Του Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ
Και όμως συνέβη και αυτό! Και για όσους, βέβαια, η λέξη ήταν γνωστή, κανένα πρόβλημα. Την άκουγαν ακόμα μια φορά για να την εμπεδώσουν. Για μένα, όμως; Και για σας, επίσης, ταλαιπωρημένοι μου σύντροφοι, που παλεύουμε να δαμάσουμε την απέραντη ελληνική γλώσσα; Για μας, που κάθε μέρα μετράμε τις νεόκοπες λέξεις να εισβάλλουν στο σώμα και το αίμα αυτής της γλώσσας; Εμείς που αντιλαμβανόμαστε πως αυτό το τέρας που λέγεται "ελεύθερη αγορά" φέρνει μαζί με τα εμπορεύματά του και τις λέξεις, που σιγά σιγά χτίζουν ύπουλα, αλλά σταθερά, το νέο μας νεοελληνικό λεξιλόγιο. Εμείς που καταλαβαίνουμε πως, όσο φτωχαίνει η κοινωνία, φτωχαίνουν και οι σκέψεις και αναγκαστικά φτωχαίνουν και οι λέξεις. Εμείς που καταλαβαίνουμε πως οι εχθροί των οραμάτων είναι και εχθροί της γλώσσας και πως όσο τα οράματα ανατρέπονται, τόσο ανατρέπονται και οι γλώσσες.
Εμείς, λοιπόν, που ξέρουμε καλά πως, αν συνεχίσουμε να κλεινόμαστε στον εαυτό μας και δεν ακούμε τα ποτάμια της κρίσης, που κυλούν λίγο πιο πέρα από μας, θα χάσουμε σιγά σιγά και τις λέξεις από μέσα μας, τι να κάνουμε, που θα έλεγε και ο Lenin; Να ξεσπάσουμε κι αυτή τη φορά σε οδυρμούς, καταγγέλλοντας τη "λεξιπενία" της νεολαίας και την αδυναμία των δασκάλων μας; Να θυμηθούμε τα παλιά καλά παιδικά μας χρόνια, τότε που μαθαίναμε να χειριζόμαστε σωστά την ελληνική γλώσσα και οι λέξεις μας ήτανε φρεσκοπλυμένες και άψογες; Η μήπως θα έπρεπε ακόμα μια φορά να θυμηθούμε τα αρχαία ελληνικά και να καταραστούμε αυτούς που πήραν την εφιαλτική απόφαση, για να τα καταργήσουν;
Και αυτό είναι το πρόβλημα: αλλάζουν οι λέξεις, ενώ η γλώσσα ως σύστημα δομημένο αιώνες τώρα, οι κανόνες που τη συντηρούν και την υποστηρίζουν μένουν οι ίδιοι, τα αξιώματα και τα θεωρήματά της μένουν και αυτά τα ίδια. Είναι μοιραίο, λοιπόν, οι αντιφάσεις μέσα στη γλωσσική μας περιπέτεια να πολλαπλασιάζονται. Και έτσι να φαίνεται πως ο λόγος μας φτωχαίνει, γιατί απομακρυνόμαστε από τα δασκαλίστικα στηρίγματά του. Μεγάλο και επικίνδυνο λάθος αυτή η αντίληψη. Λάθος επιστημονικό και ιστορικό. Και είναι λάθος, γιατί ενώ τη γλώσσα μας τη στηρίζει επίσημα, τυπικά δηλαδή, η παραδοσιακή διδασκαλία, ώστε να έχουμε την εντύπωση πως ασκείται έτσι κι αλλιώς το εθνογλωσσικό μας καθήκον, τους εσωτερικούς της αρμούς, τα κρυφά και επικίνδυνα ρήγματά της, τις καινούριες ατίθασες και επαναστατικές λέξεις της τις φροντίζουν οι πετροπόλεμοι της αγοράς. Οι διαφημίσεις, τα μοντέρνα περιοδικά, οι υποτιτλισμοί των κινηματογραφικών έργων, οι χαζοχαρούμενοι παρουσιαστές και οι διάφοροι "φλούφληδες" των δακρύβρεχτων σίριαλς παράγουν καθημερινά, όχι μόνο τη φόρμα των νέων λέξεων, αλλά και το περιεχόμενό τους. Οσο, λοιπόν, το σχολείο μένει απολίτικο και μακριά από τα κοινωνικά μας δράματα, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με την παραγωγή μιας νεόκοπης κοινωνικής γλώσσας. Δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με την παραγωγή των νεόκοπων κοινωνικών λέξεων. Των λέξεων, που μπορεί να μη σέβονται τη γλωσσική μας παράδοση, είναι κοντά όμως εκεί που παίρνονται και διατυπώνονται οι αποφάσεις της καθημερινής λάτρας, γι' αυτό ίσως να είναι και πιο αληθινές!
Να τι να κάνουμε, λοιπόν, να βάλουμε κάτω τους "κατινισμούς", που ξεπηδούνε από κάθε γωνιά της ρηγματωμένης κοινωνίας μας και να τους ψάξουμε. Κι ας μη μας κρατήσουν κακία οι Κατινίτσες και οι Κατερινούλες, οι Κατερίνες και οι Κατίνες, ούτε να θυμώσουν γι' αυτό, αντίθετα, μάλιστα, ας χαρούν. Ας χαρούν, που το όνομά τους, έστω και με τη βοήθεια μιας απλής σύμβασης, μας δίνει τον τρόπο, για να κατασκευάσουμε έναν ορισμό που θα μας παραπέμπει στην ελαφρότητα και τη μικροπρέπεια, την έλλειψη βάθους και την περιφρόνηση της αλήθειας. Θα μας παραπέμπει στη συμπεριφορά κείνη, που το εφιαλτικό παιχνίδι του δικομματισμού, η "τρίλιζα" της προεδρολογίας και η μεταφυσική της κυβερνητικής μας πολιτικής θα καταφέρουν σιγά σιγά, όχι μόνο να την εγκαταστήσουν σαν ένα πρότυπο εθνικής κουλτούρας, αλλά και σαν μια αστέρευτη πηγή νέων λέξεων, που δε θα σέβονται, ούτε τη γλωσσική μας παράδοση, αλλά, προπαντός, ούτε την αλήθεια.
Είναι καιρός να αντιληφθούμε με άλλον τρόπο τη δουλεία των γραμματικών κανόνων και το βάσανο της συντακτικής κυριαρχίας. Είναι καιρός να βρούμε τις ρίζες της γλώσσας και κει να μελετήσουμε τον τρόπο που γεννιούνται οι λέξεις
Του Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ
Το "θέμα", έτσι που το 'βαλε η δασκάλα - για να το γράψουνε στις γιορτές - ήταν, "πού περάσατε τις διακοπές"; Βέβαια, ο τίτλος ήταν "σχήμα λόγου", αφού το σχολείο βρισκόταν σε κάποιο μικρό - φτωχό φυσικά - χωριό της Ελασσόνας και τα παιδιά όλα της "Εκτης Δημοτικού". Πού θα πήγαιναν;
Ομως, ετούτα τα διαόλια, ξεπερνώντας σε "φαντασία" ακόμα και τον ποιητή, που "ταξίδευε", βλέποντας "τα καράβια τα καημένα", να κουνιούνται στο λιμάνι δεμένα, έκαναν - και αυτά - τα δικά τους ταξίδια. Στις εκθέσεις τους, φυσικά! Πώς να το κουνήσουν απ' το χωριό;
Μετά τις γιορτές - που μαζεύτηκαν - κάθισαν όλοι και τις διάβασαν. Μία μία. Ο καθένας τη δική του. Και η δασκάλα άκουγε. Τι φαντασία - και τι "ψέμα" - μπήκε μέσα στην τάξη. Ο Αίσωπος έσκισε το δίπλωμά του και - κατατρομοκρατημένος - το 'βαλε στα πόδια!
Ομως, και στον "εσωτερικό τουρισμό" δεν τα πήγανε πίσω. Ο,τι βλέπουνε στην τηλεόραση, το κάνανε "κτήμα" τους. Ετσι γράψανε για ιστορίες αγάπης, για θρίλερ, ακόμα και σε εκπομπές με πολιτικές συζητήσεις είχανε - στις διακοπές τους - πάρε - δώσε! Λάβανε μέρος στο "Φαντάστικο", μιλήσανε με τον υδραυλικό του "Λαβ Σόρι". Κάνανε, τέλος πάντων, ό,τι κάνουνε τα σαράντα τόσα κανάλια!
Μόνο ο Θανάσης δεν έλεγε τίποτα.
"Θανάση, έμεινες ο τελευταίος".
"Είπα, δε θέλω να τη διαβάσω!".
"Μα όλοι διάβασαν τις δικές τους".
"Είπα, εγώ δε θέλω, να!", και δίνει μια και τη σχίζει.
Η δασκάλα έδιωξε - προσεχτικά - όλους τους άλλους και τον πήρε παράμερα."Δεν έπρεπε να το κάνεις, αυτό. Τι έχεις;".
"Τίποτα".
"Πώς τίποτα;".
"Ετσι, τίποτα! Γιατί εγώ, λες, δεν μπορώ να γράψω ψέματα;", ξέσπασε.
Η δασκάλα, μόλις έμεινε μόνη της, μάζεψε ένα ένα τα σχισμένα χαρτάκια και τα ένωσε. Η - αληθινή - έκθεση του Θανάση σώθηκε.