Ο Μ. Φραντζής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1929. Σε νεαρή ηλικία ακολούθησε το δρόμο του αγώνα. Ανέπτυξε αντιστασιακή δράση στα χρόνια της Κατοχής, και μέχρι το τέλος της ζωής του έμεινε πιστός στα οράματα και τα σφυρηλατημένα από προοδευτικές ιδέες ιδανικά. Από πολύ μικρός είχε ενδιαφέρον για τη ζωγραφική. Τελειώνοντας τις γυμνασιακές του σπουδές και μετά από εξετάσεις, μπήκε το 1948 στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας. Προηγήθηκε (1947) ολιγόμηνη θητεία του στο εργαστήρι του φίλου και δασκάλου Πάνου Σαραφιανού, ενώ παρακολούθησε, επίσης, το προκαταρκτικό τμήμα της ΑΣΚΤ με δάσκαλο τον Γιάννη Μόραλη.
Ομως, πάντα ονειρευόταν τις σπουδές. Παράλληλα με την επαγγελματική του απασχόληση, συνέχιζε να ζωγραφίζει. Οι ζωγραφικές του αναζητήσεις ακολούθησαν ποικίλες κατευθύνσεις, αφηρημένες και παραστατικές, εξερευνώντας τις αρχές της μοντέρνας τέχνης. Αγαπημένα του θέματα οι γυναικείες μορφές, τα κτίρια, αλλά και οι σκηνές από την καθημερινή ζωή στην πόλη. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ενότητες με τις ομπρέλες, όπως και εκείνα τα έργα, τα οποία έχουν σα θέμα τους τον κόσμο που περιμένει στις στάσεις των λεωφορείων. Ιδιαίτερη στιγμή στη ζωγραφική του πορεία, είναι το μεγάλο σε διαστάσεις έργο με το νεκρό Τσε Γκεβάρα. Το έργο αποτελεί αναφορά στην περίφημη φωτογραφία, που έκανε το γύρο του κόσμου, με τον Τσε νεκρό. Με βάση αυτήν τη φωτογραφία, ο Μ. Φραντζής φιλοτέχνησε τον πίνακά του, τον οποίο προσέφερε στην πρεσβεία της Κούβας. Σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο του Τσε στην Κούβα.
Τελειώνοντας το Τμήμα Ζωγραφικής, ο Μ. Φραντζής συνέχισε στην ΑΣΚΤ, αυτή τη φορά στη Γλυπτική. Παρακολούθησε το εργαστήριο του Θόδ. Παπαγιάννη και αποφοίτησε το 2002 με άριστα. Φοιτητής στη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας, ο Μ. Φραντζής συμπαραστάθηκε και δέθηκε με τους νέους συνσπουδαστές του, κατορθώνοντας να ξεπεράσει τα εμπόδια της ηλικίας του και να εκλεγεί ως μέλος του ΔΣ του Συλλόγου των Σπουδαστών της ΑΣΚΤ, βοηθώντας τους νέους σα νέος, από το δικό τους μετερίζι. Χάρη στις γνώσεις του για την Αρχιτεκτονική, πρόσθεσε την αμέριστη εθελοντική του βοήθεια στην οικοδόμηση του νέου κτιρίου της ΑΣΚΤ στην Πειραιώς. Ακόμη, αγωνίστηκε για τη βελτίωση των σπουδών στη Σχολή, διεκδικώντας εκθεσιακούς χώρους για τους φοιτητές και καλύτερες συνθήκες φοίτησης. Ισως, αυτή η ανήσυχη, διεκδικητική στάση του να ήταν και ο λόγος που δεν έγινε δεκτός από τη Σχολή της Αθήνας, για να συνεχίσει τις σπουδές του στη Χαρακτική. Η άρνηση που εισέπραξε, κίνησε τη διαμαρτυρία του Συλλόγου των Φοιτητών, οι οποίοι με επιστολή τους κατήγγειλαν «τον παράνομο και αυτοσχεδιαστικό τρόπο επιλογής κατάταξης των υποψηφίων», θεωρώντας ότι είναι «απαράδεκτο αριστούχοι πτυχιούχοι να κρίνονται μη δεκτοί». Παρ' όλα αυτά, ο Μ. Φραντζής, με το πείσμα που τον διέκρινε, γράφτηκε στη Χαρακτική στο τελευταίο έτος της Θεσσαλονίκης, όπου έγινε δεκτός με άριστα.
Οπως ο ίδιος έλεγε: «Στη μακριά αυτή θητεία μου στην πιάτσα απ' τη μια μεριά, και στην προσπάθεια διατήρησης της επαφής με τη ζωγραφική απ' την άλλη, ένα συμπέρασμα έβγαλα. Οτι το μόνο, το μοναδικό αντίβαρο - αντίδοτο στις πάρα πολύ φτωχές μέρες που περνάμε, είναι η ΤΕΧΝΗ».