ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Μάρτη 1998
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Επιλογές στρατηγικής σημασίας για το κεφάλαιο

"Δε θα περάσει πολύς καιρός. Αν τελικά "περπατήσουν" τα κυβερνητικά σχέδια για την οικονομική πολιτική των επόμενων χρόνων, θα 'ρθει γρήγορα η στιγμή που οι εκλογές της 22ας του Σεπτέμβρη του 1996 και ό,τι ακολούθησε μετά από αυτές, θα καταγραφεί στη λαϊκή μνήμη σαν εφιάλτης. Σαν το αφετηριακό σημείο και το εφαλτήριο της επιχείρησης μιας πρωτοφανούς κοινωνικο - οικονομικής επίθεσης εναντίον των λαϊκών μαζών, που δεν είχε προηγούμενο για ολόκληρες δεκαετίες. Θα μείνει σαν η... "εφ' όλης της ύλης" ολομέτωπη επίθεση που εμπνεύστηκε η άρχουσα τάξη της χώρας, μέχρι τώρα, ενάντια στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και τις λαϊκές κατακτήσεις. Σαν μια απροσχημάτιστη συμπαιγνία του μεγάλου κεφαλαίου και των εντολοδόχων του στην κυβερνητική εξουσία, σε βάρος ολόκληρου του λαού. Ενάντια στο σύνολο των "μη εχόντων" και... "μη αντεχόντων" πλέον από τα αλλεπάλληλα κύματα "οικονομικών περιορισμών" και τις διάφορες εκδοχές των προγραμμάτων λιτότητας".

("ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ -1 Δεκέμβρη του 1996

Οταν ο "Ρ" σημείωνε τα παραπάνω, στο εισαγωγικό σχόλιο για τον κρατικό προϋπολογισμό που είχε καταθέσει ο, αναβαπτισθείς, τότε, από τις εκλογές, Κ. Σημίτης, δεν είχε καταφύγει προφανώς σε κάποιο Μαντείο. Ούτε το ΚΚΕ είχε στη διάθεσή του το ακριβές χρονοδιάγραμμα της πορείας που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση. Οι κομμουνιστές δεν ήξεραν ούτε πότε θα γίνει υποτίμηση, ούτε ποια θα ήταν τα συνοδευτικά μέτρα, ούτε τους συγκεκριμένους ρυθμούς της αντιλαϊκής επέλασης. Γνωρίζαμε όμως κάτι πολύ σημαντικότερο από όλα αυτά. Ο"μονόδρομος" της "Ευρωπαϊκής Ενοποίησης" και το όραμα της ΟΝΕ, η κατευθυντήρια λογική της Συνθήκης του Μάαστριχτ και τα όποιας μορφής και στατιστικών στόχων "προγράμματα σύγκλισης", αποτελούν συστατικά στοιχεία μιας ενιαίας και αδιαίρετης πολιτικής: Της στρατηγικής της ολιγαρχίας και των πολυεθνικών, στις σύγχρονες συνθήκες εξέλιξης του καπιταλιστικού συστήματος. Μια στρατηγική, που, αξιοποιώντας τους διεθνείς συσχετισμούς δύναμης - όπως διαμορφώθηκαν μετά την ανατροπή των σοσιαλιστικών χωρών - έθετε στην πρώτη γραμμή το θέμα της πλήρους αναθεώρησης, προς όφελος του κεφαλαίου, όλου του συστήματος των, δεδομένων μέχρι πρόσφατα, σχέσεων, όρων και προϋποθέσεων για την απόσπαση υπερκερδών.

Το πρόβλημα βέβαια για το κεφάλαιο δεν είναι σημερινό, ούτε του 1991, όταν υπογραφόταν η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Η φύση των σχέσεων παραγωγής στον καπιταλισμό, οι οξύτατες αντιθέσεις που έχει ν' αντιμετωπίσει το σύστημα, η συνεχής και διευρυνόμενη κρίση του, ανεξάρτητα από τις μορφές που μπορεί να εκδηλώνεται, όλα αυτά έχουναποτέλεσμα να περιορίζουν κάθε φορά καιπερισσότερο τα περιθώρια κινήσεων που έχει η άρχουσα τάξη. Κινήσεις που πάντα έχουν μοναδικό κριτήριο, στόχο και αυτοσκοπό την παραγωγή κεφαλαίων και υπερκερδών.

Πριν κάποιες δεκαετίες η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης μπορούσε να δίνει μεγαλύτερη υπεραξία και περισσότερα κέρδη, παράλληλα με τη μαζική εισαγωγή της τεχνολογίας στην παραγωγή. Με δεδομένο, μάλιστα, το επίπεδο των μαζικών λαϊκών κινημάτων, η άρχουσα τάξη έβλεπε ότι, όχι μόνο είχε τη δυνατότητα, αλλά και ότι έπρεπε να εξασφαλιστούν κάποιοι στοιχειώδεις όροι για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Σ' αυτά ακριβώς τα πλαίσια ήταν... "επιτρεπτές" επιλογές και "παραχωρήσεις" που σήμερα φαντάζουν μακρινό όνειρο. Για το κεφάλαιο αποτελούσε κέρδος, να υπάρχει μια ελάχιστη υποδομή διαβίωσης των εργαζομένων, την οποία μάλιστα πλήρωνε το ίδιο το κοινωνικό σύνολο, μέσω των κρατικών προϋπολογισμών. Εκείνη την εποχή "κέρδος" ήταν για το κεφάλαιο η δημόσια δωρεάν υγεία, η πρόνοια, οι δημόσιες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. Οπως "κέρδος" ήταν αργότερα, η δωρεάν παιδεία για την κατάρτιση ποιοτικά καλύτερου εργατικού δυναμικού, η δημιουργία κρατικών παιδικών σταθμών για την απρόσκοπτη είσοδο της γυναίκας στην παραγωγή κοκ.

***

Το βάθεμα της κρίσης του καπιταλισμού, η συνεχής όξυνση της αντίθεσης μεταξύ του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας και της αρπαγής όλο και μεγαλύτερου μέρους του πλούτου από όλο και λιγότερους εκπροσώπους του κεφαλαίου, οδήγησε σταδιακά σε μια νέα φάση υπερσυγκέντρωσης κεφαλαίων. Η σταδιακή, σχετική, αποχώρηση των κεφαλαίων από τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας, η έκρηξη των χρηματαγορών και η δυνατότητα απόσπασης κερδών από αυτές, το δυνάμωμα της εκμετάλλευσης των μη αναπτυγμένων χωρών χωρίς καν να γίνονται επενδύσεις, όξυνε τον παρασιτικό χαρακτήρα του κεφαλαίου και ενέτεινε τις διαδικασίες υπερπαραγωγής του και τις... "δυσκολίες" του να πολλαπλασιάζει τα κέρδη του. Οσο κινείται το κεφάλαιο προς τέτοιες κατευθύνσεις, τόσο γίνεται πιο επίκαιρη η προσπάθειά του να αυξήσει το βαθμό εκμετάλλευσης των εργαζομένων, για ν' αντιμετωπίσει την επερχόμενη κρίση του.

Το κεφάλαιο πάντα επιζητούσε τρόπους να ξεφύγει από τέτοιου είδους προβλήματα, που δημιουργεί η ίδια η ύπαρξή του και η φύση του. Από αυτή την άποψη - και ανάλογα βέβαια με τους συσχετισμούς των δυνάμεων - ανέκαθεν έβαζε θέμα... επαναπροσδιορισμού των σχέσεών του με την εργατική τάξη και τους άλλους εργαζόμενους. Πάντα, δηλαδή, επιδίωκε να πάρει πίσω αυτό που με μια κουβέντα λέμε λαϊκές καταχτήσεις. Μάλιστα, σε μεμονωμένες περιπτώσεις η ολιγαρχία έχει να επιδείξει και θεαματικά αποτελέσματα. Η ιστορία για παράδειγμα της Θάτσερ και η πλήρης ανατροπή όλων των δεδομένων που ίσχυαν στη Μ. Βρετανία, είναι μια γνωστή εξέλιξη που δεν ξεχνιέται εύκολα.

***

Οταν το 1991 οι πανηγυρίζοντες της ΝΔ ως κυβέρνηση και οι άλλοι συνοδοιπόροι τους χειροκροτούσαν την ευρωπαϊκή... τομή και την απόφαση της ενοποίησης, με τους όρους και προς το συμφέρον των πολυεθνικών, απλά έκρυβαν - όπως κρύβουν και σήμερα - την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι η πορεία, που προδιέγραψαν τότε για τους λαούς της Ευρώπης, ταυτίζεται με την ενιαία πανευρωπαϊκή ολομέτωπη προσπάθεια της ολιγαρχίας να επιβάλει τη "νέα τάξη πραγμάτων" στις οικονομικές σχέσεις κεφαλαίου - εργαζομένων. Να ξεμπερδέψει όσο γίνεται γρηγορότερα και πιο ριζικά με τα "κακώς κείμενα". Στην κατεύθυνση αυτή επιστράτευσαν την πλέον φαιά προπαγάνδα, την γκαιμπελίστικη μεθοδολογία και την ιδεολογική τρομοκρατία, ώστε μέσα από μια μαζική πλύση εγκεφάλου να στρώσουν το έδαφος για να "χωνευτούν" οι άνομες, σε βάρος του λαού, επιδιώξεις τους. Και μαζί με τον απροκάλυπτο εκβιασμό της κοινής γνώμης που τη θέλουν εντελώς υποταγμένη στα σχέδιά τους έθεσαν - ενεργοποίησαν και τους μηχανισμούς εξαγοράς και αποχαύνωσης. Μέρος των σχεδιασμών για την υποταγή των εργαζομένων στις νέες συνθήκες, τις βιώνουμε από τις αρχές της δεκαετίας, ενώ το ακριβές μέγεθος της "τομής" - της καρατόμησης των λαϊκών καταχτήσεων, δηλαδή - δεν έχει αποκαλυφθεί ακόμα.

Το στίγμα της άρχουσας τάξης που έχει γίνει αξίωμα για τους κυβερνώντες υποτακτικούς της, είναι ένα: Προχωράμε "χωρίς ταμπού".

Ταμπού πριν 10 χρόνια ήταν να μην προστατεύονται τα λαϊκά στρώματα με ΑΤΑ. Σήμερα, θεωρούν ταμπού όχι μόνο οποιαδήποτε ιδέα για αυξήσεις, αλλά και κάθε σκέψη για κάλυψη των εισοδηματικών απωλειών.

Ταμπού ήταν τότε οι συνεχείς αυξήσεις των κερδών, η ασυδοσία των μεγαλοεπιχειρηματιών στην αγορά, κάθε συζήτηση για εφαρμογή ακόμα και ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων για τη λειτουργία των ΔΕΚΟ, η άλωση της αγοράς με ανεξέλεγκτες εισαγωγές, η αισχροκέρδεια στις χρηματαγορές, τα "παιχνίδια" με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες. Τώρα θέλουν να προβάλουν ως ταμπού ακριβώς τα αντίθετα. Προβάλλουν ως επίτευγμα της πολιτικής τους την ιλιγγιώδη και χωρίς διακοπή απογείωση των επιχειρηματικών κερδών, αποτελεί θέμα αρχής η διεύρυνση της αισχροκέρδειας στις τιμές, στη λογική τους δε χωράει καν η σκέψη ότι δε θα πουλήσουν στο κεφάλαιο τη δημόσια περιουσία, καυχιούνται ότι εξασφάλισαν καθεστώς υψηλής κερδοφορίας για το ξένο κεφάλαιο, διατυμπανίζουν ως νίκη πρώτου μεγέθους ότι η οικονομική δραστηριότητα περιστρέφεται στον τζόγο της οδού Σοφοκλέους και πάει λέγοντας.

Η υποτίμηση της δραχμής και οι επιπτώσεις από αυτή, το πρόγραμμα "διαρθρωτικών αλλαγών" που ανακοίνωσε την προηγούμενη Κυριακή ο επί της Εθνικής Οικονομίας υπουργός, δεν αποτελούν ολόκληρο το πλαίσιο των σχεδιασμών τους. Το όργιο του ξεπουλήματος του δημόσιου τομέα, η επανεξέταση και της τελευταίας δραχμής που δίνεται για δαπάνες κοινωνικού υποτίθεται χαρακτήρα, η ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και του ασφαλιστικού συστήματος είναι μια πορεία με τα χαρακτηριστικά χιονοστιβάδας. Ξέρεις από πού και πώς ξεκινά, γνωρίζεις ότι μεγαλώνει με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου, δεν είναι όμως πάντα διακριτό το τέλος της...***

Οι στόχοι τους είναι ευκρινείς: Η ένταση της ολομέτωπηςαντιλαϊκής επίθεσης, η οικονομική περιθωριοποίηση ολόκληρων κοινωνικών ομάδων με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ο εξανδραποδισμός των εργαζομένων, η όξυνση της επιθετικότητας της ολιγαρχίας σε πρωτόγνωρα όρια, σε ό,τι αφορά την άρχουσα τάξη, δεν έχουν ημερομηνία λήξης. Το θέμα, βέβαια, είναι ότι δεν πρόκειται για μια υπόθεση οπωσδήποτε εύκολη, ούτε εξαρτάται μόνο από τις διαθέσεις της διεθνούς ολιγαρχίας. Σε κάθε περίπτωση, όπως η πείρα διδάσκει ότι πολλές φορές έγινε στο παρελθόν, η υλοποίηση τέτοιων στρατηγικών σχεδίων εξαρτάται σε τελευταία ανάλυση από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Από αυτούς που θίγονται. Από το σύνολό τους. Από το μαζικό λαϊκό κίνημα και τους προσανατολισμούς του. Από το κατά πόσο γίνεται κατορθωτό, να αλλάζουν οι συσχετισμοί δυνάμεων και να οικοδομούνται μέτωπα ανατροπής τέτοιων επιλογών.

Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ

Κέρδισαν μέσα σε μια νύχτα... 1.400δισ. δραχμές!

Θα πιστεύατε αν σας έλεγαν ότι κάποιοι κέρδισαν μέσα σε μια νύχτα - τη νύχτα που η κυβέρνηση Σημίτη αποφάσισε να υποτιμήσει τη δραχμή 14% - το αστρονομικό ποσό των 1,4 τρισ. δραχμών. Μάλιστα, καλά διαβάσατε 1,4 ΤΡΙΣΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΔΡΑΧΜΕΣ. Το ποσό φαντάζει εξωπραγματικό. Είναι, όμως, απόλυτα πραγματικό. Θα αναρωτηθείτε, ίσως - και λογικά - ποιοι είναι αυτοί που κέρδισαν αυτό το, ιλιγγιώδες, ποσό. Για όσους, δεν το σκέφτηκαν, είναι εκείνοι που είχαν ή φρόντισαν την τελευταία στιγμή να αποκτήσουν, καταθέσεις σε συνάλλαγμα. Καταθέσεις που αυτόματα αυξήθηκαν κατά 14%!

Οπως αποκαλύπτει σήμερα ο "Ρ", το σύνολο των καταθέσεων σε συνάλλαγμα, είχε φτάσει στο τέλος Φλεβάρη 1998 στο αστρονομικό ποσό των 10 τρισεκατομμυρίων δραχμών. Το μεγάλο φαγοπότι από όλους εκείνους, που έπαιξαν με τη δραχμή και κέρδισαν μυθικά ποσά σε βάρος της ελληνικής οικονομίας, κάνει επίκαιρο όσο ποτέ, τον τίτλο "Αγύρτες και κλέφτες στην εξουσία", που έγραψε ο μακρονησιώτης αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης Θέμος Κορνάρος. Πριν περάσουμε στο σχολιασμό των επίσημων στοιχείων, που αποκαλύπτουμε σήμερα για τους μεγάλους κερδισμένους από την υποτίμηση της δραχμής, να σημειώσουμε ότι με τη συγκεκριμένη απόφασή της η κυβέρνηση Σημίτη, από τη μια πλευρά ικανοποίησε τις "επιθυμίες" του Διευθυντηρίου των Βρυξελλών (που ήθελαν και θέλουν να προχωρήσει πάση θυσία η "ΟΝΕ") και από την άλλη υπέκυψε στις πιέσεων των κάθε είδους κερδοσκόπων, που έπαιζαν με τη δραχμή (τώρα τους αποκαλούν "θεσμικούς επενδυτές").

Εννοείται, ότι τη λεόντεια μερίδα από τα 1,4 τρισ. δραχμές, που απέδωσε η υποτίμηση της δραχμής σε όσους είχαν καταθέσεις σε συνάλλαγμα, την κέρδισαν οι φορείς της αστικής τάξης, οι οποίοι διατηρούν κατά κύριο λόγο λογαριασμούς συναλλάγματος. Και είναι ευνόητο ότι αν μέσα σε λίγα μόνο λεπτά ορισμένες ομάδες μεγαλοκεφαλαιούχων κέρδισαν 1,4 τρισ. δραχμές, κάποιοι άλλοι ζημιώνονται ισόποσα. Και αυτοί που ζημιώνονται είναι οι εργαζόμενοι, οι οποίοι πληρώνουν πολλαπλά την υποτίμηση.

Ιδού και τα τεκμήρια

Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, τα υπόλοιπα των λογαριασμών σε ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ (δολάρια, μάρκα, γιεν κλπ.), ανέρχονταν στο τέλος του προηγούμενου Φλεβάρη στα 10 τρισ. δραχμές.Ηταν, δηλαδή, ισόποσα του Κρατικού Προϋπολογισμού της χώρας.Μάλιστα, η πορεία των καταθέσεων σε συνάλλαγμα τους τελευταίους ειδικά μήνες, κάθε άλλο παρά αιφνιδιασμό δείχνει από την κυβερνητική απόφαση να υποτιμήσει τη δραχμή. Αντίθετα, καταρρίπτει τη μύθο της "απόλυτης μυστικότητας".

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι καταθέσεις σε συνάλλαγμα - μεταφρασμένες σε δραχμές - ακολούθησαν το τελευταίο διάστημα, την παρακάτω πορεία, από 5,7 τρισ. δραχμές που ήταν τον Ιούλη του 1997. Ανέβηκε:

  • ε 7,54 τρισ. δραχμές τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου (στα μέσα του οποίου ξεκίνησε η νομισματική κρίση στην Ασία και έφτασε γρήγορα και στην Ελλάδα).
  • ε 8 τρισ. δραχμές το Νοέμβρη.
  • Σε 8,3 τρισ. δραχμές το Δεκέμβρη.
  • Σε 9,1 τρισ. δραχμές τον Γενάρη του 1998.
  • Σε πάνω από 10 τρισ. δραχμές, στο τέλος Φλεβάρη 1998.

Μέσα στους 3,5 μήνες που η Ελλάδα δοκιμαζόταν από τη νομισματική κρίση, οι καταθέσεις συναλλάγματος σχεδόν διπλασιάστηκαν.Από τη συνεχή ανοδική πορεία των καταθέσεων σε συνάλλαγμα, προκύπτει εμφανώς το συμπέρασμα ότι η αστική τάξη της χώρας, είχε πάρει "το μήνυμα των αγορών" και όταν στις 13 του τρέχοντος μήνα η κυβέρνηση υποτίμησε τη δραχμή, βρέθηκε πανέτοιμη να πλιατσικολογήσει σε βάρος της δραχμής. Και η συγκομιδή δεν ήταν και ευκαταφρόνητη. Η "αναπροσαρμογή" της ισοτιμίας από τις 313 δραχμές ανά ECU στα 357 δραχμές ανά ECU, τους βρήκε να έχουν κερδίσει 1,4 τρισ. δραχμές.

Καθόλου ευκαταφρόνητη δουλιά. Ας μη βγαίνουν και μας λένε, λοιπόν, ότι όσα έγιναν από πλευράςκυβέρνησης για την υποτίμηση της δραχμής έγιναν με απόλυτη μυστικότητα, γιατί υποτιμούν τη νοημοσύνη μας.

Υποκρισία και θράσος

Τα στοιχεία αυτά αποκαλύπτουν το μέγεθος της υποκρισίας και του θράσους, στο οποίο έχουν επιδοθεί από κοινού κυβέρνηση και φορείς της αστικής τάξης της χώρας, σχετικά με την υποτίμηση της δραχμής. Γιατί χρειάζεται μεγάλο θράσος, ώστε οι χθεσινοί κερδοσκόποι και πλιαστικολόγοι των αξιών που παράγουν οι εργαζόμενοι, να βγαίνουν σήμερα τιμητές τηςκατάστασης. Και βλέπουμε τη μεν κυβέρνηση να θριαμβολογεί, γιατί συμφώνησε να οδηγήσει σιδεροδέσμιους τους εργαζόμενους στις κρεατομηχανές της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ), ο δε Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) την προηγούμενη Τετάρτη να υποστηρίζει ότι η απόφαση για την υποτίμηση της χώρας "ήταν απόλυτα αναγκαία".

Είναι εμφανές ότι κυβέρνηση και φορείς της μεγαλοαστικής τάξης της χώρας, επιδιώκουν να συγκαλύψουν το όργιο κερδοσκοπίας που συνόδεψε την υποτίμηση της δραχμής. Οι άμεσες επιπτώσεις από την υποτίμηση είναι ότι το όργιο κερδοσκοπίας αγγίζει τα 1,7 τρισ. δραχμές.Πρόκειται για τα 1,4 τρισ. δραχμές αφορούν τις καταθέσεις συναλλάγματος, αλλά και τα 300 δισ. δραχμές που εκτιμάται ότι την Παρασκευή 13 Μάρτη μετατράπηκαν σε συνάλλαγμα στη χαμηλή τιμή των 313 δραχμών ανά ECU,για να γυρίσουν την επόμενη Δευτέρα κερδίζοντας τη διαφορά μεταξύ της παλιάς και της νέας ισοτιμίας.

Η κερδοσκοπία, βέβαια, συνεχίζεται αμείωτη όλη την προηγούμενη βδομάδα καθώς όλοι τρέχουν πλέον να αγοράσουν τις υποτιμημένες μετοχές και τα ομόλογα της ελληνικής αγοράς που υπόσχονται πλέον νέα υψηλά κέρδη. Οι χτεσινοί κερδοσκόποι γυρίζουν σήμερα σαν "επενδυτές", το Χρηματιστήριο ανεβαίνει πυρετωδώς, η κερδοσκοπική φούσκα μεγαλώνει, μέχρι να σκάσει και πάλι, οπότε τα κορόιδα της υπόθεσης θα μετράνε και πάλι τα λεφτά που έχασαν.

Χωρίς να μασάνε τα λόγια τους και με τη θρασύτητα που τους χαρακτηρίζει διαλαλούν όπου βρεθούν και όπου σταθούν ότι τις συνέπειες της υποτίμησης θα πρέπει να τις πληρώσουν αποκλειστικά οι εργαζόμενοι. Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, υπερασπιζόμενος τα καπιταλιστικά κέρδη "υποδεικνύει" στους εργαζόμενους να υπογράψουν συλλογικές συμβάσεις που θα προβλέπουν ονομαστικές αυξήσεις 2,5% (!), απειλώντας μάλιστα ότι αν οι εργαζόμενοι πάρουν μεγάλες αυξήσεις θα πυροδοτήσουν νέο κύκλο αυξήσεων στα εμπορεύματα, που θα οδηγήσει με τη σειρά του σε αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Πρώτα τους ληστεύουν και μετά τους λένε "βουλώστε το", γιατί αν φωνάξετε θα πυροδοτήσεις τον πληθωρισμό και δε θα μπει η Ελλάδα στην ΟΝΕ.

Με τη δέσμη των πέντε μέτρων που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη Κυριακή, σέρνουν σιδεροδέσμιους τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα στη δικτατορία της ΟΝΕ και του κοινού νομίσματος. Η πρόωρα γηρασμένη αστική τάξη της Ελλάδας, διεκδικεί το ρόλο του ουραγού της αυριανής Ευρώπης, με αντάλλαγμα τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων και του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος καθώς και ιδιωτικοποίηση ΔΕΚΟ και τραπεζών.

Είναι άξια παρατήρησης η συμπεριφορά των εμποροβιομηχάνων. Οι τελευταίοι, αν και θησαύρισαν από την υποτίμηση, φορούν τη θλιμμένη τους μάσκα και παρουσιάζονται σήμερα... οι χαμένοι της ιστορίας. Κλαίγονται, λοιπόν, για τις επιχειρήσεις που έχουν δανειστεί σε συνάλλαγμα (το υπόλοιπο υπολογίζεται σε 2,6 τρισ. δραχμές περίπου) οι οποίες ζημιώθηκαν - όπως λένε - από την υποτίμηση. Είναι αδίστακτοι οι άνθρωποι στο να παραχαράσσουν την πραγματικότητα, δεδομένου ότι είναι ευρύτερα γνωστό ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις που συνάπτουν δάνεια σε συνάλλαγμα, χρησιμοποιούν παράλληλα και τους μηχανισμούς προστασίας από τους συναλλαγματικούς κινδύνους, καθώς και τους κινδύνους ανόδου των επιτοκίων. Ασε που επί τόσα χρόνια μεγάλες επιχειρήσεις και τράπεζες κερδοσκοπούσαν ασύστολα, εκμεταλλευόμενες τις διαφορές των επιτοκίων μεταξύ Ελλάδας και υπολοίπων χωρών, όταν έπαιρναν δάνεια σε συνάλλαγμα (με χαμηλά επιτόκια) και τα τοποθετούσαν στην ελληνική αγορά (με υψηλά επιτόκια), για να καρπωθούν τη διαφορά επιτοκίων.

Μάλιστα ο πρόεδρος του ΣΕΒ Ι. Στράτος αποκάλυψε στους δημοσιογράφους ότι βρίσκεται σε επαφή με τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, προκειμένου να βρουν κοινή λύση για τις επιχειρήσεις που έχουν συνάψει δραχμικές συμβάσεις με το ελληνικό δημόσιο και πληγήκανε - λένε - από την υποτίμηση της δραχμής. Συζητούν, δηλαδή, την αναθεώρηση του τιμήματος των έργων και τη διαφορά θα κληθεί να την πληρώσει ο κρατικός προϋπολογισμός απ' τους φόρους που εισπράττουν από τους εργαζόμενους.

Οσο για τη συμμετοχή των βιομηχάνων στην αντιπληθωριστική προσπάθεια που εξαγγέλλει η κυβέρνηση, ώστε να εισέλθει η Ελλάδα στη βασιλεία της ΟΝΕ το θράσος και ο κυνισμός των πατέρων της βιομηχανίας είναι ενδεικτικά. Δεν μπορούμε να δεσμεύσουμε τα μέλη μας να μην κάνουν αυξήσεις είπε ο ΣΕΒ την προηγούμενη Τετάρτη. Και για να δικαιολογήσουν το όργιο κερδοσκοπίας που έχει ήδη ξεκινήσει στα ράφια των καταστημάτων το έριξαν στη φιλοσοφία, προβάλλοντας επιχειρήματα του τύπου "ο ανταγωνισμός θα κρίνει τι θα κάνει κάθε επιχείρηση στις νέες συνθήκες", ανέφεραν με στόμφο ή - το άλλο το αμίμητο - ότι "αναμφίβολα ο κάθε επιχειρηματίας - παραγωγός επιδιώκει να μεγιστοποιήσει το αποτέλεσμα".

Αναμφίβολα η αθλιότητα, η ξετσιπωσιά, η υποκρισία και η ανηθικότητα της παρακμασμένης μεγαλοαστικής τάξης και της υποτακτικής της κυβέρνησης έχουν βάθος απύθμενο.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Το πραγματικό δίλημμα

Η αύξηση της λαϊκής δυσαρέσκειας μετά την εξαγγελία των πρόσφατων κυβερνητικών μέτρων ήταν αναμενόμενη απ' τα πολιτικά επιτελεία της χρηματιστηριακής ολιγαρχίας της χώρας μας. Γι' αυτό και δεν προκαλεί έκπληξη η εκστρατεία αποπροσανατολισμού και εκτόνωσης της δυσαρέσκειας αυτής, με την πρόταξη απ' τους αστούς αναλυτές και πολιτικούς, μιας σειράς ψεύτικων διλημμάτων και άσφαιρων αντιπαραθέσεων, που συμβάλλουν αντικειμενικά στη συγκάλυψη του ταξικού χαρακτήρα της κυβερνητικής επίθεσης.

Ετσι, τις τελευταίες μέρες απ' τον Μιλτιάδη Εβερτ ως τον Δημήτρη Τσοβόλα ακούμε να διατυπώνονται με το κατάλληλο έντονο και "μαχητικό" ύφος τα ακόλουθα ερωτήματα και οι ανάλογες απαντήσεις:

  • Εγινε έγκαιρα η υποτίμηση της δραχμής ή μήπως καθυστερεί η κυβέρνηση; Μήπως είναι πιο "προοδευτική" η πολιτική της σκληρής δραχμής που συγκρατεί την άνοδο του πληθωρισμού, σε σχέση με τη σημερινή επιλογή της κυβέρνησης; Θα αναβαθμιστεί ή όχι η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας με τα νέα μέτρα;

Το σύνολο των παραπάνω ερωτημάτων οδηγεί αντικειμενικά τον προβληματισμό σε μια άχρωμη, αταξική, ουδέτερη θεώρηση, όπου δεσπόζει το κριτήριο του υποτιθέμενου οφέλους της λεγόμενης "εθνικής οικονομίας". Αποπροσανατολίζει δηλαδή απ' το πραγματικό ερώτημα: ΠΟΙΑ ΤΑΞΗ ΩΦΕΛΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΧΑΝΕΙ απ' την υλοποίηση των κυβερνητικών μέτρων;

Αν κάποιος υιοθετήσει αυτό το ερώτημα σαν βασικό, δε θα δυσκολευτεί να διατυπώσει ότι η εργατική τάξη καλείται να πληρώσει όποια απ' τις παραπάνω επιλογές κι αν υιοθετηθεί. Στην αφαίμαξη των εργαζομένων και των συνταξιούχων στηρίχτηκε μέχρι τώρα η ατιπληθωριστική πολιτική της λεγόμενης"σκληρής δραχμής". Ενώ νέα σημαντική επιδείνωση το βιοτικό επίπεδο του λαού θα υπάρξει με την αναζωπύρωση του πληθωρισμού και την επιβολή των μέτρων ισοπέδωσης των εργασιακών και ασφαλιστικών κατακτήσεων. Στην αντίπερα όχθη οι εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές ωφελούν σε διαφορετικό βαθμό τα διάφορα τμήματα της χρηματιστηριακής ολιγαρχίας. Π. χ. με την επιλογή της υποτίμησης βγήκαν ιδιαίτερα κερδισμένοι αυτή τη φορά ορισμένοι μεγαλοεξαγωγείς.

Ομως, ανεξάρτητα απ' τα μέσα και τις μορφές που επιλέγονται κάθε φορά απ' την κυβέρνηση το κύριο είναι ότι η συνολική κατεύθυνση της πολιτικής της εξυπηρετεί σταθερά τα στρατηγικά συμφέροντα των μονοπωλίων και κινείται αποφασιστικά στο δρόμο της ΟΝΕ.

Ετσι δεν είναι τυχαίο και το γεγονός ότι οι διάφορες τακτικές κινήσεις της κυβέρνησης επιχειρούνται να αιτιολογηθούν με τα ίδια ψευδεπίγραφα επιχειρήματα και κυρίως με τη θέση για αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Ο κ. Σημίτης επικαλέστηκε το συγκεκριμένο επιχείρημα και για να στηρίξει την πολιτική της "σκληρής δραχμής" και για να στηρίξει την επιλογή της υποτίμησης.

Λησμόνησε όμως να απαντήσει στο ερώτημα: ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΠΟΙΟΝ: Λησμόνησε να εξηγήσει ποιο όφελος θα έχει τάχα ο εργαζόμενος απ' τη βελτίωση της θέσης της επιχείρησης που εργάζεται, η οποία θα έχει επιτευχθεί με την κατάργηση του οχτάωρου, την παραβίαση της συλλογικής σύμβασης, την περικοπή των ασφαλιστικών δικαιωμάτων κλπ. Λησμόνησε επίσης να αναφερθεί στον παραγωγικό ρόλο της χώρας μας στα πλαίσια του κοινοτικού καπιταλιστικού καταμερισμού εργασίας, που εδραιώνεται όσο βαδίζουμε στο μονόδρομο της ΟΝΕ.

Μ' όλα τα παραπάνω δεν υπονοούμε φυσικά ότι τίποτα δεν αλλάζει με την εξαγγελία και δρομολόγηση των νέων κυβερνητικών μέτρων. Μπορεί η κατεύθυνση και ο προσανατολισμός να παραμένει ίδιος, όμως αξίζει να σημειωθούν κάποια νέα στοιχεία.

Ο χαρακτήρας της νέας επίθεσης

Πρώτα απ' όλα κανείς δεν μπορεί να μην εστιάσει στην ένταση και στην έκταση των συγκεκριμένων μέτρων. Πρόκειται για μια κυβέρνηση που είναι έτοιμη να ξεπουλήσει ακόμα και τα λιμάνια και την πολεμική βιομηχανία της χώρας μας. Μια κυβέρνηση που εκχωρεί τους κρίσιμους στρατηγικούς τομείς των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας.

Η εφαρμογή του συνόλου των συγκεκριμένων μέτρων το επόμενο διάστημα είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει πλατιές μάζες εργαζόμενων στην εξαθλίωση και θα αυξήσει τις ουρές των ανέργων.

Την ίδια στιγμή αυξάνουν τα σημάδια τυχοδιωκτικής πολιτικής της ελληνικής ολιγαρχίας στο χώρο των Βαλκανίων, ιδιαίτερα μετά τη γνωστή αναταραχή στο Κοσσυφοπέδιο. Η απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής πρωτοβουλίας στην κατεύθυνση της διατήρησης του αμετάβλητου των συνόρων είναι χαρακτηριστική.

Παράλληλα, απ' τα ελληνικά ΜΜΕ εξελίσσεται το τελευταίο διάστημα μια ενορχηστρωμένη ρατσιστική φασίζουσα εκστρατεία με άξονες την άνοδο της εγκληματικότητας, που αποδίδεται κυρίως στους Αλβανούς μετανάστες και την προβολή της ανάγκης ενίσχυσης της κατασταλτικής λειτουργίας του κράτους και της εκδίωξης των ξένων εργατών σαν αναγκαίας απάντησης.

Θα μπορούσε κάποιος να συνεχίσει αναφέροντας αρκετές ακόμα παρόμοιες πλευρές. Ομως αυτό που έχει σημασία να αναδείξουμε απ' το σύνολο των εξελίξεων είναι η αύξηση της επιθετικότητας της χρηματιστικής ολιγαρχίας που δρα στη χώρα μας. Η ένταση της συντηρητικής επίθεσης αποτελεί μονόδρομο για το μονοπωλιακό κεφάλαιο στη σημερινή συγκυρία. Υπαγορεύεται απ' τους δικούς του στρατηγικούς στόχους, που αποσαφηνίζονται με την ενεργή υιοθέτηση των κατευθύνσεων του Μάαστριχτ και του Αμστερνταμ.

Βρισκόμαστε λοιπόν μπροστά σε μια νέα κατάσταση ανόδου της ταξικής πάλης, που ξεκινά με πρωτοβουλία του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Μια κατάσταση που υπογραμμίζει τα αυξημένα καθήκοντα που έχουμε σαν κομμουνιστές.

Καθήκοντα για την οργάνωση και το συντονισμό του αγώνα των διάφορων τμημάτων των εργαζόμενων που πλήττονται άμεσα και έμμεσα απ' τη συντηρητική επίθεση, καθώς και για την κατάκτηση και εδραίωση του προσανατολισμού των αγωνιστικών διαθέσεων, σε αντιιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.Γιατί μόνο έτσι η όποια λαϊκή αγανάκτηση δε θα αποπροσανατολιστεί και δε θα εγκλωβιστεί στα άσφαιρα και αδιέξοδα κανάλια του λεγόμενου "αντισημιτικού" ή "αντινεοφιλελεύθερου" μετώπου, που λανσάρει η ολιγαρχία για τη δημιουργία αναχωμάτων, απέναντι στο ταξικό ρεύμα του εργατικού κινήματος (π. χ. σοσιαλιστικό ρεύμα του ΠΑΣΟΚ, "αριστερό" ρεύμα του ΣΥΝ) και στο ΚΚΕ.

Τη σημερινή συγκυρία παρά τη δυσκολία της, οφείλουμε να την αντιμετωπίσουμε αισιόδοξα. Η αύξηση της λαϊκής δυσαρέσκειας υπογραμμίζει τις νέες δυνατότητες που υπάρχουν για τη δημιουργία προϋποθέσεων οικοδόμησης του αντιιμπεριαλιστικού - αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης. Αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την ανάδειξη της ρεαλιστικότητας του δικού μας δρόμου, της αποφασιστικής σύγκρουσης με το μεγάλο κεφάλαιο για το σοσιαλισμό.

Μάκης ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ