Τα παραπάνω αποτελούν μέρος της περσινής... ιστορίας της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και του αγώνα της να παραγάγει έργο, να ...υπάρξει. Κι αν το περσινό θλιβερό γεγονός ακύρωσης της συναυλίας γι' αυτούς τους λόγους υπήρξε μοναδικό, εκείνο που επαναλαμβάνεται καθημερινά και φέτος είναι ο αγώνας και οι αγωνίες της ορχήστρας, που μην έχοντας έναν δικό της χώρο περιφέρεται πότε εδώ και πότε εκεί για πρόβες, ακόμη και για συναυλίες. Ο κυριότερος συμφωνικός φορέας του τόπου μας παραμένει χωρίς έναν δικό του χώρο που θα του επέτρεπε να ασκείται και να παρουσιάζει τα προγράμματά του, δίχως τα κάθε λογής εμπόδια που συχνά - πυκνά μπαίνουν μπροστά του. Η ΚΟΑ συνεχίζει να είναι δέσμια μιας πολιτικής απαξιωτικής για τη μεγάλη ιστορία και προσφορά της και ανεκπλήρωτων υποσχέσεων τόσο από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όσο και από της ΝΔ. Παρά τις κατά καιρούς δεσμεύσεις για τη στέγαση της ΚΟΑ στη μεγάλη αίθουσα που υπάρχει στο υπόγειο του Ωδείου Αθηνών, αυτή παραμένει εδώ και δεκαετίες ημιτελής και ανεκμετάλλευτη, με αποτέλεσμα οι δοκιμές της ορχήστρας, όταν δεν έχει ...ευχέρεια το Μέγαρο Μουσικής, να οδηγούνται σε μια απαράδεκτη από πλευράς συνθηκών μικρή αίθουσα, στο γνωστό ...κοτέτσι.
«Δεν είναι δυνατόν η πρώτη ορχήστρα του τόπου μας να μην έχει μια αίθουσα» ήταν τα λόγια του διευθυντή της ΚΟΑ, Βύρωνα Φιδετζή, στη συνέντευξη Τύπου όπου παρουσιάστηκε το φετινό πρόγραμμα της Ορχήστρας. «Εάν δε βρεθεί σύντομα λύση οι προσπάθειες όλων (ορχήστρας, μαέστρων, σολίστ κ.ά.) είναι καταδικασμένες εξ ορισμού να μην φθάνουν ποτέ στο αποτέλεσμα που είναι και επιθυμητό και εφικτό», τόνισε ο πρόεδρος του Συλλόγου Μουσικών ΚΟΑ, Νίκος Χαλιάσας. Γιατί, παρότι η ΚΟΑ διαθέτει αξιόλογο καλλιτεχνικό δυναμικό, φιλόδοξα σχέδια και διάθεση, το στεγαστικό πρόβλημα μπαίνει τροχοπέδη στη λειτουργία και τη μεγαλύτερη αξιοποίησή της. Οπως αναφέρουν μουσικοί της Ορχήστρας, η φετινή χρονιά αναμένεται πολύ δύσκολη. Από το Μέγαρο Μουσικής διαμηνύουν ότι θα έχουν πολλά συνέδρια..., που σημαίνει ότι το banqet (χώρος που προσωρινά κι αυτός παραχωρείται στην Ορχήστρα και ο οποίος είναι ένας χώρος δεξιώσεων για τους συνέδρους) θα είναι συχνά κατειλημμένο, εκτοπίζοντας τις πρόβες της ΚΟΑ.
Το σύνολο σχεδόν των συναυλιακών της εμφανίσεων περιορίζεται στη «φιλοξενία που της παρέχει το Μέγαρο Μουσικής (ΜΜ)», το οποίο, σύμφωνα με το σχετικό νόμο για τον Οργανισμό Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (ΟΜΜΑ), υποχρεούται να παρέχει στην ΚΟΑ τη δυνατότητα να δίνει μέχρι 40 συναυλίες το χρόνο. Φέτος, όμως, οι συναυλίες - παραγωγές της ΚΟΑ στο Μέγαρο Μουσικής είναι μόλις 24, ενώ υπάρχουν και εμφανίσεις της σε κάποιες παραγωγές του ΜΜ (γκαλά Τόμοβα - Σίντοφ, «Λίμνη των Κύκνων», «Ηλέκτρα» του Ρ. Στράους κ.ά.). Παράλληλα, η ΚΟΑ θα πραγματοποιήσει πέντε εμφανίσεις στο Μουσείο Μπενάκη - Πειραιώς 138 - και κάποιες σε άλλους χώρους, ενώ στις 12 Ιανουαρίου θα δώσει συναυλία στην Οπερα της Κωνσταντινούπολης.
Από το φετινό πρόγραμμά της ξεχωρίζει ο κύκλος «Φάουστ» που θα διατρέξει όλη τη χρονιά (με την παρουσίαση έργων των Βάγκνερ, Γκουνό, Σούμαν, Μπερλιόζ, Λιστ κ.ά.) αλλά και οι επετειακές συναυλίες με έργα Μότσαρτ, Σούμαν, Σοστακόβιτς, Γκριγκ, Ελγκαρ. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στη σύγχρονη ελληνική δημιουργία, καθώς φέτος θα παρουσιαστούν 27 έργα 25 Ελλήνων συνθετών. Στο πλαίσιο του τρίτου κύκλου Ελληνικών Μουσικών Γιορτών (20 - 27/4), εντάσσεται και το συνέδριο με θέμα «"Παράδοση και Παγκοσμιοποίηση": προσαρμογή ή αντίσταση», που συνδιοργανώνεται με την Ενωση Ελλήνων Μουσουργών.
Οσον αφορά στις πρόβες, μετά την τεράστια περιπέτεια που ζήσαμε επί τέσσερα χρόνια στον απολύτως ακατάλληλο χώρο που διαμορφώθηκε στο ισόγειο του Ωδείου Αθηνών και αφού οι υποσχέσεις που παίρναμε εκείνο το διάστημα έμειναν στα λόγια, έπειτα από απόφαση του νυν διευθυντή μας και δικής μας φυσικά, αλλά και έχοντας την αμέριστη βοήθεια των υπευθύνων του ΜΜΑ και κυρίως των διευθυντών Κων. Μανωλόπουλου και Ν. Τσούχλου, από πέρσι το μέγιστο κομμάτι των προβών γίνεται σε χώρους του ΜΜΑ. Κι εκεί όμως, δυστυχώς, αντιμετωπίσαμε πολύ μεγάλα προβλήματα. Είναι φυσικό το Μέγαρο να διαθέτει τους χώρους του σε πολλούς φορείς. Η αίθουσα banqet που συνήθως μας παραχωρείται (χώρος συνεστιάσεων που για πρόβα Συμφωνικής Ορχήστρας είναι απλώς ανεκτός και σε καμία περίπτωση ειδικός) αρκετές φορές πρέπει να βρίσκεται στη διάθεση των συνεδρίων.
Ετσι καλούμαστε να μετακινούμαστε (με όλο το κόστος, κυρίως καλλιτεχνικό, που αυτό συνεπάγεται) σε άλλους χώρους, όπως στα φουαγιέ της Αίθουσας Φίλων και της Αίθουσας Τριάντη, στο υποσκήνιο της Αίθουσας Τριάντη, έναν κύβο με έξι κατάμαυρες πλευρές, χωρίς καμία ακουστική, ή κάποιες άλλες φορές στην Αίθουσα της ΕΡΤ, στην Αγ. Παρασκευή. Πέρσι, για πολλές βδομάδες έγιναν 3 και 4 μετακινήσεις μεταξύ αυτών των χώρων. Ετσι ακυρώθηκε και η συναυλία υπό τη διεύθυνση του Αυστριακού αρχιμουσικού και γενικού διευθυντή του Κρατικού θεάτρου του Κάσελ, Ρομπέρτο Πατερνόστρο, στις 3/3/2006. Πώς είναι δυνατόν υπό αυτές τις συνθήκες η Ορχήστρα να εργαστεί σωστά, να πλάσει τον ήχο της, να μάθει τα έργα; Σε αυτούς τους χώρους δεν μπορεί πολλές φορές ο ένας ν' ακούσει τον άλλο κι ο μαέστρος την Ορχήστρα... Ερχόμαστε στη γενική δοκιμή στην Αίθουσα Φίλων κι εκεί, μέσα σε τρεις ώρες, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τι παίζουμε! Για να μη μιλήσω για το κόστος σε χρήμα, εξαιτίας των συνεχόμενων μετακινήσεων (αναλογίων, καρεκλών, οργάνων) και την επακόλουθη φθορά των μεγάλων οργάνων.
Πέρσι ο κ. Μανωλόπουλος είπε πως έως τα Χριστούγεννα (του 2005) θα ήταν έτοιμος ένας χώρος στο ΜΜ που θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τις πρόβες μας, αφού θα έχει πρώτα γίνει ειδική ακουστική μελέτη. Δυστυχώς, όμως, τα έργα εκεί δεν έχουν καν ακόμα αρχίσει, εξαιτίας όπως μάθαμε των εργολάβων, οι οποίοι δυστυχώς εξέθεσαν τον κ. Μανωλόπουλο που με μεγάλη χαρά είχε προαναγγείλει την κατασκευή του χώρου....
Επανειλημμένα έχει συζητηθεί η αξιοποίηση του υπογείου του Ωδείου Αθηνών, όπου υπάρχει, στα μπετά πάλι, μια αίθουσα με μεγάλη σκηνή και 500 περίπου θέσεις. Η αποπεράτωσή της βέβαια χρειάζεται ένα πολύ σοβαρό κονδύλι. Θα θέλαμε ο υπουργός Πολιτισμού να μας πει κάτι θετικό γι' αυτό... Σκεφτείτε πόσα χρήματα έχουν σπαταληθεί σε ενοίκια όταν επί πολλά χρόνια η ΚΟΑ πλήρωνε ενοίκιο για το "Παλλάς" (τα τελευταία χρόνια της παρουσίας της εκεί το ενοίκιο ανερχόταν σε 18 εκατομμύρια δραχμές το μήνα). Οσον αφορά στην αίθουσα του Ωδείου Αθηνών, που συνεχίζουμε να έχουμε νοικιασμένη για πρόβες, το ενοίκιο που πληρώνει η ΚΟΑ είναι 18.000 ευρώ το μήνα.... Είναι μια αίθουσα περίπου 100 τ.μ. και ύψους 4μ., με απαράδεκτη ακουστική. Ετσι, εκτός του ότι δε γίνεται σωστά η πρόβα, δημιουργούνται και πολλά προβλήματα υγείας στους μουσικούς (ο πρώτος τρομπετίστας της ορχήστρας έπαθε πριν τρία χρόνια ρήξη τυμπάνου). Οι περισσότεροι μουσικοί αναγκαζόμαστε να παίζουμε με ωτοασπίδες. Φανταστείτε τι ποιότητα πρόβας γινόταν. Εχει ληφθεί απόφαση των μουσικών στο χώρο αυτό να καταφεύγουμε μόνο όταν παίζει μικρότερο σύνολο της ορχήστρας (το πολύ μέχρι 50 άτομα). Ολα δείχνουν ότι εάν δε βρεθεί σύντομα λύση στο στεγαστικό πρόβλημα, οι προσπάθειες όλων (ορχήστρας, μαέστρων, σολίστ κ.ά.) είναι καταδικασμένες εξ ορισμού να μη φθάνουν ποτέ στο αποτέλεσμα που είναι και επιθυμητό και εφικτό.
Ενα άλλο πρόβλημα που τα τελευταία χρόνια ταλαιπώρησε την Ορχήστρα - στο παρελθόν πιο πολύ αλλά ακόμη και σήμερα είναι εμφανές και σημαντικό - είναι η ύπαρξη πολλών εκτάκτων μουσικών που καλύπτουν τις ανάγκες της Ορχήστρας. Μόλις πριν από 6 χρόνια υπήρχαν μόνο 50 περίπου μόνιμοι μουσικοί. Ευτυχώς, έκτοτε έγιναν δύο φορές εξετάσεις για 45 συνολικά θέσεις. Είναι όμως τόσο δύσκολο να προκηρύσσεται άμεσα η θέση μουσικού που συνταξιοδοτείται ή παραιτείται, ώστε να μην αναγκάζεται η ορχήστρα να προσλαμβάνει εκτάκτους; Στην Ορχήστρα υπάρχουν 126 οργανικές θέσεις. Μόνιμοι είναι περίπου 85 μουσικοί, ενώ οι υπόλοιποι είναι έκτακτοι. Να σημειώσουμε ότι ανάμεσα στους εκτάκτους υπάρχουν μουσικοί που εργάζονται στην ορχήστρα επί 10 - 12 χρόνια.
Εχουμε πολλά προβλήματα θεσμικά, λειτουργικά, οικονομικά. Το στεγαστικό όμως είναι ζωτικής σημασίας. Δε ζητάμε τίποτα παράλογο. Μόνο να είμαστε σε θέση να κάνουμε καλά την τέχνη μας. Εχουμε υποστεί τα πάντα. Και μαζί και κάποιες αυστηρές κριτικές, που μπορεί να είναι ίσως δικαιολογημένες, για την κάποιες φορές και παρά τις φιλότιμες προσπάθειές μας μέτρια παρουσία της Ορχήστρας, η οποία βεβαίως απορρέει από αυτή τη δύσκολη κατάσταση που βιώνουμε».
Ο λόγος αφορά στην φωτογράφο Ελένη Γρηγοριάδου και στον «καρπό» αυτής της σιωπηλής, άγνωστης ακόμα και για τους συναδέλφους - συνταξιδιώτες της προς την Επίδαυρο, φωτογραφικής δουλιάς της. Το έξοχο λεύκωμα φωτογραφιών, με τίτλο «Στάσιμα» (εκδόσεις «Νεφέλη»), περιλαμβάνει 70 φωτογραφίες - στιγμές του Χορού, από παραστάσεις τραγωδιών και κωμωδιών, κυρίως ελληνικών, αλλά και μερικών ξένων θιάσων, στην Επίδαυρο, στο Ηρώδειο και το θέατρο Λυκαβηττό, τα τελευταία 13 χρόνια. Οι πανέμορφες, πραγματικά καλλιτεχνικές, φωτογραφίες του λευκώματος παραχωρήθηκαν από την δημιουργό τους στο Θεατρικό Μουσείο μας, του οποίου ο πρόεδρος, Κώστας Γεωργουσόπουλος, σε ένδειξη εκτίμησης και της δημιουργίας της Ελένης Γρηγοριάδου και της παραχώρησης της δουλιάς της στο μουσείο, προλόγισε το λεύκωμα, αλλά και μίλησε γι' αυτό στην παρουσίασή του, μαζί με τον εξαιρετικό σκηνογράφο - ενδυματολόγο Γιάννη Μεντζικώφ.
Ο Κ. Γεωργουσόπουλος υπογράμμισε ότι η ενασχόληση με το αρχαίο δράμα σήμερα είναι, καθ' όλα, «πειραματισμός». Γιατί; Γιατί όλα έχουν χαθεί και «το μόνο που μας έχει απομείνει είναι το κείμενο των αρχαίων δραμάτων». Ομως, ούτε το πρωτότυπο κείμενο υπάρχει ουσιαστικά, αφού «έχει χαθεί ακόμα και ο ήχος της αρχαίας γλώσσας. Κι έρχεται η μετάφραση για να πειραματιστεί κι αυτή πάνω στο χαμένο ήχο της αρχαίας γλώσσας. Το μόνο που μένει από το αρχαίο δράμα είναι η διάνοια και το ήθος του. Κι ενώ αυτά υπάρχουν, αυτά ακριβώς παραποιούνται, συχνά, από παραστάσεις».
Αξίζει, όμως, να παραθέσουμε και αποσπάσματα από τον πρόλογο του Κ. Γεωργουσόπουλου στο λεύκωμα, για τη δημιουργία της φωτογράφου.
«Οπως και για τη μετάφραση, την υποκριτική, τη μουσική, την όψιν και τη σκηνοθεσία, έχουμε να κάνουμε με μια ωραία περιπέτεια, μια εποποιία προτάσεων, λύσεων, εμπνεύσεων στη χορογραφία. Αυτήν την εποποιία αποτύπωσε με ευαισθησία, ταλέντο και έμπνευση η Ελένη Γρηγοριάδου (...) Η Γρηγοριάδου προσεγγίζει το θέατρο ως θεσμό κοινωνικό, πολιτικό και ηθικό, τέχνη, όπου συνυπάρχουν σώμα και πνεύμα, άτομα και ομάδες και ένα σύνολο επιμέρους τεχνών (...). Η Γρηγοριάδου καταγράφει, σχολιάζει, ερμηνεύει, αποκαλύπτει με τη μηχανή της αισθητικές, ιδεολογικές, συντηρητικές και μοντέρνες λύσεις των χορογράφων. Φωτίζει Στάσιμα, δηλαδή απομνημειώνει στάσεις χορών που εκτελούν μια κίνηση, που με τη συμβολή της μουσικής εμβαθύνει στο λυρισμό των χορικών. Εμβαθύνει, με το ευαίσθητο, ενστικτώδες μάτι της στη Σκέψη της σκηνοθεσίας και της χορογραφίας και μας χαρίζει, συγχρόνως, ένα ντοκουμέντο και μια εικαστική σύνθεση σπάνιας ομορφιάς».