ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 5 Σεπτέμβρη 1996
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Είναι πρόκληση

Τους έχετε ακούσει; Με τη μεγαλύτερη ευκολία επενδύουν τα αντιλαϊκά μέτρα, που κάθε τόσο επιβάλλουν, με το "επιχείρημα" "δεν υπάρχουν χρήματα". Προσπαθούν να επιδράσουν - και σ' ένα βαθμό το καταφέρνουν - απευθείας στη συνείδηση των ψηφοφόρων και να τους εμφυτεύσουν την ιδέα της υποταγής στην άποψη "αυξάνονται τα ελλείμματα" και άρα είναι ...αναγκαίο κακό τα "σκληρά μέτρα", οι "ρήξεις με τα κεκτημένα" κ. ο. κ. Περί των πόρων υποτίθεται πως ερίζουν οι βασικοί εκπρόσωποι του δικομματισμού, περί αυτών εμφανίζονται πως τυρβάζουν και τα άλλα κόμματα, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο πορεύονται από κοινού στο δρόμο της δήθεν "σύγκλισης" με την ΕΕ.

Η αλήθεια είναι πως τα περισσότερα από όσα ακούγονται αποτελούν απροκάλυπτα ψέματα και καιρός είναι να ξεμπερδεύουμε μ' αυτά. Πόροι και κεφάλαια - παρά τους απαράδεκτα χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης - παράγονται στη χώρα και επαρκούν για να εξασφαλιστεί ένα πολύ καλύτερο και ανώτερο επίπεδο διαβίωσης για τους εργαζόμενους της χώρας, το λαό συνολικά. Είναι άλλο θέμα ότι, προκειμένου να εξασφαλιστούν τα υπερκέρδη και ο πλουτισμός, η ανεξέλεγκτη δράση και τα αστρονομικά επίπεδα συσσώρευσης μιας χούφτας εκπροσώπων της ολιγαρχίας, εφαρμόζεται μια τέτοια πολιτική που το αποτέλεσμα της οικονομικής δραστηριότητας εμφανίζεται όλο και πιο ελλειμματικό.

Είναι τεράστιο ψέμα πως για τα ελλείμματα έχουν την παραμικρή ευθύνη οι εργαζόμενοι της χώρας, οι οποίοι παρά τη συνεχή υποβάθμιση των συνθηκών ζωής, τη συνεχή λιτότητα, την ανεργία καλούνται και πάλι - από ΠΑΣΟΚ και ΝΔ - να πληρώσουν το μάρμαρο. Η εργατική τάξη και οι άλλοι εργαζόμενοι, αυτοί δηλαδή που κατά κανόνα καταναλώνουν και ρίχνουν στην αγορά το σύνολο των εισοδημάτων τους, όχι μόνο δεν ευθύνονται, αλλά είναι και εκείνοι που αποτελούν κατ' αποκλειστικότητα τα υποζύγια κάθε προσπάθειας κάλυψης των ελλειμμάτων. Τα επίσημα στοιχεία για τη φορολογική τους επιβάρυνση, και μόνο, δίνουν την απάντηση, από όποια σκοπιά και αν τα εξετάσει κανείς.

Εντελώς ενδεικτικά μπορεί ν' αναφέρει κανείς τρία πράγματα: Πρώτον, ότι ο μέσος μισθωτός πληρώνει πολύ μεγαλύτερο φόρο από το μέσο επιχειρηματία, με αποτέλεσμα για την εφορία ευημερούντες να θεωρούνται οι εργαζόμενοι και ...πένητες οι βιομήχανοι. Είναι γνωστό ότι πέρσι οι εφορίες θεωρούσαν πως ο μέσος μισθός των μισθωτών ήταν 215.928 δραχμές το μήνα και των εμποροβιομηχάνων 200.000 δρχ. Δεύτερον, είναι πλέον πασίγνωστο πόσο κίβδηλο είναι το επιχείρημα ότι δεν επιβάλλονται νέοι φόροι, τη στιγμή που κάθε χρόνο - και εξαιτίας της άρνησης των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ να τιμαριθμοποιήσουν τη φορολογική κλίμακα - οι εργαζόμενοι για ίδιου επιπέδου εισοδήματα πληρώνουν πολύ μεγαλύτερους φόρους. Ας αναλογιστούμε μόνο ότι μισθωτοί και συνταξιούχοι πληρώνουν το 62% των άμεσων φόρων και οι εμποροβιομήχανοι μόλις το 21%. Τρίτον, η εμμονή του δικομματισμού να διατηρεί την αντιλαϊκή σχέση έμμεσων - άμεσων φόρων έχει ως αποτέλεσμα ολόκληρο το εισόδημα των εργαζομένων (το οποίο κατά τεκμήριο καταναλώνεται στο σύνολό του) να επιβαρύνεται με έμμεσους φόρους περίπου 15%, τη στιγμή που οι μεγαλοεπιχειρηματίες ουσιαστικά δεν έχουν συμμετοχή στους έμμεσους φόρους, μια και την όποια κατανάλωσή τους την εμφανίζουν σαν επιχειρηματική δραστηριότητα και τους επιστρέφεται ο ΦΠΑ.

Το βέβαιο πάντως είναι ένα: Οπως και να προσεγγίσει κανείς το θέμα των υπαρχόντων ή όχι πόρων, είναι κάτι παραπάνω από πρόκληση να αντιμετωπίζει τους μισθωτούς και τα άλλα λαϊκά στρώματα σαν πηγή άντλησής τους. Και είναι πρόκληση όχι μόνο επειδή τα περιθώρια για παραπέρα οικονομική αφαίμαξή τους έχουν εξαντληθεί, αλλά και επειδή - όπως έχει αποδειχτεί τουλάχιστον μια δεκαετία τώρα - αυτή η επιλογή απλά διευρύνει και επιτείνει τα προβλήματα που υπάρχουν στα δημοσιονομικά, κάνοντας ταυτόχρονα τους πλούσιους πλουσιότερους και τους φτωχούς φτωχότερους.

Κ.

ΤΡΑΠΕΖΕΣ - ΕΠΙΤΟΚΙΑ
Αρπαξαν 165 δισ. από τις λαϊκές αποταμιεύσεις

Από 11,25 μέχρι 11,5% πλέον τα επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου. Η άλλη όψη του επιχειρήματος για την πτώση των επιτοκίων

Τουλάχιστον 165 δισεκατομμύρια δραχμές αφαίρεσαν οι τραπεζίτες από τις λαϊκές αποταμιεύσεις, μέσα σε ένα μόνο χρόνο, με τη μέθοδο της συνεχούς και απότομης μείωσης των επιτοκίων στους λογαριασμούς ταμιευτηρίου. Για κάθε μισή μονάδα μείωσης των επιτοκίων αυτών οι τραπεζίτες στην κυριολεξία αρπάζουν από τις αποταμιεύσεις - κύρια των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, αφού αυτοί διατηρούν παρόμοιους λογαριασμούς - περίπου 55 δισεκατομμύρια δραχμές, ποσό που μετατρέπεται σε "καυτό χρήμα", που μένει στα θησαυροφυλάκιά τους. Στην πραγματικότητα η λεηλασία των λαϊκών αποταμιεύσεων με αυτόν τον τρόπο αποτελεί και την άλλη όψη του κυβερνητικού επιχειρήματος "πέφτουν τα επιτόκια", άρα η οικονομία πάει καλά.

Πριν ακριβώς από ένα χρόνο το βασικό επιτόκιο για τις καταθέσεις ταμιευτηρίου ήταν 13%, ενώ σήμερα έχει ήδη "πέσει" και κινείται από 11,25% (Αλφα Πίστεως και CITIBANK) μέχρι 11,5% (στις υπόλοιπες). Το σύνολο των καταθέσεων ταμιευτηρίου σε όλες τις τράπεζες της χώρας τον Ιούλη ήταν περίπου 11 τρισεκατομμύρια δραχμές. Με επιτόκιο 13% οι συνολικοί τόκοι που αναλογούν είναι ύψους 1,43 τρισ. Ομως σήμερα που οι τράπεζες έχουν ουσιαστικά ολοκληρώσει τον δεύτερο κύκλο μείωσης των επιτοκίων ταμιευτηρίου, αναλογούν τόκοι 1,265 τρισ. δρχ. ή κατά 165 δισεκατομμύρια λιγότερο από τους τόκους που όφειλαν οι τράπεζες να δώσουν πέρσι τέτοια εποχή.

Ακόμα ένα ενδεικτικό στοιχείο της κερδοσκοπίας των τραπεζών σε βάρος των μικροκαταθετών - στοιχείο που καταρρίπτει και το επιχείρημα ότι τα επιτόκια κινούνται αποκλειστικά ανάλογα με την πορεία του τιμαρίθμου - είναι και η σχέση ανάμεσα στα επιτόκια και τον πληθωρισμό. Ετσι για παράδειγμα τον προηγούμενο Δεκέμβρη, το μέσο επιτόκιο ταμιευτηρίου ανερχόταν σε 13%,ενώ ο πληθωρισμός "έτρεχε" με ρυθμό 8,3%. Η απόδοση μιας κατάθεσης δηλαδή ήταν περίπου 5 μονάδες πάνω από τον επίσημο πληθωρισμό, ενώ σήμερα που ο επίσημος τιμάριθμος είναι 8,8% τα επιτόκια είναι μόλις 2,7 μονάδες πάνω. Αν μάλιστα αναλογιστεί κανείς ότι επί των τόκων επιβάλλεται και φορολογία 15%, τότε η πραγματική απόδοση των καταθέσεων ταμιευτηρίου σήμερα δεν είναι ούτε καν 1%!

Αντικειμενική ... κοροϊδία

Το δούλεμα με τα "αντικειμενικά κριτήρια" εξόντωσης των επαγγελματοβιοτεχνών δεν έχει τέλος. Μέχρι προχτές, κυβέρνηση και ΝΔ κορόιδευαν τους ΕΒΕ και ο μεν αρχηγός της ΝΔ προανάγγειλε την κατάργησή τους η δε κυβέρνηση, υπεραμυνόμενη των επιλογών της, αράδιαζε τα γνωστά - περί κοινωνικής δήθεν δικαιοσύνης - ψευτοεπιχειρήματά της.

Ηρθε, λοιπόν, ο Γ. Παπανδρέου και - σα να μην τρέχει τίποτα - δήλωσε πως τα "αντικειμενικά" κριτήρια θα καταργηθούν, όταν ...μηχανοργανωθεί το υπουργείο Οικονομικών.

Μπορεί ο Γ. Παπανδρέου να δίνει την εντύπωση πως δεν ξέρει και πολλά πράγματα από την οικονομική πολιτική, αλλά καλό είναι να μην ξεχνάμε πως έχει σημαντική πείρα στα θέματα παιδαγωγικών προγραμμάτων και ειδικά της εισαγωγής της Πληροφορικής στην παιδεία, μέσω φορέων, όπως για παράδειγμα το Ιδρυμα Μελετών Λαμπράκη. Σε ό,τι αφορά τα περί μηχανοργάνωσης των υπηρεσιών του υπουργείου, ας ρωτήσει κάποιον αρμοδιότερο να μάθει πώς "Κοκαλώνουν" τα διάφορα προγράμματα, ώστε στο μέλλον να αποφεύγει τις νάρκες.

Για το θέμα των "αντικειμενικών κριτηρίων", ας σταματήσει επιτέλους η κοροϊδία. Οι επαγγελματοβιοτέχνες και οι έμποροι τους έχουν πάρει, ήδη, χαμπάρι...

ΚΑΥΣΙΜΑ
Νέες αυξήσεις με πρόσχημα το Ιράκ

Αυξημένες κατά 0,60 δρχ. το λίτρο και 2,90 δρχ. το λίτρο, αντίστοιχα, θα είναι από σήμερα οι τιμές λιανικής πώλησης των βενζινών και του ντίζελ. Σύμφωνα με ανακοίνωση της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου (ΔΕΠ), οι αυξήσεις στα υγρά καύσιμα οφείλονται στην αύξηση των διεθνών τιμών της βενζίνης κατά 2,8 δολάρια το μετρικό τόνο και της τιμής του ντίζελ κατά 12,25 δολάρια το μετρικό τόνο.

Οπως εκτιμούν παράγοντες της ΔΕΠ, οι σημερινές αυξήσεις είναι πολύ πιθανό να σημάνουν ένα νέο κύκλο συνεχών ανατιμήσεων των τιμών των υγρών καυσίμων, με πρόσχημα, αυτή τη φορά, τις υπαρκτές κατά τα άλλα ανοδικές τάσεις που επιφέρουν στις διεθνείς τιμές οι τυχοδιωκτικές επιθέσεις των ΗΠΑ κατά του Ιράκ και το σχετικό εμπάργκο που επιβλήθηκε. Αποτέλεσμα της πρώτης αμερικανικής επιδρομής ήταν η ανατίμηση του αργού πετρελαίου κατά δύο δολάρια το βαρέλι. Η αναταραχή στις αγορές πετρελαίου συνεχίστηκε και χτες, αν και σημειώθηκε μείωση κατά 1 δολάριο το βαρέλι και η τιμή του αργού διαμορφώθηκε στα 21,79 δολάρια.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ