Μπαζωμένα ρέματα, έργα που βρίσκονται εδώ και δεκαετίες «στα χαρτιά», αλλά και το «τυφλό» σύστημα αντιπλημμυρικής προστασίας της Αττικής Οδού, οι αιτίες που ο λαός της περιοχής τρέμει στο πέρασμα της βροχής
Αυτό προκύπτει από τη συνέχεια του οδοιπορικού του «Ρ», στις περιοχές που βρίσκονται συνεχώς στον κυκλώνα της πλημμύρας. Ενα οδοιπορικό που επιβεβαιώνει τη θέση του ΚΚΕ ότι οι θάνατοι και οι καταστροφές δεν είναι αποτέλεσμα μιας μεγάλης βροχής, αλλά το φυσικό επακόλουθο μιας πολιτικής που ακολουθούν οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και που υποτάσσει τη ζωή, το συλλογικό συμφέρον των εργαζομένων στους νόμους του κέρδους.
Ενα από τα πιο χαρακτηριστικά συμπεράσματα της έρευνάς μας είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των έργων που έχουν ξεκινήσει στη Δυτική Αττική, είναι ημιτελή, ενώ άλλα βρίσκονται ακόμα... στα χαρτιά, κυρίως λόγω έλλειψης χρηματοδότησης.
Το αποχετευτικό ομβρίων είναι από τα σημαντικότερα προβλήματα της περιοχής, αφού σε σημαντικές περιοχές, όπως είναι τα Μέγαρα και η Ελευσίνα, δεν υφίσταται. Το αποτέλεσμα είναι να προκαλούνται πλημμύρες ακόμα και με μια δυνατή βροχή λίγων λεπτών. Επιπλέον, τα έργα δημιουργίας αποχετευτικού συστήματος, όπου αυτά γίνονται - όπως για παράδειγμα στην Ελευσίνα - «έχουν μπλοκάρει», πάλι λόγω χρηματοδότησης.
Ο «Ρ», καταγράφοντας τα σημαντικότερα προβλήματα που αφορούν στην αντιπλημμυρική προστασία της Δυτικής Αττικής, αποκαλύπτει ότι αυτά προέρχονται κατά κύριο λόγο από τα μπαζωμένα ρέματα, αλλά και από τα ανύπαρκτα έργα αντιπλημμυρικής θωράκισης, που εδώ και χρόνια εξακολουθούν να βρίσκονται σε φάση... μελέτης. Συγκεκριμένα:
Τα δύο αυτά ρέματα ξεκινούν από την περιοχή της Μάνδρας και καταλήγουν στην Ελευσίνα, στο ξεκίνημα της παλαιάς εθνικής οδού, στο ύψος του εργοστασίου «ΠΥΡΚΑΛ». Επιπλέον, στο ίδιο σημείο γίνεται η αποστράγγιση των ομβρίων υδάτων της Αττικής Οδού (στην έξοδο της Μάνδρας).
Τα αντιπλημμυρικά έργα στο σημείο αυτό δεν έχουν ολοκληρωθεί, παρ' όλο που υποτίθεται ότι συμπεριλαμβάνονταν στα κονδύλια της κατασκευής της Αττικής Οδού και θα έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί ταυτόχρονα με την παράδοση του δρόμου. Ετσι, με την παραμικρή βροχή τα νερά συσσωρεύονται έξω από το εργοστάσιο (αφού το ρέμα δεν έχει έξοδο στη θάλασσα) και ο δρόμος και τα γύρω σπίτια πλημμυρίζουν.
Είναι το μεγαλύτερο ρέμα της περιοχής του Θριασίου, καθώς σ' αυτό κατασταλάζουν τα νερά από όλα τα γύρω βουνά. Η κοίτη του καταλήγει στη θάλασσα, όμως τα νερά είναι πάρα πολλά και δε γίνεται εύκολα και όσο γρήγορα απαιτείται η αποστράγγιση.
Το ρέμα μάλιστα έχει διαπλατυνθεί τα τελευταία χρόνια εξαιτίας της μεγάλης συσσώρευσης των υδάτων. Σκουπίδια και λήμματα από τις βιοτεχνίες του Θριασίου που πετιούνται στο ρέμα παρεμποδίζουν τη ροή των υδάτων. Ολα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα να υπερχειλίζει.
Ηδη από τη δεκαετία του '90 έχουν γίνει μελέτες για τη δημιουργία φραγμάτων ανάσχεσης και εμπλουτισμού του εδάφους στα βουνά γύρω από το Σαρανταπόταμο, τα οποία θα εμπόδιζαν την ορμητική κάθοδο των νερών, όμως «για οικονομικούς λόγους» δεν έχουν υλοποιηθεί.
Καταλήγει στην Εθνική Οδό Αθηνών - Κορίνθου, στο ύψος της «ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗΣ». Σ' αυτό γίνεται η αποστράγγιση των υδάτων της Αττικής Οδού, ενώ το πλάτος του σε ορισμένα σημεία δεν αγγίζει ούτε το ένα μέτρο και το βάθος του είναι στο ίδιο σχεδόν ύψος με τον δρόμο.
Αυτό που απαιτείται να γίνει και εκκρεμεί εδώ και χρόνια, είναι η διαπλάτυνσή του και η σύνδεσή του με τον Σαρανταπόταμο, ώστε να έχει έξοδο στη θάλασσα. Το ΥΠΕΧΩΔΕ υποστηρίζει ότι το έργο θα είναι έτοιμο σε 12 μήνες. Προς το παρόν εκτελούνται προσωρινά έργα έξω από τη «ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΚΗ», τα οποία κοστίζουν και είναι αμφίβολο κατά πόσο θα φέρουν κάποια βελτίωση, έστω και προσωρινή.
Ρέει στην περιοχή του Ασπρόπυργου και καταλήγει στη θάλασσα μπροστά από τα Διυλιστήρια Ασπροπύργου. Ανολοκλήρωτα έργα στην Αττική Οδό και συγκέντρωση λυμάτων μέσα σ' αυτό δημιουργούν με την παραμικρή βροχή μεγάλα προβλήματα.
Υπερχειλίζει, μέρος του διαχέεται στο ρέμα του Αγ. Ιωάννη (επιβαρύνοντάς το ακόμη περισσότερο), συναντά βιοτεχνίες, δρόμους, άλλα κτίρια, που το παρεμποδίζουν να φτάσει στη θάλασσα. Επιπλέον, η κοίτη του χρειάζεται συχνούς καθαρισμούς, καθώς το ρέμα «μεταφέρει» λύματα και απόβλητα των εργοστασίων της βιομηχανικά επιβαρυμένης περιοχής.
Αλλα ρέματα, μικρότερα, που ευθύνονται για πλημμύρες στην περιοχή, είναι της Εσχατιάς στα Λιόσια (το οποίο καθαρίστηκε πρόσφατα από μια κατολίσθηση που είχε υποστεί), το οποίο καταλήγει στον Κηφισό, της Γουρούνας στον Ασπρόπυργο, και το Κουλουριώτικο στα Μέγαρα.
Σε συνομιλία μας με τον αντινομάρχη Δυτικής Αττικής, κ. Πομόλη, μας εξήγησε πως κάποια έργα προχωρούν, όμως παραδέχτηκε ότι χρειάζεται επίσπευσή τους και ολοκλήρωσή τους. Διευκρίνισε ακόμα ότι όσον αφορά τη χρηματοδότηση των έργων, η Νομαρχία έχει στην αρμοδιότητά της τον καθαρισμό των ρεμάτων, ενώ την κύρια ευθύνη για τη διεξαγωγή των αντιπλημμυρικών έργων φέρει το ΥΠΕΧΩΔΕ.
Αισθητός ακόμη και στην Αθήνα έγινε ο ισχυρός σεισμός μεγέθους 6 Ρίχτερ, που σημειώθηκε χτες, στις 8.45 το πρωί, με επίκεντρο τον υποθαλάσσιο χώρο μεταξύ Χίου, Ικαρίας και τουρκικών παραλίων. Ο σεισμός βέβαια έγινε ιδιαίτερα αισθητός στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και αναστάτωσε τους κατοίκους τους, χωρίς ωστόσο να υπάρξουν αναφορές για ζημιές. Πάντως, για προληπτικούς λόγους, τα σχολεία στη Σάμο, στη Χίο, στην Ικαρία και τους Φούρνους, παρέμειναν κλειστά τη χτεσινή μέρα, με αποφάσεις των αντίστοιχων νομαρχιών.
Μετά την ισχυρή αυτή σεισμική δόνηση, ακολούθησαν δεκάδες μετασεισμοί, με μεγαλύτερο αυτόν που σημειώθηκε στις 12.46 το μεσημέρι μεγέθους 5,9 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
«Είναι φυσικό και αναμενόμενο να ακολουθήσουν αρκετοί μετασεισμοί, καθώς το μέγεθος της δόνησης ήταν μεγάλο», δήλωσε ο διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου της Αθήνας, Γ. Παπαδόπουλος. Παράλληλα, ο διευθυντής του ίδιου Ινστιτούτου Γ. Σταυρακάκης δήλωσε ότι οι σεισμολόγοι παρακολουθούν με ιδιαίτερη προσοχή το φαινόμενο, προσθέτοντας ότι τα δύο επόμενα εικοσιτετράωρα θα είναι κρίσιμα. Από την πλευρά του, ο ομότιμος καθηγητής της Σεισμολογίας Β. Παπαζάχος δήλωσε ότι σεισμοί σαν αυτούς που σημειώθηκαν στο Αιγαίο δεν μπορούν να προκαλέσουν ευρύτερη σεισμική διέγερση στον ελληνικό χώρο.
Ο σεισμός έγινε ιδιαίτερα αισθητός και στην περιοχή της Σμύρνης, ενώ το σεισμολογικό κέντρο Καντιλί της Κωνσταντινούπολης έδινε ως μέγεθος του πρώτου σεισμού τα 5,7 Ρίχτερ.