ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 12 Γενάρη 2000
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΟΥΝΤΕΣ
Διαιωνίζονται τα προβλήματά τους
  • Δικομματικός καυγάς στη Βουλή για το θέμα της απόδοσης της ελληνικής ιθαγένειας στους παλιννοστούντες.
  • Στ. Παναγιώτου: Εγκαταλειμμένοι εδώ και 10 χρόνια, ακούνε και πάλι αόριστες υποσχέσεις

Δικομματικός καβγάς στην πλάτη των παλιννοστούντων χτες στη Βουλή, με αφορμή τη συζήτηση νομοσχεδίου για την «αποκατάσταση παλιννοστούντων ομογενών από την τέως Σοβιετική Ενωση» και ειδικότερα τις διατάξεις που αφορούν τις προϋποθέσεις της χορήγησης της ελληνικής ιθαγένειας στους παλιννοστούντες.

Κατά τη ΝΔ διά στόματος του ίδιου του προέδρου της, με το νομοσχέδιο μπαίνει ζήτημα αλλοίωσης του εκλογικού Σώματος, αφού με τις διαδικασίες χορήγησης της Ελληνικής Ιθαγένειας «παράνομοι μαφιόζοι πήραν την ελληνική ιθαγένεια», ενώ θα μπορούν να την αποκτήσουν και δεκάδες χιλιάδες πολίτες που καμία σχέση δεν έχουν με την Ελλάδα. Για το λόγο αυτό ζήτησαν την απόσυρση του νομοσχεδίου και τη διεξαγωγή διαλόγου μεταξύ των κομμάτων για τα επίμαχα θέματα του τρόπου απόδοσης της ιθαγένειας. Να σημειωθεί, πάντως, ότι στη συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή η ΝΔ είχε ταχθεί υπέρ του νομοσχεδίου κάτι που ανέφερε στην αρχή της συνεδρίασης και ο εισηγητής του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Από την πλευρά ο υφυπουργός Εξωτερικών Γ. Νιώτης στην αρχή της χτεσινής συνεδρίασης παρουσίασε ορισμένες αλλαγές στις διατάξεις περί απόδοσης ιθαγένειας στους παλιννοστούντες, λέγοντας ότι με αυτές ενισχύονται οι έλεγχοι και γίνονται αυστηρότεροι. Σύμφωνα με αυτές, την τελική έγκριση της ιθαγένειας θα τη δίνουν 13 επιτροπές στην Ελλάδα που θα λειτουργούν στις αντίστοιχες περιφέρειες, ενώ όσοι αποκτήσουν την ιθαγένεια με τις διατάξεις του συζητούμενου νομοσχεδίου δε θα έχουν το δικαίωμα να ψηφίσουν στις επικείμενες εκλογές. Επίσης, οι επιτροπές αυτές θα έχουν τη δυνατότητα επανελέγχου των φακέλων απόδοσης ιθαγένειας, όταν υπάρχουν ενδείξεις παρανομίας, ενώ την απόδοση θα την κάνει ο περιφερειάρχης και όχι ο νομάρχης.

Δε λύνει τα προβλήματα

Παρεμβαίνοντας στη συζήτηση ο βουλευτής του ΚΚΕ Στ. Παναγιώτου υπογράμμισε ότι το κύριο χαρακτηριστικό του νομοσχεδίου είναι ότι δε λύνει κανένα από τα βασικά προβλήματα των παλιννοστούντων, ενώ οι όποιες ρυθμίσεις προβλέπονται είναι αποσπασματικές και αφορούν δευτερευούσης σημασίας ζητήματα. Ο βουλευτής έκανε εκτενή αναφορά στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν εδώ και δέκα χρόνια οι παλιννοστούντες και αναφέρθηκε στην ανεργία, στην έλλειψη στέγης, στο συνταξιοδοτικό και μια σειρά άλλα θέματα για τα οποία καμία ουσιαστική λύση δε δίνει το νομοσχέδιο. Και τόνισε:

«Για όλες τις περιπτώσεις κατοικίας, επαγγελματικής αποκατάστασης, εκπαίδευσης και πολιτισμού πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένα κονδύλια που θα ξεκινούν από σήμερα και θα έχουν βάθος χρόνου».

Αναφερόμενος ειδικότερα στα θέματα της απόκτησης της ελληνικής ιθαγένειας τόνισε ότι υπάρχουν αρκετές ασάφειες. Συγκεκριμένα ανέφερε μεταξύ άλλων ότι υπάρχουν διατάξεις που μεταξύ άλλων προσβάλλουν και τους ίδιους τους παλιννοστούντες. Τέτοιες είναι η πρόβλεψη ότι πρέπει να προηγηθεί η ορκωμοσία τους από την επιτροπή, για να θεωρηθούν Ελληνες, λες και πριν την έγκριση της καταγωγής τους από την επιτροπή ο ομογενής δεν ήταν Ελληνας το γένος.

Ο βουλευτής ζήτησε να υπάρχουν αυστηρές κυρώσεις για όσους εμπλέκονται σε πλαστογραφίες και υπογράμμισε ότι η διεθνής σύμβαση της Χάγης αναφέρει ποια έγγραφα θεωρούνται έγκυρα και ποια όχι και αναρωτήθηκε για ποιο λόγο οι ομογενείς που έχουν αυτά τα έγγραφα και δεν είναι πλαστά, να μπαίνουν στη διαδικασία των επιτροπών, αντί να καταθέτουν τα έγγραφά τους στη νομαρχία που επιθυμούν να εγγραφούν. Στις επιτροπές δε να παραπέμπονται μόνο εάν υπάρξει πρόβλημα και σε αυτές να συμμετέχουν και μέλη που υποδεικνύονται από τους φορείς των ομογενών με θητεία ενός χρόνου. Καταλήγοντας ο Στ. Παναγιώτου είπε ότι το ΚΚΕ διαφωνεί με το νομοσχέδιο, γιατί δεν είναι εκείνο που έλειπε ούτε αυτό που έχει ανάγκη η ομογένεια.

Θεωρώντας ότι με το νομοσχέδιο ανοίγει ο δρόμος για τη λύση των προβλημάτων των παλιννοστούντων οι εκπρόσωποι του ΣΥΝ και του ΔΗΚΚΙ ψήφισαν επί της αρχής του νομοσχεδίου.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ
Επίφοβη αυτή η πρακτική

Ο δημοσιογράφος της «Ελευθεροτυπίας» Γ. Τριάντης δήλωσε στον «902» για την αγωγή εναντίον του «Ρ»: «Θεωρώ ότι είναι πολύ επίφοβη αυτή η πρακτική. Οι μηνύσεις και οι αγωγές εναντίον εφημερίδων ασφαλώς και αποτελούν ένα μέσο άμυνας για πολίτες και πολιτικούς. Ωστόσο, είναι πάρα πολύ επικίνδυνο όταν αυτό το δικαίωμα δεν προσιδιάζει στη σοβαρότητα του πράγματος, δεν αντιστοιχεί με πραγματικά γεγονότα και γίνεται όπλο εκφοβισμού εναντίον δημοσιογράφων και των ΜΜΕ γενικά. Ειδικά για τις μηνύσεις και τις αγωγές εναντίον του "Ριζοσπάστη", θα ήθελα να επισημάνω ότι ερμηνευτικώς, επειδή διαβάζω με προσοχή και τα δημοσιεύματα του "Ριζοσπάστη" και τις αιτιάσεις του υπουργού, δεν προκύπτει ένταση δόλου, όπως ισχυρίζεται ο υπουργός στην αγωγή του. Θα έπρεπε όλοι μας να είμαστε προσεκτικοί όταν αποφασίζουμε και εν προκειμένω όταν ο ίδιος ο υπουργός αποφασίζει να ασκήσει δίωξη εναντίον μιας εφημερίδας».

ΓΙΑΝΝΗΣ Ε. ΔΙΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ
Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη

Ο δημοσιογράφος Γιάννης Ε. Διακογιάννης, σε δήλωσή του, επισημαίνει σχετικά με τη δίωξη εναντίον του «Ρ»: «Η νέα δίωξη κατά του "Ριζοσπάστη" είναι πολιτική και δεν μπορεί ούτε πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Πέντε επισημάνσεις: 1) Κανείς δεν μπορεί να τα βάζει με την ιστορία, γιατί η ιστορία εκδικείται. Ο "Ριζοσπάστης" αποτελεί μια κατ' εξοχήν πατριωτική, ιστορική και διεθνιστική εφημερίδα του τόπου μας. 2) Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα. Ολοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας και ξέρουμε ο ένας του άλλου τα σχολιανά. 3) Το πρόβλημα αφορά στην κυβέρνηση. Επρεπε, ήδη, να έχει βάλει ένα τέλος. 4) Πρέπει να ανησυχούμε, που δεν υπάρχει δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου ή εντολή του πρωθυπουργού να σταματήσει η ιστορία. 5) Οι δημοσιογραφικές ενώσεις και εμείς όλοι οι δημοσιογράφοι οφείλουμε να αγωνισθούμε κατά της επίθεσης, που πλήττει την ελευθεροτυπία και τη δημοκρατία».

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Οι σεισμοπαθείς παραπέμπονται στους δίσκους...

Ούτε δραχμή δεν πρόκειται να δοθεί από τα ταμεία της Εκκλησίας της Ελλάδας για την παροχή βοήθειας στους σεισμόπληκτους και αυτά παρά τις δημόσιες υποσχέσεις του αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Μετά από δημοσιεύματα εφημερίδων ότι τελικά δε δόθηκε το ποσόν των 300 εκατομμυρίων δραχμών λόγω στενότητας των ταμείων της Εκκλησίας, πράγμα που επιβεβαιώθηκε και από τη σχετική έκθεση του Κ. Πυλαρινού, διευθυντή της Κεντρικής Εκκλησιαστικής Οικονομικής Υπηρεσίας, ήρθε χτες η Ιερά Σύνοδος με ανακοίνωσή της να παραδεχτεί ότι το ποσόν που θα δοθεί, ύψους 300 εκατ. δραχμών, προέρχεται από τη διεξαχθείσα δισκοφορία στις εκκλησίες όλης της Ελλάδας και δεν είναι από τα ταμεία της Εκκλησίας.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ