ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Σεπτέμβρη 2006
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΝΤΜΙΤΡΙ ΣΟΣΤΑΚΟΒΙΤΣ
Με πίστη στο όραμα της σοσιαλιστικής κοινωνίας

Στο πολιορκημένο Λένινγκραντ ήχησε στις 9 του Αυγούστου 1942, μέρα που είχαν προγραμματίσει οι χιτλερικοί να κυριεύσουν την πόλη, η μνημειώδης Εβδομη Συμφωνία. Η παρτιτούρα έφτασε με ειδικό αεροπλάνο...
Στο πολιορκημένο Λένινγκραντ ήχησε στις 9 του Αυγούστου 1942, μέρα που είχαν προγραμματίσει οι χιτλερικοί να κυριεύσουν την πόλη, η μνημειώδης Εβδομη Συμφωνία. Η παρτιτούρα έφτασε με ειδικό αεροπλάνο...
Πολλά έχουν γραφτεί για τον Σοστακόβιτς και τη μουσική του. Η «Δύση», τότε αλλά και τώρα, αντιμετωπίζει τον συνθέτη τουλάχιστον με κάποια αμηχανία. Από τη μια μεριά τον «συμπονά», που έζησε όλη τη ζωή του στην πρώην ΕΣΣΔ, κάτω, δήθεν, «από την πίεση των Σοβιέτ». Αναφέρει μάλιστα ότι ο ίδιος δε συμφωνούσε με το καθεστώς και «αναγκάστηκε» να γράψει έργα για λόγους προπαγάνδας (π.χ., η τιμητική επιλογή του να ενορχηστρώσει τη «Διεθνή», που ήταν τότε και ο Εθνικός ύμνος της χώρας ή ακόμα η παραγγελία από την κυβέρνηση για τη σύνθεση της 2ης Συμφωνίας του για την επέτειο της Οχτωβριανής Επανάστασης).

Ξεχνάει είτε εσκεμμένα αγνοεί τα αμέτρητα βραβεία με τα οποία τιμήθηκε ο Σοστακόβιτς από το Συνδικάτο Σοβιετικών Συνθετών, από την κυβέρνηση, κλπ. Ανάμεσά τους: Βραβείο Στάλιν 1940 για το κουιντέτο του, βραβείο Στάλιν 1942 για την 7η Συμφωνία, τρίτο βραβείο Στάλιν το 1949 για το Ορατόριο «Το τραγούδι των Δασών» και τη μουσική της ταινίας «Η πτώση του Βερολίνου», 1939 παράσημο της Κόκκινης Σημαίας (ήρωας) της Εργασίας, 1956 Βραβείο Λένιν, κ.ά. Ξεχνάει είτε εσκεμμένα αγνοεί ότι ο ίδιος ο Σοστακόβιτς ήταν πρόεδρος της Επιτροπής Ειρήνης και πρεσβευτής της χώρας του σε παγκόσμια φόρουμ για την ειρήνη, εκλεγμένος στο Ανώτατο Σοβιέτ (1962), μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1960, αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας των Σοβιετικών Συνδέσμων Φιλίας με ξένες χώρες, κλπ. Οτι η μεγαλοσύνη και η επικοινωνιακή δύναμη του έργου του ξεπηδάνε από την αλήθειά του. Οτι τόσο ο δημιουργός όσο και το έργο του έχουν άμεση και διαλεχτική σχέση με το κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής: Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, Αντιφασιστική Νίκη, το όραμα της σοσιαλιστικής κοινωνίας, ο αγώνας για έναν καλύτερο κόσμο, ένα ειρηνικό αύριο.

Προκόφιεφ, Σοστακόβιτς και Χατσατουριάν στη Μόσχα το 1945
Προκόφιεφ, Σοστακόβιτς και Χατσατουριάν στη Μόσχα το 1945
Ο ίδιος ο συνθέτης, έχοντας μεγάλη αγάπη για τη χώρα του, για τον άνθρωπο και τη ζωή, έγραψε την 7η Συμφωνία του, την αφιερωμένη στο Λένινγκραντ, στον αγώνα ενάντια στο φασισμό και τη νίκη που ερχόταν, υπηρετώντας ως εθελοντής πυροσβέστης κατά την πολιορκία της πόλης, αρνούμενος να φυγαδευτεί ώσπου ολοκλήρωσε μεγάλο μέρος του έργου, εξυμνώντας τη δύναμη και το θάρρος της ρώσικης ψυχής αλλά και παρουσιάζοντας άμεσα κάθε τραγική στιγμή που ο ίδιος έζησε. Το έργο αυτό, όχι τυχαία, έχει αποκτήσει ξεχωριστή θέση στη μουσική και πολιτική ιστορία του 20ού αιώνα.

Από την άλλη η «Δύση» προσπαθεί να ρίξει στον Σοστακόβιτς τη ρετσινιά ότι καταξιώθηκε όντας το αγαπημένο παιδί του καθεστώτος που τον στήριξε. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι η άμεση ανταπόκριση του κοινού στα έργα του παραμένει ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Οτι το έργο του παραμένει ζωντανό συγκινώντας το παγκόσμιο ακροατήριο. Οτι οι ορχήστρες που ζητούν την καταξίωσή τους ως ικανών και σοβαρών, είναι εκείνες που επιδιώκουν να συμπεριλάβουν τα έργα του στο ρεπερτόριό τους.

Με αφορμή την επέτειο παραθέτουμε αποσπάσματα κειμένων του Σοστακόβιτς - που ποτέ ο ίδιος δε διέψευσε την εγκυρότητά τους - στο σοβιετικό Τύπο. Το τελευταίο λίγο πριν φύγει από τη ζωή.

Από κείμενό του στη «Σοβιέτσκαγια Κουλτούρα», 22 του Ιούνη 1961

Σκίτσο του μεγάλου συνθέτη
Σκίτσο του μεγάλου συνθέτη
«...Η αγάπη προς τον άνθρωπο και ο ανθρωπισμός ήταν ανέκαθεν οι βασικές κινητήριες δυνάμεις της τέχνης. Μόνο τα έργα που διαπνέονται από ανθρωπιστικές ιδέες ζουν περισσότερο απ' τους δημιουργούς τους. Πάρτε για παράδειγμα την Ενάτη του Μπετόβεν ή τα έργα του Τσαϊκόφσκι, ή του Μπαχ, έργα άκρως ανθρωπιστικά. Απ' την άλλη, κανένα έργο ξένο προς το πνεύμα του ανθρωπισμού δεν κατάφερε να επιζήσει. Τέτοια έργα είναι περιττά και η ανθρωπότητα τα έδιωξε από τη μνήμη της... Προσπάθησα πάντοτε να εμπνεύσω την πίστη προς τον άνθρωπο, προς τη λογική και το μεγαλείο του και προς την ικανότητά του να νικήσει το σκοταδισμό και το κακό, πράγμα που αποτελεί ένα από τα κεντρικά μοτίβα του έργου μου...».

Από κείμενό του στη «Σοβιέτσκαγια Μουζίκα» Νο 6, 1974

«...Το τελευταίο Συνέδριο των Συνθετών έγινε πριν 5 χρόνια. Αυτό δεν είναι πολύ μεγάλο διάστημα, πόσα όμως γεγονότα και πόσες κατακτήσεις είχαμε σ' αυτά τα χρόνια! Το μεγαλύτερο γεγονός ήταν το 24ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Αυτό το πραγματικά ιστορικό φόρουμ των κομμουνιστών αποτέλεσε μεγάλο κέντρισμα στο έργο των λαών της χώρας μας και άσκησε επίδραση ευεργετική στις κοινωνικές διαδικασίες που συντελούνται σ' ολόκληρο τον κόσμο.

Η σύγχρονη ζωή είναι γεμάτη συναρπαστικές αντιθέσεις. Τα γιγαντιαία κοινωνικά άλματα προς τα μπρος και η άτεγκτη ιδεολογική πάλη, η δημιουργική εργασία εκατομμυρίων ανθρώπων και τα ξεσπάσματα στρατιωτικών συγκρούσεων, οι μεγαλειώδεις θρίαμβοι του ανθρώπινου λογικού και η αχαλίνωτη περιφρόνηση των ηθικών αξιών, να μερικές από τις όψεις του κόσμου γύρω μας.

Ο καλλιτέχνης, αν είναι ευαίσθητος και οξυδερκής, δεν μπορεί να μην ανταποκριθεί σ' αυτά τα ισχυρά ερεθίσματα της ζωής. Τα αφουγκράζεται και τα καταγράφει στο μυαλό και το μνημονικό του. Και ύστερα στα έργα του αναπαράγει τις εικόνες, τα χρώματα και το πνεύμα της ζωής, μετασχηματισμένα και ερμηνευμένα όμως απ' τον ίδιο. Αυτή είναι η μεγάλη ικανότητα της τέχνης. Ενώ γεννιέται απ' τη ζωή, επιστρέφει στη ζωή και επηρεάζει την πορεία της.

Ο συνθέτης σε νεαρή ηλικία
Ο συνθέτης σε νεαρή ηλικία
...Ο δεσμός του καλλιτέχνη με το λαό και με την εποχή που ζει είναι η ραχοκοκαλιά κάθε πραγματικού έργου τέχνης. Αυτό ισχύει για όλους τους μεγάλους προκατόχους μας, αυτούς που ονομάζουμε κλασικούς. Κι εμείς προσπαθούμε να κάνουμε την τέχνη μας ν' αντανακλά τις σκέψεις και τις ελπίδες του λαού και να υπηρετεί τα συμφέροντά του. Κι όποιος απορρίπτει αυτή την κατευθυντήρια αρχή της ρεαλιστικής τέχνης, όποιος τοποθετείται ενάντια στο λαό, βρίσκεται απομονωμένος απ' τη ζωή και την τέχνη...».

Απόσπασμα από το «Kommoyniσt», Νο 7, 1975

«Η 9η Μάη 1945 σήμανε το τέλος του πιο εξοντωτικού πολέμου της ιστορίας και την αρχή μιας ειρήνης πληρωμένης μ' εκατομμύρια ανθρώπινες ζωές στα πεδία των σκληρότερων μαχών. Κανείς απ' αυτούς που διάβηκαν το κατώφλι απ' τον καιρό του πολέμου στην εποχή της ειρήνης δε θα την ξεχάσει ποτέ. Τη μέρα εκείνη όλα συγχωνεύτηκαν σε ένα, η ευτυχία, η περηφάνια, η δόξα, και η πίκρα για βάσανα ανείπωτα και για απώλειες τρομερές. Σκουπίζοντας τα δάκρυά μας και χαμογελώντας, αναπνεύσαμε τον άνεμο της νίκης μας. Η ζωή είχε θριαμβεύσει! Η ειρήνη είχε θριαμβεύσει! Η ανοιξιάτικη εκείνη μέρα θα μείνει για πάντα στη μνήμη του σοβιετικού λαού και στην προσωπική μοίρα του καθενός από μας... Ο λαός μας νίκησε τον εχθρό όχι μόνο με τα στρατιωτικά του κατορθώματα και την ηρωική εργασία του, αλλά και με το τεράστιο πνευματικό του σθένος... Η τέχνη των χρόνων του πολέμου είναι μοναδικό αισθητικό και κοινωνικό φαινόμενο. Ως τότε το θέμα πόλεμος θιγόταν στην τέχνη από μεγάλη χρονική απόσταση και κυρίως ως προς τις τραγικές του όψεις. Στα χρόνια του αγώνα ενάντια στο φασισμό, όμως, τα έργα των Σοβιετικών καλλιτεχνών είχαν άλλο πνεύμα. Η τέχνη συμμετείχε άμεσα στον αγώνα του λαού ενάντια στον εχθρό. Δεν απέστρεψε το πρόσωπο στην τρομερή πραγματικότητα, αλλά διαδήλωνε την πίστη της για τελική νίκη ακόμα και τις πιο σκοτεινές μέρες. Το βασικό χαρακτηριστικό της τέχνης μας ήταν η απεριόριστη αγάπη για τη χώρα μας. Ολα αυτά ισχύουν και για τη σοβιετική μουσική που γράφτηκε μέσα στον πόλεμο. Διαπνεόταν, φλεγόταν από ένα υψηλό αίσθημα πατριωτισμού. Κανείς δε συμβούλεψε τους συνθέτες των συμφωνιών, των ορατορίων, των οπερών, μπαλέτων, κουαρτέτων, χορωδιακών και τραγουδιών τι να γράψουν. Η μουσική ξεπηδούσε από την καρδιά τους, από μια μεγάλη εσωτερική πίεση. Και παρόλο που η ανταπόκρισή τους στα γεγονότα ήταν ακαριαία, αυτό δε ζημίωσε το περιεχόμενο ή το βάθος της μουσικής τους... Ακούγοντας σήμερα τα καλύτερα έργα εκείνης της περιόδου, βρίσκουμε, προς μεγάλη μας χαρά, ότι οι εικόνες τους, το πάθος και ο ενθουσιασμός τους, μας συγκινούν ακόμα το ίδιο όπως τότε. Η μουσική εξέφρασε με ειλικρίνεια τις σκέψεις και τα αισθήματα του Σοβιετικού ανθρώπου κατά τον πόλεμο, κι έτσι εκπλήρωσε την ιστορική αποστολή της...

Κάποτε (είχε τελειώσει πια ο πόλεμος) έτυχε να ακούσω μια φράση που χαράχτηκε στη μνήμη μου: "Καμιά συμφωνία δεν μπορεί να σταματήσει ένα τανκ, κανένα τραγούδι δεν μπορεί να καταρρίψει ένα βομβαρδιστικό". Είναι εντυπωσιακή φράση, αλλά κατά βάθος ολότελα λανθασμένη. Μπορεί να απαντηθεί με την ερώτηση: "Και τι είναι η Διεθνής μπροστά σε ένα τανκ ή ένα αεροπλάνο;". Μια μελωδία μονάχα, τίποτα παραπάνω. Κι όμως αυτή η μελωδία, πρωτοτραγουδισμένη στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, έχει γίνει κομμάτι της ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων. Καμιά δύναμη δεν μπορεί να την κάνει να σιγήσει ή να την εμποδίσει να επηρεάζει την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας. Το τραγούδι αυτό έχει περάσει πολέμους και επαναστάσεις, έχει απαγορευτεί, συνόδεψε ανθρώπους στη μάχη ή στο εκτελεστικό απόσπασμα, βοήθησε να ηττηθεί ο εχθρός σε όλα τα σημεία του πλανήτη. Ο ύμνος των κομμουνιστών όλης της Γης είναι αθάνατος! Είναι δυνατότερος από στρατιές ολόκληρες τανκς κι αεροπλάνων...».

* Τα αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο «Ντμίτρι Σοστακόβιτς - για τον ίδιο και την εποχή του» («Σύγχρονη Εποχή», 1985 - μετάφραση Νίκου Σαραντάκου).


Επιμέλεια:
Εύα ΦΑΜΠΑ


Περί ελευθερίας...

Πολλά έχουν γραφεί και συνεχίζουν να γράφονται για τη δήθεν ανελευθερία που ασκούσε το σοβιετικό κράτος στον Ντμίτρι Σοστακόβιτς. Η ίδια του η ζωή, η πορεία του, η στάση του δίνουν την απάντηση στις όποιες αντισοβιετικές γραφίδες, παλιές και όψιμες. Ισως αξίζει να παραθέσουμε την απάντηση που ο ίδιος ο συνθέτης έδωσε, μέσω άρθρου του στους «Νέους Καιρούς» το 1956, στον Αμερικανό μουσικοκριτικό Χάουαρντ Τάουμπμαν και το άρθρο του «Ο Σοστακόβιτς απόκτησε το δικαίωμα να είναι λιγάκι ελεύθερος», δημοσιευμένο στους «Νιου Γιορκ Τάιμς».

«Ο κ. Τάουμπμαν αποπειράθηκε να κάνει κάτι σαν κριτική ανασκόπηση ολόκληρου του έργου μου. Και η κριτική αυτή είναι περισσότερο πολιτική παρά μουσική. Ισχυρίζεται ότι ο Σοστακόβιτς δεν είναι ελεύθερος να δημιουργήσει στη Σοβιετική Ενωση, ότι οι κριτικές του Κόμματος παρεμπόδισαν την καλλιτεχνική του ανάπτυξη. Αυτός ο ισχυρισμός δεν μπορεί να διεκδικήσει τίτλους πρωτοτυπίας. (...) Ο ίδιος ο τίτλος αποσκοπεί στη δημιουργία εντυπώσεων: "Ο Σοστακόβιτς απόκτησε το δικαίωμα να είναι λιγάκι ελεύθερος". Διαφωνώ με αυτό. Αν απόκτησα το δικαίωμα να είμαι ελεύθερος, γιατί μόνο λιγάκι ελεύθερος; Εμείς στη Σοβιετική Ενωση είμαστε μαθημένοι στην πλήρη ελευθερία: είμαστε ελεύθεροι από την υποταγή στους εκατομμυριούχους, ελεύθεροι από δωροδοκίες, ελεύθεροι από τους αστούς εκδότες. Υπάρχει πιθανότητα να μην έχω "αποκτήσει" αυτή την απόλυτη ελευθερία; Εμείς οι Σοβιετικοί μουσικοί εκτιμάμε βαθιά την πνευματική ελευθερία που έχουμε στην τέχνη μας και που κατακτήθηκε απ' τον εργαζόμενο λαό. Ξέρουμε πολύ καλά πόσο μεγάλες θυσίες χρειάστηκαν για τον αγώνα αυτό. Γι' αυτό έχουμε υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στο λαό, για τον οποίο γράφουμε τη μουσική μας. Γι' αυτό και δεν μπορώ να συμμεριστώ τον πολύ πρωτόγονο τρόπο με τον οποίο ο κ. Τάουμπμαν αντιλαμβάνεται τη σχέση καλλιτέχνη - κοινού.

(...) Στον κ. Τάουμπμαν δεν αρέσουν οι συμβουλές που σε όλη τη διάρκεια της δημιουργικής μου καριέρας μου δίνουν το Κόμμα και η κοινότητα των μουσικών. Προσπαθεί ν' αποδείξει ότι αυτές οι συμβουλές στάθηκαν εμπόδιο στο έργο μου. Αυτό δεν είναι παρά άλλη μια "εικασία". Στην πραγματικότητα, πάντα άκουγα με προσοχή τις συμβουλές που μου έδιναν οι εκπρόσωποι της κοινής γνώμης και αυτό με βοήθησε στο έργο μου. Αμφισβητώντας αυτό το γεγονός, ο κ. Τάουμπμαν αμφισβητεί την ειλικρίνειά μου. Αυτό είναι και αδικαιολόγητο και μεγάλη προσβολή. Οχι, κ. Τάουμπμαν, πράγματι χρειάζομαι συμβουλές και τις εκτιμώ βαθύτατα, αλλά όχι τέτοιες σαν κι αυτές που εσείς προσφέρετε ή θέλετε να προσφέρετε.

Ισως υπάρχει μόνο μια παρατήρηση, με την οποία μπορώ να συμφωνήσω. Γράφει ο κ. Τάουμπμαν για το έργο μου: "Είναι καιρός, επίσης, να δεχτούμε το έργο του χωρίς πολιτικές προκαταλήψεις". Ναι, είναι πια καιρός να δεχτεί η Δύση τα έργα των Σοβιετικών συνθετών χωρίς πολιτικές προκαταλήψεις, χωρίς να τα ζυγίζει με το ζύγι του αντισοβιετισμού. Είναι πια καιρός να σταματήσει η κριτική της μουσικής να γίνεται με τη χρησιμοποίηση αμφίβολων πολιτικών αντιλήψεων και "εικασιών"».


Ρ.Σ.


Το περιεχόμενο μιας ήττας

Το κακό είναι πως δεν έχω πολύ χώρο να αναπτύξω σε όλο το πλάτος την άποψή μου σχετικά με τον αθλητισμό, όπως τον εννοεί μια κοινωνία που έχει αναγάγει τον ανταγωνισμό σε μοναδική, σχεδόν, ηθική της αξία. Οπως τον εννοεί ο καπιταλισμός, που προσπαθεί να αναδείξει ως μοναδικό ζητούμενο για τη βιοτική της ευημερία το γνωστό μαρξικό σχήμα ΧΕΧ. Δηλαδή, για όσους δεν το θυμούνται, χρήμα, εμπόρευμα, χρήμα. Κι αυτό σημαίνει να θεωρείς τη ζωή των ανθρώπων ένα συνεχές «πάρε - δώσε». Μια συνεχή αγωνιώδη διαδικασία, όπου για να πάρεις ισότιμο μέρος με τους άλλους πρέπει να έχεις χρήματα για να αγοράζεις, να έχεις πελάτες για να πουλάς αυτό που αγόρασες και έτσι να αποκτάς άλλα χρήματα για να αγοράσεις και πάλι και ούτω καθεξής, που λένε και καθαρευουσιάνοι. Και, τελικά, η ζωή σου να μην έχει κανένα νόημα και κανένα σκοπό πέρα από το εφιαλτικό «πάρε - δώσε» μιας αγοράς, που έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να επιζήσει παρά μονάχα με τον τρόπο αυτό.

Και ο αθλητισμός; Πού χωράει μέσα σε όλη αυτή την περιγραφή, θα με ρωτήσετε. Χωράει και παραχωράει, γιατί έχω στο μυαλό μου τον αθλητισμό, όπως τον εννοούν όλοι αυτοί που διαφεντεύουν τα αθλητικά πράγματα και έχουν μέσα στο μυαλό τους το σχήμα που ανέφερα πιο πάνω. Και το κακό είναι σ' αυτήν την περίπτωση, πως και όταν δεν υπάρχει το Χ ούτε το Ε υπάρχει το περιβάλλον της σύγκρουσης, οι σκληρές συνθήκες του ανταγωνισμού που εκδηλώνονται σε όλη την ανάπτυξη της διαδικασίας. Ακόμα και αυτοί που κόβουν πρώτοι το νήμα της νίκης και περιβάλλονται την εθνική τους σημαία για να κάνουν το γύρο του θριάμβου κι αυτοί συγκρούονται με τις εθνικές σημαίες των ηττημένων. Και οι νεαροί με τα βαμμένα τους πρόσωπα που «ψάλλουν» ενθουσιασμένοι τον εθνικό ύμνο, στην ουσία, δε χαίρονται, ούτε καν συνειδητοποιούν το νόημα της υπεροχής και της νίκης ως κατάκτηση κοινωνικής ευημερίας και βιοτικού «πλούτου». Τους ηττημένους προκαλούν, τους ανταγωνιστές τους υβρίζουν, τα νέα αγοραστικά προνόμια υποδέχονται. Γιατί οι νικητές θα αποκτήσουν αξιοζήλευτη θέση μέσα στην περιπέτεια του ΧΕΧ. Θα ανεβεί το κασέ τους, που λέμε. Οι μάνατζερ θα χτυπήσουν την επόμενη της νίκης την πόρτα τους. Οι διαφημιστές θα διεκδικούν το χαμόγελό τους και οι προπονητές θα απαιτούν την αγορά τους από τους «φιλάθλους» προέδρους, που συνειδητοποιούν, ακόμα και την ώρα που ρέουν τα εθνικά δάκρυα, πως το δουλεμπόριο καλά κρατεί. Οι τιμές θα ανέβουν και τα ιδρωμένα σώματα των νικητών θα πουληθούν εύκολα. Και μέσα σε όλο αυτό το εφιαλτικό περιστατικό, μέσα στην ομίχλη της αναπάντεχης νίκης, κάτω από το βάρος των συγχαρητήριων τηλεγραφημάτων, κανείς, μα κανείς, δεν είναι σε θέση να συλλάβει τη χρησιμότητα, το περιεχόμενο μιας ήττας. Ακόμα και όταν έρθει αυτή, όλοι συνεχίζουν να μιλούν για τη νίκη. Κανείς δε μιλάει για το νέο νικητή. Ολοι ζουν με το παραλήρημα της προηγούμενης νίκης.

Ετσι συνέβη και με την ήττα της εθνικής μας του μπάσκετ από τους Ισπανούς. Ολοι προσπάθησαν με διάφορους τρόπους να ρίξουν τα έξυπνα καπνογόνα τους μπροστά στην ταπείνωση της ήττας. Ολοι εξακολούθησαν να περιγράφουν τα προηγούμενα. Ακόμα και οι πιο ειδικοί δε σκέφτηκαν πως και οι ήττες έχουν μέσα τους το σπέρμα μιας περίεργης «νίκης». Τη νίκης εκείνης, που είναι σε θέση να σε διδάξει πως ο αθλητισμός δεν είναι εμπόρευμα ούτε ευκαιρία για ψευτοεθνική φλυαρία, είναι μια περίεργη ομορφιά και τίποτε παραπάνω!


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ