ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Ιούλη 2004
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΕΥΡΩΤΡΟΜΟΝΟΜΟΣ»
Ενάντια σ' αυτούς που αγωνίζονται κατά της αδικίας

Σχετικά με το νόμο για το «Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, τροποποίηση του Ν. 2928/2001 για τις εγκληματικές οργανώσεις και άλλες διατάξεις»

Παπαγεωργίου Βασίλης

Η ψήφιση του νόμου που έφερε στη Βουλή η κυβέρνηση της ΝΔ εκπληρώνει τη δέσμευση της Ελλάδας να συμμορφωθεί με τις αντίστοιχες αποφάσεις-πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και να τις κάνει εσωτερικό δίκαιο.

Ορισμένες διατάξεις αυτών των αποφάσεων-πλαίσιο αποτελούν ρήγμα στις δικαστικές αρχές της νομοθεσίας μας. Αντιβαίνουν στο νομικό πολιτισμό της χώρας και απειλούν να μετατρέψουν τη χώρα μας σε Γκουαντανάμο αμερικανικής έμπνευσης.

Ο καθένας από εμάς είναι εκτεθειμένος σε κινδύνους αφόρητου περιορισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Οταν ο «εχθρός» είναι αόρατος, τότε κάθε πολίτης μπορεί να γίνει ύποπτος. Καθένας από μας θα πρέπει να αποδεικνύει την αθωότητά του, καθότι το τεκμήριο αθωότητας υποκαθίσταται από το τεκμήριο της ενοχής. Αυτό σημαίνει πλήρη αντιστροφή του βάρους της απόδειξης και την καθιέρωση γενικευμένων μέτρων καταστολής, μετατρέποντας την εξαίρεση σε κανόνα. Ο νόμος αυτός απειλεί τις ελευθερίες του λαού μας που πασχίζει να βελτιώσει τη ζωή του, στρέφεται, σε τελική ανάλυση, ενάντια σε όλους εκείνους που αγωνίζονται κατά της αδικίας (φτώχεια, ανεργία, εκμετάλλευση, κλπ.).

Η τρομοκρατία του κεφαλαίου

Ως γνωστόν, ο πληθυσμός της Γης ανέρχεται σήμερα σε 6,2 δισ. περίπου. Από αυτά μόλις το 1 δισ. ζουν με άνεση, ενώ τα υπόλοιπα παραμένουν στη φτώχεια. Περίπου 1,7 δισ. άνθρωποι ζουν με ένα δολάριο τη μέρα. Ο πλούτος συγκεντρώνεται ολοένα και περισσότερο στα χέρια ολίγων. Ετσι, το ετήσιο εισόδημα των 358 πιο πλουσίων ανθρώπων του πλανήτη μας ξεπερνά το ετήσιο εισόδημα του 45% των πιο φτωχών κατοίκων της Γης, δηλαδή το εισόδημα 2,6 δισ. ανθρώπων! Οι τρεις πλουσιότεροι άνθρωποι του πλανήτη έχουν συνολική περιουσία που ξεπερνά το άθροισμα του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ) των 48 λιγότερο αναπτυγμένων χωρών. Η συνολική περιουσία των 84 πλουσιότερων ανθρώπων του κόσμου ξεπερνάει το ΑΕΠ της Κίνας του 1,262 δισ. κατοίκων. Οι 32 πλουσιότεροι άνθρωποι του κόσμου έχουν περιουσία μεγαλύτερη από το ΑΕΠ του συνόλου των χωρών της Νότιας Ασίας!

Σύμφωνα με την «Εκθεση: The progress of nation» της UNICEF για το 2000, το ποσοστό της παιδικής θνησιμότητας στις φτωχές χώρες είναι ιδιαίτερα υψηλό. Στη Ρουάντα, στη Σενεγάλη, στο Σουδάν, στο Πακιστάν, στην Ινδία και στην Ακτή του Ελεφαντοστού το 10-15% των παιδιών πεθαίνουν πριν γίνουν πέντε ετών. Στο Κονγκό και στη Νιγηρία τα ποσοστά αυτά είναι της τάξης του 20% και 28% αντιστοίχως. Ακόμη, 12,5 εκατ. παιδιά κάτω των 15 ετών έχουν χάσει τους γονείς τους από την ασθένεια του ΕΪΤΖ, ενώ κάθε βδομάδα 250.000 παιδιά και έφηβοι μολύνονται σε όλο τον κόσμο από τον ίδιο ιό.

Σε ό,τι αφορά στην εκπαίδευση 130 εκατ. παιδιά σε όλο τον κόσμο (60% κορίτσια) δεν έχουν πρόσβαση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ εκατομμύρια παιδιών εγκαταλείπουν το σχολείο λόγω έλλειψης των απαραίτητων πόρων.

Υπολογίζεται (Διεθνής Οργάνωση Εργασίας) ότι κοντά 250 εκατ. παιδιά ηλικίας 5 έως και 14 ετών εργάζονται ενώ 50 έως 60 εκατ. παιδιά ηλικίας από 5 μέχρι και 11 ετών εργάζονται κάτω από απάνθρωπες συνθήκες εργασίας (εξόρυξη μετάλλων, λατομία κλπ.). Το ποσοστό των παιδιών που εργάζονται κυμαίνεται από 41,3% στην Κένια, 31,4% στη Σενεγάλη, 30,1% στο Μπαγκλαντές, 25,8% στη Νιγηρία, 24% στην Τουρκία, 17,7% στο Πακιστάν, 16,1% στη Βραζιλία, 14,4% στην Ινδία, 11,6% στην Κίνα, 11,2% στην Αίγυπτο, 6,7% στο Μεξικό, 4,5% στην Αργεντινή, 1,8% στην Πορτογαλία και 0,4 στην Ιταλία... (World Socialist Web Site, DIpak Basu, Child Labour and Child).

Κοντά 1 εκατ. παιδιά και των δύο φύλων απάγονται, πωλούνται ή εξαναγκάζονται σε πορνεία κάθε χρόνο. Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, μάλιστα, ανεβάζουν τον αριθμό γυναικών και κοριτσιών που καταλήγουν στην πορνεία σε 1-2 εκατ. Στις Φιλιππίνες, π.χ., τα παιδιά και των δύο φύλων που αποτελούν αντικείμενο σεξουαλικής εκμετάλλευσης ξεπερνούν τις 100.000! Πωλούν το σώμα τους στους δρόμους, σε οίκους ανοχής ή στα γνωστά σαλόνια μασάζ... Στην Ινδία ο αριθμός των ανήλικων κοριτσιών που εργάζονται ως ιερόδουλες υπολογίζεται σε 400.000 έως 500.000! Στην περιοχή μας, το πρόβλημα της παιδικής πορνείας αφορά κυρίως στην Αλβανία. Κοντά 3.000 παιδιά από την Αλβανία, ηλικίας κάτω των 11 ετών, πωλούν το σώμα τους στη μαύρη αγορά του σεξ στην Ελλάδα και στην Ιταλία.

Περισσότερα από 300 εκατ. παιδιά, αγόρια και κορίτσια, ηλικίας κάτω των 18 ετών σε 30 και πλέον χώρες του πλανήτη μας συμμετέχουν ως στρατιώτες σε πολεμικές συρράξεις. Πολλές φορές είναι οι επίσημες κυβερνήσεις των χωρών που στρατολογούν παιδιά για τον πόλεμο!

Η τρομοκρατία ως άλλοθι για ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις

Η εμμονή των ΗΠΑ να εισβάλουν στο Ιράκ, παρά τις αντιρρήσεις βασικών χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, παρακάμπτοντας ή αλλιώς γράφοντας τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών στα παλαιότερα των υποδημάτων τους, αποσκοπούσε, κατά την άποψή μου:

α) Στην απομάκρυνση του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν και στην εγκαθίδρυση φιλικού προς τις ΗΠΑ καθεστώτος, προκειμένου να περιέλθουν υπό τον έλεγχό τους τόσο η παραγωγή όσο και η διακίνηση του ιρακινού πετρελαίου, καθότι το Ιράκ κατέχει το 10% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου.

β) Στον έλεγχο των τιμών του «μαύρου χρυσού», με απώτερο στόχο την υπονόμευση του ρόλου του ΟΠΕΚ στις αγορές πετρελαιοειδών, ο οποίος είχε αρχίσει προπολλού να χρησιμοποιεί ως βάση των εμπορικών συναλλαγών αντί του αμερικανικού δολαρίου το ευρώ, με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να χάνουν καθημερινά εκατομμύρια δολάρια.

γ) Στην υπονόμευση (ο σπουδαιότερος λόγος, κατά τη γνώμη μας) της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, καθότι, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, είναι απόλυτα εξαρτημένη από τις εισαγωγές πετρελαίου, αν εξαιρέσει κανείς τη Μεγάλη Βρετανία και την Ολλανδία, που διαθέτουν δικά τους κοιτάσματα πετρελαίου. Σημειωτέον ότι η παραγωγή πετρελαίου στη Μεγάλη Βρετανία υποχώρησε τα τελευταία χρόνια και μάλιστα από περίπου 6 εκατομμύρια το 1995 σε 5,3 εκατομμύρια βαρέλια σήμερα, γεγονός που υποδηλώνει πως σύντομα και αυτή η χώρα θα εξαρτάται περισσότερο από τις εισαγωγές πετρελαίου.

Ελέγχοντας τη ροή αλλά και την τιμή του πετρελαίου, οι ΗΠΑ μπορούν να επεμβαίνουν ανασταλτικά στην εξέλιξη της ευρωπαϊκής οικονομίας, αφού η εκάστοτε τιμή του πετρελαίου είναι αποφασιστικής σημασίας για την εξέλιξη της οικονομίας, τόσο ως πηγής ενέργειας όσο και ως συστατικού στοιχείου της βιομηχανικής παραγωγής, δεδομένου ότι σε πολλά βιομηχανικά είδη χρησιμοποιούνται μέχρι και 40% παράγωγα του πετρελαίου, όπως, π.χ., στην παραγωγή πλαστικών, τεχνητών ινών κλπ. Ενα σημαντικό μέρος του αυτοκινήτου, π.χ., αποτελείται από υλικά που έχουν ως βάση τους παράγωγα του πετρελαίου. Ελέγχοντας, λοιπόν, τις τιμές πετρελαίου, μπορούν οι ΗΠΑ να επεμβαίνουν στη διαμόρφωση του κόστους παραγωγής των βιομηχανικών προϊόντων, εξασφαλίζοντας στη διεθνή αγορά για τις ίδιες συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους. Το ίδιο ισχύει και για την οικονομία της Ιαπωνίας, στο βαθμό που η χώρα αυτή δε διαθέτει καθόλου κοιτάσματα πετρελαίου και είναι πλήρως εξαρτημένη από τις εισαγωγές πετρελαίου, ιδιαίτερα από την περιοχή του Περσικού Κόλπου. Ετσι, η ιαπωνική κυβέρνηση, παρά την αντίθεση της κοινής γνώμης, δέχτηκε να αποστείλει στρατιωτικές δυνάμεις στο κατεχόμενο Ιράκ, υπακούοντας, θέλοντας και μη, στα κελεύσματα των Αμερικανών. Με την έννοια αυτή, στους υπολογισμούς της Ουάσιγκτον για το Ιράκ, όπως σωστά έχει επισημανθεί, το πετρέλαιο αντιμετωπίζεται τόσο ως στρατηγική όσο και ως οικονομικά επωφελής πλουτοπαραγωγική πηγή. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχος του Ιράκ, εφόσον επιτευχθεί, πράγμα κάθε άλλο παρά σίγουρο, θα συμβάλει μακροπρόθεσμα στη διαιώνιση της αμερικανικής ηγεμονίας.


Του
Ζήση Α. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ*
*Ο Ζήσης Α. Παπαδημητρίου είναι καθηγητής του Τμήματος Νομικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης


Ατομική βία και βία των μαζών

Πολιτική τρομοκρατία και κοινωνικά κινήματα

Ως γνωστόν, οι κοινωνίες μας εδραιώνουν το θετικο-δικαιικό τους σύστημα «στην καθολική νομιμοποιητική ισχύ του κράτους. Κατ' αυτήν, το σύγχρονο κράτος, ως γενική πολιτική μορφή της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί το μοναδικό ιστορικο-κοινωνικό υποκείμενο δικαίου, στο οποίο ο άνθρωπος, σε κάποια στιγμή της ιστορίας του, εκχωρεί το δικαίωμα της τιμωρίας και το αποκλειστικό δικαίωμα της άσκησης της βίας. Πίσω όμως από αυτή την όψη της πραγματικότητας, που αναδεικνύει τους κοινούς έννομους σκοπούς, υπάρχει η άλλη όψη της πραγματικότητας, που αποκαλύπτει το συγκρουσιακό χαρακτήρα του συστήματος παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης. Στον ταξικό χαρακτήρα του κράτους και στην αναγκαιότητα αναίρεσης "των ηθικών και δικαιικών σκοπών του" αναφέρεται συνήθως η λογική της εξέγερσης καθώς και η λογική της τρομοκρατικής βίας».

Παραφράζοντας την άποψη του Γερμανού κοινωνικού φιλοσόφου και συνιδρυτή της «Σχολής της Φρανκφούρτης» Μαξ Χόρκχαϊμερ σχετικά με τα αίτια του φασισμού, ότι «δεν μπορούμε να μιλούμε για φασισμό, αν δε μιλήσουμε πρώτα για τον καπιταλισμό», θα μπορούσε κανείς να πει «ότι δεν μπορούμε να μιλούμε για την τρομοκρατία, αν δε μιλήσουμε πρώτα για την εξουσία και συνακόλουθα για τη βία» των ισχυρών. Ιδιαίτερα στην εποχή μας, η προβληματική της βίας είναι αλληλένδετη με τις επιλογές, αποφάσεις και τον έλεγχο που ασκούν σε πλανητική πλέον κλίμακα οι ισχυροί της Γης, με πρωταγωνιστή τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τους συμμάχους της. Δεν είναι δυνατόν, τονίζει με έμφαση ο Νόαμ Τσόμσκι, να αντιμετωπίσουμε την τρομοκρατία των αδυνάτων κατά των ισχυρών, χωρίς να αντιμετωπίζουμε «την ανομολόγητη, αλλά πολύ σκληρότερη τρομοκρατία των ισχυρών κατά των αδυνάτων».

Ο ρόλος της βίας στην ιστορία αποτελεί, ως γνωστόν, κεντρικό σημείο στην κοινωνική θεωρία του επιστημονικού σοσιαλισμού. «Η βία, γράφει ο Κάρολος Μαρξ στο "Κεφάλαιο", είναι η μαμή κάθε παλαιάς κοινωνίας που κυοφορεί μέσα της μια καινούρια. Η ίδια αποτελεί οικονομική δύναμη». Με τον ορισμό αυτό της βίας, ο Μαρξ δίνει το στίγμα της επαναστατικής βίας, την οποία και συνδέει άμεσα με την ιστορική εξέλιξη της ανθρωπότητας, τις οικονομικές σχέσεις, τις μορφές εξουσίας που αυτές συνεπάγονται και τέλος με τη διαδικασία συνειδητοποίησης των μαζών. Ο Μαρξ, τον οποίο επικαλούνται συχνά οι θιασώτες της ατομικής βίας, όπως πολύ σωστά παρατηρεί η Χάνα Αρεντ σε δοκίμιό της για τη βία, «είχε επίγνωση του ρόλου της βίας στην ιστορία, αλλά γι' αυτόν τούτος ο ρόλος ήταν δευτερεύων. Δεν ήταν η βία που επέφερε το τέλος της παλιάς κοινωνίας, αλλά οι εγγενείς αντιφάσεις της. Τα ξεσπάσματα βίας προηγούνταν της ανάδυσης μιας νέας κοινωνίας, αλλά δεν την προκαλούσαν, γι' αυτό και ο Μαρξ τα παρομοιάζει με τις ωδίνες του τοκετού, οι οποίες προηγούνται μεν του γεγονότος της οργανικής γέννησης, αλλά φυσικά δεν το προκαλούν. Με το ίδιο πνεύμα θεωρούσε το κράτος ως εργαλείο βίας στα χέρια της άρχουσας τάξης. Αλλά η πραγματική δύναμη της άρχουσας τάξης δε συνίστατο ούτε στηριζόταν στη βία. Οριζόταν από το ρόλο που έπαιζε η άρχουσα τάξη στην κοινωνία ή, ακριβέστερα, από το ρόλο της στη διαδικασία της παραγωγής».

Ορισμένοι επικαλούνται, προκειμένου να δικαιολογήσουν την αναγκαιότητα της ένοπλης σύγκρουσης με το πολιτικό σύστημα, τη γνωστή ρήση του Μαρξ ότι «το όπλο της κριτικής δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κριτική των όπλων» ή ακόμη και την άποψη του Μάο Τσε-Τουνγκ ότι «η δύναμη απορρέει από την κάννη ενός όπλου», όμως οι απόψεις αυτές αποτελούν περισσότερο υπενθυμίσεις ότι το κεφαλαιοκρατικό σύστημα δε σκοπεύει να παραιτηθεί εθελοντικά και πως θα χρησιμοποιήσει με κάθε τρόπο τους μηχανισμούς καταστολής που διαθέτει, είτε με τη μορφή της αστυνομίας και του στρατού, είτε με τον αποκλεισμό των μαζών από τη συμμετοχή στην κατανομή του κοινωνικού πλούτου. Ο ίδιος ο Μαρξ, με τη γνωστή του φράση πως «το κλειδί της ιστορίας είναι ο συντηρητισμός των μαζών», ποτέ δεν έπαυσε να θεωρεί τις μάζες και μόνον υποκείμενο της ιστορίας, η πολιτική συνειδητοποίηση των οποίων αποτελεί, κατά την άποψή του, conditio sine qua non (εκ των ων ουκ άνευ) για την υλοποίηση της αταξικής κοινωνίας. Η λογική της ατομικής βίας, λοιπόν, είναι ξένη προς τη μαρξιστική σκέψη που έχει ως αρχή και τέλος τον άνθρωπο, τον πνευματικά, πολιτικά και κοινωνικά χειραφετημένο άνθρωπο. Στο πνεύμα αυτό κινείται και η Χάνα Αρεντ, την οποία κανείς δε θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ως οπαδό της μαρξιστικής αντίληψης για την ιστορία. Γράφει, λοιπόν, σχετικά με την ατομική βία: «Οι πολιτικές δολοφονίες, πέρα από κάποιες πράξεις τρομοκρατίας εναντίον μεμονωμένων ατόμων που διαπράχθηκαν από μικρές ομάδες αναρχικών, αποτελούσαν κυρίως προνόμιο της Δεξιάς, ενώ οι οργανωμένες ένοπλες εξεγέρσεις παρέμειναν ειδικότητα των στρατιωτικών. Η Αριστερά ήταν και παραμένει πεπεισμένη ότι όλες οι συνωμοσίες δεν είναι μόνο άχρηστες αλλά και επιζήμιες. (Ηξερε) πολύ καλά ότι οι επαναστάσεις δε γίνονται εκ προθέσεως και αυθαίρετα, αλλά ότι ήταν παντού και πάντοτε το αναγκαίο αποτέλεσμα συγκυριών εντελώς ανεξάρτητων από τη θέληση και την καθοδήγηση συγκεκριμένων κομμάτων και ολόκληρων τάξεων». Ο Λέον Τρότσκι, πάλι, μια από τις ηγετικές φυσιογνωμίες του επαναστατικού κινήματος της Ρωσίας, αναφερόμενος στην τρομοκρατία, γράφει: «Ο λόγος για τον οποίο είμαστε εναντίον της υποκειμενικής τρομοκρατίας είναι ότι περιορίζει την πολιτική συνείδηση των μαζών. Οι τελευταίες εθίζονται έτσι στην αδυναμία τους να εναποθέτουν τις ελπίδες τους μόνον σε έναν μεγάλο εκδικητή και ελευθερωτή που θα έρθει κάποια μέρα για να τις σώσει».

Οπως ο σκοπός δεν «αγιάζει τα μέσα», έτσι και τα μέσα δεν αγιάζουν το σκοπό. Η χρήση της ατομικής βίας, ως μέσου για την επίτευξη πολιτικών στόχων, εκθέτει τους ίδιους τους πολιτικούς στόχους. Δεν αμφιβάλλει κανείς πως σε περιπτώσεις που οι καταπιεσμένοι «δεν έχουν να χάσουν τίποτα άλλο εκτός από τις αλυσίδες τους», και τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν δυστυχώς στην εποχή μας πάρα πολλές, προσφεύγουν, ενόψει της υπεροχής του αντιπάλου σε πολεμικά μέσα εξόντωσης, στη λύση της ατομικής βίας, θυσιάζοντας συχνά τον ίδιο τον εαυτό τους. Τέτοιου είδους πράξεις, όσο κατανοητές κι αν είναι για συναισθηματικούς λόγους, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να αποτελέσουν την ultima ratio (το τελευταίο επιχείρημα) ενός λαού που αγωνίζεται για την επιβίωσή του.

Η ατομική βία εκφράζει περισσότερο την άρνηση μιας παρούσας κατάστασης και δεν μπορεί να υποκαταστήσει σε καμιά περίπτωση την υλική δύναμη της πολιτικά και κοινωνικά συνειδητοποιημένης μάζας. Το ερώτημα είναι, αν και σε ποιο βαθμό τα κοινωνικά κινήματα, στο βαθμό που υφίστανται, μπορούν να αντιμετωπίσουν την αλαζονεία των ισχυρών του κόσμου, δρομολογώντας νέες εξελίξεις, ικανές να αποτρέψουν το νέο κύμα βαρβαρότητας που απειλεί τον ήδη ταλαιπωρημένο πλανήτη μας. Οι τρομοκρατικές οργανώσεις, όσο κι αν διατείνονται ότι αποτελούν την πρωτοπορία του αγωνιζόμενου λαού, υπηρετούν σε τελευταία ανάλυση, ανεξάρτητα από τα θεωρητικά και ιδεολογικά τους προτάγματα, συνειδητά ή ασυνείδητα τη λογική του κατεστημένου, στο βαθμό που λειτουργούν ως άλλοθι για την περαιτέρω ενίσχυση των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους σε βάρος των ατομικών ελευθεριών και των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Με αφορμή την πάταξη της τρομοκρατίας, υπονομεύονται βασικές αρχές ακόμη και αυτού του αστικού κράτους δικαίου, όπως π.χ. στην περίπτωση της δημοσιοποίησης των καταθέσεων των συλληφθέντων, εξέλιξη που εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους σε ό,τι αφορά το μέλλον των κοινωνιών μας.

Σε αντίθεση με άλλες εποχές, όταν η εξουσία ήταν προσωποποιημένη, ταυτιζόταν δηλαδή στη συνείδηση του λαού με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, όπως π.χ. ο μονάρχης, η εξόντωση του οποίου θα μπορούσε να λειτουργήσει συμβολικά, δρομολογώντας πιθανές πολιτικές εξελίξεις, στις οργανωμένες κοινωνίες, όπως οι δικές μας, η ατομική βία είναι όχι μόνον πολιτικά αναποτελεσματική, αλλά και αδιέξοδη, δεδομένου ότι κανείς στους κόλπους του συστήματος δεν είναι αναντικατάστατος, όσο ψηλά κι αν βρίσκεται στην ιεραρχία της εξουσίας. Ετσι, η ατομική βία που ασκούν οι τρομοκρατικές οργανώσεις, αφαιρώντας τη ζωή συγκεκριμένων ατόμων, είναι όχι μόνον ηθικά καταδικαστέα, αλλά και από κάθε άποψη αντεπαναστατική. Η τρομοκρατική βία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υποκαταστήσει την επαναστατική πράξη των συνειδητοποιημένων μαζών και με την έννοια αυτή δε νομιμοποιείται πολιτικά. Πολύ περισσότερο σήμερα που η δύναμη του συστήματος δε συνίσταται τόσο στην ύπαρξη κατασταλτικών μηχανισμών όσο στις διάφορες μορφές συμβολικής βίας, όπως π.χ. ο καταναλωτισμός, η μόδα και πάνω απ' όλα τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας γενικά και της τηλεόρασης ειδικότερα, που αποτελούν και τα πλέον αποτελεσματικά μέσα συνειδητής χειραγώγησης και ενσωμάτωσης των μαζών στη λογική του συστήματος.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ