ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 24 Ιούνη 1997
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΓΚΑΒΑΝΑΚΗ, ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΑΔΕΔΥ
Πιλότος γενικότερης επίθεσης

- Η κυβέρνηση Σημίτη επαναφέρει όλο και πιο συχνά το τελευταίο διάστημα την απειλή της άρσης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων με πυκνές δηλώσεις στελεχών της. Πού κατά τη γνώμη σας αποσκοπούν όλα αυτά;

- Η εφ' όλης της ύλης επίθεση της κυβέρνησης ενάντια στους εργαζόμενους στο δημόσιο δεν είναι καθόλου τυχαία. Αποτελεί πρόβα τζενεράλε μιας γενικότερης επίθεσης ενάντια σε όλους τους εργαζόμενους και αποσκοπεί στην παραπέρα υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των δημοσίων υπαλλήλων, στη φαλκίδευση και κατάργηση όσων από τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα τούς έχουν απομείνει, καθώς και στην παραπέρα ενίσχυση του αυταρχισμού και της πολιτικής ομηρίας σε βάρος τους. Η απειλή της άρσης της μονιμότητας, που από το περσινό συνέδριο του "Εκόνομιστ" την εκτόξευσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, αλλά την οποία έχουν συμπεριλάβει και στο διαβόητο "κοινωνικό διάλογο", αποβλέπει στην τρομοκράτηση των δημοσίων υπαλλήλων, στη χειραγώγηση και την καταστολή των αγωνιστικών τους διαθέσεων.

Με το γνωστό σχέδιο ΠΔ, που αναβιώνει την αυταρχική αξιολόγηση, αλλά και με το "νέο" υπαλληλικό κώδικα, με τον οποίο η κυβέρνηση ενεργοποιεί κατασταλτικά αντιδημοσιοϋπαλληλικά μέτρα, οικοδομείται με σύγχρονους όρους ένα αυταρχικό θεσμικό πλαίσιο, ως συμπλήρωμα των πολιτικών λιτότητας της κυβέρνησης.

- Οι "καινοτομίες" που εξήγγειλε η κυβέρνηση σχετικά με το δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα, όπως η επαναφορά του πειθαρχικού δικαίου του 1951, σε συνδυασμό με τις εκθέσεις αξιολόγησης, όπως αυτές περιγράφονται στο σχετικό Προεδρικό Διάταγμα, σε ποια κατεύθυνση κινούνται;

- Οι δηλώσεις του υπουργού Εσωτερικών και Δημόσιας Διοίκησης και του κυβερνητικού εκπροσώπου για πολιτική βούληση σε ό,τι αφορά την εφαρμογή νόμων και διατάξεων με τους οποίους απολύονται και διώκονται οι δημόσιοι υπάλληλοι, αποκαλύπτουν ότι το πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι να εφαρμοστεί ο μετεμφυλιακός υπαλληλικός κώδικας, που με τους αγώνες τους οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν καταργήσει. Απλά θα περιβάλουν αυτόν τον ξεπερασμένο και αντιδραστικό κώδικα με νέο μανδύα για να μπορέσουν να τον εφαρμόσουν. Κύριος στόχος τους είναι η επαναφορά του βαθμολογίου της δεκαετίας του '70 και η σύνδεσή του με το μισθολόγιο μέσω της αξιολόγησης.

Ετσι, θα αναβαθμιστεί το ρουσφέτι, η ημετεροκρατία και κύρια θα ενταθεί η προσπάθεια κηδεμονίας των δημοσίων υπαλλήλων. Με όλα αυτά αποδεικνύεται περίτρανα πως η άλλη όψη των αντεργατικών, αντιλαϊκών αντιδημοσιοϋπαλληλικών μέτρων είναι ο αυταρχισμός, ως μέσο για την επιβολή τους.

- Το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα σχεδιάζει να απαντήσει σε όλα αυτά, με ποιον τρόπο και σε ποια κατεύθυνση;

- Απέναντι σε όλα αυτά είναι ανάγκη να υψωθεί μέτωπο των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και όλων των εργαζομένων, έτσι ώστε να μην καταφέρει η κυβέρνηση να επιβάλει τις αντιλαϊκές επιλογές της.

Απέναντι στο μέτωπο κυβέρνησης και συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών, που συναινούν σε αυτές τις επιλογές, τον κύριο λόγο πρέπει να τον έχει η βάση των εργαζομένων. Ιδιαίτερα που τον τελευταίο καιρό όλο και πιο απροκάλυπτα η φιλοκυβερνητική πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ γίνεται συνένοχη της κυβέρνησης, προωθώντας από κοινού την περικοπή του εφάπαξ, την αμφισβήτηση βασικών δικαιωμάτων όπως η μονιμότητα. Είναι σαφές ότι η επίθεση αυτή της κυβέρνησης δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τμήμα, όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά αφορά όλους, και γιατί πρόκειται για δημοκρατικά δικαιώματα που θίγονται άμεσα, αλλά και γιατί αυτή η επίθεση είναι "πιλότος" για τη γενικότερη έφοδο της κυβέρνησης σε κάθε εργασιακό χώρο.

Π. Κ.


ΔΥΣΑΡΕΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑ;

Αν "διαβάσει" κανείς τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων χρόνων, αλλά και των τελευταίων ημερών, όχι σαν αποτύπωση μιας πραγματικότητας, αλλά σαν καταγραφή κάποιων τάσεων, διαπιστώνει ότι το μέγεθος που αυξάνει σταθερά και με ταχείς ρυθμούς είναι η δυσαρέσκεια των πολιτών για την πολιτική που ακολουθείται σε όλους τους τομείς. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει κανείς και από τις κινητοποιήσεις που αυξάνουν σε αριθμό, πυκνώνουν με τη συμμετοχή χιλιάδων ανθρώπων που θίγονται από την κυβερνητική πολιτική, αποκτούν μαχητικά χαρακτηριστικά σε πολλές περιπτώσεις, πράγμα που σημαίνει ότι δεν αποτελούν την έκφραση μιας απλής δυσαρέσκειας, αλλά μιας αγανάκτησης, μιας διάθεσης για σύγκρουση. Βέβαια, δεν μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι αυτές οι κινητοποιήσεις, όσο κι αν αυξάνονται, είναι ανάλογες με το μέγεθος και την οξύτητα των προβλημάτων που έχουν δημιουργηθεί. Μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού μοιάζουν να βρίσκονται σε ένα σταυροδρόμι χωρίς όμως να αποφασίζουν προς ποια κατεύθυνση θα κάνουν το επόμενο βήμα. Απ' τη μια ο δρόμος της μοιρολατρικής αποδοχής της πραγματικότητας, της άποψης ότι "ο σώζων εαυτόν σωθήτω", ο μονόδρομος όπως τον παρουσιάζουν οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις. Απ' την άλλη ο δρόμος της αμφισβήτησης, της ρήξης, της σύγκρουσης, της ανατροπής αυτής της πραγματικότητας.

***

Το πολιτικό σύστημα που οικοδομήθηκε από το 1974, με κύριο χαρακτηριστικό το δικομματισμό, προέβλεπε σαν βαλβίδα ασφαλείας για τέτοιες καταστάσεις την εναλλαγή, αφού προϋπέθετε ότι τη δυσαρέσκεια από την άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής του ενός κόμματος την εισπράττει το άλλο, που με τη σειρά του έρχεται στην κυβερνητική εξουσία. Για την ομαλή λειτουργία αυτού του σχήματος έπαιξαν σημαντικό ρόλο και οι προσωπικές ικανότητες των "πρωταγωνιστών", τα καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα, τα εκβιαστικά διλήμματα στους ψηφοφόρους. Βέβαια, για να λειτουργήσει αυτό το σχήμα έπρεπε να υπάρχουν έστω και κάποιες πλασματικές διαφορές μεταξύ των δυο κομμάτων, που να δικαιολογούν την εναλλαγή.

Η πολιτική ομογενοποίηση των δυο κυρίαρχων πολιτικών σχηματισμών του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, που συντελέστηκε με εντυπωσιακό τρόπο τα τελευταία χρόνια, εξάλειψε κάθε διαφορά (πραγματική ή τεχνητή) μεταξύ τους και επομένως αδυνάτισε έναν από τους όρους που εξασφάλιζε αυτή τη μεταπολιτευτική ισορροπία του πολιτικού συστήματος. Με λίγα λόγια έπαψαν να υπάρχουν λόγοι να εγκαταλείψει κάποιος το ένα κόμμα για να ψηφίσει το άλλο. Ετσι αυξήθηκαν και αυτοί που αφού δε βρίσκουν διαφορές αρχίζουν να ψάχνουν για "κάτι άλλο". Το γεγονός ότι αυτή η ομογενοποίηση έχει στο επίκεντρό της την "ευρωπαϊκή επιλογή", εξηγεί και το ότι δεν απορροφά μόνο τις διαφορές μεταξύ των δύο "μονομάχων", αλλά και των άλλων κομμάτων που υποστηρίζουν αυτή την επιλογή, με τον ένα ή άλλο τρόπο, όπως ο ΣΥΝ, η Πολιτική Ανοιξη, το ΔΗΚΚΙ, κόμματα που θα ήθελαν ή θα μπορούσαν να παίξουν το ρόλο του "αμορτισέρ" για τους κραδασμούς του συστήματος.

***

Επιστρατεύονται λοιπόν νέες μέθοδοι, νέα επιχειρήματα, νέα τεχνάσματα. Σ' αυτή την εκστρατεία σημαντικό ρόλο ανέλαβαν να παίξουν τα ισχυρά μέσα ενημέρωσης. Η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ενωση χαρακτηρίζεται μονόδρομος, η όποια αντίρρηση επ' αυτού θεωρείται ότι οδηγεί στην "αλβανοποίηση", οι διεκδικήσεις των εργαζομένων θεωρούνται "συντεχνιακού" χαρακτήρα,οι αποφάσεις των Βρυξελλών, του Μάαστριχτ, του Αμστερνταμ είναι θέσφατα, οι κυβερνητικές αποφάσεις χαρακτηρίζονται "οδυνηρές, αλλά απαραίτητες". Δεν αρκεί όμως μόνον αυτό, χρειάζονται και οι πολιτικές "εναλλακτικές προτάσεις". Στα πλαίσια αυτά αρχίζουν οι "κοινωνικοί διάλογοι" και αναζωπυρώνεται, ανάλογα με τις ανάγκες, η συζήτηση για την περιβόητη "Κεντροαριστερά", που δήθεν μπορεί να δημιουργήσει ένα νέο κόμμα, ή ένα νέο "χώρο" όπου θα βρει ανταπόκριση ή δυσαρέσκεια των πολιτών. Γίνεται παραλλήλως προσπάθεια να αναστηλωθεί το κύρος του δεύτερου "εταίρου" του δικομματισμού, με την επένδυση στο πρόσωπο του νέου προέδρου της Νέας Δημοκρατίας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το πρόβλημα έγκειται στη διαχείριση της πολιτικής και όχι στην ίδια την πολιτική. Κατά καιρούς βέβαια, παίζεται και η παράσταση του διαφωνούντων στο ΠΑΣΟΚ για να δοθεί η εντύπωση ότι δεν είναι συμπαγής η υποστήριξη αυτής της πολιτικής και ότι είναι θέμα απλώς εσωκομματικών συσχετισμών.

***

Θα φανεί πόσο αποτελεσματικές θα είναι αυτές οι πολιτικές, ωστόσο δεν μπορούν σίγουρα να ανακόψουν την πορεία των γεγονότων και των εξελίξεων, πολύ περισσότερο των συνεπειών από τις κυρίαρχες επιλογές. Μπορεί να δημιουργούν αυταπάτες, μπορεί να εκβιάζουν τη "συναίνεση", μπορεί να γεννούν προσδοκίες, αλλά σίγουρα δεν μπορούν να μειώσουν την ανεργία, τη φτώχεια, την περιθωριοποίηση και την εξαθλίωση. Μπορεί να καθυστερούν τη σύγκρουση, αλλά δεν μπορούν να τη ματαιώσουν.

Βέβαια, η σύγκρουση αυτή δεν οδηγείται από "αυτόματο πιλότο", η εκδήλωσή της, ο χαρακτήρας της, η έκβασή της δεν είναι αυτόματα προσδιορισμένα. Η επίμονη και επίπονη πολιτική δουλιά, αυτή που δε μένει στην αντιμετώπιση των συνεπειών, αλλά προχωράει και στην ανάγκη αντιμετώπισης των αιτίων, είναι η απαραίτητη προϋπόθεση, που πρέπει να οδηγεί στο να αποκτήσει αυτή η διαπιστωμένη μεγάλη δυσαρέσκεια το πολιτικό της ισοδύναμο, την ολόπλευρη ενίσχυση του ΚΚΕ. Την ενίσχυση της δύναμης που μπορεί να οδηγήσει και να εγγυηθεί τη δημιουργία του κοινωνικοπολιτικού μετώπου πάλης, μοναδικού ρεαλιστικού και πιο γρήγορου δρόμου για πραγματικές αλλαγές στη χώρα μας. Και αυτό όχι για λόγους "πατριωτισμού", αλλά σαν πραγματική απάντηση στις ανάγκες που γεννά η εποχή, σαν μοναδική απάντηση που δίνει αποτελεσματικότητα στην αντίσταση του σήμερα και το κυριότερο, δίνει την προοπτική για το αύριο της αντεπίθεσης.

Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού μοιάζουν να βρίσκονται σε ένα σταυροδρόμι, χωρίς όμως να αποφασίζουν προς ποια κατεύθυνση θα κάνουν το επόμενο βήμα. Απ' τη μια ο δρόμος της μοιρολατρικής αποδοχής της πραγματικότητας, της άποψης "ο σώζων εαυτόν σωθήτω", ο μονόδρομος όπως τον παρουσιάζουν οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις. Απ' την άλλη ο δρόμος της αμφισβήτησης, της ρήξης, της σύγκρουσης, της ανατροπής αυτής της πραγματικότητας



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ