ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 6 Γενάρη 2000
Σελ. /28
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Ουρά και στυλοβάτης της κυβερνητικής πολιτικής

«Θα 'πρεπε να έχετε το ηθικό και πολιτικό ανάστημα να πείτε ένα ευχαριστώ για τη δημιουργική στήριξη που σας προσφέρουμε, στηρίζοντας το στόχο της ΟΝΕ... Εμείς σας επισημαίνουμε τα λάθη και σας σπρώχνουμε στη σωστή κατεύθυνση».

Η φράση αυτή του Κ. Καραμανλή από την τελευταία του ομιλία στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον προϋπολογισμό του 2000 αποδίδει περίφημα τη στάση της ηγεσίας του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε όλη τη διάρκεια του περασμένου χρόνου. Πράγματι η κυβέρνηση Σημίτη οφείλει ένα μεγάλο και δημόσιο ευχαριστώ στον Κ. Καραμανλή, αλλά δεν μπορεί φυσικά να ικανοποιήσει το αίτημά του γιατί είναι υποχρεωμένη να παραπλανά τις λαϊκές μάζες και να τις κοροϊδεύει διαρκώς ότι τάχα τα δύο μεγάλα κόμματα διαφέρουν μεταξύ τους. Ομως και ο πρόεδρος της ΝΔ δε ζητά από τον Κ. Σημίτη το «ευχαριστώ», αλλά από την πλουτοκρατία, από την οποία στην πραγματικότητα ζητά να αναγνωρίσει και εκτιμήσει ότι δε διστάζει πολλές φορές να θυσιάζει τα στενά κομματικά συμφέροντα χάριν των γενικότερων συμφερόντων του πολιτικού συστήματος και της άρχουσας τάξης.

Η ηγεσία της ΝΔ πασχίζει με κάθε τρόπο και σε κάθε ευκαιρία να αποδείξει στα μεγάλα αφεντικά ότι είναι πιο αξιόπιστος διαχειριστής των συμφερόντων τους. Αυτό ήταν το βασικό της μέλημα σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς που πέρασε. Αυτό ήταν το κυρίαρχο κριτήριο που καθόρισε τη στάση της σε όλα τα μεγάλα γεγονότα και εξελίξεις. Αυτή είναι η δύναμή της αλλά και η αδυναμία της.

Η ηγεσία της ΝΔ δεν μπόρεσε να απαντήσει στη λεηλασία της ιδεολογίας και της πολιτικής της από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ και βέβαια δεν μπόρεσε να διαφοροποιηθεί από την εφαρμοζόμενη πολιτική, με την οποία συμπλέει και πλειοδοτεί σε συναινετικούς χειρισμούς με αποκορύφωμα την εκλογή του Κ. Στεφανόπουλου. Το «πρόβλημα» ιδεολογικοπολιτικής ταυτότητας που αντιμετωπίζει, επιτρέπει στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να τη «σπρώξει» ακόμα «πιο δεξιά» στην πολιτική σκηνή, κάνοντας λόγο για «ακροδεξιά στροφή». Ταυτόχρονα, όμως, αυτή η ταξική στοχοπροσήλωση δεν μπορούσε παρά να γίνει αντιληπτή από τα λαϊκά στρώματα και βέβαια να της δημιουργήσει σημαντικές δυσκολίες στην απορρόφηση της αγανάκτησης και δυσαρέσκειάς τους και την υφαρπαγή της ψήφου των. Αυτό έγινε ολοφάνερο στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιούνη, όπου παρότι πανηγύρισε για τη «μεγάλη νίκη», όμως σε απόλυτους αριθμούς κατέγραψε απώλειες πάνω 200.000 ψήφους κυρίως στις λαϊκές συνοικίες της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης...

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΝΔ είχε προσδώσει χαρακτήρα δημοψηφίσματος στην αναμέτρηση των εκλογών με το ψευτοδίλημμα «ναι ή όχι στην κυβέρνηση Σημίτη». Το κυριότερο όμως είναι ότι η «νίκη» της ΝΔ στις ευρωεκλογές αφιερώθηκε στην αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων της πλουτοκρατίας, αφού μετά τον Ιούνη περισσότερο αποφασιστικά ασκεί κριτική στην κυβέρνηση από τη σκοπιά των θέσεων του ΣΕΒ, του ΔΝΤ και της ΕΕ, περιφρονώντας επιδεικτικά τα προβλήματα της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.

«Δεξιά δημαγωγία»

Προκειμένου, λοιπόν, να καλύψει αυτό το «έλλειμμα αξιοπιστίας» απέναντι στους εργαζόμενους, οι οποίοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι η ΝΔ δεν είναι η δική τους απάντηση, η ηγεσία της ΝΔ έχει ξεδιπλώσει εδώ και πολύ καιρό μια καλά οργανωμένη προπαγανδιστική εκστρατεία με κυρίαρχο χαρακτηριστικό τη δημαγωγία πάνω στα μεγάλα λαϊκά προβλήματα, τα οποία καίνε κυριολεκτικά τα πλατιά λαϊκά στρώματα, όπως η ανεργία, η παιδεία, η υγεία, η αγροτική οικονομία, η «ασφάλεια των πολιτών», κ.α. Πρόκειται όμως για μια «δεξιά» δημαγωγία, η οποία έχει ως βασική επιδίωξη να πείσει ότι η λύση των παραπάνω προβλημάτων βρίσκεται στη συνεπή, «καθαρή» και αποτελεσματική εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων επιλογών!

Για να αναφέρουμε ένα παράδειγμα, η λύση για το πρόβλημα της ανεργίας, για το οποίο ο Κ. Καραμανλής σε κάθε ομιλία του χύνει κροκοδείλια δάκρυα, δεν είναι άλλη παρά η ανάθεσή του στις δυνάμεις της αγοράς και το μεγάλο κεφάλαιο, το οποίο πρέπει μάλιστα να κινητροδοτηθεί πλουσιοπάροχα για να επιτελέσει την «κοινωνική αποστολή» του! Η ίδια συνταγή προτείνεται και για τα άλλα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα. Ο πρόεδρος της ΝΔ δε χάνει την ευκαιρία να διακηρύσσει ότι το κόμμα του είναι το μόνο που πιστεύει στην οικονομία της αγοράς και τους νόμους της και βέβαια ότι στηρίζει με όλες τις δυνάμεις του την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα συμφέροντα του λαού και του τόπου. Μάλιστα, δεν περιορίζεται μόνο στην ονομαστική σύγκλιση στα κριτήρια που έχει βάλει το Μάαστριχτ, αλλά επιζητά την πραγματική σύγκλιση που σημαίνει σαρωτικές διαρθρωτικές αλλαγές (ιδιωτικοποιήσεις, ελαστικές εργασιακές σχέσεις, απελευθέρωση αγορών ενέργειας, τηλεπικοινωνιών, κλπ.), με καταστροφικές συνέπειες για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Φυσικά, σε αυτές προχωρά και η κυβέρνηση Σημίτη, αλλά η ηγεσία της ΝΔ έχει αναλάβει την αποστολή να ανοίγει δρόμους, να καλλιεργεί το έδαφος για την επιβολή των πλέον σκληρών νεοφιλελεύθερων επιλογών, τις οποίες ταυτόχρονα επιχειρεί να «νομιμοποιήσει» στη λαϊκή συνείδηση ως τη μοναδική ρεαλιστική λύση.

Αυτή είναι και η μόνη διαφορά της με την κυβέρνηση Σημίτη: η διαφορά «ρόλων». Γιατί άλλες διαφορές, ιδεολογικού και πολιτικού χαρακτήρα, δεν μπορεί να ανακαλύψει κανείς διά γυμνού οφθαλμού. Ιδιαίτερα μετά την υποστήριξη της υποψηφιότητας Στεφανόπουλου, είναι δικαιολογημένη η εντύπωση ότι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ αποτελούν μια συνομοσπονδία, καθώς επίσης ότι Σημίτης και Καραμανλής είναι τα δύο πρόσωπα του σύγχρονου Ιανού. Είναι ολοφάνερο ότι τυχόν ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ στις επερχόμενες εκλογές θα δώσει «πράσινο φως» σε μια άνευ προηγουμένου αντιλαϊκή επίθεση τα επόμενα χρόνια.

Συνένοχος στα εγκλήματα του ΝΑΤΟ

Αν χρειάζεται να παρατεθούν ορισμένα παραδείγματα για να καταδειχτεί ο βαθιά αντιλαϊκός και απάνθρωπος χαρακτήρας της πολιτικής που υποστηρίζει η ΝΔ -της κυρίαρχης, δηλαδή, και εφαρμοζόμενης πολιτικής- η δράση της κατά την περασμένη χρονιά προσφέρει πλούσιο αποδεικτικό υλικό.

Κατ' αρχήν όσον αφορά τη στάση της απέναντι στο βρώμικο πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά του γιουγκοσλαβικού λαού. Ο Κ. Καραμανλής ποτέ δεν καταδίκασε ευθέως τους βομβαρδισμούς, ποτέ δεν επέρριψε ευθύνες στις ΗΠΑ και τους συμμάχους και βέβαια ποτέ δεν αντιτάχθηκε στο να χρησιμοποιηθεί η χώρα ως ορμητήριο για τα ΝΑΤΟικά τάγματα θανάτου. Αντίθετα, τάχθηκε υπέρ του επαίσχυντου κειμένου του Ραμπουγέ, υπέρ του «σχεδίου ειρήνευσης των 8» και του Συμφώνου Σταθερότητας για τα Βαλκάνια, αναλαμβάνοντας μάλιστα πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση, με στόχο...«τον εκδημοκρατισμό στα Δυτικά Βαλκάνια», αλλά και του σχεδιαζόμενου «πλιάτσικου» στις γειτονικές χώρες. Οι όποιες αντιρρήσεις ψέλλισε για την αλλαγή των συνόρων ήταν μάλλον προσχηματικές και υποκριτικές και πνίγηκαν στην ευθυγράμμιση και υποτέλεια προς τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.

Την αμερικανοδουλία της δεν τη διασκέδασαν ούτε οι ρητορικές εξάρσεις του προέδρου της ΝΔ ότι τάχα στους συμμάχους πρέπει να μιλάμε με «καθαρή φωνή». Δεν είναι τυχαίο ότι η ηγεσία της ΝΔ χαρακτήρισε «προσεκτική και συνετή» τη στάση της κυβέρνησης στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και πρωτοστάτησε, ακόμα μια φορά, για την «εθνική ομοψυχία» γενικότερα στην εξωτερική πολιτική. Παράλληλα, πειθαρχώντας απόλυτα στις εντολές του Ν. Μπερνς κατέβαλε κάθε προσπάθεια για τον έλεγχο του αντιαμερικανισμού και αποδοκίμασε τις αντιπολεμικές και αντιιμπεριαλιστικές λαϊκές διαδηλώσεις ως «αντιδυτικές υστερίες»!

Η επίδειξη υποτέλειας χαρακτήρισε τη στάση της ηγεσίας της ΝΔ και στο θέμα της παράδοσης του Οτσαλάν στους διώκτες του. Το ΡΚΚ καταδικάστηκε από τον Κ. Καραμανλή -αλλά και από τους Κ. Μητσοτάκη και Μ. Εβερτ- ως «τρομοκρατική οργάνωση», η κριτική στην κυβέρνηση έγινε από τη σκοπιά ότι οι χειρισμοί της «οδηγούν στην απομόνωση της χώρας μεταξύ των συμμάχων», ενώ δεν έκρυψε ότι αν ήταν κυβέρνηση αφ' ενός δε θα χορηγούσε άσυλο στον Κούρδο ηγέτη και από την άλλη θα φρόντιζε να τον παραδώσει σε συνεννόηση με τους «εταίρους».

Ο Κ. Καραμανλής είχε φροντίσει να δώσει διαπιστευτήρια νομιμοφροσύνης στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στην Ουάσιγκτον τον περασμένο Μάρτη. Εκεί ευθυγραμμίστηκε πλήρως τόσο στα θέματα «τρομοκρατίας», όσο και στα ελληνοτουρκικά, αφού τότε απηύθυνε έκκληση στην αμερικάνικη κυβέρνηση «να διαδραματίσει πιο αποτελεσματικά τον σταθεροποιητικό της ρόλο στις σχέσεις Ελλάδας - Τουρκίας»! Το γεγονός ότι έδειξε, μετά την επίσκεψη Κλίντον και τις αποφάσεις στο Ελσίνκι, ότι αυτός ο ρόλος ασκήθηκε «ετεροβαρώς» και σε βάρος των «εθνικών δικαίων», δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Αλλωστε, το έχει ήδη ξεχάσει...

Πυγμή απέναντι στους λαϊκούς αγώνες

Το σκληρό ταξικό πρόσωπο της ηγεσίας της ΝΔ και η βαθιά αντιλαϊκή φυσιογνωμία της αποδείχτηκε περίτρανα και από την «ανυποχώρητη» στάση της απέναντι στους λαϊκούς αγώνες, όπου και όποτε αυτοί και αν αναπτύχθηκαν. Διαγκωνιζόταν με την κυβέρνηση στην επίδειξη πυγμής απέναντι στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, ευλογούσε την αστυνομική βία και τρομοκρατία και πρωτοστατούσε στη λήψη περισσότερων αυταρχικών μέτρων και θωράκισης του «αστυνομικού κράτους».

Ο Κ. Καραμανλής όχι μόνο τους αποδοκίμασε, αλλά και πήρε και συγκεκριμένα μέτρα για την υπονόμευση και το χτύπημά τους. Ζήτησε από τους μαθητές να γυρίσουν στα σχολεία και να δείξουν «υπευθυνότητα και σοβαρότητα», την ίδια στιγμή που ζητούσε από την κυβέρνηση την από κοινού χάραξη μιας εθνικής πολιτικής για την Παιδεία με ορίζοντα 20ετίας, στη βάση της προωθούμενης «μεταρρύθμισης». Φρόντισε να προειδοποιήσει τους αγρότες ότι δεν πρέπει να κατέβουν στα μπλόκα της οργής, γιατί «τελείωσε η περίοδος των παχέων αγελάδων». Παρόμοια ήταν η στάση του στους αγώνες των εργαζομένων ενάντια στο ξεπούλημα της Ιονικής, της Ολυμπιακής, της Εμπορικής, κλπ., δηλώνοντας μάλιστα ότι η ΝΔ τη μόνη κριτική που ασκεί στην κυβέρνηση είναι ότι «άργησε να κάνει τις ιδιωτικοποιήσεις». Οψη του αυταρχισμού της ΝΔ αποτέλεσε και η στάση της απέναντι στις λαϊκές διαδηλώσεις κατά την επίσκεψη Κλίντον, τις οποίες βγήκε και κατήγγειλε, στηρίζοντας την κυβέρνηση Σημίτη στη χρήση βίας κατά των διαδηλωτών. Δε δίστασε ακόμα να ζητήσει την άρση του ασύλου και την εισβολή της αστυνομίας στα πανεπιστήμια, στην περίπτωση που δημιουργούνταν οποιαδήποτε επεισόδια κατά τον εορτασμό του Πολυτεχνείου.


Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

ΔΗΚΚΙ
Κολυμπώντας σε θολά αντιπολιτευτικά νερά

Τέσσερα χρόνια από την ίδρυσή του έκλεισε τον τελευταίο μήνα του 1999 το Δημοκρατικό Κίνημα (ΔΗΚΚΙ), και στο χρόνο που έφυγε η παρέμβαση του κόμματος μέσα στην κοινωνία κρατήθηκε σε χαμηλά επίπεδα, εξαντλήθηκε δε στην όποια κινητικότητα του προέδρου του κινήματος Δ. Τσοβόλα. Σε γενικές γραμμές στα σοβαρά πολιτικά ζητήματα το ΔΗΚΚΙ κολύμπησε σε θολά αντιπολιτευτικά νερά, ενώ παράλληλα εμπλουτίστηκαν ακόμα πιο πολύ - βοηθούντων και των σημαντικών γεγονότων του χρόνου- τα υπερπατριωτικά και λαϊκιστικά χαρακτηριστικά του.

Σε ό,τι αφορά την ένταξη της χώρα μας στην ΟΝΕ, το ΔΗΚΚΙ, διακήρυξε ότι η διαδικασία ενοποίησης - μέσα από τις συνθήκες του Μάαστριχτ και Αμστρενταμ - είναι προϊόν της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης για τα συμφέροντα των τραπεζιτών, του χρηματιστηριακού κεφαλαίου σε βάρος της πραγματικής οικονομίας. Απ' την άλλη πλευρά, όμως, δε σταμάτησε να διαλαλεί ότι μια άλλη διαχείριση, σοσιαλδημοκρατική, με «κοινωνικό κράτος», «κοινωνική αλληλεγγύη» και «συνοχή» είναι ικανή να φέρει την ανάπτυξη, και την πραγματική σύγκλιση των οικονομιών και των κοινωνιών.

Ετσι τεκμηριώνει την άποψη ότι πρέπει να προταθεί η πολιτική από την οικονομική ένωση και θεωρεί ότι μέσα στα πλαίσια του συγκεκριμένου οργανισμού μπορούν να υπάρξουν τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις και βελτιώσεις, ώστε να βελτιωθεί και η θέση των εργαζομένων, αλλά και συνολικά της χώρας μας σ' αυτόν. Αγνοεί, δηλαδή, ή θέλει να αγνοεί ότι η ΕΕ είναι η συγκεκριμένη μορφή καπιταλιστικής ενοποίησης που σήμερα εξυπηρετεί τις ανάγκες των μονοπωλίων και γι' αυτό είναι ενάντια στα συμφέροντα της εργατικής τάξης όλων των χωρών της Ευρώπης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, αφού συνδέεται με τις αναδιαρθρώσεις στην οικονομία, τις ιδιωτικοποιήσεις, τις περικοπές εργατικών, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων.

Είναι ενδεικτικό ότι τόσο ο Δ.Τσοβόλας, όσο και άλλα στελέχη του κόμματος αποφεύγουν να αντιπαρατεθούν στην ουσία της ΟΝΕ και επιλέγουν να αντιπαρατεθούν στις πλευρές που αφορούν τα λεγόμενα «εθνικά συμφέροντα και τα συμφέροντα του Ελληνισμού, κατά την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ».

Στη γενικότερη πολιτική «φιλοσοφία» του ΔΗΚΚΙ αυτό που διακρίνεται είναι η απουσία ουσιαστικής εναντίωσης του, στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, αλλά και οι γενικόλογες αναφορές του κόμματος για το «ασταθές» διεθνές περιβάλλον. Τόσο διά στόματος του Δ. Τσοβόλα, όσο και άλλων στελεχών του ΔΗΚΚΙ, αναφέρεται ότι η χώρα μας για τη χάραξη της εξωτερικής της πολιτικής, είναι υποχρεωμένη να προβλέπει τις κινήσεις όσων έχουν τη δυνατότητα αυτόνομης διαμόρφωσης των γεγονότων, ώστε να δημιουργεί και τις κατάλληλες συνθήκες αποτροπής. Είναι φανερό ότι η πολιτική φιλοσοφία του ΔΗΚΚΙ δεν έρχεται σε απευθείας ρήξη με το ΝΑΤΟ και την ΕΕ.

Για παράδειγμα, ενώ μέλη του ΔΗΚΚΙ πήραν μέρος στις μεγάλες κινητοποιήσεις του ελληνικού λαού εναντίον των βομβαρδισμών του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία, η ηγεσία του «ξεχνά» να ζητήσει την επιστροφή των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων, από διάφορες περιοχές των Βαλκανίων, ούτε έχει ξεκαθαρίσει αν είναι «ειρηνευτικές» αποστολές» ή στρατιωτικές δυνάμεις κατοχής.

Ολες οι παραπάνω θέσεις - που αποτέλεσαν τη βάση που πάνω της στηρίχτηκαν οι πολιτικές θέσεις του ΔΗΚΚΙ τη χρονιά που πέρασε - δίκαια δημιουργούν, για κάθε καλοπροαίρετο εργαζόμενο, έντονη αμφισβήτηση για τη γνησιότητα των αντιμονοπωλιακών και των αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων της ηγεσίας του ΔΗΚΚΙ.


Παναγιώτης ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Κόντρα στη νέα (α)ταξία
Σκοτεινές «φωταύγειες» πολλών δισεκατομμυρίων

Εφτακόσια και πάνω ΔΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΔΟΛΑΡΙΑ άναψαν, κάηκαν και έσβησαν στην αποθέωση του οργανωμένου παγκόσμιου πολυθεάματος των ημερών. Ενα ανάλογα τεράστιο ποσό σε μας και ο Παρθενώνας έγινε πάμφωτη τούρτα, στη φαντασμαγορική πανδαισία της νέας μέρας του χρόνου.

Στις στράτες του κόσμου έμειναν αποκαΐδια και στάχτες από χιλιάδες τόνους πυροτεχνημάτων, που μαζί με τα φώτα από συμβατικούς και πυρηνοηλεκτρικούς σταθμούς και τις ψυχρές ακτίνες λέιζερ, αποπειράθηκαν με υπεροψία να σκεπάσουν τον έναστρο ουρανό της χειμωνιάτικης νύχτας.

Αν κάποιος βγήκε κερδισμένος, ήταν η πατρίδα της πυρίτιδας, η Κίνα, που ξεπούλησε αυτόν τον καιρό τα αποθέματα δεξιοτεχνίας, σε συνδυασμούς από ήχο, φως και χρώματα.

Οχι ότι δεν ήταν λαμπρή αυτή η παγκόσμια φωταύγεια, από τη μια άκρη ως την άλλη, από τις εσχατιές του κόσμου, από τους παγετώνες, ως τις πάμπες, από τις ερήμους, τις σαβάνες, τα μητροπολιτικά κέντρα, τους ιστορικούς χώρους, σε αντιστοιχία με την αμετροέπεια, του «πολιτισμού» της νέας αταξίας. Στο όνομα, μάλιστα, αυτού του φανταχτερού πολυθεάματος, που επιχείρησε να καλύψει τη σκοτεινιά του κόσμου βιαστήκαμε να προϋπαντήσουμε τη νέα χιλιετία, ένα χρόνο πριν από την ουσιαστική και, συμβατική πάντα, έναρξή της.

Οχι, η φωταύγεια ήταν εντυπωσιακή, όσο και τα δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανήθηκαν αντί να διατεθούν για τις πληγές του κόσμου. Κάτω όμως από το άπλετο φως των προβολέων, των ακτίνων λέιζερ και τα ηφαίστεια των πυροτεχνημάτων οι σκιές έγιναν μελανότερες και λίγο πριν το ξημέρωμα, η νύχτα φάνηκε πιο σκοτεινή, όπως έλεγε, με άλλη έννοια, ο μισέλληνας εκείνος, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ.

Ηαυγή της καινούριας μέρας φώτισε ακόμη περισσότερο τις αντιθέσεις, την πείνα, τη δυστυχία, τις βόμβες, τις καταστροφές στον πλανήτη, τους πολέμους, τη νέα αγριότητα των συμφερόντων. Εχουμε ανάγκη «πραγματικά» από ένα άλλο φως, από περισσότερο φως που ζητούσε ο ήρωας του Σαίξπηρ, από το φως του φωτός της λαϊκής ψυχής, από τη βάτο τη φλεγόμενη, αλλά μη κατακαιόμενη. Εχουμε ανάγκη από το προμηθεϊκό φως που φωτίζει τα σκοτάδια, διαλύει τους μύθους, φωτίζει τις νέες ειρηνοδρομίες των αγώνων που ξεκινάμε με τη δάδα που ανάβει από το κοίλο κάτοπτρο της Ολυμπίας και όχι από τη φωτιά των φονικών πυραύλων.


Γιώργος Κ. ΤΣΑΠΟΓΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ