Στόχος η κατάργηση κάθε εμποδίου στο μεγάλο κεφάλαιο για τη συγκέντρωση των Μέσων Ενημέρωσης στα χέρια του
Προειδοποιητική επιστολή σχετικά με τις μετοχές των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ), θα απευθύνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην Ελλάδα, απαιτώντας πληροφορίες σχετικά με την υποχρέωση των επιχειρήσεων αυτών να έχουν ονομαστικές μετοχές, που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα. Χτες, χωρίς προηγούμενη συζήτηση, το Κολέγιο των Επιτρόπων αποφάσισε την επίδοση της σχετικής επιστολής εναντίον της Ελλάδας. Πρόκειται για την επιστολή που είχε δοθεί στη δημοσιότητα την προηγούμενη Τετάρτη, για να βολιδοσκοπήσει αντιδράσεις και η οποία αρχικά είχε αποσυρθεί αποδίδοντας τη δημοσιοποίησή της, τότε, σε λάθος...
Η νέα επιστολή, ίδια με την προηγούμενη, επιχειρεί να σπάσει τα φράγματα εξαγοράς ελληνικών εταιριών ΜΜΕ, από ξένες ανώνυμες εταιρίες. Η ΕΕ προσπαθεί ξεκάθαρα να καταργήσει κάθε νόμο που δύναται να θέτει συγκεκριμένους περιορισμούς στην εκμετάλλευση των ΜΜΕ και να εμποδίζει, έστω και ελάχιστα, τη συγκέντρωσή τους στο μεγάλο κεφάλαιο. Ενδεικτική είναι άλλωστε η κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης στο ζήτημα του «βασικού μετόχου», που ενώ ήξερε την κατάληξη, άφησε το θέμα να εξελιχθεί στο έσχατο σημείο, προκειμένου μετά να παραδώσει κάθε «φρούριο» προστασίας της ενημέρωσης άνευ όρων.
Η επιστολή αναφέρεται και στους τρεις νόμους, που θεσπίστηκαν με την απελευθέρωση των ΜΜΕ και τη δημιουργία της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης - νόμος Βενιζέλου 1746/1998, νόμος Ρέππα 2328/1995 και νόμος Παυλόπουλου 3310/2005. Η υποχρέωση των επιχειρήσεων για «ονομαστικές μετοχές μέχρι φυσικού προσώπου», προσκρούει σε διατάξεις της Συνθήκης της ΕΚ «σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων και την ελευθερία εγκατάστασης», αναφέρει συγκεκριμένα.
Σχετικά με τα ραδιοτηλεοπτικά Μέσα, η νομοθεσία της Ελλάδας ορίζει ότι εταιρίες που είναι νόμιμα εγκαταστημένες σε χώρα του εξωτερικού, όπου δεν υφίσταται υποχρέωση ονομαστικοποίησης των μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου, δύνανται να κατέχουν ποσοστά έως 15% σε ραδιοτηλεοπτικές επιχειρήσεις. Οι εν λόγω διατάξεις, κατά την Επιτροπή, «περιορίζουν τις δυνατότητες επένδυσης και εγκατάστασης εταιριών που είναι νόμιμα εγκαταστημένες στα άλλα κράτη - μέλη, όταν δεν υπάρχουν παρόμοιες νομοθετικές διατάξεις στις χώρες εγκατάστασής τους και επιπλέον εισάγουν ένα ειδικό καθεστώς γι' αυτές».
Επίσης η Κομισιόν, θεωρεί ότι η ελληνική νομοθεσία προκαλεί περιορισμούς αντίθετους με το κοινοτικό δίκαιο σε ξένες εταιρίες που θέλουν είτε να επενδύσουν σε ελληνική επιχείρηση ΜΜΕ, είτε να εγκατασταθούν στην Ελλάδα. «Η νομοθεσία αυτή δε φαίνεται να δικαιολογείται για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας υγείας ή δημοσίας ασφάλειας που θα μπορούσαν να αιτιολογήσουν καθεστώς παρέκκλισης για ξένους υπηκόους όσον αφορά την ελευθερία εγκατάστασης, και, εν πάση περιπτώσει, δε θεωρείται ούτε κατάλληλη ούτε ανάλογη σε σχέση με στόχο που ανταποκρίνεται σε επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζεται από το Δικαστήριο, όπως η διαφάνεια των εταιριών και η πολυφωνία των Μέσων Ενημέρωσης».
Η ΕΕ με πρόσχημα την «ελευθερία των επενδύσεων», επιχειρεί να ανοίξει το δρόμο της συγκέντρωσης των ΜΜΕ στην ολιγαρχία του κεφαλαίου, προκειμένου να καταστεί η ενημέρωση απόλυτα ελεγχόμενη και φιλτραρισμένη, ενώ σπάει και τα ελάχιστα φράγματα διαφάνειας, στο θέμα της ιδιοκτησίας των ΜΜΕ, που μέχρι σήμερα απαιτούσαν οι ιδιοκτήτες να είναι φυσικά πρόσωπα, τα οποία διαθέτουν τους πόρους για την αγορά Μέσων και δε χρηματοδοτούνται από άγνωστες πηγές.
Η Ελλάδα έχει διορία δύο μηνών να απαντήσει στην Επιτροπή και αν η απάντηση δε θεωρηθεί ικανοποιητική, η Κομισιόν μπορεί να προχωρήσει στην αποστολή αιτιολογημένης γνώμης, απαιτώντας την τροποποίηση της νομοθεσίας και εν συνεχεία να παραπέμψει το θέμα στο Δικαστήριο.