Με αποκλειστικό στόχο το συγκερασμό των «διαφωνιών» που προκύπτουν από τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, συνέρχεται σήμερα στις Βρυξέλλες η έκτακτη Σύνοδος των υπουργών Εργασίας
Με στόχο το συμβιβασμό των αντιθέσεων ανάμεσα στα κράτη - μέλη της ΕΕ και την πάση θυσία προώθηση της οδηγίας για την οργάνωση του χρόνου εργασίας (2003/88/ΕΚ), συνέρχεται σήμερα στις Βρυξέλλες η έκτακτη Σύνοδος των υπουργών Εργασίας της ΕΕ υπό τη φινλανδική Προεδρία. Μοναδικό θέμα συζήτησης αποτελεί η οδηγία, με την οποία το ευρωενωσιακό κεφάλαιο μεθοδεύει την πλήρη κατάργηση του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας, την καθιέρωση εβδομαδιαίας εργασίας μέχρι και 65 ωρών, τη διάκριση του χρόνου της εφημερίας σε «ενεργό» και «ανενεργό» (και άρα απλήρωτη) περίοδο και το παραπέρα χτύπημα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας.
Το σύνολο των 25 κρατών - μελών έχουν ήδη συμφωνήσει στην αναγκαιότητα να εφαρμοστεί ο αντιδραστικός πυρήνας της οδηγίας. Με στόχο να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα (δηλαδή, η κερδοφορία) του ευρωενωσιακού κεφαλαίου σε παγκόσμιο επίπεδο, προωθούν από κοινού το βάθεμα της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, με την επέκταση της απλήρωτης δουλιάς και την πλήρη ανατροπή του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας. Οι «διαφωνίες» τους εντοπίζονται σε ζητήματα μεθόδευσης των νέων ανατροπών, καθώς ορισμένα κράτη - μέλη, όπως για παράδειγμα η Μεγάλη Βρετανία, θα βγουν περισσότερο ευνοημένα από την καθολική εφαρμογή της οδηγίας σε σχέση με άλλους εταίρους τους, γεγονός που θα ενισχύσει τη θέση τους στη σκακιέρα της ενδοευρωενωσιακής ανταγωνιστικότητας. Οι όποιες, δηλαδή, διαφωνίες σε επιμέρους στοιχεία της οδηγίας, δεν έχουν να κάνουν με «φιλεργατικές» ανησυχίες μερίδας των κρατών - μελών της ΕΕ, αλλά με τις μεταξύ τους ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και τα εμπόδια που βάζει το κίνημα σε ορισμένες από αυτές.
Οπως και σε προηγούμενες αντίστοιχες - επίσημες και έκτακτες - συνόδους, οι διαφωνίες ανάμεσα στα κράτη - μέλη εντοπίζονται - και παραμένουν - στα εξής τρία κυρίως σημεία της οδηγίας:
Για το ζήτημα των εφημεριών, η φινλανδική Προεδρία προτείνει ο χρόνος κατά τον οποίο ο εργαζόμενος «δεν ασκεί εργασία», αλλά βρίσκεται σε αναμονή (ή βρίσκεται καθ' οδόν προς την εργασία του) να μη θεωρείται ολοκληρωτικά σαν χρόνος εργασίας και άρα να μην πληρώνεται. Η πρόταση κινείται σταθερά στην αντεργατική ρότα της επέκτασης της απλήρωτης εργασίας προς όφελος των εργοδοτών. Την ίδια ώρα, η ορολογία «ανενεργός περίοδος του χρόνου εργασίας» χρησιμοποιείται κατά κόρον τόσο στην οδηγία, όσο και στη φινλανδική πρόταση, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ο στρατηγικός στόχος του κεφαλαίου, το «σπάσιμο» δηλαδή του χρόνου εργασίας σε «ενεργό» και «ανενεργό» περίοδο, έχει επιτευχθεί, με τη σύμφωνη γνώμη των κυβερνήσεων όλων των κρατών - μελών. Επιπλέον, ο ελεύθερος χρόνος (ρεπό) που θα αντισταθμίζει την εφημερία, σύμφωνα με τη φινλανδική πρόταση, θα μπορεί να δίνεται σε «εύλογο χρονικό διάστημα» μετά την εφημερία και όχι αμέσως μετά από αυτήν, γεγονός που παρατείνει τα περιθώρια ευελιξίας στη διευθέτηση από την πλευρά του εργοδότη.
Εκεί, όμως, που η Φιλανδική Προεδρία βάζει όλη τη μαεστρία της για να πετύχει το συμβιβασμό είναι στο ζήτημα της εφαρμογής της ρήτρας «opt - out». Σύμφωνα με την πρόταση, η ατομική συμφωνία ανάμεσα στον εργαζόμενο και τον εργοδότη για την παράταση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας δε θα μπορεί να υπογράφεται σε διάστημα λιγότερο των τεσσάρων βδομάδων μετά την πρόσληψή του, με την προκλητική αιτιολογία ότι έτσι ο εργαζόμενος δε θα είναι εκτεθειμένος σε διώξεις σε περίπτωση που δε δεχτεί να υπογράψει την «opt - out»! Στην περίπτωση που υπογράψει, σύμφωνα με την πρόταση, θα δουλεύει για 60 ώρες τη βδομάδα, με περίοδο αναφοράς τους τρεις μήνες, με δικαίωμα παραίτησης από τη ρήτρα μετά από τρεις μήνες.
Πρόκειται για «ρυθμίσεις» που, με γελοίες και παραπλανητικές «διαφοροποιήσεις» από την αρχική πρόταση, έχουν στόχο να ξεμπλοκάρουν την εφαρμογή της οδηγίας και να ανοίξουν έτσι το δρόμο για την πλήρη εφαρμογή του 65ωρου που αξιώνει το κεφάλαιο. Ως προς τα υπόλοιπα, η συμβιβαστική πρόταση προβλέπει την ...αυστηρή τήρηση αρχείου με τις ώρες εργασίας σε κάθε επιχείρηση που κάνει χρήση της «opt - out», ώστε να αξιολογούνται τα αποτελέσματα και η νομιμότητα της εφαρμογής της σε τακτά χρονικά διαστήματα από την ΕΕ.
Τέλος, για το ζήτημα της περιόδου αναφοράς, προτείνεται η παράταση από τους 6 στους 12 μήνες με νόμο ή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας στα κράτη - μέλη που δεν κάνουν χρήση της ρήτρας «opt - out». Για τα κράτη που κάνουν χρήση της ρήτρας, η περίοδος αναφοράς μπορεί να επεκταθεί από τους 3 στους 6 μήνες, όχι όμως στους 12. Οι όποιες διαφορές στην περίοδο αναφοράς είναι χωρίς μεγάλη σημασία, αφού στην ουσία το κάθε κράτος - μέλος καλείται να επιλέξει τη μορφή της διευθέτησης που το βολεύει περισσότερο, είτε ενσωματώνοντας τη ρήτρα «opt - out», είτε κάνοντας χρήση της ευελιξίας που παρέχει η διευθέτηση του χρόνου εργασίας σε μεγαλύτερο διάστημα αναφοράς.