ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Ιούλη 2005
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η ΝΔ κυβερνά!

Οσοι πριν λίγους μήνες εγκαλούσαν την κυβέρνηση ότι «δεν κυβερνάει», πρέπει να ομολογήσουν δημοσίως ότι δεν είναι παρά φτηνοί παραμυθάδες και λαϊκιστές. Κάθε μέρα που περνάει, επιβεβαιώνει ακριβώς το αντίθετο: Οτι η κυβέρνηση υλοποιεί απαρέγκλιτα το αντιλαϊκό της πρόγραμμα. Προχωρά βάσει σχεδίου, προγραμματισμένα. Εφαρμόζει όλα εκείνα τα αντεργατικά μέτρα, που με δυο λέξεις ονομάζονται «Στρατηγική της Λισαβόνας».

Στην πορεία της αυτή, ξεδιπλώνει την τακτική της, που διακρίνεται βασικά σε δύο σκέλη:

Πρώτον: Αναπτύσσει μια μεγάλη προπαγανδιστική επιχείρηση (βλέπε και τις πληρωμένες καταχωρίσεις για το ασφαλιστικό των τραπεζών), σύμφωνα με την οποία, οι αλλαγές που έχει ανάγκη το κεφάλαιο εμφανίζονται ως αλλαγές που έχει ανάγκη ολόκληρη η κοινωνία. Θυμηθείτε ότι μια τέτοια ιδεολογική χειραγώγηση είχε εξαπολυθεί και επί πρωθυπουργίας Κ. Σημίτη, όπου ο «εκσυγχρονισμός», το πετσόκομμα δηλαδή των λαϊκών δικαιωμάτων, και εδώ πρόβαλε ως μία υπερ-ταξική, εθνική αναγκαιότητα.

Δεύτερον: Με επιμονή και προκλητικότητα, η κυβέρνηση και τα επιτελεία της προωθούν τη γραμμή διάσπασης των εργαζομένων. Οι κραυγές για τα «ρετιρέ» και τους «προνομιούχους» στόχο έχουν να κάμψουν τις αντιστάσεις. Να ξεμοναχιάσουν και να απομονώσουν κλάδους και κατηγορίες εργαζομένων που δέχονται την επίθεση. Να δικαιώσουν τα μέτρα που αποφασίζονται, στη συνείδηση πλατιών μαζών. Και πως δήθεν τα μέτρα αυτά θα ωφελήσουν τους πολλούς...

Και ενώ χτυπάει με το αντεργατικό της ρόπαλο δεξιά και αριστερά, την ίδια στιγμή δημιουργεί τις προϋποθέσεις εκείνες που θα της επιτρέψουν να ανοίξει ευρύτερα μέτωπα, όπως το ασφαλιστικό συνολικά και η λεγόμενη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου.

Στο τελευταίο η κυβέρνηση, κατ' εντολή των βιομηχάνων, επιδιώκει τρεις βασικούς στόχους. Την κατακόρυφη μείωση της αμοιβής των υπερωριών, την παραπέρα ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας, μέσω της διευθέτησης, το ξήλωμα του οχτάωρου και συνολικά του σταθερού χρόνου εργασίας. Οπου και όσο αυτός ισχύει ακόμα.

Σε συνάρτηση με τα παραπάνω βρίσκεται και το νομοσχέδιο για το ωράριο των καταστημάτων. Και εδώ, η κυβέρνηση της ΝΔ φροντίζει να «ντύσει» την επίθεση με φανταχτερά στολίδια, ότι δήθεν έτσι θα αυξηθεί η απασχόληση και θα ενισχυθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Κρύβει, εντέχνως, ότι όπως με το ασφαλιστικό των τραπεζοϋπαλλήλων οι μόνοι που ενισχύονται από την τροπολογία της είναι τα κέρδη των τραπεζών, έτσι και εδώ, κερδισμένοι θα είναι οι βιομήχανοι, οι μεγαλέμποροι και οι πολυεθνικές.

Στον αντίποδα, θα αυξηθεί η εκμετάλλευση των εργαζομένων, θα γίνει πιο φτηνή η τιμή της εργατικής δύναμης. Αυτός είναι ο στρατηγικός στόχος της κυβέρνησης για το εργασιακό. Η επίτευξη αυτού του στόχου θα σημάνει μια δραματική ανατροπή σε βάρος της εργατικής τάξης. Η διευθέτηση του χρόνου εργασίας δεν περιορίζεται μόνο στο οικονομικό πεδίο, αφορά στο σύνολο της κοινωνικής ζωής του εργαζόμενου. Το σπάσιμο του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας δένει χειροπόδαρα τη ζωή του εργάτη, όπως ο δουλοπάροικος ήταν δεμένος στη γη του φεουδάρχη.

Το ΠΑΣΟΚ δημαγωγεί

Στο έργο της αυτό έχει την αμέριστη στήριξη της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ. Γιατί το ΠΑΣΟΚ καθόλου δε διαφωνεί με τα μέτρα που προωθούνται. Η πολιτική αυτή είναι και δική του πολιτική και δική του προγραμματική δέσμευση. Ο κουρνιαχτός που σηκώνει είναι δημαγωγικός. Είναι για να παραπλανήσει τους εργαζόμενους. Να ξεχάσουν ότι έκανε τα ίδια όταν ήταν κυβέρνηση, να μη φανεί ότι πάλι τα ίδια σκληρά, αντεργατικά μέτρα θα αποφάσιζε αν αυτό κυβερνούσε. Γι' αυτό και το μόνο που βρίσκει να προσάψει στην κυβέρνηση είναι ότι όλα αυτά που κάνει η ΝΔ δε γίνονται με διάλογο και «κοινωνική συναίνεση». Ομως παρά τις αψιμαχίες των δύο κομμάτων, γύρω από το ποιος κάνει ή δεν κάνει διάλογο, αν ο διάλογος είναι ειλικρινής ή προσχηματικός, το σίγουρο είναι ότι και οι δύο ποντάρουν στο ίδιο χαρτί.

Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Ο λεγόμενος «κοινωνικός διάλογος» είναι στρατηγική επιλογή των κομμάτων της άρχουσας τάξης και όχι μόνο. Είναι το δικό τους «γήπεδο». Δεν είναι τυχαίο ότι μέχρι και τριμερή σύνοδο κορυφής καθόρισαν στην Ευρωπαϊκή Ενωση, κάθε χρόνο για να εμπεδωθεί η φιλοσοφία του κοινωνικού εταιρισμού. Γιατί στην πραγματικότητα, ο «κοινωνικός διάλογος», και σε εθνικό επίπεδο και σε ευρωπαϊκό, είναι εργαλείο που λειτουργεί μόνο σε όφελος των ισχυρών. Είναι μέσο διαμόρφωσης των προϋποθέσεων για το τι θα χάνουν κάθε φορά οι εργαζόμενοι.

Η ΓΣΕΕ βάζει πλάτες

Σε αυτό το παιχνίδι έχει στρατευτεί για τα καλά και η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ. Οι δυνάμεις του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού αναδεικνύονται και πάλι σε φορείς εγκλωβισμού και χειραγώγησης των εργαζομένων. Το πλαίσιο «αιτημάτων» που διαμορφώνουν σε κάθε κρίσιμη φάση της πάλης των εργαζομένων, η τακτική τους, πολύ περισσότερο η στρατηγική τους για την «ανταγωνιστικότητα», την πολιτική της ΕΕ, τις θεωρίες περί «ανάπτυξης», με όλα αυτά, στηρίζουν τη βασική γραμμή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

Στην ΟΤΟΕ π.χ. πρώτοι έθεσαν ζήτημα διαλόγου για το ασφαλιστικό και ζήτησαν από την κυβέρνηση να πάρει πρωτοβουλίες. Επειτα βέβαια ανακάλυψαν ότι «ο διάλογος ήταν προσχηματικός». Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, το ίδιο διάστημα, ζητούσε την εφαρμογή του νόμου Ρέππα, ο οποίος είναι η βάση της σημερινής επίθεσης. Ο ίδιος μάλιστα ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ έβγαινε μπροστά και αθώα - αθώα πρότεινε τη φορολόγηση των εργατικών εισοδημάτων για να εξευρεθούν πόροι για το ΙΚΑ.

Αλλά ακόμα και όταν επιλέγουν να το παίξουν «αγωνιστές» οι δυνάμεις αυτές, στην πράξη υπονομεύουν τους αγώνες. Απ' αυτή την άποψη είναι χαρακτηριστική η τακτική τους στην κινητοποίηση στις 24 Ιούνη. Αρον - άρον χωρίς καμιά προετοιμασία αποφάσισαν απεργία, με πλαίσιο αιτημάτων τη στήριξη των «κεκτημένων», δηλαδή της πολιτικής των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, που ούτε την πάλεψαν ούτε την οργάνωσαν. Αυτό που τους ενδιέφερε είναι να «παίζουν» στα δελτία των οχτώ. Ασφαιρα πυρά... στο γάμο του Αλογοσκούφη! Και ενώ ωρύονται για τις προσπάθειες διάσπασης των εργαζομένων, αναπαρήγαγαν αυτούς τους διαχωρισμούς οι ίδιοι. Αλλο χαβά στην ΑΔΕΔΥ, με τρίωρη στάση, άλλο στη ΓΣΕΕ από τις ίδιες δυνάμεις. Και το προκλητικό του πράγματος. Την παραμονή της απεργίας, η ΓΣΕΕ έδινε συνέντευξη Τύπου, όχι όμως για την απεργία, αλλά για την «ανταγωνιστικότητα» της ελληνικής οικονομίας, στην οποία πρέπει όλοι να συμβάλουμε!

Αντιφατικά; Παράδοξα; Καθόλου. Σκόπιμη τακτική παρεμπόδισης και υπονόμευσης των αγώνων. Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ καθόλου δεν ενδιαφέρεται αν θα περάσουν τα μέτρα. Γι' αυτό για άλλη μια φορά, την περασμένη Πέμπτη, απέρριψε την πρόταση του ΠΑΜΕ για κινητοποίηση μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιούλη. Κήρυξε «σιωπητήριο αγώνων», συμβάλλοντας και με αυτό τον τρόπο στη δημιουργία κλίματος αδράνειας και απογοήτευσης. Αλειψε βούτυρο δηλαδή στο ψωμί της ΝΔ.

Να γιατί, για τους εργαζόμενους δε μένει άλλος δρόμος, από το να στρατευτούν με τις δυνάμεις που λόγω και έργω αντιμάχονται αυτή την πολιτική. Να ενισχύσουν το ΠΑΜΕ, ενισχύοντας στην πράξη τη γραμμή της αντίστασης και της αντεπίθεσης. Να κάνουν το μεγάλο βήμα, καταδικάζοντας τις δυνάμεις του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού και αποστρεφόμενοι τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Να εγκαταλείψουν τα κόμματα αυτά και την πολιτική τους. Αυτή είναι σήμερα η μόνη συνεπής και υπεύθυνη πολιτική στάση.

Η ταξική πάλη, η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, δε γίνεται σε πολιτικό κενό. Χωρίς τη βαθύτερη πολιτικοποίηση των αγώνων, χωρίς την οριστική εγκατάλειψη των κομμάτων της πλουτοκρατίας, κάθε συνδικαλιστικός αγώνας θα μένει ανολοκλήρωτος. Ακόμα και οι πρόσκαιρες «νίκες» των εργαζομένων, στο τέλος θα μετατρέπονται σε «Πύρρειες». Ο σκληρός αδυσώπητος κύκλος της εκμετάλλευσης, αυτού του απάνθρωπου συστήματος, δε θα σπάσει.


Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ