ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Μάη 1998
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
Ο μαρξισμός για τη θρησκεία

Η ενασχόληση της επικαιρότητας με τις δραστηριότητες του νέου αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδας έδωσε την αφορμή για ακούσματα περί "ελληνοχριστιανισμού", "ελληνοορθοδοξίας" κλπ., που, όσοι εμφορούνται από αυτές τις απόψεις, τις εκδηλώνουν, πατώντας σε μια συγκεκριμένη βάση: Θεωρούν ληγμένη και καταληγμένη τη συζήτηση γύρω από τη θρησκεία, γενικά, αφού αντιμετωπίζουν και αυτό το ζήτημα περίπου υπό το πρίσμα της αντίληψης ότι επήλθε το "τέλος της ιστορίας". Απαλλαγμένοι - όπως νομίζουν - από το άγχος της επεξήγησης των μεταφυσικών τους αναζητήσεων και θεωρήσεων, δεν ομιλούν καθόλου γύρω από τις ...κοσμικές αναγκαιότητες που κατέστησαν τη θρησκεία "εργαλείο" και πλευρά των καθορισμένων κοινωνικών σχέσεων ανά τους αιώνες.

Τέτοιο "εργαλείο", φυσικά, είναι και ο χριστιανισμός, όπως και όλες οι θρησκείες, που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, διαπερνώνται από το εξής σχήμα: Ακόμα κι αν ο επίγειος βίος δεν είναι τόσο φιλικός με τον άνθρωπο, η δικαιοσύνη θα αποκατασταθεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, σε μια ...άλλη ζωή. Μια ζωή, που η "επαλήθευση" της ύπαρξής της ανάγεται στη σφαίρα των ιδεών και του "πίστευε και μη ερεύνα".

Με λίγα λόγια, αυτό το στοιχείο της μεταθανάτιας ανταμοιβής, που προβάλλεται από όλα τα θρησκευτικά δόγματα, γίνεται πολύ χρήσιμη και αξιοποιήσιμη δύναμη για την αποτροπή της αντίδρασης των καταπιεζόμενων εναντίον των καταπιεστών τους σε τούτον τον ...μάταιο κόσμο. Οπως τόνιζε ο Λένιν, η θρησκεία καλλιεργεί στον στερημένο και εκμεταλλευόμενο αυτού του κόσμου την παρηγοριά της επουράνιας ανταμοιβής, με ενέχυρο την καρτερικότητα για όσα υφίσταται επί της Γης. Ομως, "σε κείνους που ζουν από ξένη εργασία, η θρησκεία διδάσκει την αγαθοεργία στην επίγεια ζωή, προσφέροντάς τους μια πολύ φτηνή δικαίωση για όλη την εκμεταλλευτική τους ύπαρξη και πουλώντας τους σε συμφέρουσα τιμή εισιτήρια για την επουράνια μακαριότητα",διαπίστωνε ο επικεφαλής των Μπολσεβίκων.

***

Ειδικά σε ό,τι αφορά τον χριστιανισμό, που ο Ενγκελς αναγνώρισε ότι στην "πρωτόγονη" φάση του "υπάρχουν άξια προσοχής σημεία προσέγγισης με το σύγχρονο εργατικό κίνημα", η αξιοποίηση από τις κυρίαρχες τάξεις του "λυτρωτικού" του μηνύματος, που ανάγεται στο "μεταθανάτιο υπερπέραν" (σε αντίθεση με το σοσιαλισμό, που, όπως έλεγε ο Ενγκελς, "κηρύττει" τη λύτρωση στον επίγειο κόσμο, στο μετασχηματισμό της κοινωνίας), είναι πασίδηλη από την εποχή της αρχαίας Ρώμης. Ο χριστιανισμός, από θρησκεία των δούλων και των μη εχόντων δικαιώματα, έγινε επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας του Καίσαρα και επίσημη ιδεολογία του Μεσαίωνα...

Ειδικά δε σε συνθήκες καπιταλισμού, όπως ο Μαρξ σημείωνε, "ο χριστιανισμός με τη λατρεία του αφηρημένου ανθρώπου... αποτελεί την πιο κατάλληλη μορφή θρησκείας για μια κοινωνία εμπορευματοπαραγωγών". Και αυτό όχι χωρίς λόγο. Ο καπιταλισμός, ως σύστημα παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων που επικαλύπτουν την εκμεταλλευτική του φύση, καθώς και ως μοντέλο που όταν κάποιος δεν έχει την αναλυτική ιστορικο-διαλεκτική δυνατότητα να δει την ουσία του, προσκρούει πάνω σε ένα πέπλο φετιχισμού (οι κοινωνικές σχέσεις παίρνουν τη φαντασμαγορική μορφή της σχέσης των ανθρώπων απέναντι στα πράγματα), έχει την ανάγκη μιας "συμβατής" με το καπιταλιστικό σύστημα θρησκείας.

Μιας θρησκείας, που να εξηγεί τα επίγεια δεινά με ανάλογο φετιχιστικό τρόπο. Μιας θρησκείας, που, όπως όλες οι θρησκείες, αλλά πιο εκλεπτυσμένα, αξιοποιεί το φόβο του ανθρώπου απέναντι στο άγνωστο, δαιμονοποιεί τα φυσικά και κοινωνικά φαινόμενα, που οι λαϊκές μάζες αποστερούνται από τα γνωστικά εφόδια να τα εξηγήσουν, "θεοποιεί" τις συμφορές της ανεργίας, της φτώχειας, της αρρώστιας κλπ., που έχουν άλλα αίτια και χρησιμοποιεί την άγνοια του ανθρώπου για να γεννήσει στη συνείδησή του το Θεό. Μιας θρησκείας, που μέσα από μια μυθοποίηση των σχέσεων - και σε αντιστοιχία με τη μυθοποίηση των κοινωνικών σχέσεων που επιχειρεί ο καπιταλισμός - θα δημιουργεί την ανάγκη της πίστης σε μια μετά θάνατον καλύτερη ζωή, που θα κατακτηθεί μέσω της εξατομικευμένης "νηστείας και προσευχής" και μιας συλλογικής δράσης του ατόμου που θα διέπεται από την αρχή "γύρνα και το άλλο μάγουλο"...

***

"Η πιο βαθιά πηγή των θρησκευτικών προλήψεων είναι η εξαθλίωση και η αμάθεια. Αυτά πρέπει να καταπολεμήσουμε",έλεγε ο Λένιν, απευθυνόμενος στο 1ο Πανρωσικό Συνέδριο των Εργατών. Που σημαίνει ότι η γνώση των νόμων της φύσης και της κίνησης της κοινωνίας αποστερεί τη βάση, πάνω στην οποία αναπτύσσεται η τυφλή πίστη στις μεταφυσικές και άυλες δοξασίες της οποιασδήποτε θρησκείας. Αλλά ο Λένιν δεν έμενε μόνο εκεί, αφού, όπως σημείωνε, η παραπάνω τοποθέτηση, αν δε συμπληρωθεί από τη θέση πως οι ρίζες της θρησκείας "στις σύγχρονες καπιταλιστικές χώρες είναι κύρια κοινωνικές", συνιστά μια μεταφυσική εξήγηση της θρησκείας, καλή για τους αστούς υλιστές, αλλά όχι για τους προλετάριους.

Αλλαγή της κοινωνίας, λοιπόν, είναι το ζητούμενο. Και αυτή είναι η απάντηση στο γιατί η τέτοια πρόοδος της επιστήμης και της τεχνολογίας - που συντελείται σε συγκεκριμένα κοινωνικά πλαίσια - δεν επιφέρει αυτόματα την απαλλαγή από τα δεσμά του θρησκευτικού μυστικισμού, ακόμα και σε αρκετούς από εκείνους που κατέχουν τα επιστημονικά εφόδια. Αλλωστε, πάλι ο Λένιν είχε διαγνώσει ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί, "αντιδραστικές προσπάθειες (να) γεννιούνται από την πρόοδο της επιστήμης".

Ο Πάβελ Γκούρεβιτς, δε, στο βιβλίο του "Οι θεοί ξαναζούν", αναφερόμενος στη σκέψη του Λένιν, σημείωνε τη θέση του τελευταίου ότι η επίθεση των αντιδραστικών δυνάμεων και η προσωρινή τους νίκη... οδήγησε σε προσπάθειες εκ μέρους της άρχουσας τάξης "να αναβιώσει τη θρησκεία, να αυξήσει την απαίτηση για θρησκεία, να ανακαλύψει θρησκεία, να μπολιάσει τους ανθρώπους με θρησκεία, ή να δυναμώσει την επιρροή της θρησκείας με νέες μορφές".

Σήμερα τα λόγια του Λένιν, σε συνδυασμό και με το κύμα μυστικισμού που ευνοούν οι ανατροπές σε παγκόσμιο επίπεδο από την υποχώρηση του σοσιαλισμού, επιβεβαιώνονται πλήρως.

***

Ενα ερώτημα που τίθεται είναι πώς αντιμετωπίζεται το φαινόμενο των θρησκευτικού ανορθολογισμού. Ο μαρξισμός - λενινισμός είναι σαφής: Η θρησκεία δεν πρέπει και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ως υπό εξόντωση αντικείμενο και όχι μόνο για λόγους σεβασμού απέναντι στο θρησκευτικό δικαίωμα του καθενός. Μια τέτοια αντιμετώπιση θα ήταν άλλωστε, το λιγότερο, κουτή, με την έννοια ότι όλα αυτά τα χιλιάδες χρόνια που επηρεάζει τον άνθρωπο έχει γίνει μέρος της κληρονομιάς, των παραδόσεων και των αισθημάτων του, όπως σημειώνει ο Δ. Κασιούρας, στο βιβλίο του "Μαρξισμός και νεοορθόδοξοι".

Η υπέρβαση των θρησκευτικών προκαταλήψεων δε θα έρθει διά διαταγμάτων, αλλά μέσα από την αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών, που γεννούν το έδαφος για μεταφυσική απόδραση από την πραγματικότητα. Θα έρθει μέσα από την ανατροπή εκείνης της πραγματικότητας, που για τη διαιώνισή της οι άνθρωποι πρέπει να μένουν καθηλωμένοι σε ρόλο θεατή της ιστορίας, σε ρόλο θεατή εκείνων των άλλων που ορίζουν τη ζωή τους. Οι άνθρωποι παύουν να έχουν την ανάγκη του Θεού, όταν πάρουν στα χέρια τους την υπόθεση της ζωής τους και για να την πάρουν πρέπει να μάθουν ότι μπορούν και πρέπει να το κάνουν.

Η διατύπωση του Μαρξ είναι αξεπέραστη: "Η θρησκευτική αντανάκλαση του πραγματικού κόσμου μπορεί γενικά να εξαφανιστεί μόνο από τη στιγμή που οι σχέσεις της καθημερινής πρακτικής ζωής θα εκφράζουν για τους ανθρώπους καθημερινά καταφανείς λογικές σχέσεις μεταξύ τους και προς τη φύση... οι πηγές της θρησκείας - τόνιζε - δε θα βρεθούν στον ουρανό, αλλά εδώ στη Γη. Μόλις αυτή η διαστρεβλωμένη πραγματικότητα, της οποίας η θρησκεία είναι αντανάκλαση, διαλυθεί, η τελευταία θα πεθάνει από φυσικό θάνατο".

***

Είναι αναγκαίο να σημειωθεί και κάτι ακόμα. Τις τελευταίες μέρες έγινε μια προσπάθεια να δημιουργηθούν διαχωριστικές γραμμές μεταξύ θρησκευομένων και μη θρησκευομένων ή... αλλόθρησκων. Και βέβαια όλοι καταλαβαίνουν ότι τέτοιου είδους διαχωρισμοί είναι εκ του πονηρού, αφού κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί στα σοβαρά ότι το πρόβλημα του σύγχρονου κόσμου και της χώρας μας είναι η θρησκευτικότητα ή μη του πολίτη.

Το σημειώνουμε γιατί και αυτή η προσπάθεια, εκ μέρους εκείνων που πρωτοστατούν σε θρησκευτικούς αφορισμούς, υποδηλώνει πλαγίως την απόφασή τους να διατηρήσουν άλυτα τα πραγματικά προβλήματα του λαού και να προκαλέσουν τεχνητές εντάσεις σε όσους τα υφίστανται. Και τα υφίστανται όλοι, είτε πιστεύουν στον Χριστό, είτε στον Αλλάχ, είτε στο Βούδα, είτε πουθενά.

Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

Η διατύπωση του Μαρξ είναι αξεπέραστη: "Η θρησκευτική αντανάκλαση του πραγματικού κόσμου μπορεί γενικά να εξαφανιστεί μόνο από τη στιγμή που οι σχέσεις της καθημερινής πρακτικής ζωής θα εκφράζουν για τους ανθρώπους καθημερινά καταφανείς λογικές σχέσεις μεταξύ τους και προς τη φύση... οι πηγές της θρησκείας - τόνιζε - δε θα βρεθούν στον ουρανό, αλλά εδώ στη Γη. Μόλις αυτή η διαστρεβλωμένη πραγματικότητα, της οποίας η θρησκεία είναι αντανάκλαση, διαλυθεί, η τελευταία θα πεθάνει από φυσικό θάνατο"


"ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ"
Στη μάχη για την άνοδο της κυκλοφορίας

Αποσπάσματα από την ομιλία του Δημήτρη Κουτσούμπα, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και διευθυντή του "Ρ", σε πανελλαδική κομματική σύσκεψη στελεχών

Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ, ως η πιο απαραίτητη προϋπόθεση για τη συγκρότηση του αντιιμπεριαλιστικού - αντιμονοπωλιακού - δημοκρατικού μετώπου, είναι ο πυρήνας της καθημερινής καθοδηγητικής δουλιάς των στελεχών και των οργάνων.Η καθημερινή μαζική πολιτική δράση του Κόμματος απαιτεί την εξασφάλιση της ικανότητας να επικεντρώνεται η δουλιά στη δημιουργία των προϋποθέσεων για τη συγκρότηση του Μετώπου και την πολιτική, ιδεολογική και οργανωτική ενίσχυση του Κόμματος, πράγμα που με τη σειρά του σημαίνει ότι ο πυρήνας της καθοδηγητικής δουλιάς στελεχών και οργάνων, υπηρετεί αυτά τα καθήκοντα.

Συστατικό στοιχείο, απ' αυτή την άποψη, της καθοδηγητικής δουλιάς, είναι, ή τουλάχιστον πρέπει να είναι, ο "Ριζοσπάστης", γιατί η εξασφάλιση καθημερινά της γνώσης και αφομοίωσης των θέσεων, της πολιτικής του Κόμματος στα ζητήματα που προκύπτουν από τις πολιτικές εξελίξεις, απαιτεί την άμεση παρακολούθηση και μελέτη τους. Η εφημερίδα - όργανο της ΚΕ του Κόμματος, μπορεί με πληρότητα να υπηρετεί αυτή την ανάγκη. Είναι καθημερινά ο καθοδηγητής και οργανωτής στην πάλη για την εκπλήρωση των στόχων του ΚΚΕ. Εχει δε ιδιαίτερη αποστολή από την εξής άποψη: Δίνει καθημερινά την πολιτική γραμμή του Κόμματος, την κατεύθυνση για τα βασικά πολιτικά ζητήματα. Απαντάει σε βασικά θέματα που προκύπτουν, άμεσα, την επόμενη κιόλας μέρα, τη στιγμή που για να φτάσει το ίδιο ζήτημα στα ενδιάμεσα καθοδηγητικά όργανα, (ΝΕ, ΑΕ), πολύ περισσότερο στις ΚΟΒ και τις ΟΒ, στους οπαδούς και τους φίλους του κόμματος και της ΚΝΕ, απαιτεί πιο χρονοβόρες διαδικασίες.Αν, λοιπόν, σωστά κατανοηθεί αυτό το ζήτημα και εμπεδωθεί από το σύνολο του κομματικού δυναμικού - κυρίως τα στελέχη - τότε και καλύτερη αξιοποίηση της εφημερίδας θα έχουμε και ανέβασμα της ποιότητας της καθοδηγητικής δουλιάς, ιδιαίτερα των μεσαίων και κατώτερων οργάνων, (ΝΕ, ΑΕ, Γραφεία ΚΟΒ), και φυσικά αύξηση της κυκλοφορίας. Ο "Ριζοσπάστης", παρά τις όποιες δυσκολίες, τα εμπόδια που αντικειμενικά υπάρχουν στην κυκλοφορία του, τις όποιες υποκειμενικές αδυναμίες και ελλείψεις παρουσιάζει, είναι εφημερίδα που εκφράζει την πολιτική του Κόμματος, εφημερίδα ενημερωμένη για όλα σχεδόν τα γεγονότα, εφημερίδα που συμβάλλει με αποκαλύψεις, με επιχειρήματα, με ιδεολογικά και πολιτικά άρθρα στον εξοπλισμό των μελών μας. Επιμέρους αδυναμίες σοβαρές ή λιγότερο σοβαρές του "Ριζοσπάστη" δεν αλλάζουν διόλου αυτό το κύριο, το ουσιαστικό ζήτημα.

Το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, σαν μέσα ενημέρωσης, δεν μπορούν διόλου να αντικαταστήσουν την εφημερίδα, έχουν διαφορετικό ρόλο. Σημαντικό μεν, αλλά διαφορετικό. Εχουν κυρίως ενημερωτικό χαρακτήρα, στηρίζονται στην εντύπωση της στιγμής, στον προφορικό λόγο και φυσικά δημιουργούν αντίστοιχη μνήμη, τηλεοπτική ή ραδιοφωνική. Ο γραπτός λόγος, η εφημερίδα, είναι αναντικατάστατα. Αν αυτό ισχύει μια φορά για τους αστούς, ισχύει εκατό φορές για τους κομμουνιστές.Αν, για παράδειγμα, όλες οι ΚΟ είχαν αξιοποιήσει τα μισά απ' αυτά που γράφει ο "Ριζοσπάστης" για τα κυβερνητικά μέτρα, με αφορμή την ένταξη της δραχμής στο Σύστημα Συναλλαγματικών Ισοτιμιών και την υποτίμησή της, τότε και από πολύ καλύτερες θέσεις θα μπορούσαν στελέχη και μέλη του Κόμματος να εκλαϊκεύουν στις μάζες, την πολιτική και τις θέσεις του ΚΚΕ γι' αυτά τα μέτρα, θα ήταν πιο αποτελεσματική και εύκολη η προπαγάνδα, η ζύμωση. Δικαιολογία είναι αρκετές φορές ότι "δεν καταλαβαίνουμε τα κείμενα και την αρθρογραφία του". Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα: σε μια πολιτική συγκέντρωση από τον κεντρικό ομιλητή αξιοποιήθηκαν στην ομιλία του αποσπάσματα από άρθρα, όπως ακριβώς ήταν γραμμένα στο "Ριζοσπάστη", χωρίς να προστεθεί ούτε μια λέξη. Υπήρξαν, λοιπόν, μέλη του Κόμματος που είπαν στον ομιλητή, στο τέλος της συγκέντρωσης, ότι εξήγησε τα ζητήματα πολύ καλά, ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν τα είχαν καταλάβει, ότι ο "Ρ" δεν τα γράφει έτσι "απλά" κλπ. κλπ. Η ουσία είναι ότι δεν είχαν καν διαβάσει την εφημερίδα.

Οι κομμουνιστές πρέπει συνεχώς να διδάσκονται και να μαθαίνουν. Δεν επιτρέπεται να κολακεύουν την αμάθεια και την ημιμάθεια. Οι κομμουνιστές εργάτες πάντα αγαπούσαν και αξιοποιούσαν την εφημερίδα, ήταν και είναι κάτι σαν σχολείο. Για να εμπλουτίζουν έτσι τις γνώσεις τους, ακόμα και το λεξιλόγιο τους, να ρωτάνε για ό,τι δεν ξέρουν, να γίνονται καλύτεροι και σοφότεροι.Κι αυτό είναι περισσότερο αναγκαίο σήμερα που αναδείχνονται εκατοντάδες νέα στελέχη στο κόμμα, και την ΚΝΕ, και που πρέπει να γίνει συγκεκριμένη δουλιά για την κομματική ανάπτυξή τους, σα να ξεκινάμε από την αρχή, με τα πρώτα βασικά ιδεολογικοπολιτικά εφόδια.

Αν δεν αυξηθεί η κυκλοφορία του "Ριζοσπάστη", δε θα αναπτύσσεται η πολιτική, ιδεολογική, οργανωτική και οικονομική δουλιά. Το κόστος για το Κόμμα, από τις εφημερίδες που μένουν στα περίπτερα και επιστρέφονται, είναι αρκετά μεγάλο, όχι μόνο γιατί δεν επενδύθηκε σε γνώση και πολιτική δουλιά, αλλά και από καθαρή οικονομική άποψη,(χαρτί, δουλιά για να γραφτεί και να τυπωθεί κ.ά.). Είναι χρήματα που πάλι από τα κομματικά στελέχη και μέλη πληρώνονται με τη συνδρομή, την εξόρμηση κλπ., ενώ επιπλέον οι πολλές επιστροφές έχουν και άλλες αρνητικές επιπτώσεις: Δε στέλνει, ο μηχανισμός διακίνησης, στα περίπτερα περισσότερα φύλλα, αφού υπάρχουν πολλές επιστροφές, με συνέπεια να δημιουργούνται ελλείψεις σε πολλούς χώρους διακίνησης της εφημερίδας. Είναι κι αυτό ζήτημα για κάθε ΝΕ, ΑΕ, ΚΟΒ να ασχοληθεί και να το αντιμετωπίσει, είναι σοβαρό ζήτημα της καθοδηγητικής δουλιάς. Ενας τρόπος ίσως είναι να μπορούσαν οι οργανώσεις να μαζεύουν τις επιστροφές από τα περίπτερα και να τα δίνουν την επόμενη στους οπαδούς. Αυτό είναι πιο εύκολο για τον "Κυριακάτικο Ριζοσπάστη" και μπορεί να δοκιμαστεί.

O "Ριζοσπάστης" δεν είναι μια οποιαδήποτε εφημερίδα, απλά για ενημέρωση. Είναι όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ. Οπως μοιράζονται τα προπαγανδιστικά φυλλάδια και οι προκηρύξεις με τις θέσεις του Κόμματος και επιδιώκουμε να μη μένουν στα γραφεία, το ίδιο, και σε μεγαλύτερο βαθμό, ισχύει για το "Ριζοσπάστη". Με το "Ρ" στο χέρι διαδίδουμε την πολιτική και την ιδεολογία του Κόμματος, τις θέσεις του και μάλιστα είναι ακόμη πιο αποτελεσματική μέθοδος, γιατί δίνει τη δυνατότητα γνωριμίας με καινούριο κόσμο, σταθερής επαφής μαζί του, για ανάπτυξη και στέριωμα δεσμών κλπ. Να γιατί είναι αναγκαίες και απαραίτητες οι εξορμήσεις.Ο κομμουνιστής που μοιράζει και διαδίδει το "Ριζοσπάστη" δεν είναι εφημεριδοπώλης, όπως πολλοί τον χαρακτηρίζουν, αλλά ο άνθρωπος που, με τη συγκεκριμένη δραστηριότητα, προπαγανδίζει πλατύτερα τις θέσεις και την πολιτική του ΚΚΕ, που συμβάλλει και μ' αυτό τον τρόπο στη συγκέντρωση δυνάμεων γύρω από την πολιτική του, στη συσπείρωση, στην ένταξηστην ταξική πάλη. Και ταυτόχρονα, συμβάλλοντας στο ανέβασμα της κυκλοφορίας αντιμετωπίζεται και το οικονομικό δυνάμωμα της εφημερίδας.Δεν είναι δύσκολο - παλεύοντας ολόπλευρα και επί της ουσίας γιατί αυτό απαιτούν οι εξελίξεις και οι ανάγκες του αγώνα το καθήκον της αύξησης της κυκλοφορίας - να δυναμώνει μ' αυτή τη δραστηριότητα, πολιτικοϊδεολογικά και οικονομικά και το κόμμα και η εφημερίδα. Είναι άμεσο, επιτακτικό και επείγον καθήκον, αλλά και συστατικό στοιχείο της καθημερινής καθοδηγητικής δουλιάς των οργάνων και των στελεχών.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ