ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 25 Οχτώβρη 1998
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Και νέα φοροληστεία στα λαϊκά εισοδήματα το 1999

Με την απόφασή της, να μην τιμαριθμοποιήσει τη φορολογική κλίμακα, η κυβέρνηση θα πάρει πίσω το 1/3 των ονομαστικών αυξήσεων, που θα προκύψουν από την εισοδηματική πολιτική, συμπιέζοντας έτσι σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα την αγοραστική δύναμη των μισθωτών - συνταξιούχων

Ληστεία με το "γάντι" θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η απόφαση της κυβέρνησης να μην τιμαριθμοποίηση την κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, τα αφορολόγητα ποσά και τις όποιες φοροαπαλλαγές ή μειώσεις φόρων που έχουν θεσπιστεί και ισχύουν για τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Με την απόφασή της να μην τιμαριθμοποίηση ούτε και το 1999 τη φορολογική κλίμακα, η κυβέρνηση των "εκσυγχρονιστών" του "νέου" ΠΑΣΟΚ, σχεδιάζει να πάρει πίσω ένα μεγάλο μέρος (περίπου το 30%) των πρόσθετων εισοδημάτων που θα προκύψουν από την ισχνή ονομαστική αύξηση μισθών και συντάξεων. Αυτό σημαίνει, ότι η ονομαστική αύξηση μισθών ή συντάξεων της τάξης του 2%, λόγω μη τιμαριθμοποίησης, περιορίζεται στο ισχνό ποσοστό του 1,4%! Με βάση τα παραπάνω, η κυβέρνηση προϋπολογίζει για το 1999 μια μείωση της πραγματικής αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων, που στην καλύτερη περίπτωση θα είναι 1,5% (αν εκπληρωθεί ο υπεραισιόδοξος και εξωπραγματικός στόχος για πληθωρισμό 2,9%) και θα μεγαλώνει όσο θα μεγαλώνει η απόκλιση από τον επίσημα διακηρυγμένο στόχο για πληθωρισμό, που προβλέπει για το 1999 το "επικαιροποιημένο" πρόγραμμα "σύγκλισης".

Το μέγεθος της ληστείας, που επιχειρεί η κυβέρνηση με την απόφασή της να μην τιμαριθμοποίηση τη φορολογική κλίμακα και τα άλλα αφορολόγητα ποσά ή μειώσεις φόρων, φαίνεται στο παράδειγμα του ζευγαριού των μισθωτών στο δημόσιο τομέα - με μέσο μηνιάτικο εισόδημα από μισθούς 500.000 δραχμές το 1998 - που επεξεργάστηκε και παραθέτει σήμερα ο "Ρ". Στο παράδειγμά μας, παίρνουμε σαν δεδομένα, τα εξής:

Πρώτον, ότι φέτος το Δεκέμβρη 1998 ο μισθός του συζύγου είναι 300.000 δραχμές το μήνα και της συζύγου 200.000 δραχμές το μήνα.

Δεύτερον, υποθέτουμε, ότι η εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης του 1999, θα δίνει μέση ετήσια ονομαστική αύξηση 2% (είτε εφάπαξ αύξηση 2% από την 1 - 1 - 1999 αυξήσεις 1,5% και 1% σε δύο δόσεις, που δίνουν μέση ετήσια ονομαστική αύξηση 2%).

Τρίτον, υποθέτουμε ότι η κυβέρνηση δε θα τιμαριθμοποίηση ούτε το 1999, τη φορολογική κλίμακα και τα αφορολόγητα ποσά ή μειώσεις φόρου, που δικαιούνται οι εργαζόμενοι.

Τέταρτον, υποθέτουμε ότι το συγκεκριμένο ζευγάρι μισθωτών, ξοδεύει όλα τα εισοδήματα που έχει από μισθούς για να ζήσει και ότι δεν του μένει δεκάρα για καταθέσεις στην τράπεζα ή για άλλες επενδύσεις.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, προκύπτουν τα εξής:

1. Το ετήσιο εισόδημα του συζύγου (300.000 δραχμές το μήνα) ανέρχεται για φέτος στο ποσό των 4.200.000 δραχμών και της συζύγου (200.000 δραχμές το μήνα) στις 2.800.000 δραχμές. Ο φόρος εισοδήματος που αναλογεί στο εισόδημα του συγκεκριμένου ζευγαριού, ανέρχεται στο ποσό των 417.000 δραχμών (103.500 δραχμές για τη σύζυγο και 313.500 δραχμές για το σύζυγο). Αν δεν τους έχει παρακρατηθεί το παραπάνω ποσό φόρου εισοδήματος, θα κληθούν να πληρώσουν τη διαφορά με την εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης που θα υποβάλουν το Μάρτη του 1999.

2. Με την εισοδηματική πολιτική του 1999 (μέση ετήσια αύξηση 2%), ο μισθός διαμορφώνεται την 1-1-1999 για τον σύζυγο στις 306.000 δραχμές και για τη σύζυγο στις 204.000 δραχμές το μήνα. Αυτό σημαίνει ότι το ετήσιο εισόδημα του συζύγου αυξάνεται κατά 84.000 δραχμές και της συζύγου κατά 56.000 δραχμές.Το ετήσιο εισόδημα του συζύγου ανεβαίνει από τις 4.200.000 σε 4.284.000 δραχμές της συζύγου από 2.800.000 στις 2.856.000 δραχμές.

3. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση δε θα τιμαριθμοποίηση τη φορολογική κλίμακα, θα έχει σαν συνέπεια - λόγω της ονομαστικής αύξησης των μισθών και συντάξεων κατά 2% από το Γενάρη του 1999 - να αυξηθεί το ποσό του φόρου μισθωτών υπηρεσιών (ΦΜΥ) που θα παρακρατείται από το συγκεκριμένο ζευγάρι. Ετσι, ενώ το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του συγκεκριμένου ζευγαριού θα αυξηθεί το 1999 κατά 2% - όσο δηλαδή το ποσοστό των αυξήσεων που θα δίνει η εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης - ο φόρος εισοδήματος που θα πληρώσει το ίδιο ζευγάρι θα αυξηθεί κατά 9,2%.Για την ακρίβεια και επειδή η κυβέρνηση δε θα τιμαριθμοποίηση τη φορολογική κλίματα, ο φόρος εισοδήματος που θα κληθεί να πληρώσει το συγκεκριμένο ζευγάρι για τα εισοδήματα του 1999, ανέρχεται στο συνολικό ποσό των 140.000 δραχμών, έναντι 101.325 δραχμές, που είναι ο φόρος που του αναλογεί για τα εισοδήματα που θα αποκτήσει το 1998.

Από όσα προαναφέρθηκαν και το παράδειγμα για το συγκεκριμένο ζευγάρι, προκύπτει ότι η ονομαστική αύξηση του 2% που σχεδιάζει με την εισοδηματική πολιτική του 1999 η κυβέρνηση και αντιστοιχεί σε 10.000 δραχμές το μήνα, για το συγκεκριμένο αντρόγυνο δε θα είναι 10.000 αλλά περίπου... 7.000 δραχμές το μήνα. Οι υπόλοιπες 3.000 δραχμές θα αφαιρεθούν από τους μισθωτούς και συνταξιούχους με τη μη τιμαριθμοποίηση της κλίμακας και θα καταλήξουν στα ταμεία του κράτους με τη μορφή φόρου εισοδήματος. Εννοείται, βέβαια, ότι η ονομαστική αύξηση των 10.000 ή των 7.000 δραχμών που παίρνει το συγκεκριμένο ζευγάρι μισθωτών, θα "φαγωθεί" από την αύξηση του πληθωρισμού, καθώς το 1999 θα ξοδέψουν 2,9% περισσότερα από φέτος (αν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις για ρυθμό πληθωρισμού 2,9% το 1999) για να γεμίσουν το "καλάθι της νοικοκυράς", με τα ίδια εμπορεύματα και υπηρεσίες που αγόρασαν φέτος.

Στην ουσία, δηλαδή - και παρά τη σχεδιαζόμενη μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης και τις άλλες μειώσεις έμμεσων φόρων που υπόσχεται να κάνει η κυβέρνηση, προκειμένου να εκπληρώσει το στόχο για τη μείωση του πληθωρισμού στα όρια που υπαγορεύουν το Διευθυντήριο των Βρυξελλών και η ΟΝΕ, το καλάθι της εργαζόμενης νοικοκυράς θα γίνει το 1999 ακόμη πιο ελαφρύ. Κι αυτό, γιατί - ελέω εισοδηματικής πολιτικής λιτότητας που αξιώνουν οι πολυεθνικές μέσω του διευθυντηρίου των Βρυξελλών και οι Ελληνες μεγαλοεπιχειρηματίες μέσω του ΣΕΒ και άλλων φορέων που εκπροσωπούν τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου - η πραγματική αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων θα είναι το 1999 μικρότερη σε σχέση με την αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων του 1998.

Και η μείωση της πραγματικής αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων του 1999, δε θα είναι μόνο 1,5%, όπως προκύπτει ότι θα μειωθεί λόγω μη τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας. Το ποσοστό μείωσης της πραγματικής αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων θα είναι πολύ μεγαλύτερο από 1,5%, καθώς στη ληστεία που θα επιχειρηθεί με τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας οι μισθωτοί θα είναι εκείνοι που θα κληθούν να πληρώσουν τα σπασμένα και από την περικοπή των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα και από τις ιδιωτικοποίησης κρατικών επιχειρήσεων και από τον κάλπικο τιμάριθμο.

Επειδή "τα πάντα ρει" - όπως έλεγε και ο Ηράκλειτος - το μέγεθος της ληστείας που προϋπολογίζει να επιβάλει η κυβέρνηση, δεν αποτελεί σήμερα "τετελεσμένο γεγονός". Το μέγεθος της ληστείας των λαϊκών εισοδημάτων, μπορεί να είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο - ακόμη και να αποτραπεί - ανάλογα με την ετοιμότητα των εργαζομένων και των θιγόμενων να αντισταθούν με αγώνες στη συγκεκριμένη πολιτική, καθώς είναι βέβαιο, ότι μόνο το μήνυμα που έστειλαν με την ψήφο τους στις δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές, είτε δεν έφτασε στην κυβέρνηση είτε παρερμηνεύτηκε. Σίγουρα, όμως, το μήνυμα αυτό, δεν είναι αρκετό, για να τερματιστεί η αντιλαϊκή οικονομική πολιτική της ΟΝΕ και του Μάαστριχτ, την οποία ακολουθεί και εφαρμόζει με ευλαβική συνέπεια η κυβέρνηση Σημίτη, με τη στήριξη της ΝΔ και της ολιγαρχίας του πλούτου.

Λάμπρος ΤΟΚΑΣ

Το ποσοστό μείωσης της πραγματικής αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων θα είναι πολύ μεγαλύτερο από 1,5%, καθώς στη ληστεία που θα επιχειρηθεί με τη μη τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας οι μισθωτοί θα είναι εκείνοι που θα κληθούν να πληρώσουν τα σπασμένα και από την περικοπή των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα και από τις ιδιωτικοποίησης κρατικών επιχειρήσεων και από τον κάλπικο τιμάριθμο



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ