ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Μάη 1998
Σελ. /50
ΚΕΝΗ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΡΩΤΟΠΑΤΣΗΣ (1897 - 1947)
Ενας "απόστολος" του νεοελληνικού πολιτισμού

Αυγές του αιώνα και στο ευλογημένο νησί της Σαπφούς και του Αρίωνα η ατμόσφαιρα είναι γεμάτη ευωδιές. Οχι μόνο από την πλούσια φύση της, μοναδική μέχρι τις μέρες μας, αλλά από ένα κίνημα διανοούμενων που οι πρωτοπόρες ιδέες τους διαπερνούν όλη την κοινωνία του νησιού. Εφημερίδες και περιοδικά γνωρίζουν τεράστια άνθηση κι ονόματα που θ' αφήσουν το ανεξίτηλο στίγμα τους στα ελληνικά Γράμματα, υπογράφοντας λογοτεχνικά κείμενα στις φιλολογικές τους σελίδες θ' αποτελέσουν τη λεγόμενη Λεσβιακή άνοιξη. Αναφέρουμε ορισμένους ανθρώπους της περιόδου αυτής: Μυριβίλης, Βενέζης, Δούκας, Παπανικόλας, Κανέλλης, Παρασκευαϊδης, Σίμος, Ευαγγελινός, Πανσέληνος, Ελευθεριάδης. Ανάμεσά τους ένα άστρο που έλαμψε και καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη των πολιτιστικών δρώμενων του τόπου, κυρίως στον εικαστικό τομέα. Ο Αντώνης Πρωτοπάτσης, γεννημένος αρχές του Απρίλη πριν εκατόν ένα χρόνια στο Ακλειδιού της Μυτιλήνης. Ενα προάστιο που γεννοβολούσε διανοητές... Τελειώνοντας το Γυμνάσιο (1914) εγγράφεται στη Σχολή Καλών Τεχνών για να την εγκαταλείψει σύντομα και να επιστρέψει στο νησί. Ατομο απείθαρχο, αντισυμβατικό, αρνείται τους πληκτικούς κανόνες της σχολής. "Οι σχολές νεκρώνουν τα ταλέντα" έλεγε. Ο ζωγράφος Ορέστης Κανέλλης γράφει για τον συντοπίτη "(...) δεν πίστεψε σε καμιά αισθητική θεωρία, αλλά μονάχα στα μάτια του και τα αισθήματά του (...). Το κήρυγμά του ήταν κήρυγμα εναντίον κάθε φορμαρισμένης αισθητικής, που δεν μπορούσαν παρά να καταστρέψουν τη λαϊκή παράδοση (...)". Για χρόνια επιδίδεται στην ανακάλυψη και απόδοση με καταπληκτικό τρόπο - με τα μολύβια του - της λεσβιακής λεβεντιάς, τη λυγεράδας της βράκας, της λαϊκής κομψότητας. Η ευχέρεια στο σκίτσο, η απόδοση της πραγματικότητας, η ταχύτητα που σκιτσάριζε ήταν εντυπωσιακές, όπως έγραψε ο Μυτιληνιός τεχνοκριτικός Γ. Πετρής που τον γνώριζε καλά.

Ο Α. Π. εξομολογείται "... ό,τι μ' ελκύει, ό,τι μου σταματήσει το μάτι, προσπαθώ όσο μπορώ να συλλάβω την έκφρασή τους, τη στάση τους, τέτοια που είναι ακριβώς εκείνη τη στιγμή. Ζητώ την απόχρωση της στιγμής (...)".

Το 1919 παρακολουθεί στη Γενεύη τη Σύνοδο της Κοινωνίας των Εθνών. Σκιτσάρει φιγούρες μεγάλων πολιτικών ηγετών της εποχής και η δουλιά του εκτιμάται ιδιαίτερα. Δυο χρόνια μετά βρίσκεται στο Παρίσι, όπου σκιτσάρει στις εφημερίδες "Le journal", "Le Figaro" και πολλά περιοδικά υπογράφοντας ως "Pazzi". To 1939 επιστρέφει οριστικά στην Ελλάδα, οσμιζόμενος τον επερχόμενο πόλεμο. Μόλις φτάνει δίνει διάλεξη στην Αθήνα, προκαλώντας μεγάλο θόρυβο. Θέμα του η Σαπφική ποίηση και στόχος του η ανάδειξη της συγγένειάς της με τη λαϊκή παράδοση. Παράλληλα προσπαθεί να φτιάξει μια Σχολή Σκίτσου. Ονειρο που δεν καρποφορεί. Ηδη είναι κάτι παραπάνω από καταξιωμένος στο χώρο αυτό. Γράφει ο Ορέστης Κανέλλης "(...) η ευγένεια και η λεπτότητά του δε βρίσκονται μέσα στο θέμα του, αλλά μέσα στην ποιότητα της γραμμής του. Συλλαμβάνει τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά μιας φυσιογνωμίας, μιας κίνησης (...) Το γελοιογραφικό του σκίτσο είναι απαλλαγμένο από κάθε κακία και προσπάθεια μείωσης της ανθρώπινης αξίας. Υπάρχει μόνο ένα καλοπροαίρετο χιούμορ που το χαιρόμαστε, δίχως να μας είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε και τα γεγονότα που απεικονίζονται (...)".

Αξίζει τον κόπο να διαβάσουμε και την κρίση του Φώτου Πολίτη.

Το 1924, όταν δηλαδή ο Πρωτοπάτσης ήταν μόλις 27 χρόνων!!!

"... Οι ακουαρέλες και οι ελαιογραφίες του φανερώνουν ελευθερία εκτέλεσης, άνεση και τεχνική αρτιότητα. Εχει τόση ευκολία στο χέρι και τόση γοργότητα βλέμματος παρατηρητικού, ώστε ταχύτατα κατασταλάζουν μέσα του οι εκφραστικές γραμμές φυσιογνωμίας κινούμενης και σε λίγα λεπτά ετοιμάζει προσωπογραφικά σκίτσα αποδίδοντας τελείως τα χαρακτηριστικά των εικονιζόμενων ατόμων. Είναι βέβαια τούτο δείγμα έμφυτου ταλέντο (...) όλες τις τεχνικές προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για να μην τον τρομάξει ο μακρύς κι απάτητος δρόμος...".

Σκιτσογράφος του "Ρ"

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του (πέθανε μόλις 50 χρόνων το 1947) σκιτσάρει για το "Ριζοσπάστη", τη "Μάχη" και την "Ελεύθερη Ελλάδα". Τα σχέδιά του αυτά - από τα πιο ενδιαφέροντα - αποτύπωσαν φιγούρες και γεγονότα σημαντικά όχι μόνο για την Αριστερά, αλλά για τη δραματική περίοδο αυτού του τόπου που συνοδεύτηκε με τις εκτοπίσεις και την εξόντωση των αγωνιστών της Αντίστασης από το μετεμφυλιακό κράτος (και παρακράτος) της Δεξιάς.

Αυτή ήταν η μία μόνο πλευρά του Α. Π.

Η παρουσία του στο χώρο του πολιτισμού ήταν πολυποίκιλη. Στα είκοσί του δημοσιεύει στη "Σάλπιγκα" της Μυτιλήνης δοκίμιο για τη "Δημοτική" με το ψευδώνυμο Μήτσος Ακλειδιανός, που θα κυκλοφορήσει λίγους μήνες μετά σε φυλλάδιο, με επιμέλεια δική του και των φίλων του Ψαρού, Ψάλτη και Κεφάλα. Τίτλος του "Οι Μαλλιαροί της Μυτιλήνης". Ας μη ξεχνάμε τη μετάφραση 50 ποιημάτων του Μπωντλαίρ (μετάφραση που κράτησε 25 χρόνια, σύμφωνα με τον Γ. Βαλέτα) που κυκλοφόρησε σε περιορισμένα αντίτυπα, με δική του εκτεταμένη εισαγωγή και διακοσμημένο με υψηλής αισθητικής χαρακτικά του. Οι φίλοι του - ο Α. Π. είχε πολλούς - τον αποκαλούσαν "ξίκη" που στη μυτιληνιά ντοπιολαλιά σημαίνει αυτός που είναι λειψός στο μυαλό... Αιτία ο τρόπος που ντυνόταν και συμπεριφερόταν, αυτός ο μποέμ μέχρι το τέλος της ζωής του. Ενας καλλιτέχνης που στο σύντομο βίο του δε μας άφησε "κληρονομιά" μόνο σκίτσα, πίνακες, δοκίμια και μεταφράσεις του. Κυρίως άφησε κανόνες για την πνευματική ζωή κι εδώ βρίσκεται το μεγαλείο του.

Νίκος ΜΟΛΥΒΙΑΤΗΣ

ΠΗΓΕΣ 1. Α. Πρωτοπάτσης του Σ. Μολίνου, εκδ. ΑΣΤΕΡΙΑΣ

2. ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ / αφιέρωμα

"Η Δημοτική" (απόσπασμα)

"... Είναι ένας όφιος αυτήν η καθαρεύουσα που τονε θρέψαν αιώνων αμαρτίες, μα τώρα, από τόσες πια που γένηκε το λεύτερο το κράτος, είχε θεριέψει στα καλά με τις αμαρτίες του Κοραή κι' όλων των δασκάλων ίσαμε το Μιστριώτη. Αυτός ο όφιος, θρονιασμένος, για την κακή μας τη μοίρα, μες την καρδιά της πολιτείας, στα σκολειά, αρπούσε στα νύχια του ένα ένα όλα τα παιδιά, όσα τα φέρνανε κατά κει ανήξερα οι μάνες τους, και τους πιπίλιζε κάθε φρεσκάδα και ζωή από το μυαλουδάκι τους, χρόνο με το χρόνο, από την πρώτη του δημοτικού ίσαμε την ύστερη χρονιά που βγαίνουνε πια παλικάρια, άντρες απάνω στην ακμή τους από μέσ' αμ' το πανεπιστήμιο με το δίπλωμα της φιλολογίας στο χέρι, με δίπλωμα της βλακείας στο κεφάλι τους μέσα.

Ηθελα να γράψω με κόκκινα μεγάλα γράμματα, ήθελα να βάνω σε κάθε πόρτα σκολειού κι απ' έναν αμ' τους αμέτρητους τους ναυαγισμένους που ξέρασε στην κοινωνία το πανεπιστήμιό μας, να τόνε βάνω να φωνάζει: "Βρε παιδιά, μην ερχόστε σα δω κ' είν' ένας όφιος και θα σας φάει!". (...) Μπορεί κανείς να πει και να το βεβαιώσει πως όσο πιο πολλά χρόνια ένα παιδί έχασε στα σκολειά μας τόσο πιότερη είνε κ' η βλακεία που σηκώνει, μα κ' ένα μήνα ακόμα νάκανε σκολειό και να ξέχασε ύστερα να γράφει ως και τόνομά του - δε μπορεί - λίγη σκουριά από τα ία και τα ωά, από τη γαλή και τον κύων θα κατακάθησε στο κεφάλι του μέσα. Δε μιλώ για τις εξαιρέσεις. Μήτε μπορούμε καλά καλά να βάνουμε στο νου μας το τι δύναμη χρειάζεται, τι αγώνας για να μπορέσει να παλέψει και να πετάξει από πάνω του ο άνθρωπος ένα φαρμάκι που του το ποτίζουνε λίγο λίγο από μωρό παιδί, από τότες που πιστεύεις ό,τι και αν σου πούνε, τότες που ό,τι δεις θέλεις να το κάνεις και συ. Να πούμε την αλήθεια κανένας μας δεν ήθελε νάνε λευτερωμένος σήμερα α δε βγαίνανε να μας το φωνάξουνε το "πού τραβάτε;!" με όλη τη φωνή που κλειούσανε στα δυνατά τους τα στήθεια κι όσοι άλλοι πριν απ' αυτουνούς μια πιο πολύ απ' όλους ο Ψυχάρης, ο Πάλλης, ο Εφταλιώτης, ο Παλαμάς, τώρα που θέριεψε ο όφιος... ".

LEZANTES

Α. Πρωτοπάτσης: αυτοπροσωπογραφία



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ