ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Αυγούστου 1999
Σελ. /20
ΚΕΝΗ
ΕΚΑΤΟ ΧΡΟΝΙΑ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ 1898-1998
Πολεμικές και αντιπολεμικές ταινίες

Από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου έως σήμερα

Β ΜΕΡΟΣ

Μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, θα επικρατήσει η τάση για πολιτιστικές συγκρίσεις και το θέμα της σύγκρουσης Ανατολής - Δύσης θα γίνει ιδιαίτερα προσφιλές.

Παράλληλα θα εμφανιστεί και άμβλυνση των αξιών σχετικά με το αιτιολογικό των πολεμικών επιχειρήσεων, που κάποτε γίνονταν στο όνομα της πατρίδας, της οικογένειας, του Θεού. Την τελευταία τριακονταετία του αιώνα μας ζούμε σε εποχή μακιαβελικών πολέμων που δικαιολογούνται ως "νομοτελειακή αναγκαιότητα προς χάριν της Ειρήνης" (Βιετνάμ, Σομαλία, Ιράκ, Γιουγκοσλαβία). Ο πολιτικός κυνισμός παράγει δική του ηθική και στηρίζει τον οικονομικό επεκτατισμό και ο σύγχρονος άνθρωπος βρίσκεται ιδεολογικά άστεγος. Προπαγανδίζεται η θεωρία του πλουραλισμού λόγω της νέας στρατηγικής που ανατέλλει, αυτής του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού και της διάσπασης της κοινωνίας σε δυο κύριες τάξεις, την αστική και την εργατική. Ο δυτικός κινηματογράφος, ο γνησιότερος εκπρόσωπος της "νέας τάξης πραγμάτων", φωταγωγεί επιλεκτικά την κοινωνική πραγματικότητα και διασπείρεται ολοένα από βιαιότερες παραγωγές που θυμίζουν τον "άρτο και θεάματα" στη Ρώμη της παρακμής. Η εκσυγχρονισμένη πολεμική ταινία, εμπλουτισμένη με εντυπωσιακά εφέ και άφθονο αίμα, μετατρέπεται σε αποκαλυπτικό εγχειρίδιο ρεαλισμού και δημιουργούνται εντυπώσεις με χαρακτηριστικό ιδεολογικό φορτίο. Το είδος τέρπει τον θεατή, που εξουθενωμένος από το βάρος του καθημερινού μόχθου, δε φιλτράρει το υλικό που του προσφέρεται για ψυχαγωγία και καταλήγει να εξοικειώνεται με τη βία στο θέαμα και κατά συνέπεια με τη βία στη ζωή του. Παρόλο που όχι μόνο η αγορά, αλλά και ο ίδιος έχει αλλάξει. Είναι πια λιγότερο ο παλιός παθητικός καταναλωτής και περισσότερο ο "συνένοχος".

Ο πόλεμος αφήνει τα σημάδια του

Στη δεκαετία 1940-50 του ιταλικού νεορεαλισμού θα παρουσιαστούν κάποιες αντι-πολεμικές ταινίες, όπως το "Να Ζεις με Ειρήνη" του Λουίτζι Τζάμπα, κατά κανόνα όμως ο μετέπειτα ιταλικός κινηματογράφος θα στραφεί στο κοινωνικό φιλμ (Αντονιόνι, Φελίνι). Με το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου μέσα από τη γενναία αυτοκριτική προοδευτικών σκηνοθετών θα εμφανιστούν και γερμανικές αντι-πολεμικές ταινίες, όπως "Οι Δολοφόνοι Βρίσκονται Μεταξύ μας" του Βόλφγκανγκ Στράουντε, η σάτιρα των μεταπολεμικών συνθηκών του Στέμλε "Βερολινέζικος χορός", η "Τελευταία Γέφυρα" του Χέλμουτ Κόιτνερ και η "Πτώση της 6ης Στρατιάς" από τον Αλεξ. Κλούγκε.

Η Σοβιετική Ενωση πάλι με τ' αναρίθμητα θύματα του Β Παγκοσμίου Πολέμου μένει για πολλά χρόνια προσκολλημένη στο θέμα του πολέμου και γυρίζει πλήθος αντι-πολεμικών ταινιών, όπως το "Εκείνη που Υπερασπίζει την Πατρίδα" του σημαντικού Εμλερ, το κορυφαίο έργο του Μιχαήλ Καλατόζοφ, "Οταν Πετούν οι Γερανοί" ("Lefyat Zhuravli", 1957), όπου καταγράφεται η βία και η αδικία του Β Παγκοσμίου Πολέμου, και τη βραβευμένη στην Ευρώπη αντιπολεμική ελεγεία "Μπαλάντα του Στρατιώτη" (1959), από τον πνευματικό απόγονο του Μαγιακόφκι, σκηνοθέτη Τσουχράι. Το 1965 ο Τζίλο Ποντεκόρβο, γιος του διάσημου ατομικού επιστήμονα που κατέφυγε στη Σοβ. Ενωση μετά τον πόλεμο, θα σκηνοθετήσει τη "Μάχη της Αλγερίας" ("La Bataille d' Alger). Η ταινία είχε πρωτοτυπήσει με την αυθεντικότητα της σκηνοθεσίας της. Γυρίστηκε στην Κάσμπα της Αλγερίας, στην πόλη - κοιτίδα της αλγερινής επανάστασης και οι κομπάρσοι ήταν οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της Ιστορίας.

Στη Γαλλία ο Ρ. Μπρεσόν βραβεύεται στις Κάννες για το "Οπου Φυσάει ο Ανεμος" (1956), που αναφέρεται στην προσπάθεια απόδρασης ενός αντιστασιακού από τις φυλακές των ναζί λίγο πριν την εκτέλεσή του, και ο Ζαν Λικ Γκοντάρ σκηνοθετεί το 1963 τον πόλεμο σε όλα του τα πρόσωπα της βίας, της απάτης, της απληστίας, της παράνοιας, του θανάτου, στο "Les Carabiniers". Το 1964 ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ γυρίζει μια σατιρική αντι-πολεμική κωμωδία φαντασίας "Δρ. Στρέιντζλαβ" ("Dr Strangelove" ή "How I Learned to Stop Worrying and Love the Bomb") με τον Πίτερ Σέλερς σε τρεις ταυτόχρονα ρόλους να εμφανίζει με κωμικό τρόπο την αντιστοιχία μεταξύ πολέμου, ερωτικής ψύχωσης και εγκλήματος. Η ταινία περιγράφει την εποχή του Ψυχρού Πολέμου Αμερικής και Ρωσίας, τότε που καλλιεργήθηκε έντονα στον Δυτικό Κόσμο (ΗΠΑ και Ευρώπη) η θερμοπυρηνική απειλή. Γι' αυτό πρωταγωνίστριες του Κιούμπρικ θα είναι και μερικές πυρηνικές βόμβες 50 μεγατόνων που βρίσκουν το στόχο τους, αφήνοντας τη Γη δίχως ίχνος ανθρώπου, υπενθυμίζοντας μέσα από τα παραθυράκια του καυστικού μαύρου χιούμορ πως η τεχνολογία με τα πυρηνικά της όπλα έχει φτάσει να απειλεί την ανθρωπότητα.

Στην Πολωνία ο Andrzej Wajda, μέλος της Αντίστασης από τα 16 του χρόνια, έδωσε κατ' εξοχήν αντι-πολεμικά φιλμ που αναφέρονταν στα αποτελέσματα του πολέμου, όπως η τριλογία του 1956-58 "H Γενιά" ("Pokolenie"), "Kanal", "Στάχτες και Διαμάντια" ("Popioli I diament"). Αλλά και κατοπινά έργα του, όπως το "Τοπίο μετά τη Μάχη" ("Krajobraz po bitwie", 1970), έχουν σαν θέμα τον πόλεμο και τις καταστροφές του. Γενικά ο Wajda ασχολείται με τον επικό κινηματογράφο και ο πόλεμος και η πολιτική έχουν βαθιά σημαδέψει τη δουλιά του, όπως φαίνεται κι απ' το "Δαντόν" (1982) που γύρισε έξω από την Πολωνία και αναφέρεται στη Γαλλική Επανάσταση. Ο Ιταλός σκηνοθέτης Τζουρλίνι θα γυρίσει το 1976 τη "Μεγάλη Νύχτα των Συνταγματαρχών" ("Il Deserto dei Tartari"), μια ταινία πολεμική που λαμβάνει χώρα στη σφαίρα της φαντασίας, με πρωταγωνιστές τους στρατιώτες ενός φανταστικού χωριού που συνορεύει με μια επίσης φανταστική έρημο. Πρόκειται για μια πολεμική ταινία - μύθο πάνω στην αξία του απροσδόκητου, που δίνει το νόημα στη ζωή κι ας καταλήγει στο θάνατο.

Ο Γιαπωνέζος Ναγκίσα Οσιμα θα γυρίσει το "Καλά Χριστούγεννα, Κύριε Λόρενς" (1983), βρετανο-γιαπωνέζικη συμπαραγωγή που αναφέρεται στις σκληρές και ιδιόμορφες συνθήκες αιχμαλωσίας ενός Βρετανού από τους Γιαπωνέζους κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλοι σκηνοθέτες (Ακίρα Κουροσάβα, Σινόντα Μασαχίρο), που γύρισαν επίσης πολεμικές ταινίες, ασχολήθηκαν κυρίως με τη δράση των Σαμουράι. Στην Ινδία πάλι, ο κινηματογράφος κινήθηκε κατά κανόνα γύρω από κοινωνικά, μελοδραματικά θέματα ή πολιτικά, με κορυφαίο τον μαρξιστή σκηνοθέτη M. Σεν.

Το Βιετνάμ...

Στο μεταξύ βραβεύεται στην Αμερική το αντι-πολεμικό "Από Εδώ ως την Αιωνιότητα" ("From Here to Eternity", 1953) του Φρεντ Ζίνερμαν από το βιβλίο του Τζ. Τζόουνς, όπου εμφανίζεται ρεαλιστικά η φρίκη και η μοναξιά του πολέμου στην προσωπική ζωή των στρατευμένων και των γυναικών τους. O Βρετανός Ντ. Λιν γυρίζει το αντι-πολεμικό δράμα του Γάλλου συγγραφέα Π. Μπουλ "Η γέφυρα του ποταμού Κβάι" (1957) με τον Αλεκ Γκίνες, που αναφέρεται σε αληθινό γεγονός στη Βιρμανία του βρετανο-ιαπωνικού πολέμου και τον τετράωρο επικό "Λόρενς της Αραβίας" (1962) με τον σαιξπηρικό Ο' Τουλ.

Ο πόλεμος του Βιετνάμ τη δεκαετία του '60-'70 θα δημιουργήσει την ανάγκη για πολλές ταινίες πολεμικού σοβινισμού, όπως τα "Κανόνια του Ναβαρόνε" του Λι Τόμσον, που ανακαλεί ηρωικούς σαμποτέρ των Γερμανών, το "317ο Τάγμα" του Πιερ Σεντερφέρ πάνω στον πόλεμο της Ινδοκίνας, το "Τοra, Tora, Tora" αμερικανο-γιαπωνέζικη συμπαραγωγή που αφορά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, την αυτοβιογραφία "Πάτον" που εκθειάζει τον Αμερικανό στρατηγό του Β Παγκοσμίου Πολέμου κ. ά.

Το 1977 ο χαμηλών τόνων αρμενικός κινηματογραφικός θα ξαφνιάσει με το "Νάαπετ" του Γκένρικ Μαλιάν. Ταινία με αρμένικο φολκλόρ, βασισμένη στη Γενοκτονία των Αρμενίων του 1915 από τους Τούρκους, απ' όπου ο χωριάτης Νάαπετ επιβιώνει για να μας μεταφέρει με φλας - μπακ στις μέρες της Μεγάλης Σφαγής. Ο Σαμ Πεκινπά θα δώσει στον "Σιδηρού Σταυρό" ένα δείγμα των δύο κλασικών πρωταγωνιστών, του Καλού και του Κακού, που αντιπαρατίθενται στον πόλεμο, τονίζοντας τη μιλιταριστική και φασιστική νοοτροπία του Πρώσου αξιωματικού. Η Αμερική, δέκα χρόνια περίπου μετά τη συμμετοχή της στον αλόγιστο πόλεμο του Βιετνάμ, φωταγωγεί έστω κι έμμεσα το λάθος της και με μια σειρά ταινιών το καταγράφει ρεαλιστικά. Ιδιαίτερη αίσθηση κάνει η παρουσίαση του σχετικού πολέμου της βίας και του παροξυσμού, στο έργο του Μάικλ Τσιμίνο, "Ο Ελαφοκυνηγός" ("The Deer Hunter", 1978). Στην ταινία περιγράφεται η ελαφρότητα με την οποία αφαιρούσαν τη ζωή, σαν παιχνίδι ζωής και θανάτου, μέσα απ' τη μυθιστορηματική ιστορία τριών φίλων κι εργατών χαλυβουργείου που θα πολεμήσουν τους Βιετκόνγκ. Ο Φρ. Φορντ Κόπολα θα παρουσιάσει επίσης τον τρόμο, την τρέλα και το ανώφελο του πολέμου του Βιετνάμ στη σουρεαλιστική ταινία - στοχασμό "Αποκάλυψη τώρα" (1979), εμπνευσμένη από τη νουβέλα του Τζόζεφ Κόνραντ "Καρδιά του Σκοταδιού". Το 1981 ο αυστραλέζικος κινηματογράφος θα παρουσιάσει από τον Πίτερ Γουέιρ το "Καλλίπολη 1915" ("Gallipoli"), ταινία κατά το ήμισυ ειρηνική και κατά το ήμισυ πολεμική. Αισθήματα όπως ο αγνός ιδεαλισμός, ο ενθουσιασμός και η φιλία δυο Αυστραλών στρατιωτών που μετέχουν στον πόλεμο της Καλλίπολης (Τουρκία) θα μετατραπούν κάτω από τη σκληρότητα της μάχης σε παραφροσύνη.

Ο "καλός" και ο "κακός"

Το 1981, ο Βόλφγκανγκ Πέτερσεν και ο γερμανικός κινηματογράφος θα δώσει το πιο πολυδάπανο γερμανικό φιλμ που έγινε ποτέ, 40 εκατ. δολαρίων με σημερινές τιμές, "Das Boot" (Το Υποβρύχιο), τιμώντας τους Γερμανούς του Β Παγκοσμίου Πολέμου που έχασαν τη ζωή τους υπηρετώντας στα υποβρύχια: Από τους 40.000 στρατιώτες, οι 30.000 δε γύρισαν ποτέ πίσω. Θ' ακολουθήσουν, μεταξύ άλλων, οι αμερικάνικες παραγωγές "Killing Fields" (1984), πολεμικό δράμα που αναφέρεται στη διαφυγή ενός δημοσιογράφου μέσα από την Κοιλάδα του Θανάτου της Καμπότζης, το "Platoon" (1986) και το "Γεννημένος την 4η Ιουλίου" (1989), του Ολιβερ Στόουν, του σκηνοθέτη που υπηρέτησε στο Βιετνάμ και αποτύπωσε σε πολλές του ταινίες με ωμότητα το ψυχογράφημα των πεζοναυτών. Το 1993 ο Τζόζεφ Βιλσμάγιερ, ακολουθώντας το πρότυπο του Βόλφγκανγκ Πέτερσεν, θα παρουσιάσει σε γερμανο-σουηδική παραγωγή το επικό, πανοραμικό, "Στάλινγκραντ", αναβιώνοντας το Ανατολικό Μέτωπο του Χειμώνα του 1942, όπου έγινε η αιματηρότερη μάχη της ιστορίας και χάθηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο ψυχές. Η ταινία εστιάζεται πάνω σε τρεις Γερμανούς στρατιώτες, που υποφέροντας από το σοβιετικό ψύχος και τον τρόμο της μάχης, βλέπουν στο θάνατο τη σωτήρια διαφυγή.

Ο Στ. Σπίλμπεργκ θα δώσει δυο σημαντικές ταινίες με θέμα τον πόλεμο. "Η Λίστα του Σίντλερ" ("Schindler's List", 1993), αντι-πολεμικό, βασισμένο στη βιογραφία του Τόμας Κίνιλι που περιγράφει την ιστορία ενός Γερμανού εργοστασιάρχη, του Οσκαρ Σίντλερ, που έσωσε από τη Γενοκτονία του Β Παγκοσμίου Πολέμου πάνω από χίλιους Εβραιοπολωνούς και "Η Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν" ("Saving Private Ryan", 1998), φιλμ που θα κλείσει τα Εκατό Χρόνια των Πολεμικών Ταινιών με διλήμματα ηθικών προεκτάσεων, αλλά πάντα με τη στερεότυπη αντίληψη περί του Καλού στρατιώτη και του Κακού αντιπάλου του.

Μέχρι σήμερα παραμένει στην πρώτη θέση παγκοσμίως όσον αφορά το κόστος και τη διάρκεια, το αντι-πολεμικό σοβιετικό έπος "Πόλεμος και Ειρήνη" (1967) του Σεργκέι Μποντάρτζουκ. Βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του μεγάλου ειρηνοποιού Τολστόι "Βόινα ι Μιρ", περιγράφει τη μάχη του Μποροντίνο μεταξύ των Γάλλων του Ναπολέοντα και των Ρώσων του Κουρούζοφ, και είχε διάρκεια 6 1/2 ωρών και αξία 425 εκ. δολαρίων με σημερινές τιμές.

Πόλεμος, Τέχνη και Ιστορία

Υπάρχουν βέβαια πάμπολλες ακόμα ταινίες της παλαιότερης και σύγχρονης εποχής, που με τα αντίστοιχα κοινωνικά πρότυπα και τεχνικά μέσα έχουν εκφράσει τον πόλεμο και την εκάστοτε ιδεολογία που οδήγησε σ' αυτόν. Ο κινηματογράφος, δεμένος με τα διπλά δεσμά της κοινωνίας και της τεχνικής στο άρμα της ανθρώπινης έκφρασης, κι αν είναι επιστημονική επινόηση, θεμελιώνεται από την εμπειρική γνώση. Και ο πόλεμος σαν θέμα που απασχολεί την Τέχνη δεν αποτελεί περιπέτεια ψυχαγωγίας - όπως διευκρινίζει και ο Εριχ Μαρία Ρέμαρκ στον πρόλογο του βιβλίου του - που ξετυλίγεται σ' έναν ιδεοληπτικό χώρο, μυθικό, εξω-κοινωνικό και άρα ακίνδυνο. Η ανάγνωση της Ιστορίας μέσα από τη μεγάλη οθόνη, αλλά και το διηνεκές του σύγχρονου επεκτατισμού το αποδεικνύει. Και θα ήταν ενθαρρυντικό για το ανθρώπινο γένος να ενεργοποιεί ο θεατής τις δύο πρωταρχικές βαθμίδες της ανθρώπινης νόησης, τη μνήμη και την κρίση. Τότε θα μπορεί όχι μόνο να "βλέπει", αλλά και να "καταλαβαίνει".

Καλλιόπη ΠΑΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ