Στόχος, να «παζαρέψει» έναν καλύτερο ρόλο στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα
Στην πραγματικότητα, η σφοδρή κριτική στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και στη χειραγώγηση των διεθνών οργανισμών από αυτές, που άσκησε ο Ρώσος Πρόεδρος, δεν ήταν κάτι το καινούργιο, κι είχε περισσότερους αποδέκτες, πέραν των ΗΠΑ. Ηταν μια περιεκτική παρουσίαση των ρωσικών θέσεων, που έχουν κατά καιρούς ακουστεί το τελευταίο διάστημα, αλλά αυτή τη φορά με πιο έντονο τρόπο. Κάτι, που όπως ο ίδιος ο Πούτιν ομολόγησε στην εισαγωγή της τοποθέτησής του, έγινε χάρη στον «άτυπο» χαρακτήρα της συγκεκριμένης διάσκεψης, που έχει χαρακτηριστεί και ως το «Νταβός της ασφάλειας».
Associated Press |
Κι όμως, λίγες μέρες νωρίτερα ο νέος υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Ρ. Γκέιτς, μιλώντας στο αμερικανικό Κογκρέσο είχε κατατάξει, για πρώτη φορά μετά το 1991, τη Ρωσία μεταξύ των χωρών, με τις οποίες οι ΗΠΑ μπορούν να έρθουν σε πολεμική σύρραξη. Οπως είχε πει χαρακτηριστικά «εκτός από τον πόλεμο με τη διεθνή τρομοκρατία είναι αναγκαίο να αντιμετωπίσουμε κινδύνους, με τους οποίους μπορούν να έρθουν αντιμέτωπες οι ΗΠΑ, εξαιτίας των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν και της Βόρειας Κορέας και των ασαφών θέσεων τέτοιων χωρών, όπως η Ρωσία και η Κίνα, οι οποίες αυξάνουν τους εξοπλισμούς τους». Ο ίδιος πρότεινε εκεί τη σημαντική αύξηση των χερσαίων δυνάμεων των ΗΠΑ, αφού «χρειάζονται δυνάμεις ικανές να πολεμήσουν με μεγάλους στρατούς». Οι δηλώσεις αυτές σήκωσαν «κύμα» διαμαρτυρίας από πολλά ρωσικά ΜΜΕ.
Επίσης, οι ΗΠΑ όχι μόνον αποφάσισαν να εγκαταστήσουν σε Πολωνία και Τσεχία ραντάρ για το σύστημα αντιπυραυλικής τους άμυνας, αλλά και μετέφεραν στις αρχές του μήνα στη Βερίγγειο Θάλασσα (κοντά στη ρωσική χερσόνησο της Καμτσάτκας) το σύγχρονο και μεγαλύτερο πλωτό τους ραντάρ (αξίας 815 εκατομμυρίων δολαρίων) και μάλιστα με το πρόσχημα της απειλής τους από την «τρομοκρατία», ή το Ιράν και τη ΛΔ της Κορέας. Κάτι στο οποίο ο υπουργός Αμυνας της Ρωσίας Σ. Ιβανόφ απάντησε ειρωνικά με τη φράση «δεν είμαστε έτοιμοι να αγοράσουμε μια τέτοια ερμηνεία».
Από τη μεριά της η Ρωσία ανακοίνωσε την ίδια στιγμή νέα εξοπλιστικά προγράμματα του στρατού της, όπως των κινητών πυραυλικών συστημάτων TOPOL M, των νέων πυραυλικών συστημάτων Bulava, (που εκτοξεύονται από πυρηνικά υποβρύχια και μπορούν να μεταφέρουν μέχρι και 10 πυρηνικές κεφαλές, με το βεληνεκές τους να φτάνει τα 8.000 χλμ.), της κατασκευής νέων ραντάρ, αλλά και της ανανέωσης του εξοπλισμού διαφόρων σωμάτων των Ενόπλων Δυνάμεών της.
Τόσο η ομιλία του Πούτιν, όσο και η αντίδραση των ΗΠΑ, αλλά και οι στρατιωτικές κινήσεις των δύο χωρών έκαναν πολλά ΜΜΕ να προαναγγείλουν νέο «Ψυχρό Πόλεμο». Βεβαίως, η Ρωσία αυξάνει τις αμυντικές της δαπάνες κι υπολογίζεται να ξοδέψει για αμυντικούς σκοπούς το 2007 γύρω στα 32,5 δισ. δολάρια (αύξηση 23% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά), ποσό όμως που, όπως γνωρίζουμε, είναι κατά 20 φορές μικρότερο (!) από αυτό που ετοιμάζονται να ξοδέψουν οι ΗΠΑ την ίδια περίοδο.
Πιθανόν ο Ρώσος Πρόεδρος αυτό να είχε υπόψη του, όταν έλεγε στο Μόναχο πως η χώρα του «ρεαλιστικά εκτιμά τις δυνατότητές της». Υπάρχουν κι άλλοι δείκτες των οικονομικών μεγεθών των δύο χωρών που δείχνουν πως από τη μια βέβαια η σημερινή καπιταλιστική Ρωσία ισχυροποιείται, όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να συγκριθεί το σημερινό οικονομικό της μέγεθος με αυτό των ΗΠΑ. Πολύ περισσότερο η σημερινή Ρωσία δεν μπορεί να συγκριθεί με την ΕΣΣΔ, αφού λειτουργεί στη βάση ενός άλλου, εντελώς διαφορετικού κοινωνικο-πολιτικού συστήματος, συνεπώς θέτει και άλλους στόχους και «κανόνες» συμπεριφοράς, που μπορούν να παρομοιαστούν μ' ενός ακόμα ιμπεριαλιστικού «αρπακτικού», συγκεκριμένων προς το παρόν δυνατοτήτων. Το ότι η ομιλία Πούτιν στο Μόναχο δεν ήταν το «έναυσμα» ενός νέου «Ψυχρού Πολέμου» υπογραμμίστηκε αμέσως μετά από σημαίνοντες κρατικούς παράγοντες της Ρωσίας. Ο λόγος, λοιπόν, αυτής της σφοδρής παρέμβασης Πούτιν ήταν στην πραγματικότητα να «παζαρέψει» έναν καλύτερο ρόλο για την ισχυροποιούμενη Ρωσία στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, όπως και να διευκολύνει τη διείσδυση του ρωσικού κεφαλαίου στον υπόλοιπο κόσμο.
Κι εδώ είναι χαρακτηριστική η δήλωση του Βλ. Πούτιν στο Μόναχο, ότι στη σημερινή Ρωσία οι ξένες εταιρείες κατέχουν στο σημαντικότατο τομέα της ενέργειας ένα ποσοστό 26%. «Προσπαθήστε να μου αναφέρετε ανάλογα παραδείγματα διευρυμένης συμμετοχής του ρωσικού κεφαλαίου σε κλάδους - κλειδιά στα δυτικά κράτη. Δεν υπάρχουν...», σημείωσε ο Ρώσος Πρόεδρος, για να πείσει σχετικά με την ανάγκη διευκόλυνσης της διείσδυσης του ρωσικού κεφαλαίου σε άλλες καπιταλιστικές χώρες.
Ετσι, η επίθεση Πούτιν κατά των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ είχε σαφώς στόχο και την ΕΕ, μπροστά στις δύσκολες συνομιλίες για την υπογραφή νέου Συμφώνου στρατηγικής συνεργασίας και της εαρινής Συνάντησης Κορυφής της ΕΕ με τη Ρωσία. Είχε πρόθεση να δείξει πως το ρωσικό μεγάλο κεφάλαιο δε θα υποκύψει στις πιέσεις που του ασκούνται αυτήν την περίοδο, κυρίως γύρω από τα ενεργειακά ζητήματα, χωρίς να κερδίσει σημαντικά ανταλλάγματα και θέσεις.
Ταυτόχρονα, το Κρεμλίνο διαμήνυσε με αυτόν τον τρόπο πως επιδιώκει να ακούγεται περισσότερο η γνώμη του στις διεθνείς υποθέσεις. Οπως ξεκαθάρισε λίγα 24ωρα μετά το Μόναχο ο Ρώσος υπουργός Αμυνας, Σ. Ιβανόφ, από τη Σεβίλλη, κατά το τέλος της συνάντησης του Συμβουλίου του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας: «Η Ρωσία δεν επιβάλλει τη γνώμη της σε κανέναν, αλλά την ίδια ώρα δε θα συμμετάσχει στην υλοποίηση σχεδίων, που αποφασίζονται χωρίς εμάς ή κι ενάντια στα συμφέροντά μας».
Η Μόσχα, στην προσπάθειά της να αυξήσει το διεθνή της ρόλο επιδιώκει διάφορους «αντιάξονες» συνεργασίας. Αμέσως μετά το Μόναχο, ο Βλ. Πούτιν επισκέφτηκε τη Μέση Ανατολή και από το Κατάρ ανακοίνωσε πως η χώρα του σε καμία περίπτωση δεν έχει απορρίψει την πρόταση της συγκρότησης ενός νέου «καρτέλ», των χωρών εξαγωγέων φυσικού αερίου και αναγνωρίζει την αναγκαιότητα «συντονισμού» αυτών των χωρών. Η συγκεκριμένη εξέλιξη δημιουργίας ενός ανάλογου «ΟΠΕΚ» φυσικού αερίου είχε απασχολήσει και την προηγούμενη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Ρίγα, αλλά έπεσε «στο τραπέζι» από το Ιράν στα τέλη Γενάρη. Μάλιστα, ο Ρώσος Πρόεδρος δεσμεύτηκε πως η Ρωσία θα στείλει εκπρόσωπο στη συνάντηση που θα γίνει στον επόμενο Απρίλη στην Ντόχα, του Κατάρ, για να εξεταστεί αυτό το ενδεχόμενο. Να σημειωθεί εδώ ότι το Ιράν, το Κατάρ και η Ρωσία ελέγχουν σήμερα το 57% των παγκόσμιων αποθεμάτων φυσικού αερίου.
Επίσης, στο Νέο Δελχί, πρωτεύουσα της Ινδίας, πραγματοποιήθηκε στις 14 Φλεβάρη τριμερής συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Ρωσίας, Ινδίας και Κίνας. Στην ανακοίνωση που εξέδωσαν σημειώνεται πως «συνέπεσαν στην άποψη ο ΟΗΕ να γίνει ένας ανοιχτός και δραστικός οργανισμός, που ν' ανταποκρίνεται στη σύγχρονη πραγματικότητα» και σ' αυτήν την κατεύθυνση στηρίζουν έναν αναβαθμισμένο ρόλο της Ινδίας στις διεθνείς υποθέσεις. Συζητήθηκαν επίσης ζητήματα διεθνούς συνεργασίας, όπως και αυτής στα πλαίσια της Οργάνωσης Συνεργασίας της Σαγκάης.
Μιλώντας στο Μόναχο, μεταξύ των άλλων, ο Βλ. Πούτιν ανέφερε τη ραγδαία οικονομική άνοδο των χωρών του BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα) για να προσθέσει πως «δεν πρέπει να αμφιβάλλουμε πως το οικονομικό δυναμικό των νέων κέντρων παγκόσμιας ανάπτυξης αναπόφευκτα θα μετατραπεί σε πολιτική επιρροή και θα ενισχύσει την πολυ-πολικότητα».
Η εκτίμηση αυτή του Ρώσου Προέδρου σαφώς και έχει βάση, όμως κάθε άλλο παρά μπορεί κανείς να συμμεριστεί τους «πανηγυρισμούς» ορισμένων, που παρουσιάζουν μια τέτοια εξέλιξη, ως «πανάκεια» για διέξοδο από τη σημερινή νέα ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων. Κάτι τέτοιο π.χ. έκαναν οι εκπρόσωποι του Αριστερού Κόμματος της Γερμανίας, χαιρετίζοντας αυτές τις δηλώσεις Πούτιν, που έγιναν στη χώρα τους. Και δεν μπορούμε να τους συμμεριστούμε, γιατί στην πραγματικότητα ο «πολυπολικός κόσμος», που υπερασπίζονται διάφορες ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά και σοσιαλδημοκρατικές και «νεο-αριστερές» πολιτικές δυνάμεις, (που έχουν την τάση να ταυτίζουν τον ιμπεριαλισμό αποκλειστικά με τις ΗΠΑ, αφήνοντας στο απυρόβλητο π.χ. την ΕΕ) δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η συνύπαρξη και διαμάχη ανάμεσα σε διάφορα ιμπεριαλιστικά κέντρα, διαμάχη που πότε θα διεξάγεται με οικονομικά και πολιτικά μέσα, πότε με στρατιωτικά και πολεμικά.
Βεβαίως, το λαϊκό κίνημα της κάθε χώρας δεν πρέπει ούτε να αδιαφορεί για τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, αλλά ούτε και να παίρνει τη θέση υπέρ του ενός ανταγωνιστή και εναντίον του άλλου. Πρέπει να τις αξιοποιεί, αφού έτσι και αλλιώς έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα, να διαμορφώνει προϋποθέσεις για την τελική νίκη, υπολογίζοντας ότι και αυτές συμβάλλουν στο αδυνάτισμα του αντίπαλου. Το κύριο, όμως, δεν είναι η «πολυπολική» διαμάχη των ιμπεριαλιστών, αλλά η ανάπτυξη της ταξικής πάλης, η μαζική στράτευση των λαών στο λαϊκό, εργατικό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα.