ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 28 Απρίλη 1996
Σελ. /56
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ - ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Πώς το δημόσιο "καλοτα'ϊζει" τους κερδοσκόπους

Μόνο οι παρεμβάσεις της Τράπεζας της Ελλάδας στη διατραπεζική αγορά, για την άντληση των αδιάθετων και πλεοναζόντων κεφαλαίων κατά το α' εξάμηνο του 1995, στοίχισαν στο δημόσιο γύρω στα 100 δισ. δραχμές

Πόσο τελικά στοίχισε στο ελληνικό δημόσιο (στους Ελληνες εργαζόμενους) η πολιτική των υψηλών τραπεζικών επιτοκίων, του βασικού αυτού μοχλού της πολιτικής λιτότητας; Σύμφωνα με πληροφορίες του "Ρ", μόνο οι παρεμβάσεις της Τράπεζας της Ελλάδας στη διατραπεζική αγορά, για την άντληση των αδιάθετων και πλεοναζόντων κεφαλαίων κατά το α εξάμηνο του 1995, στοίχισαν στο δημόσιο γύρω στα 100 δισ. δραχμές.Στο ποσό αυτό ανήλθαν οι τόκοι που κατέβαλε η Τράπεζα της Ελλάδας - για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου - στα κερδοσκοπικά κεφάλαια που εισρέουν κατά κύματα στη χώρα μας, εκμεταλλευόμενα τα υψηλά ονομαστικά και πραγματικά επιτόκια της ελληνικής αγοράς.

Και το βαρύ αυτό τίμημα το πληρώνουν οι Ελληνες εργαζόμενοι επειδή η εκάστοτε συναλλαγματική πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδας και το ύψος των νέων δανείων που θα πρέπει να χορηγούν οι εμπορικές τράπεζες, πρέπει να είναι συμβατά με τους στόχους του Προγράμματος "Σύγκλισης". Ενα πρόγραμμα, η υλοποίηση του οποίου, δεν απαιτεί μόνο, τη μείωση των εργατικών μισθών και την παράλληλη αύξηση των επιχειρηματικών κερδών. Δεν απαιτεί μόνο, τις κοινωνικές δαπάνες, θυσία στο βωμό του Μάαστριχτ. Επιβάλλει παράλληλα την καταβολή τιμήματος εκατοντάδων δισ. δραχμών και στα κερδοσκοπικά κεφάλαια, τα οποία μέσα από τις οθόνες των χρηματιστηρίων, αναζητούν επικερδείς τοποθετήσεις.

Δυο μέτρα και δυο σταθμά

Αλλά πριν περάσουμε στις παρενέργειες της πολιτικής των υψηλών επιτοκίων,αξίζει να σταθούμε σε ορισμένες πλευρές της σημερινής βαθιά ταξικής οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Η κυβέρνηση αρνείται την ικανοποίηση του αιτήματος των συνταξιούχων για επανασύνδεση της κατώτατης σύνταξης με τα 20 μεροκάματα του ανειδίκευτου εργάτη με το επιχείρημα ότι το κόστος των 120 δισ. δραχμών που απαιτεί η ικανοποίηση του σχετικού αιτήματος, δεν το αντέχει ο κρατικός προϋπολογισμός. Με την ίδια λογική απέρριψε τα αιτήματα των δημοσίων υπαλλήλων για μια αξιοπρεπή εισοδηματική πολιτική, ενώ η λογική της μη αντοχής την οδήγησε να μειώσει τον αριθμό των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης που λαμβάνουν συντάξεις. Αυτά είναι μερικά μόνο παραδείγματα για τον τρόπο που η κυβέρνηση αντιμετωπίζει τα λαϊκά αιτήματα. Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος, είναι η μόνιμη επωδός των απαντήσεών της. Το κράτος δεν έχει χρήματα για να ικανοποιήσει τα αιτήματά σας, ακούνε καθημερινά οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και οι αγρότες που κάθε τόσοκατεβαίνουν στους δρόμους.

Το κράτος όμως έχει και παραέχει χρήματα για να πληρώνει τόκους εκατοντάδων δισ. δραχμών στους κάθε μορφής κερδοσκόπους. Σε ελληνικές και ξένες τράπεζες, σε χρηματιστηριακές εταιρίες, σε εταιρίες αμοιβαίων κεφαλαίων, σε όλους αυτούς, οι οποίοι αφού επέβαλαν την "απελευθέρωση" της κίνησης των κεφαλαίων, επιδίδονται σε μια άνευ προηγουμένου ληστεία σε βάρος των οικονομικά αδύνατων χωρών, αποσπώντας τεράστια ποσά από την παραγόμενη υπεραξία.

Η πολιτική των υψηλών επιτοκίων

Κεντρικός στόχος της οικονομικής πολιτικής των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είναι η μείωση του πληθωρισμού. Δε χρειάζεται να αναφέρουμε ότι, η όποια μείωση του πληθωρισμού επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια, είχε δραματικές συνέπειες στην παραγωγή, στην απασχόληση και τα εισοδήματα των εργαζομένων, μιας και οι δύο κυβερνήσεις δεν είχαν καμιά διάθεση ναπάρουν στοιχειώδη αντιμονοπωλιακά μέτρα ελέγχου των τιμών.Μέτρα τα οποία έχουν κατά καιρούς ληφθεί σε άλλες καπιταλιστικές χώρες.

Ολα αυτά τα παρακάμπτουμε για να παρακολουθήσουμε τη λογική της Τράπεζας της Ελλάδας, στο πώς αυτή εννοεί τη συμμετοχή της στην αντιπληθωριστική πολιτική.

Μείωση του πληθωρισμού και πολιτική των υψηλών επιτοκίων, για την Τράπεζα της Ελλάδας, είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Διατηρώντας υψηλά τα επιτόκια στη διατραπεζική αγορά, το ύψος των οποίων η Τράπεζα της Ελλάδας ελέγχει σήμερα έμμεσα, διατηρεί το κόστος του τραπεζικού χρήματος ακριβό και κατά συνέπεια αποθαρρύνει επιχειρήσεις και καταναλωτές να λαμβάνουν τραπεζικά δάνεια. Ο έλεγχος της πιστωτικής επέκτασης έχει σημασία, γιατί η υπερπροσφορά δανείων αυξάνει τη ζήτηση και ωθεί τις τιμές ανοδικά.

Η "σκληρή" δραχμή

Αλλά και η πολιτική της "σκληρής" δραχμής, της μικρής διολίσθησης δηλαδή της δραχμής ως προς τα ξένα νομίσματα ή ακόμα και η διατήρηση σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, όπως είναι ο στόχος για το 1996, τη μείωση του πληθωρισμού εξυπηρετούν. Διατηρώντας σταθερή τη συναλλαγματική ισοτιμία ως προς το Μάρκο Γερμανίας, ένα νόμισμα που αντιπροσωπεύει μεγαλύτερο ρυθμό παραγωγικότητας και πολύ χαμηλότερο πληθωρισμό από τη δραχμή, η Τράπεζα της Ελλάδας επιδιώκει να μη μεταφερθεί ο εισαγόμενος πληθωρισμός των εμπορευμάτων, από τη Γερμανία στην Ελλάδα. Κάτι που θα συνέβαινε αν η δραχμή ακολουθούσε πολιτική διολίσθησης,για την κάλυψη της διαφοράς του πληθωρισμού.

Η πολιτική των υψηλών επιτοκίων όμως, εξυπηρετεί και την ανάγκη προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων στη χώρα μας. Τα οποία σε διαφορετική περίπτωση δε θα ερχόντουσαν, μιας και το ενδιαφέρον τους για παραγωγικές επενδύσεις στη χώρα μας είναι ανύπαρκτο. Το δέλεαρ για την προσέλκυση των ξένων αυτών κεφαλαίων, κερδοσκοπικών κατά βάση, είναι τα υψηλά - υψηλότατα επιτόκια της ελληνικής αγοράς, τριπλάσια τουλάχιστον από τα αντίστοιχα επιτόκια των ευρωπαϊκών χρηματαγορών.

Παρενέργειες της συγκεκριμένης πολιτικής

Η πολιτική όμως των υψηλών επιτοκίων και της "σκληρής" δραχμής, έχει πολύ επικίνδυνες παρενέργειες, οι οποίες παίρνουν τη μορφή της υψηλής ρευστότητας. Της ύπαρξης δηλαδή αδιάθετων κεφαλαίων τα οποία μη βρίσκοντας πηγή επενδυτικής διεξόδου, πιέζουν τα επιτόκια προς τα κάτω. Μικρότερα όμως επιτόκια, οδηγούν σε μεγαλύτερο δανεισμό, σε αύξηση της ζήτησης, σε αναθέρμανση των τιμών και άρα του πληθωρισμού. Πράγμα απευκταίο. Οπότε παρεμβαίνει η Τράπεζα της Ελλάδας στη διατραπεζική αγορά και "σκουπίζει" όλα τα αδιάθετα κεφάλαια.

Μια παρέμβαση όμως έντοκη και με μεγάλο κόστος. Φτάνει μόνο να σημειωθεί, πως το παρεμβατικό επιτόκιο της ΤτΕ την περίοδο 1993 - 1995 ήταν 20,5%, 17% και 14%. Παρά τη μείωση κατά 6,5 μονάδες μεταξύ 1993 και 1995, το επιτόκιο αυτό θεωρείται από τα υψηλότερα σήμερα στην Ευρώπη. Με αποτέλεσμα η Ελλάδα να έχει μετατραπεί σε παράδεισο των κερδοσκοπικών κεφαλαίων που εδράζονται στα χρηματιστήρια της Ευρώπης και της Αμερικής.Σ' αυτό οφείλονται, κατά ένα μεγάλο μέρος, και τα υψηλά συναλλαγματικά διαθέσιμα, για τα οποία επαίρεται η κυβέρνηση.

Διαβεβαιώνοντας τους κάθε είδους κερδοσκόπους - που θησαυρίζουν επενδύοντας στη "σκληρή" δραχμή και τα υψηλά επιτόκια που προσφέρει το ελληνικό δημόσιο για κρατικούς τίτλους - η ελληνική κυβέρνηση εγγυάται ότι η συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής θα παραμείνει σταθερή. Τους προειδοποιεί δηλαδή ότι μπορούν να κερδοσκοπούν ελεύθερα χωρίς τον κίνδυνο υποτίμησης. Η διαφορά των επιτοκίων μεταξύ της χώρας μας και της υπόλοιπης Ευρώπης, σε συνθήκες "απελευθέρωσης" των κεφαλαίων, έχει καταστεί μια συνεχής αιμορραγία για την Ελλάδα.

Θησαυρίζουν οι κερδοσκόποι

Στα πλαίσια αυτά, οι ξένες τράπεζες εισάγουν αφειδώς κεφάλαια, για βραχυπρόθεσμο διάστημα, εισπράττουν τους υψηλούς τόκους και φεύγουν. Ελληνικές τράπεζες και επιχειρήσεις, δανείζονται σε συνάλλαγμα με επιτόκιο 3- 4και 5% και το εισάγουν στη συνέχεια στη χώρα μας, όπου το επενδύουν με επιτόκιο 14 και 15%. Οι ξένες τράπεζες στη χώρα μας, οι οποίες κερδοσκοπούν από τη διαφορά των επιτοκίων, είχαν χαρακτηριστεί το 1992 από τον τότε διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Τ. Χριστοδούλου σαν "τα πιο κερδοφόρα καταστήματα σε ολόκληρο τον κόσμο".

Στη διαφορά των επιτοκίων στηρίζονται τα κερδοσκοπικά Συνθετικά Σουάπς, που αποτελούν σύνθετη πράξη, δανεισμού σε συνάλλαγμα και τοποθέτησης του δανείου σε προθεσμιακή τοποθέτηση, όπου με τον τρόπο αυτό κερδίζουν τρελά χρήματα. Οι πράξεις Σουάπς τον Ιούλη του 1995 είχαν ανέλθει στο αστρονομικό ποσό των 3 τρισ. δραχμών. Η χώρα μας έχει μετατραπεί σε τοκοφόρο θεό, ο οποίος χρηματοδοτεί με υπεραξία, το σύνολο του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου. Την πρώτη μέρα διαπραγμάτευσης της αξίας της μετοχής του ΟΤΕ, όπου η τιμή της αυξήθηκε στο ανώτερο επιτρεπόμενο όριο του 8%, ξένα κερδοσκοπικά κεφάλαια που "ποντάρησαν" στη μετοχή του ΟΤΕ, ρευστοποίησαν τη μετοχή την ίδια μέρα, αποκομίζοντας κέρδη 8%. Κάτι που στα "σοβαρά" χρηματιστήρια, ούτε στο όνειρό τους θα μπορούσαν να δουν. Την προηγούμενη Δευτέρα, η Τράπεζα της Ελλάδας παρενέβη στη διατραπεζική αγορά και απορρόφησε ρευστότητα 500 δισ. δραχών με επιτόκιο 13,4%.

Ολα αυτά φαντάζουν με παραλογισμό και παραζάλη όπου η ελληνική οικονομία έχει αλυσοδεθεί σε κάποια νέα βουνοκορφή του Καυκάσου και το κερδοσκοπικό κεφάλαιο να της απομυζά κάθε ικμάδα και κάθε ζωτικότητα. Και η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο να μην τολμά να πάρει το οποιοδήποτε μέτρο αποτροπής, αλλά να τρέμει μόνο και μόνο στην ιδέα, ότι θα μπορούσαν να πάρουν μέτρα κατά της "ελευθερίας" της κίνησης κεφαλαίων. Γεγονός που κατά τους παροικούντες την Τράπεζα της Ελλάδας θα ισοδυναμούσε με καταγραφή της χώρας μας στον μαυροπίνακα του διεθνούς χρηματιστικού κεφαλαίου.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

λεζάντα

Κέρδη εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δραχμών διασφαλίζει στα κερδοσκοπικά κεφάλαια η πολιτική της "σκληρής" δραχμής και των υψηλών επιτοκίων



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ