ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 2 Απρίλη 2006
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο ρόλος του «Ριζοσπάστη» στην καθημερινή κομματική δράση

Οταν ο Λένιν έγραφε, το Μάρτη του 1901, το περίφημο άρθρο του «Από πού ν' αρχίσουμε;» - σχετικά με την επιτακτική τότε ανάγκη ίδρυσης μιας πανρωσικής πολιτικής εφημερίδας των μπολσεβίκων - οι Ρώσοι κομμουνιστές της εποχής εκείνης αντιμετώπιζαν διαφορετικά προβλήματα από τα σημερινά. Από την άλλη, όμως, η πείρα της ίδρυσης και δράσης του κόμματος των μπολσεβίκων, η πείρα των 100 και πλέον χρόνων δράσης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος έχει ολόπλευρα και αδιαμφισβήτητα πλέον επιβεβαιώσει τη διαχρονική και μεγάλη αξία και σημασία των βασικών ιδεών και μηνυμάτων του άρθρου.

«Μας χρειάζεται προπαντός μια εφημερίδα. Χωρίς αυτήν είναι αδύνατο να διεξαχθεί συστηματική, βασισμένη σε αρχές, και ολόπλευρη προπαγάνδα και ζύμωση, που αποτελεί το μόνιμο και κύριο καθήκον της σοσιαλδημοκρατίας (σ.σ. των κομμουνιστών)», τονίζει ο Λένιν, πριν ακόμη συγκροτηθεί το κόμμα των μπολσεβίκων. Και σε άλλα σημεία του ίδιου άρθρου υπογραμμίζει: «Χωρίς πολιτικό όργανο δεν μπορεί να νοηθεί στη σύγχρονη Ευρώπη κίνημα άξιο αυτού του ονόματος...

...Ο ρόλος όμως της εφημερίδας δεν περιορίζεται μόνο στη διάδοση ιδεών, μόνο στην πολιτική διαπαιδαγώγηση και στην προσέλκυση πολιτικών συμμάχων. Η εφημερίδα δεν είναι μόνο συλλογικός προπαγανδιστής και συλλογικός διαφωτιστής, μα και συλλογικός οργανωτής...».

Ζωντανές και επίκαιρες επισημάνσεις

Σήμερα, έναν και πλέον αιώνα μετά, οι παραπάνω εκτιμήσεις του Λένιν όχι μόνο διατηρούν την επικαιρότητά τους, αλλά και έχουν ακόμη μεγαλύτερη σημασία. Πολλοί είναι οι λόγοι, που συνηγορούν σ' αυτό. Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονται:

1. Η μεγαλύτερη έκταση, βάθος και πολυμορφία του περιεχομένου της σύγχρονης ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης. Πολύ περισσότερο, καθώς «σφραγίζεται» από τις συνθήκες και τα ζητήματα που έχει θέσει στην ημερήσια διάταξη το επίπεδο ανάπτυξης του σύγχρονου καπιταλισμού (π.χ. επίπεδο καπιταλιστικής διεθνοποίησης και οξύτητα του ανταγωνισμού, καπιταλιστικές διαρθρωτικές αλλαγές και πολύμορφες συνέπειές τους κλπ.), ενώ παραμένει το μεγάλο θέμα της αποκατάστασης του λαβωμένου - μετά τις ανατροπές - σοσιαλιστικού οράματος.

Εξόρμηση με τον «Ριζοσπάστη» στους ναυτεργάτες στο λιμάνι του Πειραιά
Εξόρμηση με τον «Ριζοσπάστη» στους ναυτεργάτες στο λιμάνι του Πειραιά
2. Η ύπαρξη ισχυρότερων μηχανισμών καλλιέργειας των ιδεολογικοπολιτικών αντιλήψεων της άρχουσας τάξης (κράτος, οργανισμοί, επιστημονικά ιδρύματα και ινστιτούτα, «δεξαμενές σκέψης», Εκκλησία κλπ., κλπ.) και πολύ περισσότερων - αλλά και «διεισδυτικότερων» - μέσων διάδοσης των αντιλήψεων αυτών (σχολεία, πανεπιστήμια, έντυπα, τηλεόραση και άλλα ηλεκτρονικά μέσα, κινηματογράφος κλπ.). Κι ακόμη περισσότερο, καθώς οι μηχανισμοί διάβρωσης, προβολής των σάπιων αξιών του συστήματος και εξαγοράς έχουν αποκτήσει μεγαλύτερη δυναμική και εμβέλεια.

3. Το πολύ μεγαλύτερο βάρος που ρίχνουν τα τελευταία χρόνια οι πολιτικοί και ταξικοί αντίπαλοι του Κόμματος στην επεξεργασία και εφαρμογή ειδικών μεθόδων χειραγώγησης των λαϊκών συνειδήσεων (οι λεγόμενες επικοινωνιακές πολιτικές, οι πολύμορφες εκστρατείες σύγχυσης και αποπροσανατολισμού, η «κατάλληλη» μεθόδευση της ειδησεογραφίας, κυρίως των τηλεοπτικών μέσων (π.χ. «κατάλληλη» αξιολόγηση και επιλογή, πλημμυρίδα ειδήσεων - «σκουπιδιών» κλπ.), η καλλιέργεια της αποσπασματικής αντίληψης των πραγμάτων, η συστηματική χρήση και προβολή ειδικών λέξεων - συνθημάτων (τελευταία ο Γ. Παπανδρέου υπόσχεται συνεχώς ασφάλεια, επιχειρώντας να εκμεταλλευτεί την εντεινόμενη ανασφάλεια των λαϊκών στρωμάτων), η συκοφάντηση ιδεών, αντιλήψεων και προσώπων, απλά και μόνο, με την αυθαίρετη, αλλά συστηματική ταύτισή τους με το «κακό» (π.χ. ταυτίζουν οτιδήποτε αντιδημοκρατικό, δογματικό και εγκληματικό ή αναχρονιστικό και παρωχημένο, με την οικοδόμηση του σοσιαλισμού και τον Στάλιν. Προπαγανδίζουν ως αντιδραστικό οτιδήποτε έχει σχέση με την κομμουνιστική ιδεολογία και πολιτική, οτιδήποτε καπιταλιστικό, χαρακτηρίζοντάς το «καινοτόμο», «νεωτερικό» κι ας έρχεται από αιώνες πριν την εμφάνιση της κομμουνιστικής ιδεολογίας κλπ., κλπ.).

4. Τέλος, αλλά κάθε άλλο παρά τελευταίος σε σημασία λόγος και, μάλιστα, ειδικά για το Κόμμα μας αποτελεί το γεγονός πως η κυκλοφορία, η μελέτη και η πολύμορφη καθημερινή αξιοποίηση του «Ριζοσπάστη» αποτελεί έναν βασικό και αναντικατάστατο μοχλό για την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ. Με άλλα λόγια, για την εκπλήρωση του κεντρικού καθήκοντος, που έθεσε στο Κόμμα το 17ο Συνέδριό του. Και δεν αποτελεί μόνο μοχλό, αλλά κι έναν από τους πλέον ενδεικτικούς δείκτες του βαθμού προώθησης και εφαρμογής του κεντρικού και ιδιαίτερης σημασίας αυτού καθήκοντος.

Τα παραπάνω κάνουν ολοφάνερες τις πολύ μεγαλύτερες, σήμερα απ' ό,τι παλιότερα, ανάγκες και απαιτήσεις της καθημερινής ιδεολογικοπολιτικής πάλης. Την ανάγκη συστηματικής παρακολούθησης των σχετικών εξελίξεων, των ιδεολογημάτων και των κάθε λογής επιχειρημάτων των πολιτικών και ταξικών αντιπάλων και των οπορτουνιστών, τους ελιγμούς και τις αλλαγές στις κινήσεις και την προπαγάνδα τους. Την ανάγκη της πειστικής και αποτελεσματικής ανταπάντησης και αποκάλυψής τους. Τα παραπάνω κάνουν ολοφάνερη, επομένως, την πολύ μεγαλύτερη σήμερα ανάγκη του συστηματικού και πολύμορφου καθημερινού ιδεολογικοπολιτικού εξοπλισμού των κομματικών και κνίτικων δυνάμεων, των φίλων και οπαδών του Κόμματος, με όλους τους τρόπους και τα μέσα. Και, βέβαια, ανάμεσα στα τελευταία, ο «Ριζοσπάστης» κατέχει μια ξεχωριστή και αναντικατάστατη θέση.

17ο Συνέδριο και «Ριζοσπάστης»

Χρειάζονται, όμως, μερικά λόγια παραπάνω, σχετικά με τον «Ρ» και το κεντρικό καθήκον του 17ου Συνεδρίου.

Στην απόφαση του Συνεδρίου τονίζονται και τα εξής:

«Το διάβασμα, η μελέτη, ο γραπτός λόγος παραμένουν οι πιο σημαντικές μορφές προβολής ιδεών και γνώσης. Οι εκδόσεις του Κόμματος, η ΚΟΜΕΠ, καθώς και η διάδοσή τους αποτελούν αναντικατάστατα όπλα στη δουλιά μας. Ολα τα μέλη του Κόμματος να αποκτήσουν διαφορετική στάση για τη μελέτη και το διάβασμα, ατομικό και συλλογικό, με τη μορφή μαθημάτων και αυτομόρφωσης, για να μπορέσει το Κόμμα να ανταποκριθεί στις σύγχρονες απαιτήσεις. Η καθημερινή μελέτη και διάδοση του "Ριζοσπάστη" είναι σημαντικός δείκτης βελτίωσης της καθοδηγητικής μας δουλιάς» («17ο Συνέδριο - ντοκουμέντα» σελ. 99). Ενώ οι Θέσεις της ΚΕ υπογράμμιζαν σχετικά: «Πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεγαλύτερη απαιτητικότητα το πρόβλημα που παραμένει άλυτο έως σήμερα: Ο "Ριζοσπάστης" να γίνει εργαλείο στην καθοδηγητική δουλιά, όπλο στη δράση στην εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό απαιτείται η νέα ΚΕ να δείξει απαιτητικότητα στην άνοδο του θεωρητικού και πολιτικού επιπέδου στελεχών και μελών ως όρου για να ανέβει και η ικανότητα πολιτικής και μαζικής δράσης» (στο ίδιο, σελ. 225).

Οπως γίνεται φανερό, το ζήτημα της μελέτης και διάδοσης του «Ρ» δεν είναι μόνον ή κυρίως ένα οργανωτικό ζήτημα. Συνδέεται άμεσα με το σημερινό ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο του Κόμματος και, ταυτόχρονα, μπορεί να αποτελέσει έναν από τους βασικούς μοχλούς για την ολόπλευρη ισχυροποίηση του τελευταίου. Τηρουμένων των αναλογιών και των ιστορικών συνθηκών, μπορούμε να πούμε ότι ισχύει και σήμερα η ουσία όλων όσα αναφέρει ο Λένιν στο άρθρο του «Από πού ν' αρχίσουμε;». Οχι, βέβαια, έχοντας στόχο τη συγκρότηση του επαναστατικού κόμματος νέου τύπου, όπως τότε, αλλά με στόχο την ολόπλευρη πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ στις σημερινές συνθήκες. Για να «ανυψωθεί» το Κόμμα στο ύψος των σύγχρονων αναγκών της πάλης και στις απαιτήσεις οικοδόμησης του Μετώπου της Λαϊκής Εξουσίας και Οικονομίας. Κι αυτό απαιτεί - εκτός των άλλων - να γίνει ο «Ρ» εργαλείο στην καθοδηγητική δουλιά, όπλο στη δράση, όπως λέει το 17ο Συνέδριο. ΄Η να αξιοποιείται απ' όλο το Κόμμα και την ΚΝΕ, πρωτίστως από τα καθοδηγητικά όργανα και τα στελέχη, ως ο καθημερινός συλλογικός προπαγανδιστής, διαφωτιστής και οργανωτής, όπως έλεγε ο Λένιν και, μάλιστα, σύμφωνα με τις σημερινές, ανεβασμένες απαιτήσεις της ιδεολογικοπολιτικής και ταξικής πάλης.

Ποια είναι, όμως, η πραγματικότητα σήμερα;

Χωρίς να υποτιμούνται υπαρκτές αδυναμίες και ελλείψεις του «Ρ» και η αναγκαία προσπάθεια για τη συνεχή βελτίωσή του, είναι γενικά παραδεκτό ότι αποτελεί έναν πολύτιμο και αναντικατάστατο «σύντροφο» στην καθημερινή δράση των κομμουνιστών. Για παράδειγμα, είναι καθημερινή και πολύμορφη η συμβολή του «Ρ» στην πάλη του Κόμματος για τη δημιουργία των προϋποθέσεων και την οικοδόμηση του ΑΑΔΜ πάλης και εξουσίας, για το σοσιαλισμό. Συμβάλλει καθημερινά στην προσπάθεια ανάπτυξης της ικανότητας του Κόμματος να υποτάσσει τη δράση του στον στρατηγικό του στόχο. Στην ενίσχυση και εμπέδωση της ενιαίας αντίληψης των κομμουνιστών, όχι μόνο για το περιεχόμενο της στρατηγικής του Κόμματος, αλλά και για το πώς αυτή προωθείται στις σημερινές συνθήκες. Κι αυτά με πολλούς τρόπους. Με την πειστική τεκμηρίωση και προβολή της πρότασης του Κόμματος, την αντιμετώπιση των αντίθετων πολιτικών προτάσεων και επιχειρημάτων, τη γενίκευση επιμέρους φαινομένων και περιπτώσεων, τη στοιχειοθετημένη αποκάλυψη του ταξικού περιεχομένου της πολιτικής των κρατούντων, την αποκάλυψη και αντιμετώπιση οπορτουνιστικών αντιλήψεων και πρακτικών, τη μεταφορά και αξιοποίηση εμπειριών από άλλες χώρες κλπ., κλπ. Με την ανάλογη βοήθειά του στα επιμέρους μέτωπα πάλης, τις καθημερινές εξελίξεις στην κεντρική πολιτική σκηνή κλπ.

Ολ' αυτά, όμως, διαβάζονται και αξιοποιούνται σε σχετικά μικρό και πάντως αναντίστοιχο με τις απαιτήσεις βαθμό από τους κομμουνιστές, τις Οργανώσεις του Κόμματος και της ΚΝΕ. Μια επιπλέον απόδειξη γι' αυτό, αποτελεί το γεγονός των λιγοστών κριτικών παρατηρήσεων, σκέψεων ή προτάσεων, που φτάνουν στον «Ρ». Αντίστοιχη είναι επομένως η αποτελεσματικότητα της καθημερινής πολιτικής δράσης του Κόμματος. Η προώθηση του καθήκοντος της ολόπλευρης πολιτικής, ιδεολογικής και οργανωτικής ισχυροποίησής του.

Υπόθεση πρώτ' απ' όλα των καθοδηγητικών οργάνων

Το κλειδί για την αντιμετώπιση του σύνθετου και σοβαρού αυτού ζητήματος βρίσκεται στα κομματικά καθοδηγητικά όργανα και το κάθε κομματικό στέλεχος χωριστά και απαιτεί τη συλλογική και οργανωμένη, επίμονη και συστηματική απάντηση στα εξής:

1. Στη συνεχή και επίμονη ενίσχυση της πολιτικοϊδεολογικής συζήτησης και δουλιάς σε όλο το Κόμμα, πρώτα και κύρια στα όργανα, τις επιτροπές, τις κομματικές ομάδες και στην καθημερινή καθοδηγητική δουλιά των στελεχών. Κάθε θέμα συζήτησης, επεξεργασία, σχεδιασμός κλπ. πρέπει να αναμετριέται με τις αντίστοιχες ιδεολογικοπολιτικές απαιτήσεις της πάλης, το συνδυασμό του με τη γενικότερη πολιτική του Μετώπου πάλης και εξουσίας, την προώθηση της ενότητας της εργατικής τάξης, την οικοδόμηση των κοινωνικών συμμαχιών, τα ιδεολογήματα και επιχειρήματα των αντιπάλων κλπ. Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη λέει μια λαϊκή παροιμία. Η αποφασιστική και καθημερινή ενίσχυση της απαιτητικότητας και η αναμέτρηση με τις δυσκολίες και τις απαιτήσεις του ιδεολογικοπολιτικού μετώπου αποτελεί την πρώτη προϋπόθεση και την πλέον χειροπιαστή απόδειξη της ανάγκης διαβάσματος του «Ρ» και των άλλων κομματικών εντύπων, χωρίς να υποτιμώνται τα ανάλογα οργανωτικά μέτρα.

2. Να γίνει αντικείμενο γενικότερης και ουσιαστικής συζήτησης και πρακτικής αντιμετώπισης στα καθοδηγητικά όργανα του Κόμματος και της ΚΝΕ, κομματικές ομάδες κλπ. η αναγκαιότητα της αλλαγής στάσης - πρώτα και κύρια των στελεχών - απέναντι στο διάβασμα γενικά και ειδικά στο διάβασμα του «Ρ». Το πρόβλημα δεν είναι καθόλου απλό, καθώς οι σύγχρονες συνθήκες δουλιάς και ζωής βάζουν δυσκολίες και απαξιώνουν το διάβασμα. Καθώς όλο και περισσότεροι σύντροφοι «διαβάζουν» τον «Ρ», όπως κοιτάνε τηλεόραση, χωρίς να τον μελετούν και άλλοι τον αφήνουν για το βράδυ - και αν προλάβουν... - αξιολογώντας προφανώς την ανάγκη αυτή ως την τελευταία της κάθε μέρας.

3. Να γίνει αξεχώριστο τμήμα κάθε σχεδιασμού πολιτικής δράσης και πρωτοβουλίας των καθοδηγητικών οργάνων η ανάλογη συμμετοχή, συμβολή και αξιοποίηση του «Ρ». Στο πλαίσιο αυτό πρέπει με αποφασιστικότητα να αντιμετωπιστεί η σημειούμενη κι από το 17ο Συνέδριο καθυστέρηση στη μελέτη και προβολή, μέσα από τον «Ρ», της πείρας από την κομματική οικοδόμηση, των ζητημάτων καθοδήγησης και γενικότερα της ανάπτυξης του Κόμματος.

4. Τέλος, είναι απαραίτητο να συγκεντρωθεί και να γενικευτεί η μέχρι σήμερα, αρκετά πλούσια πείρα των Κομματικών Οργανώσεων, από τους διάφορους τρόπους και μορφές αξιοποίησης, προβολής και διακίνησης του «Ρ», το συνδυασμό τους με την εσωκομματική ή τη μαζική διαφωτιστική δουλιά, την ενίσχυση των δεσμών με τους οπαδούς και φίλους του Κόμματος ή με άλλα καθήκοντα κλπ.

Σίγουρα, οι παραπάνω σκέψεις και προτάσεις, κάθε άλλο παρά εξαντλούν το σύνθετο αυτό ζήτημα. Ομως, μπορούν να αποτελέσουν ένα ερέθισμα για να βάλουμε περισσότερο αποφασιστικά μπροστά μας - και στο ζήτημα αυτό - τις απαιτήσεις των καιρών και να αναμετρηθούμε μαζί τους.


Του
Τάκη ΤΣΙΓΚΑ


ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
ΤΟΥ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗ

(η μεγάλη εκείνη νύχτα)

ΕΙΝΑΙ πάντα χρήσιμο, κι όχι μόνο, αλλά και αναγκαίο να ξαναθυμούμαστε κάποιες στιγμές της ζωής και του αγώνα μας, που άσβηστες μένουν πάντα στις σελίδες της νεότερης ιστορίας. Κι ο «ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ - Ρίζος» της περασμένης Πέμπτης μας έδωσε τη συγκλονιστική νύχτα όπως την έζησε, την έγραψε και για πολλά χρόνια τη διηγιόταν στους συναδέλφους ο αξέχαστος σύντροφος Γιώργος Κορωναίος, ο παλιός εκείνος άξιος δημοσιογράφος της Εθνικής Αντίστασης, ο επονίτης της Σπουδάζουσας.

ΕΙΝΑΙ η φοβερή εκείνη νύχτα, το Σαββατόβραδο καθώς ξημέρωνε Κυριακή 30 Μάρτη 1952, τότε που η κυβέρνηση της ελληνικής πλουτοκρατίας και των δωσιλόγων, το παλάτι και φυσικά οι Αμερικάνοι αφέντες τους, εκτελούσαν με το φως των προβολέων τον Νίκο Μπελογιάννη και τους συντρόφους του: Δημήτρη Μπάτση, Νίκο Καλούμενο, και Ηλία Αργυριάδη. Η πρωτεύουσα, οι αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης ζούσαν όλες εκείνες τις μέρες, στιγμή με στιγμή για τους καταδικασμένους, όλοι αφουγκράζονταν, ρωτούσαν να μάθουν τα τελευταία νέα. Και ρωτούσανε να μάθουν από τις γειτονιές της Αθήνας, από την Αμαλιάδα και τη Θεσσαλία. Μηνύματα έστελναν τα καράβια, οι ναυτεργάτες από τους ωκεανούς ζητώντας νέα για το σύντροφο Μπελογιάννη και τους συντρόφους του.

ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ η μεγάλη αυτή στιγμή που χτυπάει την καρδιά και την πένα του δημοσιογράφου και που την παλεύει και τη δίνει στην αλήθεια της. Κι αυτό έκανε εκείνο το Σαββατόβραδο ο Γ. Κορωναίος, ένας μεγάλος, έμπειρος δημοσιογράφος αγωνιστής, γιομάτος ανθρωπιά και καλοσύνη.

ΑΓΡΥΠΝΟΣ και ανήσυχος, πώς παρ' όλες τις διαβεβαιώσεις που έδιναν τα κυβερνητικά γραφεία, οι «καλά πληροφορημένοι» ότι εκτελέσεις δεν επρόκειτο να γίνουν το πρωί της Κυριακής, εκείνος κι οι συνάδελφοί του ανίχνευαν σημάδια στο θολό νυχτερινό ορίζοντα ότι μπορούσε να γίνει και το αντίθετο.

ΕΚΕΙΝΟ που τους έκανε περισσότερο ανήσυχους ήταν ένα τηλεφώνημα από γειτονικό τυπογραφείο κυβερνητικής εφημερίδας, που τους έλεγε ψιθυριστά ότι η σαββατιάτικη βάρδια τους δε θα τέλειωνε - όπως γινόταν πάντα στις 9 το βράδυ - αλλά θα έμενε ανοιχτή και σε αναμονή.

ΔΕΝ χρειααζόταν ο δημοσιογράφος τίποτε περισσότερο. Πήρε δρόμο για τις φυλακές της Καλλιθέας, αλλά χωρίς να εντοπίσει τίποτε ούτε στις φυλακές ούτε στο αστυνομικό τμήμα. Ολα, φαινομενικά, βρίσκονταν στη φάση του ύπνου...

ΚΙ ΟΜΩΣ η νύχτα εκείνη, παρ' όλα τα νυσταλέα και τα καθησυχαστικά, που μας έδιναν όλοι, φύλακες, αστυφύλακες, ήταν βαριά, ήταν θολή λες και κάτι ερχόταν. Είναι μια προσωπική θύμηση του δημοσιογράφου, όταν ύστερα από πολλά χρόνια ξανάγραφε όλο αυτό που έζησε ανάμεσα στην εφημερίδα του, την «Προοδευτική Αλλαγή», τις Φυλακές Καλλιθέας και το Γουδί, το «συνήθη τόπο των εκτελέσεων, τα χαράματα της Κυριακής. Με το φως των προβολέων, ήταν 4.10, βαθύ σκοτάδι.

ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ τρέχουνε και θα τρέχουνε, μα η φοβερή, η καταματωμένη εκείνη Κυριακή, εδώ και 54 χρόνια είναι χάραγμα στη μνήμη άσβηστο. Ηταν ένα πρωινό, που καθώς θυμήθηκε ένας δημοσιογράφος λες κι είχε χαθεί η ανάσα. Χάθηκε ο αγέρας, μια ασφυξία, ένα πνίξιμο καθώς το μαντάτο για το αποτρόπαιο έγκλημα έτρεχε από στόμα σε στόμα για να φτάσει στα πέρατα της γης.

ΘΥΜΟΥΜΑΣΤΕ σήμερα, πως εκείνο το εκτελεστικό απόσπασμα του 1952, ήταν ο προπομπός του ΝΑΤΟ. Ηταν αυτό που κάρφωσε στη γη μας τις βάσεις! Ηταν ο προπομπός της χούντας και της κυπριακής συμφοράς. Πενήντα τέσσερα χρόνια έχουν πια άπλετα φωτίσει την αλήθεια. Κι είναι γνωστό ποιος ήταν το αφεντικό και κρατούσε τότε τα νήματα. Ποιος ήταν τ' αφεντικό, ποιος ο δούλος, ποιος ο δράστης, ποιος ο συνένοχος, ποιος ο αφελής και ποιος ο κυνικός, ο μαφιόζος.

ΕΚΕΙΝΗ την Κυριακή (30 Μάρτη 1952) που μάτωνε η καρδιά της Ελλάδας και της ανθρωπότητας - ένα πελώριο περιστέρι - όπως θα πει ο Πικάσο - περνάει κι αφήνει το οργισμένο πένθος του πάνω στη γη. Στις 4.18 τα χαράματα, στο σκοτάδι ακόμη. Ας το θυμούμαστε πάντα.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ