ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Δεκέμβρη 2006
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Εισαγωγή

Συνεχίζουμε σήμερα με το τρίτο μέρος των κειμένων που αφορούν στην ίδρυση και τη δράση της Σχολής Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου (ΣΑΓΑ). Πρόκειται για την προσωπική μαρτυρία του Ζήση Ζώκα που υπήρξε στέλεχος της ΣΑΓΑ και με αυτήν την έννοια είναι ιδιαίτερα πολύτιμο ντοκουμέντο. Τα σημερινά μας κείμενα αφορούν στην κατάληψη του υψώματος Πάτωμα και επίσης τη μάχη στο Βίτσι τον Αύγουστο του 1949.


Η δημιουργία και δράση της Σχολής Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ

Μέρος Τρίτο

Η σημασία της μάχης για την κατάληψη του υψώματος Πάτωμα

1) Η στρατιωτική σημασία του υψώματος: Το Πάτωμα κάλυπτε τα πλευρά των εξίσου επίκαιρων, προωθημένων θέσεων στο σύμπλεγμα των υψωμάτων Πάτωμα, Προφήτης Ηλίας Οξιάς και Θεοτόκου, που κατείχε ο κυβερνητικός στρατός.

2) Το ύψωμα Πάτωμα αποτελούσε προγεφύρωμα βόρεια του ποταμού Σαραντάπορου και βάση εξόρμησης για τις μελλοντικές επιχειρήσεις που ετοίμαζε ο κυβερνητικός στρατός για το καλοκαίρι του 1949. Το σύνθημά τους ήταν: «Η ΑΘΗΝΑ ΘΑ ΠΕΣΕΙ - ΤΟ ΠΑΤΩΜΑ ΔΕΝ ΘΑ ΠΕΣΕΙ». Συνειδητά καλλιεργούσανε την πεποίθηση ότι το Πάτωμα είναι απόρθητο φρούριο. Συνεπώς η κατάληψη του υψώματος Πάτωμα από το ΔΣΕ αποτελούσε ζωτική ανάγκη, για την άμυνα του Γράμμου και ταυτόχρονα η πτώση του Πατώματος έβαζε σε άμεσο κίνδυνο εξόντωσης και τις εξίσου επίκαιρες θέσεις που κατείχε ο κυβερνητικός στρατός στον Προφήτη Ηλία της Οξιάς και στη Θεοτόκο.

Σχέδιο ενέργειας

Η κατάληψη του υψώματος Πάτωμα ανατέθηκε στη ΣΑΓΑ. Από το πρώτο δεκαήμερο του Μάη η Δ/ση της ΣΑΓΑ με τη Δ/ση της IX Μεραρχίας του ΔΣΕ, άρχισαν τις αναγνωρίσεις και λεπτομερή μελέτη για την οργάνωση και διεξαγωγή της επιχείρησης.

Το Πάτωμα σε υψόμετρο 1234 μέτρα δέσποζε στη γύρω περιοχή με ισχυρή αμυντική θωράκιση, με πυκνό δίχτυ πολυβολείων, με ισχυρά σκέπαστρα και κορμούς δέντρων, με καλό σχέδιο πυρός, διασταυρούμενα πυρά, με ορύγματα επικοινωνίας βάθους 1,70 μέτρων, με τρεις σειρές συρματοπλέγματα και κυκλικά ναρκοπέδια βάθους 100 - 200 μέτρων, με νάρκες ανυψωτικές και νάρκες τύπου σουμάεν.


Στο ύψωμα Πάτωμα αμύνονταν το 582 τάγμα της 75 ταξιαρχίας του κυβερνητικού στρατού εξοπλισμένο με βαρύ οπλισμό, όλμους και βαριά πολυβόλα.

Με βάση τις πληροφορίες για τη δύναμη του αντιπάλου n Δ/νση της επιχείρησης αποφάσισε:

1) Για την κατάληψη του υψώματος Πάτωμα θα ενεργήσει, η ΣΑΓΑ με δύναμη δύο (2) ταγμάτων και το λόχο ανιχνευτών.

2) Καθορίστηκε η κύρια κατεύθυνση διάνοιξης ρήγματος στην αμυντική διάταξη του αντιπάλου, το πλάτεμα και η σταθεροποίηση του ρήγματος και στη συνέχεια η εξόντωση των αντιστάσεων της φρουράς του Πατώματος.

3) Καθορίστηκαν τα μέσα πυρός για την καταστροφή της αμυντικής διάταξης και του σχεδίου πυρός της φρουράς του Πατώματος.

4) Καθορίστηκε ο τρόπος εξουδετέρωσης των ναρκοπεδίων που έφταναν στα 200 μέτρα και πλέον βάθος.

5) Καθορίστηκε ο χρόνος και ο τρόπος καταστροφής των συρματοπλεγμάτων.

6) Καθορίστηκε η βάση εξόρμησης των τμημάτων της ΣΑΓΑ.

7) Εγινε μελέτη πιθανών δρομολογίων για την ενίσχυση της φρουράς στο Πάτωμα και ανατέθηκαν αποστολές στα τμήματα της VIII και IX Μεραρχίας του ΔΣΕ, από το συντονιστή της επιχείρησης Δ. Ζηγούρα (Παλαιολόγο) να παρέμβουν και να εμποδίσουν την ενίσχυση της φρουράς στο Πάτωμα.

8) Καθορίστηκε ο σταθμός Δ/νσης της Ταξιαρχίας της ΣΑΓΑ, θέση του εφεδρικού τμήματος, μέσα σύνδεσης και επικοινωνίας με τον Δ/ντή της IX Μεραρχίας που παρακολουθούσε και συντόνιζε την πορεία διεξαγωγής της μάχης, καθορίστηκαν δρομολόγια μεταφοράς των τραυματιών.


Η επιχείρηση είχε προγραμματιστεί να γίνει στις 27/5/1949 σε σύσκεψη που έγινε στις 24/5/1949 παρουσία της Δ/νσης του κλιμακίου Γράμμου, Β. Μπαρτζώτα, Γ. Βοντήτσου (Γούσια), Δ/νσης της VIII και IX Μεραρχιών: Δ/νση Πυροβολικού Γράμμου, Δ/νση της ΣΑΓΑ και των Δ/ντών των ταγμάτων που άμεσα θα παίρναν μέρος στην επίθεση. Στη συζήτηση που ακολούθησε για την πορεία της προετοιμασίας της επιχείρησης ο Π.Ε. της Σχολής Αξιωματικών διαφώνησε με την ετοιμότητα και ζήτησε το ελάχιστο αναβολή τριών ημερών. Παρά τις αντιρρήσεις του Γ. Βοντήτσου η σύσκεψη αποφάσισε τριήμερη αναβολή, επακολούθησε ξανά αναγνώριση, ώστε να γίνει κατανοητή σε όλες τις λεπτομέρειες η αποστολή των τμημάτων του τάγματος του πρώτου κλιμακίου και κατά δεύτερο να εξευρεθεί τρόπος για την καταστροφή των ναρκοπεδίων που ήταν τρομερό εμπόδιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διάρκεια των αναγνωρίσεων, κατά την προετοιμασία της επιχείρησης, σκοτώθηκαν από νάρκες οι Δ/ντές λόχων Τερζόπουλος Παναγιώτης, Παλιωτζίκος Κώστας και ακρωτηριάστηκε το πόδι του επίσης Διοικητή λόχου Χρίστου Μπακιρτζή. Υπήρχε και τέταρτο θύμα, δυστυχώς δε θυμάμαι το όνομά του.

Παρά τις αντιρρήσεις του Γ. Βοντήτσου (Γούσια) και με την παρέμβαση του Β. Μπαρτζώτα αποσπάσαμε την παράταση για τρεις μέρες, επακολούθησε ξανά αναγνώριση επί τόπου και άσκηση πάνω σε αμμοδόχο. Ακόμα μελετήσαμε τρόπους καταστροφής των ναρκοπεδίων, αποφασίσαμε κατά τη διάρκεια προπαρασκευής του πυροβολικού να εμπυρευματίσουμε και να ρίξουμε πεύκα κατά μήκος του άξονα επίθεσης, ώστε με την πτώση τους να καταστρέψουμε τα ναρκοπέδια.


Η σωστή κατεύθυνση του κυρίως χτυπήματος (ρήγμα), η προετοιμασία και κατατόπιση των μαθητών της Σχολής σε όλες τις λεπτομέρειες, η ηθικοπολιτική δουλιά που έγινε στα τμήματα, η εξασφάλιση ισχυρής βάσης πυρός, η κατανόηση της σημασίας που είχε η κατάληψη του Πατώματος για την άμυνα του Γράμμου, από το ΔΣΕ, δεν άφηνε αμφιβολίες στα τμήματα της ΣΑΓΑ ότι το Πάτωμα θα καταληφθεί.

Η προετοιμασία της επίθεσης

Στις 30 Μάη 1949 και ώρα 5 το πρωί, αφού τα τμήματα του πρώτου κλιμακίου είχανε πιάσει τη βάση εξόρμησης, η εφεδρεία, οι διαβιβαστές και οι τραυματιοφορείς είχανε πιάσει όλοι τις θέσεις τους. Με το σύνθημα μιας φωτοβολίδας άρχισε από το πυροβολικό του ΔΣΕ ισχυρός βομβαρδισμός στις θέσεις του εχθρού στο Πάτωμα. Δύο πυροβόλα των 75 χιλιοστών με άμεση βολή από απόσταση περίπου 600 μέτρων, δύο αντιαρματικά των 36 χιλιοστών από απόσταση 250 μέτρων, επίσης τα βαριά πολυβόλα από κοντινή απόσταση, επικεντρώναν τα πυρά τους στις θυρίδες των πολυβολείων του εχθρού με σκοπό να καταστρέψουν το σχέδιο πυρός του αντιπάλου. Αλλα δύο πυροβόλα με έμμεση βολή και οι όλμοι, βομβάρδιζαν συνεχώς τις θέσεις του κυβερνητικού στρατού.

Την ώρα ακριβώς της προπαρασκευής του πυροβολικού οι σαμποτέρ εμπυρευματίσανε τεράστια πεύκα και τα ρίχνανε στον άξονα της επίθεσης έτσι ώστε με το βάρος των κορμών να καταστρέψουν τα ναρκοπέδια.


Με τη λήξη της προπαρασκευής, τα πυροβόλα έμμεσης βολής και οι όλμοι μετατοπίζουν τη βολή τους στο βάθος της διάταξης του κυβερνητικού στρατού. Τα τμήματα του πρώτου κλιμακίου, εξοπλισμένα με ψαλίδια, εκρηκτικές ύλες τοποθετημένες επάνω σε ξύλινους σταυρούς να γαντζώνουν πάνω στα συρματοπλέγματα, με σανίδια επιμήκη τοποθετημένα επάνω με εκρηκτικές ύλες να μπαίνουν κάτω από τα συρματοπλέγματα και με πάντερ φάουστ για την καταστροφή των πολυβολείων, ξεκίνησαν την επίθεση.

Με την έναρξη της επίθεσης, η φρουρά του Πατώματος με πυρά πεζικού, βαριά πολυβόλα και όλμους, με καταιγισμό πυρών ανάσχεσης από το πεδινό πυροβολικό, από την περιοχή της Κόνιτσας, συν την αεροπορία που σε όλη τη διάρκεια της μάχης δεν έλειψε ούτε για λίγο, προσπαθούσε να εμποδίσει την κίνηση των επιτιθέμενων τμημάτων προς τα εμπρός. Μάταια όμως. Παρά τον καταιγισμό του πυρός, το τμήμα που επιτίθεται πέτυχε να καταστρέψει το πρώτο συρματόπλεγμα και προχωρώντας στο δεύτερο συρματόπλεγμα, παρά το πύρινο τείχος που προσπάθησε να δημιουργήσει ο κυβερνητικός στρατός με τα πυρά ανάσχεσης, τα τμήματα της Σχολής Αξιωματικών πέτυχαν να δημιουργήσουν ρήγμα και στη δεύτερη σειρά του συρματοπλέγματος.

Προχωρώντας τα τμήματα προς το τρίτο συρματόπλεγμα και στην προσπάθειά τους να το καταστρέψουν, τα τμήματα του πρώτου κλιμακίου καθηλώθηκαν, απέτυχε η πρώτη προσπάθεια. Ακολουθεί δεύτερη προπαρασκευή και στην επίθεση ρίχτηκε η εφεδρεία του Ι τάγματος. Στην προσπάθεια να καταστρέψουν το συρματόπλεγμα, έπεσε νεκρός ο Δ/τής του Τάγματος Αντώνης Τσακμάκης ενώ απέτυχε και η δεύτερη προσπάθεια κατάληψης του Πατώματος.


Επειτα και από τη δεύτερη αποτυχία του πρώτου τάγματος, η βάση πυρός προσπάθησε να καθηλώσει τα πυρά της φρουράς του Πατώματος και να δώσει τη δυνατότητα στα τμήματα του πρώτου κλιμακίου να συμπτυχθούνε και στη θέση τους να πάει το II εφεδρικό τάγμα να συνεχίσει την επίθεση για την ολοκλήρωση της κατάληψης του Πατώματος.

Επακολούθησε τρίτη σφοδρή προπαρασκευή πυροβολικού και πυρά όλμων. Στην επίθεση ρίχτηκε η εφεδρεία της Δ/νσης της επιχείρησης και μαζί και ο λόχος ανιχνευτών της ΣΑΓΑ. Με σοβαρή προσπάθεια ανοίχτηκε ρήγμα και στο τρίτο συρματόπλεγμα και επακολούθησε έφοδος. Οι μαθητές της Σχολής Αξιωματικών με αντιαρματικές γροθιές εξοντώσαν κάθε αντίσταση και οι μαθητές της Σχολής Αξιωματικών του ΔΣΕ κατέλαβαν τα πρώτα πολυβολεία του εχθρού. Επακολούθησε αγώνας σώμα με σώμα με τη φρουρά του Πατώματος. Οι εστίες πυρός της φρουράς πέφτουν η μία μετά την άλλη, η αντίσταση του κυβερνητικού στρατού ύστερα από 11 ώρες σκληρού αγώνα στις 15.30 κάμφθηκε, το Πάτωμα έπεσε, νίκησαν τα άπλα του ΔΣΕ. Πιάστηκαν 172 στρατιώτες και αξιωματικοί του κυβερνητικού στρατού αιχμάλωτοι, λάφυρα όλος ο οπλισμός και η αποθήκη πυρομαχικών. Κατόρθωσαν να διαφύγουν προς την πλευρά του Κάντσικου 35 στρατιώτες. Εδώ τελείωσε η πρώτη φάση της επιχείρησης για την κατάληψη του Πατώματος.

Μετά την κατάληψη του υψώματος Πάτωμα, η Σχολή Αξιωματικών αποσύρθηκε για ανασυγκρότηση των τμημάτων. Τη διατήρηση και υπεράσπιση του Πατώματος ανέλαβε τάγμα της VIII Μεραρχίας του ΔΣΕ.

Ο Δ/τής της VIII Μεραρχίας του κυβερνητικού στρατού στρατηγός Μπαλοδήμος, μη μπορώντας να συμβιβαστεί με την απώλεια του Πατώματος, στις 2/6/1949 επιτέθηκε με δύναμη περίπου δύο Ταξιαρχιών, για την ανακατάληψη του Πατώματος. Το Τάγμα της VIII Μεραρχίας του ΔΣΕ, που υπερασπιζότανε το Πάτωμα, πρόβαλε σθεναρή αντίσταση και μόνο τις βράδυνες ώρες, όταν ο κυβερνητικός στρατός πλησίασε στα συρματοπλέγματα, επενέβη πάλι η ΣΑΓΑ και με ορμητική αντεπίθεση πέτυχε να τους ανατρέψει και να τραπούνε σε φυγή.

Ετσι, το βράδυ στις 2/6/1949, η απώλεια του Πατώματος για τον κυβερνητικό στρατό ήταν πλέον οριστική. Και την ίδια βραδιά ο κυβερνητικός στρατός εγκατέλειψε και τον Προφήτη Ηλία Οξιάς και το ύψωμα της Θεοτόκου. Το σύμπλεγμα Προφήτης Ηλίας Οξιάς - Πάτωμα - Θεοτόκος, που αποτελούσε προγεφύρωμα του κυβερνητικού στρατού βόρεια του ποταμού Σαραντάπορου και βάση εξόρμησης για τις θερινές επιχειρήσεις του 1949, έπαψε να υπάρχει.

Μετά τη λήξη της επιχείρησης στο Πάτωμα, η ΣΑΓΑ παρέμεινε σαν εφεδρεία στη διάθεση του Κλιμακίου του Γ.Α. του ΔΣΕ στο Γράμμο και συνέχισε το πρόγραμμα εκπαίδευσης.

Ο ΠΩΛ ΕΛΥΑΡ στον ΔΣΕ

Το πρώτο δεκαήμερο του Ιούνη 1949 ο Πωλ Ελυάρ επισκέφτηκε τα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας που έδιναν σκληρές και ηρωικές μάχες στο Γράμμο. Σκοπός του ήταν να δει από κοντά τα τμήματα του ΔΣΕ, να συναντηθεί με τους μαχητές και τις μαχήτριές του και να εκδηλώσει και με αυτόν τον τρόπο την ολόθερμη συμπαράσταση των κομμουνιστών και προοδευτικών διανοούμενων της Γαλλίας στον ηρωικό αγώνα ενάντια στις επεμβάσεις των Αγγλων και Αμερικανών ιμπεριαλιστών, για τη λευτεριά και την εθνική ανεξαρτησία της πατρίδας μας. Κατά την παραμονή του στο Γράμμο, με πρόταση του Κλιμακίου του Γ.Α. του ΔΣΕ επισκέφτηκε και τη ΣΑΓΑ του ΔΣΕ, ανατολικά της Αετομηλίτσας, στη δέση Καζάνι. Εκείνες τις μέρες η Σχολή Αξιωματικών είχε δώσει μια από τις μεγαλύτερες και σκληρότερες επιθετικές μάχες του ΔΣΕ, τη μάχη για την κατάληψη του Πατώματος που η ηγεσία του κυβερνητικού στρατού το θεωρούσε απόρθητο οχυρό.

Σ' αυτές ακριβώς τις συνθήκες έφτασε στη Σχολή Αξιωματικών ο Πωλ Ελυάρ και μαζί του ο Κότσο Τζιότζιο, εκπρόσωπος του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας. Τους συνόδευαν οι Γεώργιος Ζωίδης, βοηθός του Π.Ε. του Γ.Α. Βασίλη Μπαρτζιώτα και ο Στέλιος Μαγειρίας που μιλούσε Γαλλικά.

Οι δύο αντιπρόσωποι έγιναν δεκτοί με συγκινητικές και ενθουσιώδεις εκδηλώσεις από τους μαθητές, τις μαθήτριες και τους αξιωματικούς της Σχολής του ΔΣΕ. Ο Πωλ Ελυάρ μίλησε με θερμά και συγκινητικά λόγια στους μαθητές της Σχολής τονίζοντας το δίκιο του αγώνα και υπογραμμίζοντας τη σημασία της διεθνούς αλληλεγγύης. Ακολούθησε γεύμα και μετά, με εντολή του Κλιμακίου του Γ.Α. του ΔΣΕ, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για τη συμπαράστασή τους στον αγώνα του ΔΣΕ, έδωσα στον Πωλ Ελυάρ το μετάλλιο ανδρείας του Αγωνιστή Κουκουτάσιου Γεωργίου (Ανδρεάδη), και στον Κότσο Τζιότζιο το μετάλλιο Ηλέκτρας που είχε απονεμηθεί στη μαθήτρια της Σχολής Σοφία Ιωαννίδου, που έπεσε μαχόμενη για την κατάληψη του Κάντσικο (Δροσοπηγή) στις 3/4/1949.

Το απόγευμα ακολούθησε άσκηση μάχης, ο λόχος στην επίθεση ενάντια σε ισχυρά οργανωμένη τοποθεσία του εχθρού που συμβόλιζε τη μάχη της Σχολής Αξιωματικών για την κατάληψη του υψώματος Πάτωμα. Με μεγάλη προσοχή παρακολούθησαν την άσκηση και για μια ακόμα φορά συνεχάρηκαν τους μαθητές της Σχολής για τον δίκαιο αγώνα τους και τους ευχήθηκαν νέες επιτυχίες. Το βράδυ, η αντιπροσωπεία έφυγε για την έδρα του Κλιμακίου του Γ.Α. του ΔΣΕ.

Το δεύτερο δεκαήμερο του Ιούνη η ΣΑΓΑ συνέχιζε το πρόγραμμα εκπαίδευσης. Της ανατέθηκε από τη Δ/ση του Κλιμακίου Γράμμου να διεισδύσει με ένα τάγμα στην περιοχή Σμόλικα και να βοηθήσει στο πέρασμα των τμημάτων της Ι Θεσσαλικής Μεραρχίας του ΔΣΕ που βγαίνανε στο Γράμμο. Με επιτυχία το τάγμα της ΣΑΓΑ εκπλήρωσε και αυτή την αποστολή.

Στο τρίτο δεκαήμερο του Ιούνη 1949 με εντολή της Δ/σης του Κλιμακίου του Γ.Α. στο Γράμμο, η ΣΑΓΑ εγκαταστάθηκε στην περιοχή ανατολικού Γράμμου στην τοποθεσία Σγκούρο. Αυτές τις ημέρες ήρθε και η Σχολή Αξιωματικών (διλοχία) του Κλιμακίου Γενικού Αρχηγείου Νοτίου Ελλάδας (ΚΓΑΝΕ) και συγχωνεύτηκε με τη ΣΑΓΑ.

Η Σχολή Αξιωματικών συνέχισε το πρόγραμμα εκπαίδευσης, με ασκήσεις μάχης και μαθήματα για την ταχτική του ΔΣΕ, σε διάφορες φάσεις του ένοπλου αγώνα, καθώς και τις τεχνικές ιδιότητες των διαφόρων όπλων.

Ακριβώς αυτήν την περίοδο, με απόρρητη διαταγή του Κλιμακίου του Γ.Α. Γράμμου, έγινε γνωστό στη διοίκηση της ΣΑΓΑ, η διαταγή του Γ.Α. του ΔΣΕ, με την οποία καθόριζε ότι η Σχολή Αξιωματικών θα πρέπει να προετοιμαστεί και να μετακινηθεί από το Γράμμο στο Βίτσι. Αμέσως η Σχολή Αξιωματικών, ταυτόχρονα με το πρόγραμμα εκπαίδευσης, άρχισε την προετοιμασία, για τη διείσδυση μέσα από τις γραμμές του κυβερνητικού στρατού προς το Βίτσι. Η προετοιμασία συνοδεύονταν με νυχτερινούς συναγερμούς και πορείες για να διαπιστωθεί η ετοιμότητα της Σχολής για το πέρασμα από το Γράμμο στο Βίτσι. Στο τέλος Ιούνη 1949, με τη βοήθεια του πυροβολικού, που βομβάρδισε τις θέσεις του κυβερνητικού στρατού, η Ταξιαρχία της Σχολής Αξιωματικών μέσα στο σκοτάδι διείσδυσε μέσα από τη διάταξη του εχθρού - στην περιοχή Αλεβίτσας και τα χαράματα βρέθηκε στην περιοχή Βίτσι κοντά στην Κρυσταλλοπηγή, δίχως καμιά απώλεια.

Περνώντας στο Βίτσι η ΣΑΓΑ τέθηκε στη διάθεση του Γενικού Αρχηγείου ως εφεδρεία και πήρε διαταγή και άφησε ένα τάγμα στα δεξιά της διάταξης κοντά στην Κρυσταλλοπηγή και τα άλλα δύο τάγματα στο κέντρο της διάταξης κοντά στο χωριό Σφύκα.

Κατά τη διάρκεια του μήνα Ιούλη η Σχολή συνέχισε το πρόγραμμα εκπαίδευσης και ταυτόχρονα ασχολήθηκε με το μικρό πόλεμο.

Ο ΔΣΕ, στρατός λαϊκοεπαναστατικός, εκτός από τις κατά μέτωπο μάχες που έδινε στο Γράμμο - Βίτσι, εφάρμοζε και την τακτική του ανταρτοπόλεμου, με διεισδύσεις μικρών τμημάτων μέσα στη διάταξη του αντιπάλου, πιάνοντας γλώσσες και χτυπώντας αιφνιδιαστικά μικρά τμήματα του εχθρού, προξενώντας απώλειες και συνεχή αιμορραγία στον αντίπαλο.

Τέτοια επιχείρηση πραγματοποίησε η ΣΑΓΑ στις 23/7/1949. Χτύπησε και διέλυσε εχθρική διλοχία στις Κάτω Κλεινές Φλώρινας με σοβαρές απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες για τον κυβερνητικό στρατό. Επίσης ο λόχος ανιχνευτών της ΣΑΓΑ στις 6/8/1949 χτύπησε δύναμη του κυβερνητικού στρατού στην περιοχή του Μπίκοβικ προξενώντας του αρκετές απώλειες και τον ανάγκασε να επιστρέψει στη βάση του.

Στα τέλη Ιούλη με αρχές Αυγούστου 1949, ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα εκπαίδευσης της έκτης σειράς της ΣΑΓΑ. Οι μαθητές έδωσαν εξετάσεις και έγινε η ορκωμοσία. Η Σχολή παρέμεινε συγκροτημένη μονάδα στη διάθεση του Γ.Α. του ΔΣΕ.

Πριν την έναρξη των επιχειρήσεων στο Βίτσι η ΣΑΓΑ είχε την παρακάτω διάταξη: Το Ι και II τάγμα βρισκότανε στην περιοχή Κρυσταλλοπηγής, το III τάγμα στην περιοχή Σφύκας, εν αναμονή της έναρξης των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων. Με εντολή του Γ.Α. στα μέσα Ιούλη η Δ/ση της ΣΑΓΑ πέρασε από όλη τη διάταξη των τμημάτων του ΔΣΕ στο Βίτσι με σκοπό, ανά πάσα στιγμή, να είναι έτοιμη να επέμβει όπου και αν χρειαστεί.

Στις αρχές Αυγούστου 1949, ο κυβερνητικός στρατός, προκειμένου να παραπλανήσει το Γ.Α. του ΔΣΕ, από τις 2 έως τις 8 Αυγούστου, άρχισε επιχειρήσεις στον Βορειοανατολικό Γράμμο με σκοπό την παραπλάνηση του ΔΣΕ και ταυτόχρονα τη βελτίωση των βάσεων εξόρμησης του κυβερνητικού στρατού. Αυτή η παραπλανητική ενέργεια του κυβερνητικού στρατού κράτησε έως τις 8 Αυγούστου.

Η μάχη στο Βίτσι τον Αύγουστο του 1949

Στις 10 Αυγούστου 1949 ο κυβερνητικός στρατός με το σχέδιο ΠΥΡΣΟΣ Β' εκδηλώθηκε επιθετικά στην περιοχή Βίτσι, με σκοπό τη συντριβή των δυνάμεων του ΔΣΕ.

Για την επίτευξη του παραπάνω σκοπού ο κυβερνητικός στρατός διέθεσε τις παρακάτω δυνάμεις:

II, IX, Χ, XI Μεραρχίες πεζικού και την III Μεραρχία καταδρομών, συνολικά 16 Ταξιαρχίες. Ακόμα διέθετε ένα σύνταγμα πεζικού και έξι τάγματα εθνοφρουράς.

Πυροβολικό:

4 συντάγματα πεδινού πυροβολικού

3 μοίρες μέσου πυροβολικού

5 μοίρες ορειβατικού πυροβολικού

Τεθωρακισμένα: Το II και IX σύνταγμα και την XI ίλη αρμάτων

Αεροπορία: Περίπου 90 αεροπλάνα

Και αρκετές χιλιάδες άνδρες διαφόρων υπηρεσιών μηχανικού, διαβιβάσεων και άλλες υπηρεσίες.

Εκτός των παραπάνω δυνάμεων χρησιμοποιήθηκε η XV Μεραρχία και η 32η Ταξιαρχία ως εφεδρεία της Δ/σης της επιχείρησης.

Με το σύνολο των παραπάνω δυνάμεων ο κυβερνητικός στρατός ξεκίνησε για την επιχείρηση ενάντια στα τμήματα του ΔΣΕ στις 10 Αυγούστου 1949 στην περιοχή του Βίτσι.

Η αποστολή του κυβερνητικού στρατού, σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του στρατηγού του κυβερνητικού στρατού Ζαφειρόπουλου, με την πληθώρα δυνάμεων που διέθετε ο κυβερνητικός στρατός, 7 Μεραρχίες Πεζικού, μάζα πυροβολικού, 90 αεροπλάνα, δύο (2) συντάγματα τεθωρακισμένων, χιλιάδες άνδρες του Μηχανικού - Διαβιβάσεων και άλλες ειδικότητες προέβλεπε την κατάληψη της περιοχής που κατείχε ο ΔΣΕ και την καταστροφή των δυνάμεων του ΔΣΕ.

Η επιθετική ενέργεια του εχθρού ξεκίνησε στις 05:00 το πρωί στις 10 Αυγούστου 1949. Με σφοδρό βομβαρδισμό πυροβολικού και στη συνέχεια της αεροπορίας, ο κυβερνητικός στρατός βομβάρδισε τις θέσεις των τμημάτων του ΔΣΕ, με σκοπό να καταστρέψει τις αμυντικές εγκαταστάσεις και να εξουδετερώσει το σύστημα διεύθυνσης των τμημάτων του ΔΣΕ στην κύρια κατεύθυνση της επίθεσης στα υψώματα Πολένατα και 1865. Μετά την προπαρασκευή, ο εχθρός πέρασε στην επίθεση, χρησιμοποιώντας άρματα μάχης και πληθώρα στρατού πεζικού. Ακολούθησε σκληρός και πεισματώδης αγώνας. Οι επιθέσεις διαδεχότανε η μια την άλλη, τα τμήματα του ΔΣΕ με αντεπιθέσεις απέκρουαν τις επιθέσεις του κυβερνητικού στρατού. Παρά τη σθεναρή αντίσταση των τμημάτων του ΔΣΕ, ο εχθρός, τις βραδινές ώρες της 10ης Αυγούστου πέτυχε να καταλάβει το ύψωμα 1685 και να δημιουργήσει ρήγμα στην αμυντική διάταξη των τμημάτων του ΔΣΕ.

Ακριβώς αυτό το ρήγμα εκμεταλλεύτηκε ο κυβερνητικός στρατός και το βράδυ της 10ης Αυγούστου πραγματοποίησε διείσδυση μέσα από τη χαράδρα κοντά στο χωρίο Παύλος Μελάς. Δύο (2) Ταξιαρχίες της XI Μεραρχίας, η 31η Ταξιαρχία με κατεύθυνση το Λέσιτς, η 33η Ταξιαρχία με κατεύθυνση το ύψωμα Τσούκα καθώς και μοίρα της III Μεραρχίας καταδρομών, τις πρωινές ώρες στις 11 Αυγούστου βρέθηκαν κοντά στους στόχους Λέσιτς και Τσούκα.

Την ώρα που η XI Μεραρχία πραγματοποιούσε, ανατολικά της διάταξης της 102 Ταξιαρχίας του ΔΣΕ διείσδυση με κατεύθυνση τα υψώματα Λέσιτς και Τσούκα, την ίδια ώρα νότια του Λέσιτς, από την περιοχή Μπίκοβικ, βρισκόταν σε εξέλιξη επιθετική ενέργεια της Χ Μεραρχίας με τις 35 και 37 Ταξιαρχίες και μοίρα της III Μεραρχίας Καταδρομών με κατεύθυνση και αυτών των δυνάμεων το ύψωμα Λέσιτς. Τις πρωινές ώρες της 11ης Αυγούστου πλησιάσανε και η 35η Ταξιαρχία της Χ Μεραρχίας και η μοίρα καταδρομών κοντά στο ύψωμα Λέσιτς.

Τις πρωινές ώρες της 11ης Αυγούστου ο εχθρός εκδηλώνεται επιθετικά προς το ύψωμα Λέσιτς. Πυροβολικό και αεροπορία βομβαρδίζουνε συνεχώς το Λέσιτς και τη γύρω περιοχή, το ύψωμα καίγεται κυριολεκτικά. Οι μαχητές του ΔΣΕ, οι υπερασπιστές του Λέσιτς, μάχονται με πείσμα και αποφασιστικότητα. Η 31η Ταξιαρχία και η μοίρα καταδρομών καθηλωθήκανε. Η 33η Ταξιαρχία που επιτίθονταν στο ύψωμα Τσούκα, κατόρθωσε να πλησιάσει και να καταλάβει το ύψωμα δίχως καμμιά αντίσταση, εντελώς αμαχητί, γιατί η Δ/ση έκανε το εγκληματικό λάθος να αποσύρει το τμήμα που κατείχε το ύψωμα Τσούκα και να του αναθέσει άλλη αποστολή. Και αυτό το λάθος το πληρώσαμε ακριβά στη μάχη στην περιοχή Λέσιτς.

Ποια η συμβολή, η συμμετοχή της ΣΑΓΑ στη μάχη του Λέσιτς

Η ταξιαρχία της ΣΑΓΑ, εφεδρεία του Γ.Α. του ΔΣΕ, αυτήν την περίοδο βρισκόταν με δύο (2) τάγματα στα δεξιά της διάταξης του μετώπου στο Βίτσι, στην περιοχή Κρυσταλλοπηγής, μαζί και ο Δ/τής της Ταξιαρχίας Αξιωματικών. Το III τάγμα βρισκόταν στην περιοχή του χωριού Σφύκα όπου ήταν και το επιτελείο της Ταξιαρχίας.

Στις 11/8/1949 τα χαράματα κλήθηκε ο Π.Ε. της Ταξιαρχίας στο τηλέφωνο και πήρε εντολή από το Γ.Α. Το III τάγμα να κινηθεί αμέσως για το Λέσιτς. Σημάναμε συναγερμό και το τάγμα σε χρόνο μηδέν ξεκίνησε για την αποστολή του.

Στο δρόμο προς το Λέσιτς συναντήσαμε τον επιτελάρχη της XI Μεραρχίας του ΔΣΕ, σ. Νίκο Τερζόγλου. Σύντομα μας ενημέρωσε για την κρισιμότητα της κατάστασης, την πίεση που δεχόταν τα τμήματα που μάχονταν στο Λέσιτς, και μας συνέστησε, όσο το δυνατόν γρηγορότερα, να φτάσουμε στο Λέσιτς με υψόμετρο 1827 μέτρα.

Οι άνδρες του τάγματος επιστρατεύοντας όλες τις δυνάμεις τους σύντομα έφτασαν στο ύψωμα Λέσιτς. Παρακάμπτοντας την κορυφή από τα αριστερά της κορυφής του Λέσιτς, πήραμε αμέσως επαφή με τον εχθρό στο ύψωμα Μόρο. Περάσαμε αμέσως στην αντεπίθεση με αποτέλεσμα να καθηλωθεί ο εχθρός. Η μάχη είχε το χαρακτήρα μάχης εκ συναντήσεως και διεξάγονταν σε ανοχύρωτο πεδίο.

Ο αγώνας συνεχίστηκε σκληρός με επιθέσεις του κυβερνητικού στρατού και αντεπιθέσεις του τάγματος της Σχολής Αξιωματικών. Η απόσταση που μας χώριζε ήταν απόσταση αναπνοής, διεξάγονταν αγώνας εκ του συστάδην, αγώνας σώμα με σώμα.

Μαστουρωμένοι οι άνδρες του κυβερνητικού στρατού προσπαθούσανε να εισχωρήσουν μέσα στη διάταξή μας. Μάταια όμως. Οι μαθητές της ΣΑΓΑ τσακίζουν κάθε τέτοια προσπάθεια του εχθρού. Μετά την κατάληψη του υψώματος Τσούκα, από εγκληματικό λάθος της Δ/σης του ΔΣΕ, η κατάσταση άλλαξε ριζικά προς όφελος του κυβερνητικού στρατού. Το ύψωμα Τσούκα, με υψόμετρο 1678 μέτρα, εφάμιλλο με το ύψωμα Λέσιτς, δέσποζε στην περιοχή και ο κυβερνητικός στρατός πέτυχε αμαχητί να τα καταλάβει και να μπει σφήνα στη διάταξή μας.

Μετά την κατάληψη της Τσούκας, στην προσπάθειά τους, τα τμήματα της 31ης Ταξιαρχίας να πάρουν επαφή με τα τμήματα της 33ης Ταξιαρχίας που μάχονταν στο Λέσιτς, κατέλαβαν το ύψωμα 1554 κοντά στο ύψωμα Μόρο. Αυτό δυσχέραινε ακόμα περισσότερο την κατάστασή μας. Σε μια από τις αντεπιθέσεις που κάναμε σκοτώθηκε ο Δ/τής του Τάγματος, Μαλικόπουλος Θανάσης, από πυρά του υψώματος 1554.

Το μεσημέρι στο Λέσιτς έφτασε και το Ι τάγμα της ΣΑΓΑ μαζί με τον Δ/τή της Ταξιαρχίας. Το τάγμα μπήκε αμέσως στην επίθεση την πέμπτη ή έκτη κατά σειρά επιθετική ενέργεια του εχθρού.

Η μάχη συνεχίζεται σκληρή. Από υποκλοπές που κάναν οι ασυρματιστές, ο εχθρός ζητούσε συνεχώς ενισχύσεις. Οι απώλειες και στις δύο πλευρές ήταν σοβαρές. Υπάρχουν νεκροί και τραυματίες. Ανάμεσα στους τραυματίες είναι και ο Δ/τής της Ταξιαρχίας Αχιλλέας Προυτσάλης, ο Δ/τής του Ι τάγματος Κιτσούλης Δημήτρης, ο επίτροπος του III τάγματος Ηλίας Βασίλκος. Προωθήσαμε όλους τους τραυματίες προς τα μετόπισθεν. Η πλημμυρίδα των εχθρικών δυνάμεων, η τεράστια αριθμητική υπεροχή, ασυνήθιστη στα χρονικά του Εμφυλίου πολέμου, και η μαζική χρησιμοποίηση της αεροπορίας και του πυροβολικού που απλόχερα έδινε ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, ο κυβερνητικός στρατός δεν μπόρεσε να καταλάβει το Λέσιτς.

Η αντίσταση, που πρόβαλλε η ΣΑΓΑ, και η πίεση που δέχονταν τα τμήματα του κυβερνητικού στρατού, φαίνονται στα απομνημονεύματα του στρατηγού του κυβερνητικού στρατού, Δ. Ζαφειρόπουλου. Να τι γράφει ο Ζαφειρόπουλος: «Είναι αληθές ότι ο Θεός της Ελλάδας εβοήθησε και προελήφθη δευτέρα καταστροφή Μεγάλης Μονάδος εντός βαθειάς κοιλάδας, ως συνέβη εις την χαράδραν του Αλή Βεράν της Μικράς Ασίας, κατά το 1922 καθ' όσον, εάν δεν υφηρπάζετο αμαχητί η Τσούκα και δεν ηδράνη ο εχθρός, η αποτυχία της διεισδύσεως του Λέσιτς θα ήτο βεβαία».

Τις απογευματινές ώρες, στη διάταξη των τμημάτων της ΣΑΓΑ, ήρθε ο Δ/τής της XI Μεραρχίας του ΔΣΕ, σ. Π. Βαϊνάς. Εξετάσαμε την κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί μετά την κατάληψη από τον εχθρό του υψώματος Τσούκα, την προώθησή του κατά μήκος της κορυφογραμμής προς Λέσιτς, την κατάληψη του υψώματος 1554, τη δημιουργία σφήνας με μέτωπο πάνω από δύο χιλιόμετρα μέσα στη διάταξή μας, τις δυνατότητες, μετά τις απώλειες, που είχανε τα τμήματα της ΣΑΓΑ. Διαπιστώσαμε ότι η κατάσταση ήταν μη αναστρέψιμη και γι' αυτό αποφασίσαμε να περάσουμε στην άμυνα μέχρι νεωτέρας διαταγής.

Οι προσπάθειες του κυβερνητικού στρατού συνεχίστηκαν χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τα μεσάνυχτα της 11ης προς την 12η Αυγούστου ο εχθρός έκανε νυχτερινή προσπάθεια, όμως αποκρούστηκε. Πριν τα ξημερώματα στη διάταξη των τμημάτων της ΣΑΓΑ ήρθε προσωπικά ο Π.Ε. (Πολιτικός Επίτροπος) της XI Μεραρχίας του ΔΣΕ Γ. Βασίλκος και μας ανακοίνωσε ότι πρέπει να επιστρέψουμε στην περιοχή Σφύκας.

Ορισμένα συμπεράσματα από τη μάχη του Λέσιτς

Πρώτο συμπέρασμα: Η Δ/ση της επιχείρησης Βίτσι διέπραξε το εγκληματικό λάθος να αποσύρει το τμήμα από το ύψωμα Τσούκα για να το χρησιμοποιήσει αλλού, με αποτέλεσμα ο εχθρός να το καταλάβει αμαχητί και να δημιουργήσει σφήνα μέσα στη διάταξή μας. Η κατάληψη του υψώματος Τσούκα μας στέρησε τη δυνατότητα να δώσουμε αποφασιστικό χτύπημα στον εχθρό μέσα στη χαράδρα του Μελά και να ανατρέψουμε τα σχέδιά του.

Μία δεύτερη αιτία της επιτυχίας του εχθρού είναι ότι ο κυβερνητικός στρατός σε ένα στενό μέτωπο πλάτους δύο έως δυόμισι χιλιόμετρα, έριξε τρεις Μεραρχίες, πληθώρα δυνάμεων και τροφοδοτούσε το ρήγμα συνεχώς με νέες δυνάμεις. Η μάχη που διεξήγαγε η ΣΑΓΑ κατά τις 11 Αυγούστου και τη νύχτα προς τις 12/8/1949, ήταν σκληρή και άνιση. Παρ' όλη την πληθώρα των Ταξιαρχιών, ο εχθρός δεν μπόρεσε να καταλάβει το Λέσιτς, οι μαθητές και οι Δ/τες της ΣΑΓΑ πολέμησαν με άφθαστο ηρωισμό και αυτοθυσία, όχι μόνο ενάντια στα σχέδια της μοναρχοφασιστικής κυβέρνησης των Αθηνών, αλλά και ενάντια στην αμερικανοκρατία που έκανε ό,τι μπορούσε για να συντρίψει το δημοκρατικό κίνημα στην Ελλάδα.

Στη μάχη του Λέσιτς έπεσε νεκρός ο Δ/τής του Τάγματος Μαλικόπουλος Θανάσης, οι Λοχαγοί Μιχαηλίδης Σωτήρης, Κατσάρης Θανάσης, Αραμπατζής Απόστολος, Μπαζάκας Θανάσης, Παπαδημάκης, Τσολακίδης Γιώργος, οι υπολοχαγοί Γεωργούλας Γεώργιος, Ζερβολίδου Χρυσούλα, Μαραγκουζάκης Δημήτριος, Πάντος Γιάννης, Σηγρέκης Θανάσης, Σλαύκος Θωμάς, οι Ανθυπολοχαγοί Βλάσης Δημήτριος, Διαμαντής Αριστείδης, Κράνης Γεώργιος, Κωστοπούλου Ολγα. Τραυματιστήκανε ο Δ/τής της Σχολής Προυτσάλης Αχιλλέας, ο Δ/τής του Ι τάγματος Κιτσούλης Δημήτριος, ο Π.Ε. του III τάγματος Βασίλκος Ηλίας, ο λοχαγός Τοπαλίδης Παύλος. Υπήρχαν περίπου 60 τραυματίες. Η ΣΑΓΑ στο Λέσιτς πολέμησε ηρωϊκά. Οι παραπάνω απώλειες μαρτυρούνε για τη σκληρότητα της μάχης και συμπτύχθηκε μόνο με εντολή τις πρωινές ώρες της 12ης Αυγούστου του 1949, από το Λέσιτς.

Τις πρωινές ώρες της 12ης Αυγούστου του 1949 ο κυβερνητικός στρατός, αφού συγκέντρωσε την 33η - 31η και τις 35η και 37η Ταξιαρχίες κοντά στο Λέσιτς και αφού σφυροκόπησε με πυροβολικό και αεροπορία τις άδειες θέσεις, γύρω στις 9 η ώρα το πρωί «κατόρθωσε» η XI Μεραρχία να καταλάβει το άδειο πλέον από τμήματα του ΔΣΕ ύψωμα Λέσιτς.

Στις 12 Αυγούστου μια προσπάθεια της Μεραρχίας Καταδρομών αποκρούστηκε από το II τάγμα της Σχολής με βαρειές απώλειες για τον εχθρό, στην περιοχή της Βάρμπας.

Στις 13 και 14 Αυγούστου συνεχίστηκαν οι μάχες στο ύψωμα 1678 και στη Βάρμπα και το βράδυ της 14ης Αυγούστου του 1949 η ΣΑΓΑ πήρε εντολή και πραγματοποίησε ελιγμό προς το Γράμμο.

(Συνεχίζεται)


Ζήσης ΖΩΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ