηθισμένο επίπεδο ζωής σ' αυτήν τη χώρα. Αυτό το επίπεδο ζωής μπορεί να είναι πολύ διαφορετικό στα διάφορα στρώματα των εργατών. Το μεγάλο επίτευγμα των εργατικών συνδικάτων στην πάλη τους να προστατεύσουν το επίπεδο των μισθών και να μειώσουν τις εργάσιμες ώρες, είναι ότι προσπαθούν να διατηρήσουν και ν' ανεβάσουν το επίπεδο ζωής. Στις ανατολικές συνοικίες του Λονδίνου υπάρχουν πολλοί κλάδοι, που η δουλιά τους δεν είναι λιγότερο ειδικευμένη και σχεδόν τόσο σκληρή, όσο αυτή των χτιστών και των οικοδόμων, παρ' όλα αυτά κερδίζουν τα μισά απ' αυτούς. Γιατί; Απλά, επειδή μια ισχυρή οργάνωση δίνει στη μιαν ομάδα την ικανότητα να διατηρήσει το συγκριτικά υψηλό επίπεδο ζωής σαν κανόνα με τον οποίο μετριούνται οι μισθοί τους - ενώ η άλλη ομάδα, όντας ανοργάνωτη και ανίσχυρη, πρέπει να υποταχθεί όχι μόνο στον αναπόφευκτο, αλλά και στον αυθαίρετο σφετερισμό των εργοδοτών τους: έτσι το επίπεδο ζωής τους μειώνεται σταδιακά, μαθαίνουν πώς να ζούνε μ' όλο και χαμηλότερους μισθούς και φυσικά οι μισθοί τους πέφτουν στο επίπεδο που αυτοί οι ίδιοι έμαθαν να αποδέχονται σαν αρκετό.
Ο νόμος των μισθών δεν ανατρέπεται από τους αγώνες των εργατικών συνδικάτων. Αντίθετα, ισχυροποιείται απ' αυτούς. Χωρίς τα μέσα αντίστασης των εργατικών συνδικάτων, ο εργαζόμενος δεν παίρνει ούτε αυτό που του αναλογεί σύμφωνα με τους κανόνες του συστήματος της μισθωτής εργασίας. Μόνο με το φόβο των εργατικών συνδικάτων, που υψώνεται μπρος στα μάτια του, μπορεί ο καπιταλιστής να υποχρεωθεί να πληρώσει την πλήρη αγοραστική αξία της εργατικής δύναμης του εργάτη, θέλετε απόδειξη; Κοιτάξτε τους μισθούς που πληρώνονται στα μέλη των μεγάλων εργατικών συνδικάτων και τους μισθούς που πληρώνονται στους εργάτες των αναρίθμητων μικρών κλάδων σ' αυτή τη γούρνα της στάσιμης δυστυχίας, τις ανατολικές συνοικίες του Λονδίνου.
Ετσι, τα εργατικά συνδικάτα δεν επιτίθενται στο σύστημα της μισθωτής εργασίας. Ωστόσο, αυτό που καθορίζει την οικονομική υποβάθμιση της εργατικής τάξης δεν είναι το πόσο ψηλά ή χαμηλά βρίσκονται οι μισθοί: αυτή η υποβάθμιση βασίζεται στο γεγονός ότι, αντί να παίρνει η εργατική τάξη για την εργασία της όλο το προϊόν αυτής της εργασίας, πρέπει να ικανοποιείται μ' ένα μέρος του δικού της προϊόντος που ονομάζεται, μισθός. Ο καπιταλιστής τσεπώνει όλο το προϊόν (πληρώνοντας απ' αυτό τον εργαζόμενο) γιατί είναι ο ιδιοκτήτης των μέσων εργασίας. Και, γι' αυτόν το λόγο, δεν υπάρχει αληθινή λύτρωση για την εργατική τάξη μέχρι να γίνει ο ιδιοκτήτης όλων των μέσων εργασίας «της γης, των πρώτων υλών, των μηχανημάτων κλπ.» και μ' αυτό τον τρόπο ο ιδιοκτήτης και ΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ.
Γράφτηκε στις 15-16 του Μάη 1881
Αναδημοσιεύεται από την έκδοση της «Σύγχρονης Εποχής», «Ο Κ. Μαρξ και ο Φ. Ενγκελς για το ρεφορμισμό», σελ. 164-167.