ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Μάη 2005
Σελ. /40
ΠΩΣ ΦΤΑΣΑΜΕ ΣΤΟΝ Β' ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ
Η οικονομική ανόρθωση της Γερμανίας

Ιστορικό αφιέρωμα του ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ

3ο Μέρος

Τέλη δεκαετίας του '20. Ανεργοι Γερμανοί σχηματίζουν ουρές
Τέλη δεκαετίας του '20. Ανεργοι Γερμανοί σχηματίζουν ουρές
Μετά τη γαλλική εισβολή στο Ρουρ και την εξέγερση του γερμανικού προλεταριάτου, η Αγγλία και οι ΗΠΑ, αξιοποιώντας το ζήτημα των επανορθώσεων, επεμβαίνουν ανοιχτά στα γερμανικά πράγματα με στόχο την ενίσχυση των συμφερόντων τους, που προϋπέθεταν μια ελεγχόμενη αλλά ενισχυμένη Γερμανία γενικά, μια ελεγχόμενη αλλά ενισχυμένη γερμανική αστική τάξη ειδικότερα. Οι ΗΠΑ από την εποχή που συζητιόταν η Συμφωνία ειρήνης των Βερσαλιών για την τυπική επικύρωση της λήξης του Α' Παγκόσμιου Πολέμου ήταν αντίθετες στην προοπτική μιας εξασθενισμένης και αδύναμης Γερμανίας και τούτο για το βασικό λόγο ότι μια ισχυρή, χωρίς αποικίες, Γερμανία μπορούσε να αποτελέσει παράγοντα απειλής και προοπτικά εξασθένισης του αποικιοκρατικού συστήματος, που ήταν καθοριστικό εμπόδιο στην πολιτική των «ανοιχτών θυρών», μέσω της οποίας προωθούνταν η ανάπτυξη και παγκόσμια εξάπλωση του αμερικανικού κεφαλαίου. Συνεπώς, για τις Ηνωμένες Πολιτείες η Γερμανία θα μπορούσε να είναι το ισχυρό αντίβαρο στη δύναμη της Αγγλίας και της Γαλλίας και ταυτόχρονα ο διάδρομος της αμερικανικής διείσδυσης στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Από την άλλη, η Αγγλία, ιδιαίτερα μετά την εισβολή της Γαλλίας στο Ρουρ, αντιλαμβανόταν πως η αποδυνάμωση της Γερμανίας σήμαινε την ενίσχυση της Γαλλίας σε βάρος των βρετανικών συμφερόντων. Τέλος, η Γαλλία δεν μπορούσε να αντιταχθεί στην ανόρθωση της Γερμανίας, εφόσον αυτό επιδίωκαν ΗΠΑ και Μ. Βρετανία.

Το θέμα μιας ισχυρής Γερμανίας σκόνταφτε στο γεγονός ότι η τελευταία, κάποια στιγμή, όταν θα ένιωθε αρκετά ισχυρή, θα αναζητούσε ζωτικό χώρο για τα συμφέροντά της πέραν των συνόρων της, πράγμα που σήμαινε ότι μπορούσε να αποτελέσει απειλή για τα συμφέροντα των υπολοίπων ιμπεριαλιστικών χωρών, που της είχαν αρπάξει τις αποικίες και τις προπολεμικές της αγορές. Αυτό βέβαια για τις ΗΠΑ δεν ήταν καθόλου κακό, αλλά για τη Μεγάλη Βρετανία ήταν πραγματική απειλή. Το ίδιο και για τη Γαλλία. Επρεπε, συνεπώς, η πολιτικοοικονομική ανόρθωση της Γερμανίας να έχει προσανατολισμό ως προς το ζωτικό χώρο που η χώρα αυτή θα έπρεπε να καταλάβει, ούτως ώστε να μην αποτελεί άμεση απειλή για τα γαλλοβρετανικά συμφέροντα, αλλά και να ικανοποιεί τους γενικότερους στρατηγικούς αμερικανικούς σχεδιασμούς.

Η λύση του προβλήματος ήταν μία: να δημιουργηθεί μια ισχυρή Γερμανία με ελεύθερο το δικαίωμα να αναζητήσει το μελλοντικό ζωτικό της χώρο στην Ανατολή, στη Σοβιετική Ενωση, κυρίως, αλλά και στις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Ετσι επιτυγχανόταν κι ένας κοινός στόχος των απανταχού ιμπεριαλιστών που δεν ήταν άλλος από τη δημιουργία όρων για την εξάλειψη της Σοβιετικής Ενωσης ως εργατικού κράτους.

Το σχέδιο Ντοζ

Η πρώτη προσπάθεια ανόρθωσης της Γερμανίας εκδηλώθηκε με το σχέδιο Ντοζ, που υιοθετήθηκε τον Αύγουστο του 1924. Το σχέδιο αυτό - που οφείλει την ονομασία του στον Μόργκαν Ντοζ, αντιπρόσωπο της αμερικανικής χρηματιστικής ομάδας και πρόεδρο της διεθνούς επιτροπής εμπειρογνωμόνων, που συγκροτήθηκε το Νοέμβρη του 1923 με απόφαση της Επιτροπής Επανορθώσεων - είχε μια απλή επίσημη λογική που το συνόδευε: Η Γερμανία, για να μπορέσει να καταβάλλει τις πολεμικές επανορθώσεις που όφειλε στην Ευρώπη και ειδικά στις μεγάλες δυνάμεις, έπρεπε να ανορθωθεί οικονομικά και να αποκαταστήσει στο μέτρο του δυνατού και των συνθηκών το στρατιωτικο-οικονομικό της δυναμικό. Για το σκοπό αυτό θα ενισχυόταν με αγγλοαμερικανικά δάνεια. Επίσης η Γαλλία μέσα σ' ένα χρόνο όφειλε να αποσύρει τα στρατεύματά της από το Ρουρ. Από το 1924 ως το 1929 που ίσχυσε το σχέδιο, η Γερμανία πήρε από τις ΗΠΑ και την Αγγλία με τη μορφή δανείων, πιστώσεων και επενδύσεων 20-25 δισεκατομμύρια μάρκα και στο ίδιο χρονικό διάστημα πλήρωσε για επανορθώσεις μόνο 11 δισεκατομμύρια μάρκα. Η σημαντικότερη όμως πλευρά είναι ότι με την εφαρμογή του σχεδίου οι ΗΠΑ ενίσχυσαν σημαντικά τη θέση τους στην Ευρώπη μέσω του γερμανικού παράγοντα. Τα μεγαλύτερα αμερικάνικα μονοπώλια - «Στάνταρντ όιλ», «Τζένεραλ Ελέκτρικ», «Τζένεραλ Μότορς», «Ιντερνέισνλ Τέλεγκραφ εντ Τέλεφον Κόμπανι», «Φορντ», «Ανακόντα» κλπ.- διεισδύσανε στη γερμανική βιομηχανία με τη μέθοδο των απευθείας επενδύσεων. Από την άλλη, η σύνδεση των γερμανικών μονοπωλίων με τα διεθνή καρτέλ βοηθούσε τη Γερμανία να παρακάμπτει τη Συνθήκη των Βερσαλιών στον τομέα της παραγωγής όπλων. Μέσω των διεθνών καρτέλ τα γερμανικά μονοπώλια επενδύσανε μεγάλα κεφάλαια στην πολεμική βιομηχανία άλλων κρατών, όπως της Ολλανδίας, της Ισπανίας, της Σουηδίας, της Φιλανδίας, και τις έθεσαν υπό τον έλεγχό τους1.

«Το σχέδιο Ντοζ - έλεγε ο Στάλιν στο 14ο Συνέδριο του Σοβιετικού ΚΚ2 - που καταστρώθηκε στην Αμερική, είναι το εξής: Η Ευρώπη πληρώνει τα χρέη της στην Αμερική σε βάρος της Γερμανίας που είναι υποχρεωμένη να πληρώσει επανορθώσεις στην Ευρώπη. Επειδή, όμως, η Γερμανία δεν μπορεί να αντλήσει από το κενό όλο αυτό το ποσό, θα πρέπει να αποκτήσει μια σειρά ελεύθερες αγορές που δεν καταλήφθηκαν από τις άλλες κεφαλαιοκρατικές χώρες και από τις οποίες θα μπορούσε να αντλήσει νέες δυνάμεις και νέο αίμα για να πληρώσει τις επανορθώσεις». Μ' άλλα λόγια η Γερμανία σπρωχνόταν, είτε ήθελε είτε όχι, να ξεκινήσει ένα νέο πόλεμο που ο ιμπεριαλισμός ήλπιζε πως θα ελέγξει την κατεύθυνσή του. Προς τα πού θα κινούνταν αυτός ο πόλεμος, μας το δείχνει το Σύμφωνο του Λοκάρνο, που υπογράφηκε το 1925. Με βάση αυτό το Σύμφωνο η Γερμανία αποδεχόταν το συνοριακό, προς τα δυτικά (Γαλλία, Βέλγιο), καθεστώς που είχε επιβληθεί με τη Συνθήκη των Βερσαλιών και οι Γάλλοι αναγνώριζαν τα γερμανικά σύνορα. Το Λοκάρνο άφηνε ανοιχτό το πεδίο για επεκτατικές διαθέσεις της Γερμανίας προς Ανατολάς, προς την ΕΣΣΔ κυρίως, αλλά και προς τις Τσεχοσλοβακία και Πολωνία. Ετσι ορθά ο Στάλιν υπογράμμιζε ότι «το Λοκάρνο εγκυμονεί ένα νέο πόλεμο στην Ευρώπη»3.

Το σχέδιο Γιανγκ

Αν το σχέδιο Ντοζ συνέβαλε αποφασιστικά στην ανόρθωση της οικονομίας της Γερμανίας, το σχέδιο Γιανγκ - που υιοθετήθηκε τον Αύγουστο του 1929 - έδωσε ισχυρότατη ώθηση στην εξασθένιση των περιορισμών της Συνθήκης ειρήνης των Βερσαλιών που είχαν επιβληθεί στη Γερμανία και αποτέλεσε ένα καινούριο βήμα στην ανόρθωση του γερμανικού στρατιωτικο-οικονομικού δυναμικού. Εμπνευστής και αυτού του σχεδίου ήταν η αμερικανική χρηματιστική ολιγαρχία και το όνομά του οφείλεται στον Αμερικανό μεγαλοκεφαλαιούχο Οουεν Γιανγκ, ο οποίος ήταν πρόεδρος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που το εισηγήθηκε.

Με το σχέδιο Γιανγκ μειώθηκε το ύψος των γερμανικών επανορθώσεων από τα 132 δισ. χρυσά μάρκα - που είχε αποφασίσει η συμμαχική επιτροπή επανορθώσεων το 1921 - σε 113,9 δισ. μάρκα. Επίσης σε σχέση με το σχέδιο Ντοζ μειώθηκαν οι χρονιάτικες δόσεις για τις επανορθώσεις που έπρεπε να καταβάλει η Γερμανία κατά 20% ή 2 περίπου δισ. μάρκα για μια περίοδο 37 ετών (μέχρι 31/3/1966) και κατά 1,6 - 1,7 δισ. μάρκα για τα 22 υστερότερα χρόνια (μέχρι το 1988). Τέλος, το σχέδιο Γιανγκ κατάργησε κάθε έλεγχο των συμμάχων πάνω στη γερμανική οικονομία. Η οικονομική ανόρθωση της Γερμανίας και η ισχυροποίηση της αστικής της τάξης επανέφεραν στην ημερήσια διάταξη και τις ιμπεριαλιστικές της διαθέσεις, που μετά τον πόλεμο είχαν αντικειμενικά περάσει σε λανθάνουσα, δεύτερη μοίρα4. Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες άρχισε να αναπτύσσεται ραγδαία το ρεύμα του φασισμού. Πριν όμως δούμε αναλυτικότερα την εμφάνιση και ανάπτυξη του φασιστικού φαινομένου, οφείλουμε να σταθούμε στο σημαντικότερο οικονομικό γεγονός που συντάραξε τον καπιταλισμό εκείνη την εποχή, δηλαδή στην παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929 - 1933.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1 - Θ2, σελ. 72-75.

2. Ι. Στάλιν: «Απαντα», εκδοτικό της ΚΕ του ΚΚΕ, 1952, τόμος 7ος, σελ. 298-299.

3. Στο ίδιο, σελ. 301.

4. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1-Θ2, σελ. 221.


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ