ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Μάρτη 2000
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη

Από τις εκλογές τις Ευρωεκλογές και δω πέρασαν κιόλας μήνες. Σ' αυτό το διάστημα, η πολιτική ζωή του τόπου μας σημαδεύτηκε από πολύ σημαντικά γεγονότα. Δε θα ήτανε υπερβολή, αν λέγαμε πως τα γεγονότα αυτά θα αποτελούν από δω και πέρα ένα σημείο αναφοράς στην πολιτική μας επιχειρηματολογία, κάθε φορά που θέλουμε να υποστηρίξουμε πως οι συνεργασίες στο πολιτικό πεδίο με όσους συμφωνούν μαζί σου, έστω κι αν είναι ο «σατανάς», όπως είπε κι ο Λένιν, δεν είναι αναγκαστικά ένας σκόπιμος συμβιβασμός. Μπορεί να είναι και μια τολμηρή τακτική υπέρβασης των άγονων αντιπαραθέσεων με χαρακτήρα άκρως επαναστατικό! Τώρα, λοιπόν, που πλησιάζουν και πάλι οι εκλογές και το ΚΚΕ ξαναπαίρνει το δρόμο της προεκλογικής του προσπάθειας. Τώρα, που καλεί κι αυτό, όπως και οι πολιτικοί του αντίπαλοι, το λαό, για να πιάσει μαζί του το δύσκολο διάλογο της ενημέρωσης, αυτή η πολιτική επιχειρηματολογία πρέπει να 'ρθει στο προσκήνιο. Να σημαιοστολιστεί και να φωτιστεί.

Ας πάνε αυτή τη φορά οι ρήτορες ένα βήμα πίσω. Ας χαμηλώσουν οι τόνοι των πρωταγωνιστών και των ηρώων. Αυτή τη φορά, αν πιστεύουμε, βέβαια, πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια σύγκρουση κρίσιμη και αποφασιστική, ο προεκλογικός διάλογος πρέπει ν' αφήσει τα γνωστά καλούπια της αποστήθισης και της θριαμβολογίας και να είναι πρώτ' από όλα «ΛΟΓΟΣ». Ενας λόγος πολιτικός, εκλαϊκευτικός και αποκαλυπτικός. Για να μπορεί να περιγράφει με λεπτομέρειες, ν' απαντάει με αμεσότητα και ν' αποστομώνει τις αντίπαλες βωμολοχίες. Ν' απαντάει, όμως, και στις σύμμαχες αντιρρήσεις. Ν' απαντάει σε όσους δεν αντιλήφθηκαν σωστά τις τολμηρές προτάσεις του ΚΚΕ, που φέρνει μπροστά στο λαό το όραμα μιας άλλης πολιτικής. Μιας πολιτικής, που ξεκινάει μέσα από τα προβλήματά του και καταλήγει στην ελπίδα της εξουσίας. Προτάσεις, ακόμα, που φέρνουν το λαό αντιμέτωπο με την ουσία των πραγμάτων, προκαλώντας τον να την πλησιάσει, να συνειδητοποιηθεί μέσα από αυτήν και να σκοπεύσει. Και ο στόχος, στην περίπτωση αυτή, θα είναι η συγκρότηση ενός μετώπου, που θ' αντισταθεί στις ακατάσχετες φλυαρίες των μονομάχων. θα πει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Θα μιλήσει πολιτικά, με άλλα λόγια.

Γιατί είναι αλήθεια πως υπάρχουν πολλοί, που προσπάθησαν να εξηγήσουν τις πολιτικές επιλογές του ΚΚΕ, μέσα από σχηματοποιημένες προσωπικές αναλύσεις. Μέσα από μονολόγους προσωπικούς, που πότε καταλήγουν σε συναισθηματικά ξεσπάσματα και πότε σε συντηρητικές, άκρως αντικομμουνιστικές, επανατοποθετήσεις. Γι' αυτό σκέφτομαι, και θέλω να το υπογραμμίσω με το σημερινό μου σημείωμα, πως δε φτάνει απλώς να δείξουμε με χρώματα και με σχήματα πως εμείς πάμε μπροστά και όλοι οι άλλοι μας ακολουθούν! Ούτε πάλι χρειάζεται, γιατί δε φτάνει κι αυτό, να κομπιάζουμε μπροστά σ' αυτούς, που μας μιλούνε για την ξεχασμένη επανάσταση και τις διαγραμμένες λέξεις. Ν' απολογούμαστε και να καταφεύγουμε σε βιαστικές αναλύσεις, που ίσως αύριο ή μεθαύριο δε βγούνε αληθινές. Τώρα είναι ανάγκη να πάμε ένα βήμα μπροστά και να μιλήσουμε για μια άλλη επανάσταση, που δεν τη σκεπάζουν ματωμένες σημαίες, ούτε την κρύβουν νύχτες συνωμοσίας. Είναι μια άλλη επανάσταση, που ξεσπάει κάθε μέρα, σε κάθε χιλιοστό της ζωής μας, ανάμεσα στα μικρά βήματα του σημειωτόν, που δε μας πάνε πουθενά. Μας καθηλώνουν μονάχα σε εικόνες παλιές, μπροστά σε συριγμούς απελπισίας και δισταγμών. Να μιλήσουμε για την επανάσταση, που ξεσπάει κάτω από το μαξιλάρι του καθένα μας. Που ξεσπάει μπροστά σε κάθε απόφαση, σε κάθε επιλογή. Είναι μια άλλη επανάσταση αυτή, όπως είναι μια γροθιά πάνω στην κόψη του μαχαιριού. Οπως είναι μια δυνατή φωνή μέσα στην ησυχία της κεκτημένης ρουτίνας.

Φυσικά, οι άλλοι θα καμωθούν πως δεν την ακούν αυτή τη φωνή, ούτε την αναγνωρίζουν ανάμεσα στις άλλες, που δε λένε τίποτα, ούτε και ορίζουν τίποτε, άλλοι. Εμείς θα επιμείνουμε, όμως. Θα τολμήσουμε κι αυτή τη φορά, για να μπούμε βαθιά στις ρωγμές που γεμίζει κάθε μέρα η ζωή, κι από κει ν' αντλήσουμε τα επιχειρήματα του προεκλογικού μας λόγου. Και είναι βέβαιο πως θα νικήσουμε!


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Για το Δίκιο, για τη Λευτεριά, για τον Ανθρωπο

Συζήτηση με τον Τίτο Βανδή

«Οταν άρχισα να γράφω, το 'κανα χωρίς να ξέρω ακριβώς γιατί. Πρέπει να ήμουν στενοχωρημένος και απογοητευμένος. Θα σκέφτηκα, τόσα χρόνια στο ταξίδι για την Ιθάκη, πού είναι οι "περιπέτειες", πού είναι οι "γνώσεις"; Είχα περιπέτειες, είχα εμπειρίες. Ας τις βάλω στο χαρτί. Και καθώς θα γράφω την πορεία μου στη ζωή και το θέατρο, θα πω και τις ιδέες μου για την πολιτική και για τον ηθοποιό. Θεωρία και πραγματικότητα. Χωρίς όμως και να γίνει το γραπτό αυτό θεωρία ή μελέτη».

Ετσι απλά, και με το χέρι στην καρδιά, ο Τίτος Βανδής ξεκίνησε για να συναντηθεί και να κουβεντιάσει με τους φίλους, χωρίς πρόθεση να θεωρητικολογήσει, να αναλύσει, να υποδείξει. Το βιβλίο, με τίτλο «Κουβέντα με τους φίλους μου» (εκδόσεις «προσκήνιο» - Αγγελου Σιδεράτου), δεν είναι μια τυπική βιογραφία, αλλά μια πραγματικά δυνατή αναγνωστική ιστορία, μυθιστορηματικής αξίας δημιούργημα, με μια εκπληκτική ισορροπία συναισθημάτων, που περνά λες με μαεστρία από τη συγκίνηση στο χιούμορ. Ο τρόπος που αποτυπώνει ο Τίτος Βανδής την ιστορία του μοιάζει με τα μεγάλα έργα, που ακροβατούν ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό, μοιάζει με τη ζωή την ίδια, γι' αυτό είναι αληθινό. Και αν κάποιος γνωρίζει τον Τίτο Βανδή, καταλαβαίνει ότι δεν κόπιασε να πετύχει κάτι τέτοιο, γιατί πολύ απλά αυτός είναι ο Τίτος Βανδής.

Ο λόγος του λιτός και εύστοχος

Το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός του είναι απολαυστικός, ο λόγος του λιτός και εύστοχος. Δύσκολο να εξηγήσει ο ίδιος αυτό το χαρακτηριστικό του. «Αυτό που ξέρω» - λέει ο Τίτος Βανδής - «είναι ότι με τον Αλμπέρτο είμαστε μαζί από 6 χρονών παιδιά και κάποτε, πρέπει να ήμουν όχι πάνω από 11, του είπα "ξέρεις καμιά φορά θα μας τουφεκίσουν, τι θα κάνουμε;". "Ε, τι θα κάνουμε - μου λέει - θα πεθάνουμε". "Οχι ρε, του λέω, θα γελάμε". Εχω μια τάση να βλέπω αστεία μερικά πράγματα, όταν φτάνουν στο πολύ τραγικό. Οχι ότι δεν έχω πονέσει, δεν έχω στενοχωρηθεί, αλλά τελικά έχω μια διέξοδο. Ανακάλυψα πράγματα για τον εαυτό μου που δεν ήξερα. Δεν έχω να ντρέπομαι για τίποτα. Ακούω, όσο ακούω, που μιλάνε για το βιβλίο και νομίζω ότι μιλάνε για κάποιον άλλο και λέω με κοροϊδεύουν. Ξεκίνησα να θέλω να πω κάτι. Δεν ήθελα να κάνω κάποια μελέτη για το θέατρο. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει το κλειδί το οποίο το δίνεις στο νέο και αυτός συνεχίζει».

Ο Τ. Βανδής με τον Χ. Φλωράκη στην παρουσίαση του βιβλίου «Κουβέντα με τους φίλους μου»
Ο Τ. Βανδής με τον Χ. Φλωράκη στην παρουσίαση του βιβλίου «Κουβέντα με τους φίλους μου»
Ο Αλμπέρτος, η κυρα - Ζωή η μάνα του, η Νένε του, ο κυρ Κώστας ο Τσαγκάρης, η Ναντζιέ, ο Γιώργος Παππάς, η Μαρίκα Κοτοπούλη, η Κυβέλη, ο Μουζενίδης, ο Αιμίλιος Βεάκης, ο Αλέξης Μινωτής, ο Νίκος Δενδραμής, ο Γιώργος Γληνός, ο Τζαβαλάς Καρούσος, η Ελένη Παπαδάκη, ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Φώτος Πολίτης, οι Μυράτ, η Σαπφώ και η Μαρία Αλκαίου, ο Θάνος Κωτσόπουλος, ο Γιάννης Ρίτσος και τόσοι άλλοι, η Μπέττυ Βαλάση, οι Ενωμένοι Καλλιτέχνες, το θέατρο, ο κινηματογράφος, η Θεσσαλονίκη, η Καβάλα, η Αθήνα, η Ν. Υόρκη, το Παρίσι, το Λος Αντζελες, ο Λόρενς Ολιβιέ, η Ντολόρες Γουίλσον, ο Σίντνεϊ Πουατιέ, ο Μαρκ Λόρενς. Από πού ν' αρχίσει κανείς και πού να σταματήσει.

Θα σταθούμε για λίγο στον κυρ Κώστα, τον τσαγκάρη, στη Θεσσαλονίκη. Δεν ξόδεψαν μαζί τις χιλιάδες ώρες και τις χιλιάδες φορές. Τέσσερις - πέντε φορές τον είδε από δέκα λεπτά την κάθε φορά. «Ομως, θαρρείς - λέει ο Τίτος Βανδής - ότι τα δύο τρία πράγματα που μου είπε μου άνοιξαν δρόμους που ίσως δεν έβλεπα ή που σίγουρα θα αργούσα να δω».

Ο λόγος του κυρ Κώστα έπεφτε σαν βροχή σε δέντρο που κάρπιζε αμέσως. Και ήταν, μάλλον είναι ακόμη, μαζί με τον Τίτο Βανδή, του οποίου τα μάτια γεμίζουν δάκρυα, όταν μιλάει για κείνον. Ο Τίτος Βανδής αισθάνεται άσχημα που τον προδίδουν τα βουρκωμένα μάτια του. Ισως να σκέφτεται ότι δεν ταιριάζουν με την ηλικία του, αλλά σίγουρα ξέρει και ξέρουμε ότι η ευαισθησία δεν έχει ηλικία και η επιστροφή μέσω της μνήμης μας στην παιδική μας ηλικία τροφοδοτεί με ενέργεια, δύναμη και εφόδια το παρόν και το μέλλον μας.

Μπ. Βαλάση - Ζ. Ντασσέν - Τ. Βανδής
Μπ. Βαλάση - Ζ. Ντασσέν - Τ. Βανδής
«Ο κυρ Κώστας - συνεχίζει ο Τ. Βανδής - με δυο κουβέντες, με πολύ απλά πράγματα, ίσως αυτός ο άνθρωπος με έμαθε να είμαι απλός. Ηταν σαν αυτό που βλέπαμε στα παραμύθια, που ανοίγει μια πόρτα και το παιδί βλέπει πράγματα μαγικά. Με το πρώτο. Εκείνη η εικόνα των ανθρώπων αυτών των μουντζουρωμένων, αξύριστων, των λασπωμένων... Ηταν αυτός που μου έδωσε την αφορμή να διαβάσω βιβλία. Πιστεύω ότι κάθε τίμιος άνθρωπος πρέπει να είναι κομμουνιστής. Δεν μπορεί να είναι δίκαιο, δεν μπορεί να είναι ζωή το να οικονομάνε οι λίγοι και οι πολλοί να πεινάνε. Αρχίζεις και σκέφτεσαι, πώς έγινε η κοινωνία. Από τη στιγμή που υπάρχει ο άνθρωπος, μερικοί έχουν βρει τον τρόπο να κυριαρχούν, να είναι πιο δυνατοί. Αυτοί έκαναν τους νόμους, αυτοί εφεύραν την αστυνομία και το στρατό, για το έθνος λέει, αλλά δεν το έχουν για το έθνος, όλα για την τσέπη τους».

Βαθιές οι πολιτικές ρίζες

Οι πολιτικές πεποιθήσεις του Τ. Βανδή έχουν πολύ βαθιές ρίζες. Τα γεγονότα και οι θύμησες της μακριάς πορείας του στη ζωή και τον αγώνα του λαού μας ανθίζουν μέσα από τις διηγήσεις του και τα συναισθήματά του. «Αν τα συναισθήματα εκείνης της μέρας» - γράφει στο βιβλίο του αναφερόμενος στη μέρα που μπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα - «που ασφαλώς, έξω από τους στρατιώτες, τα ένιωσαν όλοι οι Ελληνες σε κάθε γωνιά της Ελλάδας γίνονταν για όλους μια άσβηστη θύμηση, δε θα υπήρχε εμφύλιος, ούτε εξαπάτηση και προδοσία και συνεργασία με τους εχθρούς μας τους Αγγλους και μετά η συνεχιζόμενη παράδοσή μας άνευ όρων στους Αμερικάνους. Πολύ γρήγορα θα καταλαβαίναμε ότι οι Γερμανοί στρατιώτες, που παρελάσανε θριαμβευτικά μπροστά μας, ήταν προπομποί των Αμερικάνων».


Εξηγώντας στη συζήτησή μας την παραπάνω παράγραφο, ο Τίτος Βανδής σημείωσε: «Είναι γεγονός. Τι κάνει αυτή τη στιγμή η Αμερική και το ΝΑΤΟ; Συμπεριφέρονται ως κατακτητές. Εφαρμόζουν μια αδικία. Ξεκάθαρα θέλουν να μεταβάλουν τον άνθρωπο σε ζώο, που θα έχει δύο πόδια, θα πηγαίνει στην εκκλησία, θα παρακαλάει, θα απλώνει τα χέρια, θα δίνει ελεημοσύνη ή θα ζητιανεύει. Αυτά τα έχουν βάλει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου με τρόπο. Δεν ξέρω με επιστήμη, δεν ξέρω; Θα σας πω ένα παράδειγμα. Ηταν καθημερινό γεγονός να πηγαίνει ο συνταξιούχος ηθοποιός, ο οποίος όσο αγράμματος και αν ήταν τότε, είχε παίξει έργα που καλλιεργούν, επιμορφώνουν τον άνθρωπο, να πηγαίνει, λοιπόν, στον ταμία να πάρει το μεροκάματο, να φεύγει και να λέει "ευχαριστώ πολύ, τι καλός άνθρωπος". Και του έδινε λιγότερα λεφτά από όσα δικαιούταν. Κάποια φορά μας χρωστούσαν χρήματα και δε μας τα έδιναν σε μια δουλιά. Πήγα στο νομικό σύμβουλο του Σωματείου, τον Νίκο Υφαντίδη, που μου είπε να πάμε στο υπουργείο Εργασίας. Οταν το πρότεινα στους ηθοποιούς, μόνο που δε με λιντσάρανε. Εξαίρεση ήταν η Φανή Νικολαΐδου, που είπε ντόμπρα την άποψή της. Μου είπε πως έχω δίκιο, αλλά αυτή δεν είχε το κουράγιο να θυσιάσει τη μονιμότητά της για το δίκιο. Αν δεν είχα συναντήσει τον κυρ Κώστα, μπορεί να μην έλεγα κι εγώ τίποτα, γιατί τα λεφτά που μου χρωστούσαν δεν ήταν αρκετά για ν' αγοράσεις πολλά πράγματα εκείνη την εποχή. Ομως η εικόνα του κυρ Κώστα του Τσαγκάρη ερχόταν μπροστά μου και τον άκουγα να μου λέει "όσοι δε διεκδικούν το μεροκάματό τους, είναι άχρηστοι και προδότες της εργατικής τάξης". Ετσι άρχισε η συνδικαλιστική μου δράση και σιγά - σιγά άρχισα να αποκτώ πείρα και να δίνω μεγάλη σημασία στην κινητοποίηση του συνόλου. Το μεροκάματο είναι ιερό. Το δίκιο του εργάτη είναι ιερό. Κι αν ένας εργάτης δεν έχει ανάγκη, έχει πιει με το αφεντικό και έχει διασκεδάσει μαζί του, το μεροκάματο πρέπει να το πάρει. Αν δεν τσακωθεί για το μεροκάματο, προδίδει όλη του την τάξη. Είναι κάτι που πρέπει να το κυνηγάς συνέχεια για να αποκτήσεις συνείδηση».

Σήμερα, πώς εντάσσεται ο Τίτος Βανδής στον αγώνα; «Δεν το βάζω κάτω» - λέει. «Δε λέω στον εαυτό μου, κοίτα, δεν ακούς, δεν περπατάς, μένεις στην άκρη. Εξακολουθώ να κάνω το μέγιστο, το οποίο μπορεί να είναι ελάχιστο μπροστά σ' αυτό που κάνουν οι νέοι, αλλά ως την τελευταία στιγμή θέλω να κάνω ό,τι μπορώ. Ξέρω ότι αιώνες υπέφερε ο κόσμος και ξέρω ότι αιώνες μπορεί να υποφέρει ακόμη, αλλά αυτός δεν είναι λόγος να πούμε δε βαριέσαι. Μπορεί να είναι ασήμαντο, αν και τίποτε δεν είναι ασήμαντο. Αν ο καθένας έκανε από λίγο, θα γινόταν πολύ».

Οσο για τα απογοητευτικά επιχειρήματα με τα οποία προσπαθούν να εγκλωβίσουν τον άνθρωπο και να τον αποτρέψουν από τη διεκδίκηση, τον αγώνα και το όνειρο, στο «τι να κάνουμε αυτός είναι ο κόσμος» ή «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό», ο Τίτος Βανδής τονίζει: «Πάντα θα υπάρχουν πολλοί που θα μείνουν με τα μάτια ανοιχτά και με το όνειρο να φτιάξουν έναν καινούριο και δίκαιο κόσμο. Κι αυτοί θα τον αλλάξουν σίγουρα τον κόσμο. Είναι μακρύς ο δρόμος, όμως υπάρχει όαση στο τέλος. Γιατί αυτός ο λαός που έχει τόσους μεγάλους και μικρούς λόγους να ενωθεί και να αντισταθεί στην εκμετάλλευση και την κοροϊδία, δεν το έχει κάνει ακόμα, είναι απορίας άξιο. Ας ελπίσουμε ότι κάποια μέρα θα το κάνουν. Ολοι μαζί. Ολοι όσοι προσφέρονται και μπορούν να βοηθήσουν. Μόνο στις αμερικάνικες ταινίες δίνει τη λύση ο "Ενας"».

Κλείνοντας το βιβλίο του, αλλά ανοίγοντας ένα παράθυρο στην ελπίδα, κάνει μια ευχή, που είναι ευχή όλων μας: «Να καταργηθεί το ρητό "Η σιωπή είναι χρυσός". Να μην ξανακουστεί. Γιατί είναι ντροπή. Να φωνάζουμε όλοι μαζί για το Δίκιο. Για τη Λευτεριά. Για τον Ανθρωπο»!


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ