ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 23 Ιούλη 1997
Σελ. /28
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΟΙ ΠΡΑΚΤΟΡΕΣ ΤΗΣ CIA ΚΑΙ ΟΙ ΒΟΛΙΒΙΑΝΟΙ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΝΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΤΣΕ

27ο ΜΕΡΟΣ

Ο πράκτορας της CIA Εδουάρδο Γκονσάλες, συνοδευόμενος από τον Τότο Κιντανίγια, μετέφερε το πτώμα μέχρι το πλυσταριό του νοσοκομείου "Σενιόρ ντε Μάλτα", το άφησε στο πάτωμα κι έδειξε τον πραγματικό του χαρακτήρα, δίνοντάς του μια κλοτσιά. Μετά, όταν τον ανέβασαν στο πλυντήριο, τον χτύπησε στο πρόσωπο. Από τη μεριά του, ο Τότο Κιντανίγια έπαιρνε τα δακτυλικά του αποτυπώματα και έδωσε εντολή να καλέσουν μια νοσοκόμα. Εκείνη τη νύχτα είχε βάρδια η Σουσάνα Οσινάγα, η οποία με τη βοήθεια της Γκρασιέλα Ροδρίγες, που δούλευε στα πλυντήρια του νοσοκομείου, άρχισαν να πλένουν το σώμα του ηρωικού αντάρτη. Οι γιατροί Χοσέ Μαρτίνες Κάσο και Μοϊσές Αμπραάμ Μπαπτίστα εξέδωσαν το πιστοποιητικό θανάτου. Με εντολή των στρατιωτικών, έκρυψαν την ώρα του θανάτου. Με τον ίδιο τρόπο, ανάγκασαν τους γιατρούς να κάνουν αυτοψία και να του κάνουν ενέσεις φορμόλης, ώστε να περιμένουν την άφιξη μιας ομάδας Αργεντινών ειδικών.

Για να αναγνωρίσει τις σορούς των νεκρών ανταρτών, μετέφεραν απ' το Καμίρι το λιποτάκτη Αντόνιο Ντομίνγκες Φλόρες ή Λεόν.

Στο ξενοδοχείο "Σάντα Τερεσίτα" του Βάγε Γκράντε, οι πράκτορες της CIA και οι Βολιβιανοί στρατιωτικοί γιόρτασαν το θάνατο του Τσε. Ο Φέλιξ Ράμος άνοιξε ένα μπουκάλι ουίσκι και έκανε πρόποση στους παρόντες. Στο μεταξύ, στο χωριό Λα Ιγέρα, ο ιερέας Ρόχερ Σίλερ κάλεσε τους κατοίκους για να κάνουν μια λειτουργία για τον Τσε Γκεβάρα και τους δολοφονημένους συντρόφους του. Πήραν όλοι μέρος κρατώντας κεριά. Κυριαρχούσε απόλυτη, εντυπωσιακή σιωπή. Κανείς δεν καταλάβαινε γιατί είχαν δολοφονηθεί. Ο ιερέας πρόφερε τα εξής λόγια: "Αυτό το έγκλημα ποτέ δε θα συγχωρεθεί. Οι υπαίτιοι θα τιμωρηθούν απ' το Θεό".

Στις 10 του Οκτώβρη, το πτώμα παρουσιάστηκε στους κατοίκους του Βάγε Γκράντε. Στις 11 το πρωί, δόθηκε μια συνέντευξη Τύπου, όπου ο Σεντένο Ανάγια κι ο Αρνάλντο Σαουσέδο παρουσίασαν το Ημερολόγιο του Τσε κι έκαναν δηλώσεις, όσον αφορά την ημέρα, την ώρα και τις συνθήκες του θανάτου. Είπαν ότι ο Τσε είχε πεθάνει από τα τραύματά του στη μάχη στις 8 του Οκτώβρη. Από την πλευρά του, ο Οβάντο έκανε κι αυτός δηλώσεις. Οταν οι δημοσιογράφοι σύγκριναν τις απαντήσεις τους, φάνηκαν οι αντιφάσεις, πράγμα που προκάλεσε μια γενική δυσπιστία. Οι αμφιβολίες και η σύγχυση μεγάλωσαν. Η υποψία ότι είχε δολοφονηθεί έγινε πολύ έντονη.

Οι πράκτορες της CIA έκαναν έλεγχο σε όλες τις τηλεφωνικές υπηρεσίες και τα ταχυδρομεία του Βάγε Γκράντε. Λογόκριναν τις ειδήσεις που οι διάφοροι ανταποκριτές και ρεπόρτερ ήθελαν να μεταδώσουν σ' όλο τον κόσμο. Σε τέτοιο σημείο, που, για να τηλεφωνήσουν ή να στείλουν ανταπόκριση, οι δημοσιογράφοι έπρεπε να ζητήσουν άδεια από τους πράκτορες της CIA.

Το πτώμα του Τσε το παρουσίασαν στο πλυσταριό του νοσοκομείου, που χρησίμευε σαν νεκροτομείο. Οι κάτοικοι πήγαιναν σιωπηλοί και με μεγάλο σεβασμό μέχρι εκεί.

Η μοναχή Μαρία Μουνιός διηγήθηκε: "Ο Τσε φαινόταν σαν να μην είχε πεθάνει. Υπήρχε μια απόλυτη σιωπή, δεν άκουγα κανέναν να μιλά, ούτε και πιστεύω ότι μιλούσε κανείς. Αυτός, με τα μάτια του να μας κοιτούν, φαινόταν σε όλους μας ζωντανός".

Ο Εουχένιο Ροσέιγ, ένας δάσκαλος που το 1967 ήταν 20 χρόνων, ανέφερε: "Ο κόσμος έδειχνε μεγάλο σεβασμό στο παρελθόν του, στις ικανότητές του, στα ιδανικά του, στον αγώνα του. Γιατί δεν είναι εύκολο να καταλάβει και να συμπεράνει κανείς πώς ένας άνθρωπος, που δεν είχε γεννηθεί στη Βολιβία, είχε έρθει εδώ αναζητώντας καλύτερες λύσεις για την καταπιεσμένη τάξη, που αποτελεί την πλειοψηφία του πληθυσμού. Είχε έρθει, για να μείνει για πάντα ανάμεσά μας. Κι αυτό, ο λαός του Βάγε Γκράντε το εκτιμά...

Πολλοί άνθρωποι εδώ τον σύγκριναν με το Χριστό. Πραγματικά, όταν τον κοίταξα, είδα ότι είχε τα χαρακτηριστικά του αντάρτη κομαντάντε και ξέσπασα σε κλάματα. Πολλοί άνθρωποι έκλαιγαν μαζί μου".

Από την άλλη πλευρά, από την Αργεντινή, τα πρακτορεία ειδήσεων μετέδιδαν ότι οι αρχές δεν επιθυμούσαν με κανέναν τρόπο να μετατραπεί ο τάφος του αντάρτη σε τόπο προσκυνήματος. Γιατί αυτό θα δημιουργούσε ένα νέο πολιτικό πρόβλημα, που θα ερχόταν να προστεθεί στα πολυάριθμα ήδη προβλήματα που είχε ν' αντιμετωπίσει η κυβέρνηση του στρατηγού Ονγκανία. Μία από τις ανταποκρίσεις, πρόσθετε: "Το πιθανότερο είναι ότι ο τάφος του Τσε δε θα γίνει ποτέ γνωστός. Ενας υψηλόβαθμος στρατιωτικός θύμισε ότι για τον ίδιο ακριβώς λόγο δεν αποκαλύφτηκε ποτέ μέχρι σήμερα ο ακριβής τόπος, όπου αναπαύεται η σορός της Εύα Περόν".

Κόβουν τα χέρια του Τσε και εξαφανίζουν το πτώμα

Μετά τη δολοφονία του ηρωικού αντάρτη, ο Πρόεδρος της Βολιβίας δεν μπορούσε με τίποτα να βγάλει από πάνω του το έγκλημα που είχε διαπραχθεί. Ο Μπαριέντος ήξερε ότι οι συγγενείς του Τσε θα ζητούσαν το πτώμα, θα μπορούσαν να αντικρούσουν το πόρισμα της αυτοψίας και να ζητήσουν διευκρινίσεις γύρω από τις συνθήκες και τον τρόπο του θανάτου. Φοβόταν, επίσης, ότι ομάδες Λατινοαμερικανών γιατρών θα έκαναν κάποια κίνηση προς την ίδια κατεύθυνση, δεδομένου ότι είχε πάρει την πληροφορία πως στον Ιατρικό Σύλλογο της Λα Πας γίνονταν τέτοιες κινήσεις. Σ' αυτές τις ανησυχίες, ερχόταν να προστεθεί η παρουσία στη Σάντα Κρους του αδελφού του Τσε, του δικηγόρου Ρομπέρτο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, ο οποίος είχε έρθει από το Μπουένος Αϊρες μαζί με δημοσιογράφους από το "κανάλι 13" της τηλεόρασης της Αργεντινής.

Από την άλλη μεριά, οι πληροφορίες για τη δολοφονία γίνονταν γνωστές σε όλο και περισσότερο κόσμο. Οι αντιφατικές δηλώσεις των υψηλόβαθμων στρατιωτικών, οι παρατηρήσεις των δημοσιογράφων, αλλά και δημοσιογραφικά τηλεγραφήματα που βασίζονταν σε δηλώσεις στρατιωτικών και κατοίκων της Λα Ιγέρα και του Πουκαρά, αποδείκνυαν ότι οι στρατιωτικές αρχές ψεύδονταν για τον τρόπο και την ημέρα του θανάτου.

Ο Μπαριέντος ήθελε να αποφύγει να γίνει το σημείο ταφής του Τσε τόπος προσκυνήματος για τους κατοίκους του Βάγε Γκράντε και για τους επαναστάτες όλου του κόσμου, γι' αυτό και μπροστά στην καθυστέρηση του ερχομού των Αργεντινών ειδικών για την αναγνώριση του πτώματος, διέταξε να κόψουν τα χέρια και το κεφάλι και να αποτεφρωθεί το υπόλοιπο σώμα.

Ο Τότο Κιντανίγια, ο Σαουσέδο Παράδα, οι πράκτορες της CIA Εδουάρδο Γκονσάλες και Χούλιο Γκαμπριέλ Γκαρσία μαζεύτηκαν για να συζητήσουν τον τρόπο εκτέλεσης της διαταγής. Ωστόσο, συμβουλεύτηκαν τον Σεντένο Ανάγια, ο οποίος αποφάσισε ότι έπρεπε να του κόψουν μόνο τα χέρια, για να γίνει η αναγνώριση. Οι πράκτορες της CIA επέμειναν να του κόψουν το κεφάλι, για να το στείλουν στις Ηνωμένες Πολιτείες για εργαστηριακή ανάλυση. Γι' αυτό κάλεσαν τους γιατρούς Χοσέ Μαρτίνες Κάσο και Μοϊσές Αμπραάμ Μπαπτίστα, οι οποίοι αρνήθηκαν, προφασιζόμενοι διάφορους λόγους. Ο γιατρός Μαρτίνες Κάσο μέθυσε πριν την καθορισμένη ώρα και με το μακάβριο καθήκον επιφορτίστηκε ο γιατρός Μοϊσές Αμπραάμ Μπαπτίστα, με τη βοήθεια των πρακτόρων της CIA και του Τότο Κιντανίγια. Μετέφεραν το πτώμα μ' ένα τζιπ ως το στρατώνα του συντάγματος "Πάντο" στο Βάγε Γκράντε. Ηταν ήδη δύο τη νύχτα, 11 του Οκτώβρη.

Οι στρατιωτικοί είχαν τέσσερις δεξαμενές πετρελαίου για την αποτέφρωση, αλλά δεν μπορούσαν να την πραγματοποιήσουν, επειδή έπαιρνε να ξημερώνει και δεν είχαν τον αναγκαίο χρόνο γι' αυτή τη διαδικασία. Φοβόνταν επίσης τη μεγάλη ευαισθησία που προκαλούσαν αυτά τα περιστατικά στους κατοίκους του Βάγε Γκράντε, καθώς και την παρουσία των ξένων δημοσιογράφων και ανταποκριτών. Αυτοί οι παράγοντες τούς ανάγκασαν να τον θάψουν στην ίδια τάφρο που είχε σκάψει ένα τρακτέρ για τους άλλους αντάρτες.

Παρ' όλα αυτά, ο στρατός της Βολιβίας επιμένει στην επίσημη εκδοχή ότι τον αποτέφρωσαν κι ότι οι στάχτες του σκορπίστηκαν στη ζούγκλα.

Στις 11 του Οκτώβρη, έφτασε στη Λα Πας από το Μπουένος Αϊρες η ομάδα των ειδικών, αποτελούμενη από τον επιθεωρητή Εστεμπάν Ρελσχάουσερ, το βοηθό επιθεωρητή Νικολάς Πελικάρι και τον ειδικό στα δακτυλικά αποτυπώματα της Διεύθυνσης Ερευνών της Ομοσπονδιακής Αστυνομίας της Αργεντινής, Χουάν Κάρλος Ντελγάδο, που ανέλαβαν την αναγνώριση του πτώματος.

Αργότερα ο Αντόνιο Αργέδας, υπουργός Εσωτερικών, διέταξε να του παραδώσουν τα χέρια και το εκμαγείο. Τα έκρυψε για κάποιο χρονικό διάστημα, μέχρι να μπορέσει να τα στείλει στην Κούβα, όπου φυλάσσονται.

ΑΥΡΙΟ ΤΟ 28ο ΜΕΡΟΣ

ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΑΤΤΙΚΗΣ
Εκδήλωση για την Ηλέκτρα

Για τα 53 χρόνια από το θάνατο της Ηλέκτρας Αποστόλου ο Δήμος Ηρακλείου Αττικής, σε συνεργασία με τα παραρτήματα της ΠΕΑΕΑ, της ΠΟΑΕΑ, της ΠΣΑΕΕΑ και της Επιτροπής Γυναικών της ΠΕΑΕΑ, διοργανώνει εκδήλωση μνήμης και τιμής. Με την εκδήλωση αυτή τιμούν τις γυναίκες ηρωίδες αλλά και όλους τους αγωνιστές - θύματα του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα.

Η εκδήλωση θα γίνει την Παρασκευή 25 Ιούλη και ώρα 7 μ.μ. στην πλατεία του Ηλεκτρικού Σταθμού Νέου Ηρακλείου.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ