Associated Press |
Εχοντας τον έλεγχο της Γερουσίας από την 1η Ιούλη, η κυβέρνηση του Τζ. Χάουαρντ μπορεί πλέον, χωρίς εμπόδια να περνά όλα τα νομοσχέδιά της. Επίσης, το αντιλαϊκό νομοσχέδιο με τον τίτλο «The Building and Construction Industry Improvement Bill 2005» θα έχει αναδρομική ισχύ και θα καταστήσει παράνομες ακόμα και απεργιακές κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν από τον περασμένο Μάρτη για την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων και συμφωνιών με τους εργοδότες. Ταυτόχρονα, οι συνδικαλιστικοί φορείς προειδοποιούν τους εργαζόμενους ότι θα ακολουθήσουν και μια σειρά άλλα μέτρα, αν δεν υπάρξει μια άμεση και μαζική αντίδραση.
Φυσικά, δεν είναι παράξενο που τα μέτρα που προωθεί η αντιδραστική κυβέρνηση Χάουαρντ είναι και απαίτηση του Συνδέσμου Βιομηχάνων Αυστραλίας, ο οποίος προβάλλει τα ίδια επιχειρήματα που προβάλλονται σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο περί «βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας» και «μείωσης του εργατικού κόστους».
Ο περιορισμός του ρόλου των συνδικάτων αποτελεί σημαντικό κομμάτι του νέου νομοσχεδίου. Θέτει φραγμό στο δικαίωμα του συνδικάτου να στρατολογεί νέα μέλη, να έχει επαφές με τα μέλη του και να διαπραγματεύεται εκ μέρους τους.
Οπως ξεκαθάρισε ο αρμόδιος υπουργός υπεύθυνος για τις εργασιακές σχέσεις, Κέβιν Αντριους, σε ομιλία του στη Βουλή, «απαγορεύεται κάθε μορφή απεργιακής κινητοποίησης μέσα στα χρονικά περιθώρια της υπάρχουσας συμφωνίας» σε κάποια ανεγειρόμενη οικοδομή ή σε υπό κατασκευή έργο. Παράλληλα, δρομολογείται και η υιοθέτηση μυστικής ψηφοφορίας στη λήψη αποφάσεων στα συνδικάτα και μια σειρά άλλων που θα καθιστούν πέρα για πέρα παράνομη οποιαδήποτε μορφή εργατικής κινητοποίησης.
Ο περιορισμός της διαπραγματευτικής δύναμης του συνδικάτου αποσκοπεί και στην προώθηση ιδιωτικών συμφωνιών μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων και την υπονόμευση και την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, δίνοντας ταυτόχρονα μεγαλύτερο έλεγχο στους εργοδότες.
Επιπρόσθετα, επιχειρείται να γίνει πιο εύκολη η διαδικασία απόλυσης εργαζομένων - χωρίς αιτία - σε επιχειρήσεις μέχρι και 100 εργαζομένους, χωρίς καμία αποζημίωση. Από αυτό το μέτρο μπορεί να θιγούν περίπου 4 εκατομμύρια εργαζόμενοι. Αναλυτές αναφέρουν πως αρκετές μεγάλες επιχειρήσεις μπορεί να προχωρήσουν στη δημιουργία πολλών μικρότερων, ώστε να γλιτώσουν από τις διατάξεις περί άδικων απολύσεων.
Παράλληλα, σύμφωνα με όσα προβλέπονται, κάθε εργαζόμενος ή και το συνδικάτο του, αν τολμήσουν και προβούν σε απεργιακή κινητοποίηση κινδυνεύουν να καταβάλουν αποζημιώσεις σ' οποιονδήποτε κινήσει δικαστική αγωγή με το αιτιολογικό ότι υπέστη βλάβη από την απεργιακή κινητοποίηση. Τα δικαστήρια δε θα έχουν κανέναν περιορισμό όσον αφορά στο ύψος του ποσού των αποζημιώσεων που θα επιβάλλουν στον «παραβάτη» εργαζόμενο ή στο συνδικάτο του που προέβη σε απεργιακή κινητοποίηση. Υπάρχουν σχέδια ακόμα και για επιβολή προστίμου μέχρι 22.000 δολαρίων σε απεργούς και 110.000 δολαρίων για το αρμόδιο συνδικάτο.
Πιο έντονες θα είναι οι συνέπειες των αντεργατικών μέτρων για τις γυναίκες. Οι ήδη χαμηλοί μισθοί των γυναικών θα μειωθούν παραπέρα και η ανασφάλεια στους χώρους δουλιάς θα αυξηθεί. Σήμερα, οι εργαζόμενες γυναίκες, κατά μέσον όρο, λαμβάνουν 150 δολάρια λιγότερα τη βδομάδα απ' ό,τι οι άνδρες συνάδελφοί τους - δηλαδή λαμβάνουν μόνο το 63% των αποδοχών των ανδρών. Επιπλέον, οι γυναίκες εργαζόμενες με ιδιωτικές συμβάσεις εργασίας λαμβάνουν κατά 5,10 δολάρια λιγότερα την ώρα απ' ό,τι οι άνδρες με τις ίδιες συμβάσεις, και περίπου 2,50 δολάρια την ώρα (70 δολάρια τη βδομάδα) λιγότερα απ' ό,τι οι γυναίκες με συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Το χάσμα αυτό αναμένεται να μεγαλώσει ακόμα παραπάνω με τη νέα νομοθεσία, όπου όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι θα εξαναγκάζονται να υπογράφουν ιδιωτικές συμβάσεις. Απ' ό,τι φαίνεται, μάλιστα, ο κατώτατος μισθός θα μειωθεί με το πέρασμα του χρόνου, αν πάρει κανείς υπόψη τις δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού υπεύθυνου για τις εργασιακές σχέσεις, Κέβιν Αντριους, ότι τώρα είναι κατά 70 δολάρια πιο πολλά.
Επίσης, η κυβέρνηση σχεδιάζει να δημιουργήσει ένα «δίχτυ ασφαλείας» τεσσάρων νομοθετικών όρων και να εγκαθιδρύσει την «Επιτροπή Δίκαιης Πληρωμής», η οποία θα καθορίζει τον κατώτερο μισθό. Ετσι, το όριο του κατώτερου μισθού μαζί με τους τέσσερις νομοθετικούς όρους θα γίνουν γνωστά ως ο «Κανόνας της Δίκαιης Πληρωμής και Συνθηκών». Αυτοί οι όροι είναι: η ετήσια άδεια διακοπών, άδεια ασθενείας, γονική άδεια και οι καθορισμένες ώρες εργασίας. Μόνο τα παραπάνω θα είναι οι νόμιμες υποχρεώσεις της εργοδοσίας. Οτιδήποτε άλλο, όπως υπερωρίες, νυχτερινή εργασία, εργασία σε αργίες και Σαββατοκύριακα δε θα εξασφαλίζονται. Η Επιτροπή θα απαρτίζεται από 5, 7 ή 9 διορισμένους της κυβέρνησης, οι οποίοι θα βασίζουν τις αποφάσεις τους στα συμφέροντα των εργοδοτών και της παραγωγικότητας. Οποιος εργαζόμενος δε συμφωνεί με την απλήρωτη εργασία, με τους μισθούς ή και τις συνθήκες εργασίας - θα βρίσκεται εκτός δουλιάς.
Η αντίδραση των εργαζομένων ήταν άμεση. Στις 30 Ιούνη και την 1η Ιούλη πάνω από 250.000 εργαζόμενοι βρέθηκαν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων της Αυστραλίας, για να αντιταχθούν στις αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση στις εργασιακές σχέσεις και τον περιορισμό των συνδικαλιστικών ελευθεριών. Μεγάλες εργατικές διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε Μελβούρνη, Περθ, Χόμπαρτ, Αδελαΐδα, Μπρισμπέιν, καθώς επίσης στο Σίνδεϊ και άλλες βιομηχανικές περιοχές. Οι κινητοποιήσεις αυτές θεωρούνται η αρχή μιας σειράς άλλων που προγραμματίζει το συνδικαλιστικό κίνημα ενάντια στην πλήρη αλλαγή των εργασιακών σχέσεων.
Από τη μεριά της, η Γενική Συνομοσπονδία Εργατικών Συνδικάτων της Αυστραλίας (ACTU) τονίζει ότι «η κυβέρνηση επιδιώκει να θέσει ολοκληρωτικά εκτός νόμου όλες τις απεργίες και οποιαδήποτε μορφή εργατικής κινητοποίησης στους τομείς του πετρελαίου, του υγραερίου και στις βιομηχανίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας».
Σημειώνουμε μάλιστα ότι αρκετοί εργοδότες, όπως το Ταχυδρομείο της Αυστραλίας και η φαρμακευτική εταιρία «GlaxoSmithKline» έλαβαν μέτρα για να σταματήσουν τη συμμετοχή των εργαζομένων τους. Η Επιτροπή Βιομηχανικών Σχέσεων διέταξε το σωματείο του Ταχυδρομείου να μην «ενθαρρύνει, πληροφορήσει, πείσει ή υποκινήσει» τα μέλη του να πάρουν μέρος στις κινητοποιήσεις. Οσοι τελικά πήραν μέρος έχουν απειληθεί με απόλυση.
Οπως αναφέρει το κύριο άρθρο της εφημερίδας του Κομμουνιστικού Κόμματος Αυστραλίας «Δε Γκάρντιαν» στις 6 Ιούλη 2005, «τα συνδικαλιστικά στελέχη ομολογούν πως πρόκειται για μια εκστρατεία που θα κρατήσει σε μάκρος η οποία θα συνεχιστεί να χτίζεται τους επόμενους μήνες και πιθανά και για τα επόμενα χρόνια». Παράλληλα, τονίζει ότι «η συγκεκριμένη εκστρατεία μπορεί να λήξει με την ήττα της κυβέρνησης Χάουαρντ, αναγκάζοντάς τη να διεξάγει πρόωρες εκλογές». Στο συγκεκριμένο άρθρο τονίζεται επίσης και η «ανάγκη παραπέρα ενημέρωσης και κινητοποίησης των εργαζομένων στην Αυστραλία, συμπεριλαμβάνοντας και την πλειοψηφία των εργατών που δεν είναι μέλη συνδικάτων και δεν είναι οργανωμένοι», ενώ προσθέτει ότι «σημαντικό βήμα που πρέπει να γίνει είναι να καταλάβει και να στηρίξει τις εργατικές κινητοποιήσεις η ευρύτερη κοινωνία».
Πάντως, το γεγονός ότι το 60% γνωρίζουν ότι το πακέτο αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων είναι εναντίον του, όπως έδειξε πρόσφατη δημοσκόπηση, αλλά και το ότι η δημοτικότητα του πρωθυπουργού έχει πέσει κατά 10%, φτάνοντας για πρώτη φορά από τον Αύγουστο του 2001 στο 49%, μαζί με το ότι οι πρόσφατες εργατικές κινητοποιήσεις ήταν μαζικές δείχνει πως οι εργαζόμενοι είναι έτοιμοι για παραπέρα δράση και αναμένουν από τα συνδικάτα τους να πάρουν μια σταθερή και αγωνιστική στάση ενάντια στο νομοσχέδιο.