ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Ιούνη 2006
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Κρίσιμες ώρες για τον παλαιστινιακό λαό

Το βαριά τραυματισμένο παιδάκι της φωτογραφίας είναι θύμα της τελευταίας βάρβαρης πυραυλικής ισραηλινής επίθεσης κατά αμάχων στην παραλία της Γάζας

Associated Press

Το βαριά τραυματισμένο παιδάκι της φωτογραφίας είναι θύμα της τελευταίας βάρβαρης πυραυλικής ισραηλινής επίθεσης κατά αμάχων στην παραλία της Γάζας
Τα παλαιστινιακά εδάφη ζουν, ίσως, τις χειρότερες ημέρες τους τον τελευταίο καιρό. Και δεν πρόκειται τόσο για τις ισραηλινές πολύνεκρες επιθέσεις όσο για την πρωτοφανή ένταση μεταξύ των παλαιστινιακών οργανώσεων που εκδηλώθηκε με σφοδρές ανταλλαγές πυρών, δολοφονίες, τραυματισμούς, καταλήψεις και λεηλασίες δημοσίων κτιρίων. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που μιλούν πλέον για άμεση απειλή εμφύλιας σύρραξης, κάτι που παλαιότερα ουδείς τολμούσε ακόμη και να σκεφτεί εντός των παλαιστινιακών εδαφών.

Η τωρινή «έκρηξη», πάντως, δεν ήρθε από το πουθενά. Ενας προσεκτικός παρατηρητής μπορούσε να την προβλέψει, λαμβάνοντας υπόψη τη διαμορφωθείσα κατάσταση μετά την εκλογική νίκη της «Χαμάς» και τις επιδιώξεις της ισραηλινής ηγεσίας (που είθισται να μη μένουν επιδιώξεις, αλλά να γίνεται προσπάθεια υλοποίησής τους).

Τα «αδιέξοδα» της «Χαμάς»

Η επικράτηση της «Χαμάς» στις εκλογές του περασμένου Γενάρη έδωσε, κατά πολλούς, στην ισραηλινή πλευρά το πρόσχημα που επιδίωκε (γιατί υπάρχουν πλείστα παραδείγματα όπου το Ισραήλ δε χρειάστηκε καν πρόσχημα για να ενεργήσει) για να «παγώσει» τις όποιες απόπειρες διαλόγου με τους Παλαιστινίους. Η «Χαμάς» προέταξε προεκλογικά την ανάγκη καταπολέμησης της διαφθοράς και της επικράτησης στοιχειώδους τάξης και ασφάλειας. Και στα δύο σημεία, οι επιδόσεις της «Φατάχ», που κυριάρχησε επί χρόνια στην εξουσία, ήταν κάτι περισσότερο από μηδαμινές. Ιδιαίτερα στο θέμα της τάξης, η απουσία του Γιάσερ Αραφάτ και της ικανότητάς του να λειτουργεί ως σύμβολο ενότητας για όλους τους Παλαιστινίους είχε γίνει πλέον αισθητή.

Εκτός αυτών, ήταν ξεκάθαρο ότι ο παλαιστινιακός λαός είχε απαυδήσει από τις παλινωδίες της λεγόμενης «ειρηνευτικής διαδικασίας» και την κυνική αδιαφορία της δήθεν «διεθνούς κοινότητας» για τις κατάφωρες καθημερινές παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου και των σχετικών αποφάσεων του ΟΗΕ, που, σε άλλα, πιο προσοδοφόρα, σημεία του πλανήτη έχουν γίνει «σημαία» στρατιωτικών επεμβάσεων. Και η «Φατάχ» είχε ταυτιστεί με αυτή την αδιέξοδη διαδικασία.

Η άνοδος της «Χαμάς» στην εξουσία έφερε σφοδρές αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό παλαιστινιακό πολιτικό πεδίο. Δεδηλωμένη θέση της οργάνωσης είναι η καταστροφή του κράτους του Ισραήλ και κατά συνέπεια δεν αναγνωρίζει καμία από τις προϋπάρχουσες συμφωνίες. Η άποψη αυτή, από μόνη της, αποδεικνύεται εξαιρετικά δυσλειτουργική καθώς Παλαιστινιακή Αρχή δεν υφίσταται παρά μόνο διά μέσου των συμφωνιών αυτών, αφού τα τόσα χρόνια της «ειρηνευτικής διαδικασίας» δεν έχουν καταλήξει παρά μόνο σε, ανά πάσα στιγμή, ανατρεπόμενα δεδομένα ανάλογα με το ισραηλινό δοκούν.

Παράλληλα, άρχισε ένας ανηλεής ανταγωνισμός ισχύος μεταξύ του Προέδρου Αμπάς (που ηγείται της «Φατάχ») και της νέας κυβέρνησης. Ο Αμπάς, με κινήσεις της τελευταίας στιγμής, προσπάθησε να συγκεντρώσει στα χέρια του όλες τις δυνάμεις ασφαλείας, καθώς και να ενισχύσει τη θέση του θεσμικά, προκαλώντας την αγανάκτηση της «Χαμάς» που προσπαθούσε να εδραιωθεί στα νέα της καθήκοντα διορίζοντας τους δικούς της ανθρώπους. Οι πρώτες έντονες τριβές ήταν γεγονός και σταδιακά κορυφώθηκαν με τη σύσταση και εμφάνιση στους δρόμους της Γάζας ξεχωριστής ένοπλης δύναμης ασφαλείας της «Χαμάς». Οι συνέπειες αυτής της διαρχίας έφεραν τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα από τις προεκλογικές δεσμεύσεις της «Χαμάς»: Η διαφθορά και το χάος εντάθηκαν με τις διάφορες ένοπλες ομάδες, για τις οποίες κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα τι σκοπούς έχουν, να δρουν ανεξέλεγκτα.

Την όλη κατάσταση εκμεταλλεύτηκε (αν δεν καλλιέργησε) η ισραηλινή πλευρά. Ιδιαίτερα μετά τις εκλογές και την ανάδειξη του Ολμέρτ στην πρωθυπουργία, η ισραηλινή ηγεσία αξιοποίησε τη γνωστή ρητορική περί «τρομοκρατίας» για να πιέσει στην κατεύθυνση της πλήρους απομόνωσης των Παλαιστινίων. Συνήγοροί της στην προσπάθειά αυτή, ΗΠΑ και ΕΕ, που επέβαλαν οικονομικό στραγγαλισμό στα παλαιστινιακά εδάφη, εκβιάζοντας όχι μια λογικότερη στάση της «Χαμάς», αλλά μια πλήρη υποταγή τόσο της οργάνωσης όσο και του παλαιστινιακού λαού στα κελεύσματά τους στο πλαίσιο και των γενικότερων σχεδίων για την «ευρεία Μέση Ανατολή».

Ελλείψει χρημάτων η Παλαιστινιακή Αρχή βρίσκεται, πια, υπό κατάρρευση. Τα αρμόδια προγράμματα χορήγησης βοήθειας του ΟΗΕ προειδοποιούν ότι ο παλαιστινιακός λαός βρίσκεται στο χείλος της απόλυτης ανθρωπιστικής καταστροφής. Το οικονομικό αδιέξοδο ενέτεινε την εσωτερική αγανάκτηση, τη δυσφορία και την γκρίνια. Ενώπιον αυτής της κατάστασης, οι δηλώσεις Ολμέρτ περί «ανυπαρξίας συνομιλητή» έμοιαζαν να παίρνουν σάρκα και οστά.

Η «ξαφνική» ισραηλινή κλιμάκωση

Παρά τις εσωτερικές της αντιφάσεις (δηλώσεις προθυμίας διαλόγου με το Ισραήλ, που όμως δεν αναγνωρίζεται το δικαίωμα ύπαρξής του, δηλώσεις προθυμίας συνεργασίας με άλλες πολιτικές δυνάμεις τη στιγμή που αρκετά στελέχη της μιλούν για ίδρυση ισλαμιστικού κράτους), η «Χαμάς» αποδείχτηκε συνεπής στη δέσμευσή της για εκεχειρία απέναντι στο Ισραήλ. Η μείωση των επιθέσεων επί ισραηλινού εδάφους είναι κατακόρυφη τους τελευταίους μήνες.

Αντίθετα, ο ισραηλινός στρατός απροκάλυπτα συνέχισε και μάλιστα κλιμάκωσε τις σχεδόν καθημερινές του επιδρομές στη Δυτική Οχθη για «συλλήψεις υπόπτων», αλλά και τις «επιχειρήσεις δολοφονιών ακριβείας» στη Λωρίδα της Γάζας, προκαλώντας νέα ποτάμια αίματος, αλλά και (κυρίως) την αντίδραση των ενόπλων παλαιστινιακών οργανώσεων. Η τακτική αυτή ενισχύθηκε αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση του κειμένου 18 σημείων, που εκπόνησαν φυλακισμένοι ηγέτες όλων των μεγάλων παλαιστινιακών οργανώσεων (συμπεριλαμβανομένης της «Χαμάς»), με το οποίο ο Πρόεδρος Αμπάς άδραξε την ευκαιρία για να το θέσει ως βάση ενδοπαλαιστινιακού διαλόγου.

Το κείμενο, μεταξύ άλλων, προτείνει ίδρυση ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους στα όρια του '67 με πρωτεύουσα την ανατολική Ιερουσαλήμ, δημιουργία «Μετώπου Παλαιστινιακής Αντίστασης» με τη συμμετοχή όλων των ενόπλων οργανώσεων και εμβέλεια δράσης τα εδάφη που πλέον θα παραμένουν κατεχόμενα μετά την ίδρυση του κράτους, ένταξη των «Χαμάς» και «Τζιχάντ» στην Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, στο πλαίσιο της οποίας θα διαμορφώνεται η πολιτική που θα πρέπει να ακολουθηθεί. Οπως έλεγαν πολλοί αναλυτές, εφαρμόζοντας αυτές τις προτάσεις, η παλαιστινιακή πλευρά θέτει, για πρώτη φορά, εκείνη δεδομένα στο τραπέζι και, ως ένα βαθμό, απεμπλέκεται από τον κυκεώνα των αλλεπάλληλων και επ' αόριστον διαπραγματεύσεων του ίδιου του περιεχομένου των αποφάσεων του ΟΗΕ, όπως γίνεται στο πλαίσιο της «ειρηνευτικής διαδικασίας». Το κείμενο δημιούργησε έριδες εντός των «Χαμάς» και «Τζιχάντ» και πονοκέφαλο στο Ισραήλ.

Ορισμένα στελέχη των δύο οργανώσεων εκφράστηκαν, αρχικώς, θετικά. Αυτό, όμως, σημαίνει ότι θα πρέπει να απεμπολιστεί ο στόχος της καταστροφής του κράτους του Ισραήλ (άρα να αναγνωριστεί έμμεσα το δικαίωμα ύπαρξής του), όπως και ο στόχος της ίδρυσης ισλαμιστικού κράτους. Σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, όμως, οι οργανώσεις αυτές δεν έχουν καμία άλλη πρόταση που να τις διαφοροποιεί, τυπικώς τουλάχιστον, από τη «Φατάχ», αφού το κοινωνικό και οικονομικό τους πρόγραμμα δεν αντιτίθεται στην ελεύθερη αγορά και γενικότερα στη λειτουργία της παλαιστινιακής κοινωνίας στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος. Τελικώς, οι οργανώσεις απέρριψαν, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, το κείμενο.

Από την άλλη, για την κυβέρνηση Ολμέρτ, η αποδοχή του προτεινόμενου σχεδίου από όλες τις παλαιστινιακές οργανώσεις (με δεδομένη την υποστήριξή του, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, από περισσότερο από 75% των Παλαιστινίων) θα υπέσκαπτε τη θέση της περί μη ύπαρξης συνομιλητή και θα διαμόρφωνε άλλα δεδομένα, που, σε επίπεδο εντυπώσεων τουλάχιστον, θα δυσχέραιναν το στόχο της για μονομερείς κινήσεις και χάραξη συνόρων με περαιτέρω προσάρτηση εδαφών και διατήρηση των μεγαλύτερων εποικισμών. Και οι εντυπώσεις, στην παρούσα φάση, παίζουν σημαντικό ρόλο για τους ισχυρούς της συμμάχους (ιδιαίτερα τις ΗΠΑ) εφόσον το Παλαιστινιακό δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί αποκομμένο από την περιρρέουσα κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή του Κόλπου, την κατοχή στο Ιράκ και τις απειλές κατά του Ιράν, τη στιγμή που ακόμη και η αμερικανική κοινή γνώμη αρχίζει να δυσανασχετεί.

Αίφνης, λοιπόν, είδαμε τον ισραηλινό στρατό να αιματοκυλά αμάχους, χωρίς καν το πρόσχημα των αντιποίνων σε μια μεγάλη επίθεση στο Ισραήλ, επιδιώκοντας, θα τολμούσε κανείς να πει, την «απάντηση» των ενόπλων παλαιστινιακών οργανώσεων και την ταυτόχρονη όξυνση των εσωτερικών παλαιστινιακών αντιπαραθέσεων. Ακόμη, όμως, και στην ύστατη αυτή στιγμή, όλα δείχνουν ότι οι παλαιστινιακές οργανώσεις καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες αποτροπής μιας εμφύλιας λαίλαπας, ενώ ταυτόχρονα αναζητούν πεδίο σύμπραξης, αποφεύγοντας, το κατά δύναμιν, να λάβει το Ισραήλ «τις απαντήσεις» που επιδιώκει. Ενδεικτικό, ίσως, είναι ότι παρά τις λεκτικές απειλές, η «Χαμάς» δεν προχώρησε σε αντίποινα για τα ισραηλινά αιματοκυλίσματα των τελευταίων ημερών, ενώ έκανε νέα πρόταση εκεχειρίας.

«Ο εμφύλιος πόλεμος έχει αρχίσει» ισχυριζόταν η εκπρόσωπος των Παλαιστινίων στην ΕΕ, Λάιλα Σαχίντ, κατηγορώντας ευθέως τη λεγόμενη διεθνή κοινότητα ότι «φέρει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τη διαμορφωθείσα κατάσταση. Επέβαλε αποκλεισμούς, καταδίκασε σε πείνα τον παλαιστινιακό λαό, απειλεί και εκβιάζει, παίζοντας το παιχνίδι της ισραηλινής κυβέρνησης που θα ωφεληθεί περισσότερο από όλους από μια παλαιστινιακή εμφύλια σύρραξη, που όλοι αγωνιζόμαστε για να αποφευχθεί». Ο παλαιστινιακός λαός, αναμφισβήτητα, έχει ωριμότητα δεκαετιών αγώνα και γνωρίζει ότι μια εμφύλια αντιπαράθεση είναι «δώρο» στην ισραηλινή ηγεσία. Ελπίδα όλων είναι ότι δε θα υποκύψει στους εκβιασμούς και στις παγίδες που μεθοδικά στήνονται σε βάρος του, θυσιάζοντάς τον στο βωμό των γεωστρατηγικών επιδιώξεων για την ευρύτερη περιοχή.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ