ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Φλεβάρη 1997
Σελ. /48
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
"Να μη φαγωθούμε άδικα"

Στο Τσεσμέ λένε: "Θέλουμε να γνωρίσει ο Τούρκος τον Ελληνα κι ο Ελληνας τον Τούρκο". Και ο 80χρονος Χουσε'ϊν Μπαρμπαρός φιλοσοφεί: "Οι λαοί φτιάχνουν τις γέφυρες, όχι οι πολιτικοί"

Τι άλλο μας χωρίζει εκτός απ' αυτή τη θάλασσα; Ποια είναι η διαφορά μας, εκτός απ' τη γλώσσα που μιλάμε; Και μήπως τελικά αυτή η θάλασσα, αυτές οι δύο γλώσσες - με τόσες κοινές ρίζες - είναι τα στοιχεία που μας ενώνουν;

Στο Τσεσμέ οι άνθρωποι μιλούν απλά. Οπως απλά ζουν, απλά σκέφτονται, απλά ονειρεύονται. Η ομορφιά του τοπίου, η επιβλητικότητα του κάστρου τους - δύο βήματα από το λιμάνι - και το χαμόγελο των ανθρώπων, σχηματισμένο μόνιμα στα πρόσωπά τους, είναι πράγματα που δεν μπορείς να ξεχάσεις ποτέ. Απέναντι οι κορυφογραμμές της Χίου ξεχωρίζουν ξεκάθαρα, αλλά το ταξίδι γι' αυτούς - αν το θελήσουν - είναι πολύ μακρινό. Χρειάζεται μια ολόκληρη γραφειοκρατική διαδικασία και κάμποσα χιλιόμετρα οδικής ταλαιπωρίας, ως το ελληνικό προξενείο, ώσπου να δοθεί η πολυπόθητη βίζα. Αυτό είναι και το παράπονό τους, που αμέσως το εκφράζουν μόλις ακούν πως είσαι Ελληνας.

"Δεν είμαστε εχθροί"

"Θέλουμε να γνωρίσει ο Τούρκος τον Ελληνα κι ο Ελληνας τον Τούρκο. Πρώτα θα γίνουν οι άνθρωποι φίλοι, μετά οι πόλεις και τέλος οι λαοί. Αλλά με το πρόβλημα της βίζας η γνωριμία αυτή δυσκολεύει", ήταν τα πρώτα λόγια του Φαϊλάτ Ντελιόγλου.

Ο Φαϊλάτ γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ξάνθη, μετανάστευσε στην Αυστραλία και τα τελευταία δέκα χρόνια ζει μόνιμα στο Τσεσμέ. Οι τρεις γλώσσες που γνωρίζει - ελληνικά, τουρκικά και αγγλικά - ήταν η αφορμή, όλα αυτά τα χρόνια, να συμμετάσχει ως μεταφραστής σε πολλές συναντήσεις μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων. Τελευταία αποστολή του η πρόσφατη συνάντηση δημοσιογράφων και από τις δύο χώρες στη Χίο.

"Οι συναντήσεις αυτές πάντα σου αφήνουν θετικές εντυπώσεις. Θεωρώ πως όταν οι δύο λαοί γνωριστούν μεταξύ τους, καμιά προπαγάνδα, από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή εξουσία, δεν μπορεί να πείσει τον Τούρκο πως ο Ελληνας είναι εχθρός και αντίστροφα", λέει χαρακτηριστικά. Θεωρεί πάντως πως "οι Ελληνες είναι πιο φανατικοί, πιο εχθρικοί απέναντι στους Τούρκους". Και το δικαιολογεί λέγοντας: "Οι Τούρκοι έχουν συνυπάρξει πολλά χρόνια με τους Ελληνες, εδώ στα παράλια της Μικράς Ασίας. Οι μνήμες, οι καλές στιγμές είναι αναμνήσεις που μεταδίδονται από γενιά σε γενιά. Υπάρχει βέβαια στην Τουρκία και η λογική των "Γκρίζων Λύκων", σε πολύ μικρό κομμάτι όμως του πληθυσμού. Μιλάμε πάντως για φανατικούς ανθρώπους, που δεν αντιπροσωπεύουν το γενικό συναίσθημα".

"Καλύτερα ν' αυτοκτονήσω..."

Με τον Χασάν γνωριστήκαμε τυχαία. Η μάλλον, όχι τυχαία. Γνωριστήκαμε εξαιτίας της φιλοξενίας του αδελφού του, του Μουσχίν.

Ηταν ένα βράδυ, όταν ο Φαϊλάτ έλειπε στη Χίο για τη συνάντηση των δημοσιογράφων, που πέρασε απ' το σπίτι να μας προσκαλέσει σε δείπνο. "Για να μην είστε μόνοι σας", μας είπε ο Μουσχίν στα τουρκικά. Η συνεννόηση μεταξύ μας θα ήταν αδύνατη αν δεν ερχόταν ο Χασάν, ο 27χρονος αδελφός του, που μιλούσε αγγλικά.

Ο Χασάν σπουδάζει στην Αγκυρα κομπιούτερ, είναι κομμουνιστής, λατρεύει όλους τους αρχαίους φιλοσόφους, αγαπά την Ελλάδα "σαν δεύτερη πατρίδα του". "Εγώ δεν πολεμώ για κανέναν. Καλύτερα να αυτοκτονήσω",λέει με μια ηρεμία που κυριολεκτικά σε συγκλονίζει. Πίνει αργά τον καφέ της Γκιουζέλ - γυναίκα του Μουσχίν - και τα μάτια του γελούν, φλογίζονται, θυμώνουν. "Οι λαοί πρέπει να αντιδράσουν, δεν είναι δυνατόν να παίζουμε εμείς το παιχνίδι των Αμερικάνων, των Αγγλων ή δεν ξέρω γω ποιου άλλου ακόμα. Αν δεν ξυπνήσουν οι λαοί, οι κυβερνήσεις θα συνεχίζουν να μας... κοιμίζουν", επισημαίνει. Και καταλήγει: "Οι λαοί των δύο χωρών θα έπρεπε να τρώνε με χρυσά κουτάλια, αλλά αντί να γίνεται αυτό δίνουμε τα λεφτά μας για παλιοσίδερα. Δυστυχώς, η ιστορία σπάνια διδάσκει". Πάντως το σίγουρο είναι πως η ιστορία εκδικείται, αφού ο Χασάν και Μουσχίν είναι απόγονοι εξισλαμισθέντων Ελλήνων...

"Δε θα ξυπνήσουμε ποτέ;"

Ο 80χρονος Χουσεϊν Μπαρμπαρός θα μπορούσε να αποτελεί ένα ρεπορτάζ από μόνος του. Φοβερές οι εμπειρίες του, πολλές οι γνώσεις του, ακόμα πλουσιότερος ο ψυχικός του κόσμος.

Οι γονείς του ήρθαν στο Τσεσμέ το 1923 από το Ηράκλειο της Κρήτης και εκτός από τα άψογα ελληνικά του, φαίνεται πως έχει "κληρονομήσει" και πολλές ελληνικές συνήθειες. "Οι λαοί φτιάχνουν τις γέφυρες, όχι οι πολιτικοί", λέει ο Χουσεϊν. Και το "κατηγορώ" του ατελείωτο: "Δεν μπορώ να καταλάβω τους ανθρώπους που φανατίζονται με γεγονότα που έγιναν πριν τόσα χρόνια. Αυτή η σελίδα, η μελανή σελίδα της ιστορίας και των δύο χωρών, πρέπει επιτέλους να σκιστεί. Και οι δύο πλευρές, με την πίεση τη δική μας, πρέπει να κάτσουν στο τραπέζι χωρίς μεσολαβητές και να τα βρουν. Δε μας φτάνει η φτώχεια μας, καθόμαστε και δίνουμε τόσα λεφτά σε όπλα. Αντί να φτιάξουμε κανένα νοσοκομείο, κανένα σχολείο να μορφωθούν τα παιδιά μας, γινόμαστε αποθήκη όπλων. Δε θα ξυπνήσουμε ποτέ;".

Αναφέρεται στην εκπαίδευση των δύο χωρών, στα σχολικά βιβλία της ιστορίας, που προπαγανδίζουν και καλλιεργούν τις κακές σχέσεις μεταξύ των δύο λαών. "Δεν είναι μόρφωση αυτή, σκληρή κι αδίστακτη προπαγάνδα είναι. Ετσι φανατίζονται οι νέοι, έτσι χάνονται τα ελεύθερα μυαλά", λέει οργισμένα.

Ο μπαρμπα - Χουσεϊν θυμάται τους Ελληνες φίλους του, που απέκτησε κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου και της Κατοχής. Οι βόμβες, αφηγείται, έπεφταν στην Ελλάδα η μια μετά την άλλη. Ο κόσμος περνούσε από τα ελληνικά νησιά στην Τουρκία. "Μοιραστήκαμε μαζί το ψωμί και την ελιά. Ζήσαμε σαν αδέλφια, κοιμήθηκαν σπίτι μας, δούλεψαν στα χωράφια μας. Τον Παντελιό απ' την Ικαρία, έχω χρόνια να μάθω νέα του. Και απ' τους Κωστάδες - κι αυτοί Ικαριώτες. Εχω πολλούς Ελληνες φίλους και θέλω να γράψετε τα ονόματά τους. Μήπως και τα διαβάσουν στην εφημερίδα και με πάρουν τηλέφωνο", λέει.

"Τι άλλο να πούμε στην Ελλάδα;", ρωτάμε τον Χουσεϊν Μπαρμπαρός.

Κι αυτός απαντά: "Να τους πείτε να μη φαγωθούμε άδικα. Να τους πείτε να παλεύουν για την ειρήνη. Να τους πείτε ότι τους αγαπάμε και τους περιμένουμε...".

Οι "απέναντι"

Είχαν περάσει ήδη εφτά ημέρες από κείνο το πρωινό της Πέμπτης που ξεκινούσαμε από τη Χίο - λίγο μουδιασμένοι είναι η αλήθεια - για να γνωρίσουμε τους Τούρκους. Τον "απέναντι" λαό. Φίλο ή εχθρό, δεν ξέραμε ακόμα να απαντήσουμε.

Εφτά ημέρες μετά, το υγρό γαλάζιο βλέμμα του φιλόξενου Φαϊλάτ και το αγκάλιασμά του - σφιχτό και αμήχανο στον αποχαιρετισμό - στην προκυμαία του Τσεσμέ, δεν ήταν απλά το καλύτερο δώρο. Ηταν η επιβεβαίωση πως πίσω μας δεν αφήνουμε μια ξένη, άφιλη χώρα. Αντίθετα, αφήναμε κάτι από την ψυχή μας στους πολλούς καλούς φίλους. Και η ενοχή μας για την καχυποψία που είχε το δικό μας βλέμμα, όταν την πρώτη μέρα ο Φαϊλάτ μας έλεγε πως "ο άνθρωπος που έχει ψυχή και καρδιά βλέπει αλλιώς τον κόσμο", ήταν η απάντηση στο αρχικό ερώτημα: Φίλοι ή εχθροί;

Το ταξίδι της επιστροφής ήταν για μας ένα παράλληλο ταξίδι φαντασίας. Το συναίσθημα της πληρότητας και της γνώσης πλέον, μας έκανε να νομίζουμε πως έχουμε τη δύναμη να μεταμορφωθούμε σε έναν μαγικό ιό. Στον ιό της φιλίας και της ειρήνης. Σ' έναν ιό που θα έμπαινε, λέει, στις σελίδες των σχολικών βιβλίων της ιστορίας - της ίδιας ιστορίας που και μεις διδαχτήκαμε - και θα μίλαγε για τους φίλους μας, τους Τούρκους.

Θα έλεγε για τον Αλί, τον ακούραστο σερβιτόρο, που σε άπταιστα ελληνικά κάθε φορά που μας έβλεπε έλεγε: "Τα αδέλφια μας οι Ελληνες". Θα αναφερόταν στον Χασάν, τον 27χρονο κομμουνιστή φοιτητή, που χάνεται κυριολεκτικά κάθε βράδυ μέσα στα γραπτά του Αριστοτέλη, που λατρεύει τον Πυθαγόρα, τον Δημοσθένη, τον Ηράκλειτο. Και τα μάτια του λάμπουν, φλογίζονται, όταν ήρεμα, γαλήνια λέει: "Εγώ δεν πολεμάω για κανέναν". Θα αναφερόταν στον 80χρονο Χουσεϊν και στην παράκλησή του: "Στείλτε χαιρετίσματα στον Κώστα Ενάμηση, στον Κώστα Λουλιδάκη, στον Νίκο Σφίγγα, στον Κώστα Δουμάνη, στον Αχιλλέα Χατζημανώλη, στο Γιάννη Δαχτυλά, στον Γιώργη Κυριακίδη". Ολοι αυτοί Ελληνες φίλοι του από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και την Κατοχή, αλλά και μεταγενέστεροι. Τότε που μοίραζαν το ψωμοτύρι σε έξι και οχτώ κομμάτια...

Θα μας μιλούσε για τους ψαράδες του Ταλιάνι - παραθαλάσσιο χωριό της Τουρκίας - που μάζευαν τα δίχτυα τους χαμογελώντας και έλεγαν: "Την ελληνική φυλή τη νιώθουμε περισσότερο δική μας απ' ό,τι άλλες φυλές". Ακόμα και στον γέροντα Ταχίρ θα αναφερόταν, που τόσα χρόνια μετά δεν μπορεί να ξεχάσει τον πρώτο του έρωτα. Τη μικρή Ελληνίδα με τα μακριά καστανά μαλλιά, την κοπέλα με την οποία έπαιζε στα πλακόστρωτα σοκάκια του χωριού του...

"Τεσεκίρ" Φαϊλάτ. "Τεσεκίρ" Χουσεϊν. "Τεσεκίρ" Χασάν. Είστε όλοι "αρκαντάς" και "καρντεσί". Είστε δηλαδή φίλοι κι αδέλφια. Οσο για το "τεσεκίρ" στα τουρκικά σημαίνει "ευχαριστώ"...

Μπέρρυ ΤΣΟΥΓΚΡΑΝΗ

"Είμαστε δόντια στο ίδιο γρανάζι"

Μια βόλτα στα μαγαζιά και συζήτηση με τους επαγγελματίες του Τσεσμέ

Το Τσεσμέ αυτή την εποχή είναι έρημο. Οι 8.000 κάτοικοι, που αποτελούν τον επίσημο πληθυσμό του, κυκλοφορούν ελάχιστα στους δρόμους της πόλης. Τα περισσότερα μαγαζιά είναι κλειστά, ανοίγουν μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, που ο πληθυσμός - λόγω τουρισμού - ξεπερνά τις 500.000! Εμποροι και επαγγελματίες της πόλης παραπονιούνται πως τα τελευταία χρόνια, κυρίως, οι Ελληνες τουρίστες διαρκώς μειώνονται.

"Η μείωση των Ελλήνων τουριστών δεν έχει μόνο οικονομικό αντίκτυπο, είναι αρνητικό και για την προώθηση της ελληνοτουρκικής φιλίας", επισημαίνει ο Μουσταφά Γκετζέρ,πρόεδρος του συνδέσμου ιδιωτικών γιοτ. Ο Μουσταφά πιστεύει πως η ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες καλλιεργείται εσκεμμένα από τις "βιομηχανίες όπλων", από τα μεγάλα κέντρα αποφάσεων. "Αν η Τουρκία και η Ελλάδα έδιναν τα χρήματα που σπαταλούν για οπλισμό σε άλλες βασικές ανάγκες, θα 'μασταν σίγουρα οι πρώτες χώρες του κόσμου!", τονίζει. Επισημαίνει όμως πως το παιχνίδι των μεγάλων δυνάμεων το παίζουν και οι κυβερνήσεις των δύο χωρών, που δεν πρόκειται να επιτρέψουν τη σύσφιξη των σχέσεων των δύο λαών, αφού με την επιθετική πολιτική τους κερδίζουν ψήφους. "Ελληνες και Τούρκοι είμαστε το ίδιο πράγμα. Είμαστε δόντια στο ίδιο γρανάζι",λέει χαρακτηριστικά ο Μουσταφά.

Στο ίδιο πνεύμα κινείται και ο 57χρονος Μουσταφά Καραμάν,που διατηρεί εμπορικό κατάστημα στο Τσεσμέ εδώ και 20 χρόνια. Ο Μουσταφά μιλά σπαστά ελληνικά - ο παππούς του είχε έρθει, όταν έγινε η ανταλλαγή πληθυσμών το 1924, από την Κρήτη στο Τσεσμέ - και δείχνει να αγαπά τη χώρα μας, όπως ακριβώς αγαπά την Τουρκία. "Εχω δύο πατρίδες", λέει. "Εχω πολλά αδέλφια", συμπληρώνει. "Πριν από 20 χρόνια στη Λίτζα (σ. σ: περιοχή του Τσεσμέ με ιαματικά νερά) έρχονταν πολλοί Ελληνες και από την Αθήνα και από τη Χίο. Τώρα έρχονται ελάχιστοι. Γιατί; Τι έχει συμβεί;", διερωτάται και δίνει μόνος του τις απαντήσεις: "Υπάρχουν μεγάλα συμφέροντα που βάζουν τους δύο λαούς χρόνια τώρα να μαλώνουν, να φανατίζονται, να τρομοκρατούνται. Δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα μεταξύ μας. Είμαστε ίδιοι. Πρέπει να σταματήσουμε τον τρόμο του πολέμου. Και για οικονομικούς λόγους, αλλά προπάντων για τον ίδιο τον άνθρωπο. Με τα όπλα σφάζονται άνθρωποι, όχι αρνιά...", λέει.

Αποστολή στο ΤΣΕΣΜΕ

Μπέρρυ ΤΣΟΥΓΚΡΑΝΗ

Ο 80χρονος Χουσεϊν Μπαρμπαρός τα λέει όλα σε τέσσερις λέξεις: "Να μη φαγωθούμε άδικα"

Ο Μουσταφά Καραμάν διαπιστώνει πως οι Ελληνες τα τελευταία χρόνια όλο και πιο σπάνια επισκέπτονται την Τουρκία

Φαϊλάτ Ντελιόγλου: "Πρέπει ο Ελληνας να γνωρίσει τον Τούρκο κι αντίστροφα. Μόνο έτσι θα επιτευχθεί η φιλία των δύο λαών"

Για τον Μουσταφά Γκέτζερ η ευημερία των δυο λαών θα έρθει μόνο αν σταματήσουν οι δύο χώρες να ξοδεύουν τεράστια ποσά για τον εξοπλισμό τους Μια συνηθισμένη για το Τσεσμέ εικόνα. Μικρά παιδιά παίζουν έξω απ' την πόρτα του σπιτιού τους

Στην προβλήτα του λιμανιού. Είναι το πιο αξιοποιημένο τουριστικά κομμάτι της πόληςΤο πρώτο πράγμα που αντικρίζει ο επισκέπτης είναι το επιβλητικό κάστρο του Τσεσμέ

Ενα από τα χαρακτηριστικά σοκάκια της πόλης



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ