Αποκαλυπτικές πρωθυπουργικές ομολογίες για το ποιος τσεπώνει τα κονδύλια που υφαρπάσσονται μέσω της πολιτικής λιτότητας από τους εργαζόμενους. Δεσμεύσεις του Κ. Σημίτη για συνέχιση και ένταση της ίδιας πολιτικής
Τετρακόσια δισεκατομμύρια δραχμές, μόνο από τα λεγόμενα κίνητρα του «αναπτυξιακού νόμου», άρπαξαν οι βιομήχανοι από το 1994 μέχρι σήμερα. Το αποκαλυπτικό αυτό στοιχείο - που βεβαίως δε δείχνει το μέγεθος της κυβερνητικής προσφοράς - το ανέφερε χτες ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, μιλώντας στο 3ο Πανελλήνιο Βιομηχανικό Συνέδριο, ομολογώντας κατ' αυτόν τον τρόπο πού κατευθύνονται τα τεράστια ποσά που υφαρπάζει η κυβέρνηση από τους εργαζόμενους της χώρας μέσω της πολιτικής λιτότητας. Ο πραγματικός βέβαια όγκος των ποσών που τσέπωσαν, εν είδει «καυτού, τζάμπα χρήματος», οι μεγαλοβιομήχανοι, δεν είναι μόνο αυτά τα 400 δισεκατομμύρια. Σ' αυτά πρέπει να προστεθούν τα διάφορα κονδύλια από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, οι ποικιλόμορφες φορολογικές απαλλαγές, τα επιδοτούμενα προγράμματα για τη... δημιουργία θέσεων εργασίας κ. ά.
Μιλώντας πάντα στο «εκλεκτό» του ακροατήριο, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι από το 1994 μέχρι το 1998, σε 253 επιχειρήσεις στη βιομηχανία, το εμπόριο και τις υπηρεσίες (χωρίς τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας) πραγματοποίησαν επενδύσεις ύψους 4,2 τρισεκατομμυρίων δραχμών. Αν είναι έτσι τα πράγματα όπως ισχυρίζεται ο πρωθυπουργός, τότε είναι εύλογο το ερώτημα γιατί αυτές οι «επενδύσεις» δε συνοδεύτηκαν από την αύξηση της απασχόλησης, αφού η ανεργία αυξάνεται με σταθερούς ρυθμούς.
Ιδιαίτερα κυνικός φάνηκε ο πρωθυπουργός στην αναφορά του ότι «καταγράφονται σοβαροί αριθμοί επιχειρήσεων που κλείνουν, όμως την ίδια στιγμή μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων ξεκινά μία νέα πορεία». Σ' αυτό το σημείο, λογικά πρέπει να εννοεί το πλήθος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που υπό το βάρος του ανταγωνισμού βάζουν λουκέτο. Από αυτό, όμως, μέχρι τους «πανηγυρισμούς» ότι μεγαλύτερος αριθμός επιχειρήσεων ιδρύεται, απέχει πολύ, αφού είναι γνωστό ότι πολλές επιχειρήσεις που ιδρύονται «ανοίγουν» στα χαρτιά ή σε βαλκανικές χώρες, όπου ο αριθμός των «ελληνικών» επιχειρήσεων αριθμεί περισσότερες από 3.500 και οι οποίες επιδοτούνται αδρά.
Αλλωστε ο ίδιος ανέφερε ότι υλοποιείται επενδυτικό πρόγραμμα για την Ανασυγκρότηση των Βαλκανίων για τα επόμενα 4 χρόνια, ύψους 180 δισεκατομμυρίων δραχμών που θα τα καρπωθούν οι Ελληνες επιχειρηματίες.
«Θριαμβολογώντας» για τα επιτεύγματα της πολιτικής του, ο πρωθυπουργός κατέστησε σαφές στους βιομήχανους ότι ανοίγονται γι' αυτούς νέα πεδία κερδοσκοπίας, τα οποία σχετίζονται με τα κονδύλια του Γ` ΚΠΣ, την υλοποίηση του επενδυτικού προγράμματος των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης, τη μείωση του κόστους πολλών τραπεζικών συναλλαγών, ενώ δεσμεύτηκε ότι οι «διαρθρωτικές αλλαγές» που έχουν εξαγγελθεί, δηλαδή το ξεπούλημα του δημόσιου τομέα, μέσω ιδιωτικοποιήσεων και μετοχοποιήσεων, θα ολοκληρωθούν εντός του έτους.
Συνεχίζοντας, υποστήριξε ότι «είμαστε μία κοινωνία συνοχής και θέλουμε το χαρακτηριστικό αυτό να το διατηρήσουμε και να το ενισχύσουμε, όχι μόνο για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και για λόγους ανταγωνιστικότητας» έδωσε το σύνθημα στους βιομήχανους ότι θα ανακηρύξει σε σημαία του το νέο «εθνικό στόχο» που επιτάσσουν οι βιομήχανοι, την «ανταγωνιστικότητα», έδωσε το στίγμα της μετα-ΟΝΕ εποχής και εμμέσως πλην σαφώς τη συνέχιση της λιτότητας που θα υποστεί ο ελληνικός λαός, το χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων και κατακτήσεων, η κάθε είδους αρωγή στο μεγάλο κεφάλαιο, η αλλοίωση συνειδήσεων, προκειμένου να μπούμε στη «νέα τροχιά» της «ανταγωνιστικότητας» που θα αποφέρει διαρκή υπερκέρδη στο μεγάλο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.
Καταλήγοντας ο πρωθυπουργός ανέφερε επιγραμματικά τους πέντε άξονες της κυβερνητικής πολιτικής, που είναι:
Περέμβαση του βουλευτή του ΚΚΕ Στ. Παναγιώτου στη Βουλή
Τις προτάσεις του ΚΚΕ για τη Διεθνή Εκθεση της Θεσσαλονίκης, η οποία οδηγείται σε ιδιωτικοποίηση, έθεσε χτες στη Βουλή ο βουλευτής του Κόμματος Σταύρος Παναγιώτου, κατά τη διάρκεια της συζήτησης σχετικής Επερώτησης της ΝΔ. Στην τοποθέτησή του ο υπουργός Μακεδονίας - Θράκης, Ιωάννης Μαγκριώτης, πιστοποίησε για μια ακόμα φορά ότι η κυβέρνηση θα κινηθεί ανένδοτα στη λογική της μετοχοποίησης της ΔΕΘ και μάλιστα με επαχθέστερους όρους. Ο Σταύρος Παναγιώτου αναφέρθηκε στην πολιτική που ασκήθηκε έως τώρα στη ΔΕΘ, κάνοντας λόγο για «απαξίωση», στην οποία οδηγεί η κυβερνητική τακτική. Αναφερόμενος στα βήματα που πρέπει άμεσα να γίνουν, ζήτησε «να επανέλθει στο παλιό καθεστώς» και συγκεκριμένα «επανένωση των δυο εταιριών, ΔΕΘ και HELEXPO, να μη μεταταγούν οι εργαζόμενοι πλην όσων θέλουν, πρόσληψη ενός διευθυντή με γνώση και πείρα του αντικειμένου με 5ετή θητεία, με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για την ανάπτυξη και την αύξηση της κερδοφορίας της ενιαίας ΔΕΘ, που θα ελέγχεται κάθε χρόνο», καθώς και «τον εκσυγχρονισμό των κτιρίων της έκθεσης και των υπηρεσιών της».
Από την πλευρά των επερωτώντων βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας ασκήθηκε κριτική για «παράδοση της έκθεσης στην κερδοσκοπία και μόνο, χωρίς πρόγραμμα εκθεσιακής δράσης», όπως χαρακτηριστικά είπε ο Σωτήρης Κούβελας, ενώ ο βουλευτής της ΝΔ Γ. Ορφανός έκανε λόγο για «κυβερνητική προχειρότητα». Τοποθετούμενος ο υπουργός Μακεδονίας - Θράκης, Ιωάννης Μαγκριώτης, σημείωσε ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται για τη συνέχεια (μετά τον άγονο διαγωνισμό για τη μετοχοποίηση της ΔΕΘ) είτε στην επαναπροκήρυξή του είτε στη δημιουργία ενός διεθνούς διαγωνισμού με παραχώρηση του μάνατζμεντ και παράλληλη εισαγωγή μετοχών της ΔΕΘ στο Χρηματιστήριο, όπου μέρος των μετοχών θα περάσουν στον επενδυτή.