ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 12 Γενάρη 1997
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η απλή αριθμητική της νέας λιτότητας

Απλές αριθμητικές πράξεις επί των επίσημων στοιχείων δείχνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των δημοσίων υπαλλήλων θα δουν για μια ακόμα χρονιά να συρρικνώνονται τα εισοδήματά τους στο όνομα των ...δυσκολιών που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία και χάριν του "προγράμματος σύγκλισης". Η υφαρπαγή του διορθωτικού ποσού για τα εισοδήματα του 1996 που έπρεπε να δώσει η κυβέρνηση βάσει του σχετικού νόμου και η κατάργηση της εισοδηματικής πολιτικής για το '97 διαμορφώνουν μια ακόμα πιο δυσμενή κατάσταση, που κάθε άλλο παρά σώζεται από τις πολυδιαφημιζόμενες "αυξήσεις", που υποτίθεται πως θα δοθούν φέτος. Αλλά, όπως εύστοχα σημειώνουν αρμόδιοι παράγοντες, ακόμα κι αν μέσα στο χρόνο κάποιοι εργαζόμενοι πάρουν ορισμένες ονομαστικές αυξήσεις, στην πραγματικότητα, αυτές - το νέο μισθολόγιο δηλαδή - αποτελούν το εισιτήριο για την αλλαγή του καταστατικού χάρτη που ισχύει στο δημόσιο, τη θεσμοθέτηση της λογικής των "καλών" και "κακών" δημοσίων υπαλλήλων, την ενεργοποίηση συστημάτων δήθεν σύνδεσης μισθών - παραγωγικότητας.

Ιδού, λοιπόν, τι λέει η απλή αριθμητική, όπως φαίνεται και στο σχετικό πίνακα, όπου εμφανίζονται όλες οι κατηγορίες των εργαζομένων με βάση την εκπαίδευση και τα χρόνια προϋπηρεσίας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών:

  • Η στήλη σύνολο αποδοχών αναφέρεται στα εισοδήματα του προηγούμενου μήνα, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών και τα αντίστοιχα της ΑΔΕΔΥ. Αξίζει να σημειωθεί ότι για τους υπαλλήλους υποχρεωτικής εκπαίδευσης η κυβέρνηση εμφανίζει τα εισοδήματα αυτά κατά 10.000 δραχμές μικρότερα (με αποτέλεσμα να μιλά για μεγαλύτερες ..."αυξήσεις"), ενώ εμφανίζει τους υπαλλήλους τεχνικής και πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με μεγαλύτερες αποδοχές (με αποτέλεσμα να μην προκύπτουν οι αυξήσεις που φαίνονται στον πίνακα, αλλά μικρότερες).
  • Το διορθωτικό ποσό 2,5% είναι η διαφορά ανάμεσα στην εξέλιξη του πληθωρισμού και το άθροισμα των αυξήσεων που δόθηκαν, ποσό που η κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να δώσει βάσει του νόμου.
  • Σε περίπτωση που αποφασιζόταν εισοδηματική πολιτική με βάση την αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, θα έπρεπε να δοθούν αυξήσεις μισθών κατά μέσο όρο 6,5%, όσο και οι επίσημες εκτιμήσεις της κυβέρνησης για πληθωρισμό του 1997. Με δεδομένο ότι η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, στην οποία ελπίζει η κυβέρνηση, θα εμφανιστεί περισσότερο στο δεύτερο εξάμηνο του επόμενου χρόνου, χωρίζουμε τις αυξήσεις μισθών που θα έπρεπε να δοθούν το 1997 σε δύο δόσεις, σε 4,5% και 3,8%. Μόνο με τέτοιες αυξήσεις καλύπτεται ο πληθωρισμός του 6,5%.Στις σχετικές στήλες του πίνακα φαίνεται πώς θα έπρεπε να διαμορφωθούν οι κατά κατηγορία αποδοχές την 1η Γενάρη και 1η Ιούλη.
  • Στις τρεις επόμενες στήλες φαίνονται οι απώλειες των μισθών που θα επέλθουν με το νέο μισθολόγιο, αν πάρει κανείς υπόψη του τις τακτικές και εξασφαλισμένες αποδοχές που προβλέπονται από αυτό, χωρίς δηλαδή να υπολογίζεται το "κίνητρο απόδοσης". Εδώ είναι κάτι παραπάνω από οφθαλμοφανής η τεράστια κλοπή που είναι δυνατόν να επιχειρηθεί, αν και θα πρέπει κανονικά να θεωρήσουμε ότι σε πρώτη - τουλάχιστον - φάση οι "εκσυγχρονιστές" δε θα αποτολμήσουν κάτι τέτοιο.
  • Οι τρεις τελευταίες στήλες δείχνουν τις απώλειες των μηνιαίων αποδοχών, με την προϋπόθεση ότι το σύνολο των εργαζομένων θα πάρει "κίνητρο απόδοσης". Είναι φανερό ότι ακόμα και σ' αυτή την περίπτωση ο επίσημα εκτιμώμενος τιμάριθμος ροκανίζει τα εισοδήματα της συντριπτικής πλειοψηφίας των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ υποτίθεται ότι δίνονται - στα πλαίσια της δημιουργίας μισθοδοσίας πολλών ταχυτήτων - ορισμένες αυξήσεις σε υπαλλήλους τεχνικής εκπαίδευσης που έχουν πάνω από 25 χρόνια προϋπηρεσία και για τους πτυχιούχους των ΑΕΙ.

Κ.

ΝΕΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ
Βήμα μετάλλαξης των εργασιακών σχέσεων

Στην ανατροπή κατακτήσεων δεκαετιών και στην άνευ όρων ομηρία των δημοσίων υπαλλήλων, από ένα μηχανισμό συνεχούς πειθαναγκασμού, εκβιασμών και πολιτικής χειραγώγησης, προσβλέπει τώρα το ΠΑΣΟΚ της "εκσυγχρονιστικής" εποχής

Δε σηκώνει δεύτερη κουβέντα. Στο σχέδιο νόμου για το νέο μισθολόγιο ενσαρκώνεται ό,τι πιο αντιλαϊκό και συνάμα ό,τι πιο ύπουλο διαθέτει αυτή τη στιγμή το επιτελείο των "εκσυγχρονιστών" του ΠΑΣΟΚ. Αντικατοπτρίζονται με πλήρη καθαρότητα τα νοσηρά σχέδια των διαχειριστών της εξουσίας, σχέδια που, όπως δείχνουν οι επιλογές τους, εμπεριέχουν ως συστατικό στοιχείο τους την ολομέτωπη επίθεση ενάντια στο σύνολο των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα. Ακόμα και η πρόχειρη ανάγνωση των ρυθμίσεων, που προβλέπονται με το νομοσχέδιο αυτό, οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα πως οι κυβερνώντες αυτή τη φορά δεν αποβλέπουν μόνο στην πλήρη φαλκίδευση της ισχύουσας λογικής του συστήματος μισθοδοσίας. Ακόμα χειρότερα. Δρομολογούν τη μετάλλαξη των εργασιακών σχέσεων των δημοσίων υπαλλήλων προς ιδιαίτερα αντιδραστικές και επικίνδυνες κατευθύνσεις. Επιδιώκουν να οικοδομήσουν ένα δημόσιο που, πολύ περισσότερο από ποτέ, θα απεικονίζει όχι μόνο τη γραφειοκρατία και την αναποτελεσματικότητα σε όλο τους το μεγαλείο, αλλά θα μετατρέψει εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε ομήρους ενός συστήματος, που όμοιό του δεν έχουμε γνωρίσει μέχρι σήμερα. Δε φαίνεται να έχει άδικο από αυτή την άποψη η γνώμη που διατυπώνεται τις τελευταίες μέρες από συνδικαλιστικά στελέχη των δημοσίων υπαλλήλων, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο κατάφερε για μια ακόμα φορά να αποδείξει πως υπάρχουν και χειρότερα από την πλήρη καταλήστευση των εισοδημάτων των μισθωτών. Δίκιο έχουν και ορισμένα στελέχη του αρμόδιου υπουργείου Οικονομικών, που αν και συμμετείχαν - υποστηρίζοντας μάλιστα την ιδέα του νέου μισθολογίου - στην προετοιμασία και επεξεργασία των νέων μισθολογικών κλιμακίων, δεν μπόρεσαν να κρύψουν την έκπληξή τους, όταν διαπίστωσαν τις διατάξεις του νομοσχεδίου που συνόδευαν τους πίνακες μισθοδοσίας.

Η φιλοσοφία του νέου μισθολογίου κινείται σε δύο κύρια κατευθύνσεις. Η πρώτη συμπυκνώνεται στους πίνακες με τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων από την 1η Γενάρη. Στην πραγματικότητα το "νέο" βρίσκεται στην κυβερνητική προσπάθεια να φαλκιδεύσει ακόμα και το υπάρχον σύστημα μισθοδοσίας στο δημόσιο, δημιουργώντας μάλιστα προϋποθέσεις για την επιβολή μακροχρόνιας λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων. Η δεύτερη αφορά το θεσμικό πλαίσιο, τις εργασιακές σχέσεις και την άνευ όρων παράδοση των δημοσίων υπαλλήλων στο ...κράτος του προϊσταμένου.

Εκείνο που πρέπει ν' αναγνωρίσει κανείς στην κυβέρνηση είναι η συνέπεια που επιδεικνύει στην αποφασιστικά σκληρή γραμμή ενάντια στους εργαζόμενους. Και οι ρυθμίσεις που προωθεί σ' αυτόν τον τομέα δεν είναι παίξε γέλαγε. Επιχειρεί "με μια ζαριά" να πάρει πίσω πολύ περισσότερα από εκείνα που με μακροχρόνιους αγώνες κατάκτησαν οι εργαζόμενοι. Δε διστάζει να θέσει υπό αμφισβήτηση κατακτήσεις που η ίδια η πορεία της χώρας επέβαλε στη διαδρομή δεκαετιών. Το ζήτημα εδώ δε βρίσκεται τόσο στο ύψος των μισθών που ορίζονται ανά κλιμάκιο με το νέο μισθολόγιο. Είναι περισσότερο ότι αλλάζει η βάση υπολογισμού των μισθολογικών εξελίξεων, καταργείται ουσιαστικά η ιδέα της εισοδηματικής πολιτικής, ενεργοποιούνται μηχανισμοί, οι οποίοι θα έχουν τη δυνατότητα να ανατρέπουν τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων, θεσπίζονται μέτρα βάσει των οποίων μέρος των εισοδημάτων θα είναι ανά πάσα στιγμή στον αέρα. Να, τι περίπου επιχειρεί η κυβέρνηση με το νέο μισθολόγιο:

  • Αντί να προχωρήσει στην ενοποίηση των αποδοχών των εργαζομένων σε ένα κονδύλι ανάλογα με το εκάστοτε κλιμάκιο, επιβάλλει τον πολυτεμαχισμό τους. Οι τακτικές αποδοχές θα αποτελούνται πλέον από το βασικό μισθό,το χρονοεπίδομα και το επίδομα εξομάλυνσης.Τα τρία αυτά ποσά είναι τα μόνα που θα πρέπει να θεωρούνται εξασφαλισμένα. Η κυβέρνηση εμφάνισε το νέο μισθολόγιο, προσθέτοντας στο κάθε κλιμάκιο και το λεγόμενο κίνητρο απόδοσης,το οποίο όμως - σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοσχεδίου - θα δίνεται με την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος θα εξασφαλίζει κάθε δύο μήνες τη θετική εισήγηση του προϊσταμένου του, αλλιώς θα περικόπτεται.
  • Μειώνει τη βάση επί των οποίων θα υπολογίζονται οι όποιες αυξήσεις θα δίνονται στο μέλλον. Ετσι αντί να υπολογίζεται όπως γίνεται σήμερα επί του αθροίσματος του βασικού, της ΑΤΑ και των χρονοεπιδομάτων, θα δίνεται μόνο επί του βασικού μισθού, ο οποίος καθορίζεται σε σχεδόν εξευτελιστικά επίπεδα.
  • Καθιερώνει την "εξουσία του προϊσταμένου", παραδίνοντας τους δημοσίους υπαλλήλους σε πλήρη αιχμαλωσία σ' ένα σύστημα χειραγώγησης και πειθαναγκασμού, καταδικάζοντάς τους σε μια συνεχή πολιτική ομηρία, με απρόβλεπτες προεκτάσεις και συνέπειες. Ο προϊστάμενος αυτού του δημοσίου, που όλοι γνωρίζουμε τον τρόπο που οικοδομήθηκε και συνεχώς αναπαράγεται, που οι πάντες είναι κοινωνοί του ρόλου που υπηρετεί και του καθεστώτος ανέλιξης που έχει επιβληθεί, αυτός ο προϊστάμενος, που η θέση του είναι πάντοτε υπό αίρεση και εξαρτώμενη από τις πολιτικές σκοπιμότητες που υπαγορεύουν οι κυβερνώντες, θα έχει λόγο - βάσει του νομοσχεδίου - αν ο εργαζόμενος θα πάρει το "κίνητρο απόδοσης". "Κίνητρο" καθόλου ευκαταφρόνητο, αφού ανάλογα με το μορφωτικό επίπεδο ξεκινά από 38.000 δρχ. και φτάνει τις 68.000 δρχ. το μήνα.
  • Ανατρέπει τη λογική της αυτόματης μετάβασης από το ένα κλιμάκιο στο άλλο. Στο εξής και γι' αυτό θα απαιτείται η γνώμη του προϊσταμένου, αφού δε θα γίνεται προαγωγή, "όταν από τις εκθέσεις αξιολόγησης και επιθεώρησης ή και λοιπά στοιχεία του προσωπικού μητρώου του προκύπτουν αμφιβολίες για το κατά πόσο ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του στην υπηρεσία ή η συμπεριφορά του προς τους πολίτες κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας δεν είναι η πρέπουσα".

Εκτός από όλα τα παραπάνω και πολλά ακόμα που θα μπορούσε να επισημάνει κανείς, ένα είναι το βέβαιο: Σε περίπτωση που η κυβέρνηση καταφέρει να "περάσει" το νέο μισθολόγιο, μεγαλώνουν οι ...περιπέτειες που απειλούν τους δημοσίους υπαλλήλους. Γιατί το νομοσχέδιο αυτό δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Πάει πακέτο με το νομοσχέδιο για την κατάργηση των φοροαπαλλαγών, που ήδη βρίσκεται στη Βουλή, με το νομοσχέδιο για τη μείωση των κρατικών δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, με τον ίδιο τον προϋπολογισμό που ψήφισε η κυβέρνηση. Κι όχι μόνο αυτό. Περιέχει ρυθμίσεις που οφείλει κανείς να τις δει μαζί με τις επικείμενες κυβερνητικές ρυθμίσεις για το ασφαλιστικό, που θα αποτελέσουν ακόμα ένα μέτωπο που μεθοδεύει ν' ανοίξει η κυβέρνηση ενάντια στους εργαζόμενους.

Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ

ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Δεν είναι σοσιαλιστική αλλά ... σοσιαλ-ληστρική

Πώς φτάσαμε από το 1982, που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θέσπιζε την ΑΤΑ σαν αμυντικό μηχανισμό ελάχιστης προστασίας των εισοδημάτων από τον πληθωρισμό, στο 1990, που η "κακή" ΝΔ κατάργησε την ΑΤΑ, και στο 1997, που το "νέο" ΠΑΣΟΚ μηχανεύεται τρόπους (όπως το νέο μισθολόγιο) για μεγαλύτερη ληστεία στα εισοδήματα των μισθωτών και συνταξιούχων

Με ρυθμό, ένα βήμα μπρος και δύο βήματα πίσω, κινείται και η εισοδηματική πολιτική στο δημόσιο τομέα, που εφαρμόζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Μέσα στο διάστημα των 15 ετών από τον Οκτώβρη του 1981 μέχρι σήμερα, το ΠΑΣΟΚ - που είχε την ευθύνη διακυβέρνησης για τα 12 περίπου χρόνια - έκανε στροφή 180 μοιρών, και στην οικονομική πολιτική. Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως η εισοδηματική πολιτική που εφαρμόζει την τελευταία τριετία η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, καθώς και αυτή που θέλει να συνεχίσει το 1997 και τα επόμενα χρόνια, είναι όχι σοσιαλιστική, αλλά "σοσιαλ-ληστρική" εισοδηματική πολιτική. Από αυτή τη δήθεν "σοσιαλιστική" εισοδηματική πολιτική, που λεηλατεί τα εισοδήματα των μισθωτών και συνταξιούχων του δημοσίου δεν έχει να ζηλέψει τίποτα η συντηρητική δεξιά αντιλαϊκή εισοδηματική πολιτική που εφάρμοσε και υποστηρίζει η ΝΔ.

Επειδή διανύουμε, ήδη, το δεύτερο δεκαήμερο του νέου έτους 1997 και οι μηνιάτικες αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων ορίζονται με βάση την εισοδηματική πολιτική του 1996 (καθώς το νέο μισθολόγιο που, υποτίθεται, θα εξασφαλίσει αυξήσεις μισθών και συντάξεων είναι στον "αέρα"), αξίζει τον κόπο να κάνουμε μια αναδρομή στις εισοδηματικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν στην τελευταία 15ετία.

Οι μεγάλοι σταθμοί, στην πορεία της εισοδηματικής πολιτικής για την περίοδο 1980 - 1995 - που επηρέασαν θετικά ή αρνητικά τα εισοδήματα των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα και των συνταξιούχων - ήταν:

Η θεσμοθέτηση της ΑΤΑ

Το 1981,όταν, με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην κυβερνητική εξουσία, προαναγγέλθηκε και θεσπίστηκε - από τις αρχές του 1982 - η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή (ΑΤΑ).Είναι αλήθεια πως με την ΑΤΑ και τις αξιόλογες αυξήσεις που δόθηκαν από το Γενάρη του 1982 στους κατώτατους μισθούς και συντάξεις του δημοσίου, ζεστάθηκαν αρκετά οι τσέπες πολλών χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων.Είναι αλήθεια, επίσης, ότι μεγάλο μέρος εκείνων των μισθολογικών τους αυξήσεων το "έφαγαν" οι τσουχτερές αυξήσεις των τιμολογίων των ΔΕΚΟ και των φόρων, που είχε αποφασίσει με τον προϋπολογισμό του 1982 η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Θα πρέπει να θυμίσουμε, για την ιστορία, ότι η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ομολογούσε δημόσια πως στην Ελλάδα έχουμε πληθωρισμό κερδών. Γι' αυτό και καθιέρωσε νομοθετικά την ΑΤΑ σαν αμυντικό μηχανισμό που θα προσφέρει την ελάχιστη προστασία της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων από τον πληθωρισμό (πρόβλεπε αύξηση των μισθών και συντάξεων ανά τετράμηνο, με βάση την άνοδο του επίσημου τιμαρίθμου στο προηγούμενο τετράμηνο). Το 1982, το σύνολο των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού 1982 για μισθούς και συντάξεις αυξήθηκε κατά 35,5% και ο επίσημος πληθωρισμός σε μέσα επίπεδα μειώθηκε από 24,8% το 1981 στο 21,3% το 1982, παρά τις μεγάλες αυξήσεις μισθών και συντάξεων.

Ο ..."ετεροχρονισμός"

Το 1983,η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με υπουργό Εθνικής Οικονομίας τον Γερ. Αρσένη,"έφαγε" τις αυξήσεις που έπρεπε να πάρουν με την τρίτη δόση της ΑΤΑ οι μισθωτοί και συνταξιούχοι του δημοσίου, με τη μέθοδο που βαφτίστηκε σαν ..."ετεροχρονισμός".

Η απαγόρευση αυξήσεων και άλλα τερτίπια

Το καλοκαίρι του 1985,το ΠΑΣΟΚ έκανε το μεγάλο βήμα, στη δεξιόστροφη πορεία οικονομικής πολιτικής, που εκφράστηκε ανάγλυφα με την εισοδηματική πολιτική που απαγόρευε να δοθούν αυξήσεις μισθών και συντάξεων, όχι μόνο στο δημόσιο, αλλά και στον ιδιωτικό τομέα,ενώ παράλληλα προχώρησε σε μεθοδεύσεις για την υπονόμευση του θεσμού της ΑΤΑ, σε μια πορεία προς την πλήρη κατάργησή της. Ενώ, παραμονές των βουλευτικών εκλογών του 1985, καλούσε τους εργαζόμενους να ψηφίσουν ΠΑΣΟΚ "για ακόμη καλύτερες μέρες", με το σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης ακολούθησαν χειρότερες μέρες. ΟΚώστας Σημίτης παρέλαβε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, έχοντας εξασφαλίσει τη στήριξη των Βρυξελλών και του ΣΕΒ, εφάρμοσε με ευλαβική συνέπεια το διετές πρόγραμμα μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων. Ενα από τα βασικά στοιχεία του διετούς προγράμματος λιτότητας, ήταν η αντιλαϊκή εισοδηματική πολιτική που επέβαλε τη δραστική μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων με: α) την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, που απαγόρευε τη χορήγηση αυξήσεων στους μισθούς και συντάξεις, τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Οσοι τόλμησαν να παραβιάσουν αυτή την ανάλγητη εισοδηματική πολιτική, κλήθηκαν να πληρώσουν τα τσουχτερά πρόστιμα. Τέτοιο πρόστιμο επιβλήθηκε και στο "Ρ", με απόφαση που έχει την υπογραφή του Κ. Σημίτη, επειδή έδωσε αυξήσεις στο προσωπικό του! β) τη νόθευση του συστήματος της ΑΤΑ, που - με την εφεύρεση του "εισαγόμενου πληθωρισμού" - μείωνε το ποσοστό αύξησης των μισθών και συντάξεων από την άνοδο του επίσημου τιμαρίθμου, κατά το ποσοστό του εισαγόμενου πληθωρισμού. Αξίζει, για την ιστορία, ν' αναφερθεί ότι το φθινόπωρο του 1987 ο Κ. Σημίτης παραιτήθηκε από υπουργός Εθνικής Οικονομίας, επειδή ήθελε να συνεχιστεί η αντιλαϊκή πολιτική λιτότητας με την παράταση του χρόνου εφαρμογής των μέτρων του προγράμματος "σταθεροποίησης"...

Η κατάργηση της ΑΤΑ

Τον Απρίλη του 1990,που η κυβέρνηση της ΝΔ κατάφερε με την ψήφο του κ. Κατσίκη να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, ο πρώτος νόμος που έφερε στη Βουλή πρόβλεπε την κατάργηση της ΑΤΑ, με το επιχείρημα ότι... αυτό το σύστημα δεν προστατεύει, αλλά υπονομεύει την αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων. Και επικαλέστηκε αυτό το επιχείρημα η ΝΔ, γιατί είχαν φροντίσει στην περίοδο 1985 - 1990 οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ να μετατρέψουν το θεσμό της ΑΤΑ από μηχανισμό προστασίας των μισθών και συντάξεων σε μηχανισμό ...αυτόματης τιμαριθμικής απώλειας.Αν και το ΠΑΣΟΚ, από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είχε καταγγείλει την κυβέρνηση της ΝΔ να καταργήσει θεσμοθετημένη ΑΤΑ, με την επάνοδό του στην κυβερνητική εξουσία τον Οκτώβρη του 1993, αντί να επαναφέρει την ΑΤΑ, συνέχισε την εισοδηματική πολιτική, που συμβάλλει στη λεηλασία των μισθών και συντάξεων.

Η ουσία είναι πως η κατάργηση της ΑΤΑ - ως θεσμού προστασίας της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων - είχε τεθεί στο στόχαστρο του ΣΕΒ, της ΕΟΚ, του ΟΟΣΑ, του ΔΝΤ και άλλων κέντρων στήριξης και υποστήριξης των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων, που ζητούσαν επίμονα την κατάργησή της. Και αξίωναν την κατάργηση της ΑΤΑ, γιατί αποτελούσε, από τη μια, τη βάση διαμόρφωσης της εισοδηματικής πολιτικής στο δημόσιο τομέα (που ήταν οι αυξήσεις γύρω από το ύψος του επίσημου πληθωρισμού) και, ταυτόχρονα, την αφετηρία για τη διεκδίκηση μεγαλύτερων αυξήσεων στον ιδιωτικό τομέα. Τώρα, χωρίς την ΑΤΑ, η εκάστοτε κυβέρνηση ορίζει την εισοδηματική πολιτική, με αυξήσεις - ψίχουλα για τους δημοσίους υπαλλήλους (ορίζονται με υπεραισιόδοξες προβλέψεις για την πορεία του πληθωρισμού, που πάντα κλείνει σε μεγαλύτερα επίπεδα). Και καθώς η εισοδηματική πολιτική του δημόσιου τομέα αποτελεί τον πιλότο, ανάλογη είναι και η εισοδηματική πολιτικού στον ιδιωτικό τομέα.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι η ιστορία έχει αποδείξει πως δεν ισχύει η αντιδραστική θεωρία, πως δήθεν φταίνε οι μισθοί για τον πληθωρισμό. Και αυτό είναι κάτι που τεκμηριώνεται από το γεγονός ότι: Στην πρώτη τετραετία του ΠΑΣΟΚ (1982 - 1985, που δόθηκαν αυξήσεις μισθών και συντάξεων, όσο περίπου και ο πληθωρισμός και ίσχυε μια αρκετά καλή ΑΤΑ), ο πληθωρισμός παρουσίασε πτωτική πορεία. Από 24,5% το 1981 έπεσε το 1984 στο 18,4%. Με την εφαρμογή εισοδηματικής πολιτικής λιτότητας (απαγόρευση μισθολογικών αυξήσεων και νόθευση της ΑΤΑ), ο πληθωρισμός παρουσίασε ανοδική πορεία. Το 1985, που δε δόθηκε η τρίτη δόση της ΑΤΑ, ο πληθωρισμός έκλεισε στο 19,3% και το 1986 που δε δόθηκαν καθόλου αυξήσεις έκλεισε στο 23%!Το ίδιο έγινε και το 1990. Ενώ η κυβέρνηση της ΝΔ κατάργησε την ΑΤΑ και "έφαγε" τις αυξήσεις των μισθωτών και συνταξιούχων για το πρώτο τετράμηνο, ο πληθωρισμός, σε μέσα επίπεδα, ανέβηκε στο 20,4% από 13,7% που είχε κλείσει το 1989.

Και δυστυχώς, τώρα που η ΑΤΑ έχει ...ξεχαστεί και από τα συνδικάτα, κυβέρνηση και βιομήχανοι έχουν βάλει πλώρη για την κατάργηση της Γενικής Εθνικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, που ορίζει τον κατώτατο μισθό και το κατώτατο μεροκάματο, ώστε να μπορούν να μειώσουν σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα την αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων. Στα πλαίσια αυτά, κινείται και το νέο μισθολόγιο, που αφήνει στον αέρα το "επίδομα απόδοσης".

Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ