ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 25 Απρίλη 2007
Σελ. /32
ΞΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ
Η ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία

(Περίληψη)

Παρά τις θετικές εξελίξεις τα τελευταία χρόνια, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις.

Σταθερότητα των τιμών και βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας

Ο πληθωρισμός στην Ελλάδα παραμένει κατά την τελευταία εξαετία υψηλότερος από το μέσο πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ και γενικότερα στους εμπορικούς εταίρους της χώρας, με αποτέλεσμα τη διάβρωση των εισοδημάτων και τη συνεχή υποχώρηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας ως προς τις τιμές, η οποία έχει συντελέσει στη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε 12,1% του ΑΕΠ το 2006, από 8,1% του ΑΕΠ το 2005 και 7,4% του ΑΕΠ κατά μέσον όρο την πενταετία 2001-2005. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία, με βάση τις τιμές καταναλωτή αυξήθηκε συνολικά μεταξύ του 2000 και του 2006 κατά 13%, ενώ με βάση το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στο σύνολο της οικονομίας αυξήθηκε συνολικά κατά 15,2% και με βάση το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στη μεταποίηση κατά 34,7%. Οι αυξήσεις αυτές ισοδυναμούν με αντίστοιχη απώλεια ανταγωνιστικότητας.

Πέρα από τη σημαντική χειροτέρευση της ανταγωνιστικότητας ως προς τις τιμές, καθώς και ειδικούς παράγοντες (όπως η άνοδος της τιμής του πετρελαίου ή η αύξηση των αγορών πλοίων), ο κύριος λόγος της διαμόρφωσης του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε υψηλά επίπεδα είναι η μόνιμη ελλειμματικότητα του εμπορικού ισοζυγίου, η οποία αντανακλά μακροοικονομικούς παράγοντες σε συνδυασμό με την ύπαρξη διαρθρωτικών αδυναμιών στην οικονομία.

Η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει σοβαρό «έλλειμμα ανταγωνιστικότητας» και δεν έχει κατορθώσει να επωφεληθεί στον απαιτούμενο βαθμό από τις ευκαιρίες που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση και η αύξηση του μεγέθους των διεθνών αγορών. Την κατάσταση επιδεινώνουν σημαντικές αδυναμίες όσον αφορά το θεσμικό πλαίσιο και τις συνθήκες λειτουργίας των αγορών (με αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, να μην ενθαρρύνονται οι ξένες άμεσες επενδύσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να συμβάλουν αποφασιστικά στην ενίσχυση του εξαγωγικού προσανατολισμού της οικονομίας). Στις αδυναμίες αυτές περιλαμβάνονται η ύπαρξη ρυθμίσεων που παρεμποδίζουν τον ανταγωνισμό καθώς και την ευελιξία των αγορών εργασίας και προϊόντων, το υψηλό κόστος της επιχειρηματικότητας, το οποίο σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στα γραφειοκρατικά εμπόδια για την ανάληψη νέων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και στη σχετικά υψηλή φορολογική επιβάρυνση (περιλαμβανομένων των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης), και η ανεπάρκεια υποδομών, ιδίως σε νέες τεχνολογίες.

Η βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας αποτελεί προτεραιότητα και απαιτεί χρόνο και πολύπλευρη προσπάθεια. Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η σταθερότητα των τιμών.

Στο νέο οικονομικό περιβάλλον που συνεπάγεται η υιοθέτηση του ευρώ, οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν σε μόνιμη βάση να συμβάλλουν ουσιαστικά στην επίτευξη της σταθερότητας των τιμών, τόσο μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τις μισθολογικές αυξήσεις όσο και μέσω της τιμολογιακής πολιτικής των επιχειρήσεων. Πράγματι, αν οι συμφωνίες για τους μισθούς λαμβάνουν υπόψη την ανταγωνιστικότητα ως προς τις τιμές, το επίπεδο της ανεργίας, καθώς και την εξέλιξη της παραγωγικότητας, θα είναι επωφελείς για όλους, καθώς έτσι οι ονομαστικές μισθολογικές αυξήσεις δε θα διαβρώνονται από τον πληθωρισμό ούτε θα υπονομεύουν τις προοπτικές της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Στη συγκράτηση της ανόδου του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος μπορεί ταυτόχρονα να συμβάλλει και η βελτίωση της παραγωγικότητας.

Συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής

Παρά τη σημαντική μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και την αξιόλογη μείωση του χρέους το 2006, το δημόσιο χρέος παραμένει εξαιρετικά υψηλό. Επομένως, η συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής είναι απαραίτητη για να επιτευχθεί δημοσιονομικό πλεόνασμα και σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους. Αν ληφθεί υπόψη η αναμενόμενη, μακροπρόθεσμα, αύξηση των δημόσιων δαπανών για συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη ως ποσοστού του ΑΕΠ λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, θα πρέπει να υπάρξει μόνιμη περαιτέρω βελτίωση της δημοσιονομικής θέσης για την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων σημαντικά υψηλότερων από ό,τι τώρα προβλέπεται. Παράλληλα, ζωτικής σημασίας είναι η έγκαιρη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης, προκειμένου οι δημοσιονομικές πιέσεις που θα προέλθουν από τη γήρανση του πληθυσμού να αντιμετωπιστούν με τρόπο που να είναι κοινωνικά δίκαιος και να μην επηρεάζει δυσμενώς τις αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας.

***

Στο πλαίσιο των γενικών κατευθύνσεων πολιτικής που ήδη αναφέρθηκαν, αξίζει να εξεταστούν αναλυτικότερα ορισμένα καίρια ζητήματα.

Η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος και τα ταμεία συντάξεων

Οσον αφορά τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού, η Ελλάδα έχει καθυστερήσει σημαντικά έναντι άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη λήψη των κατάλληλων μέτρων πολιτικής για τον περιορισμό των διαστάσεων και των επιπτώσεων της αναμενόμενης γήρανσης του πληθυσμού και για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος (αλλά και του συστήματος υγείας). Απαιτούνται λοιπόν κατ' αρχάς μέτρα για την ενίσχυση της γεννητικότητας. Επίσης, η αντιμετώπιση των συνεπειών της γήρανσης απαιτεί τη συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής ώστε να επιτευχθούν σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα και να μειωθεί το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2015, μετά το οποίο αναμένεται μεγάλη επιβάρυνση των δημόσιων δαπανών για συντάξεις και υγειονομική περίθαλψη. Παράλληλα, απαιτούνται έγκαιρη και αποτελεσματική μεταρρύθμιση των συστημάτων συντάξεων και υγείας, καθώς και διαρθρωτικά μέτρα για την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και τη βελτίωση της παραγωγικότητας. Ηδη τον Αύγουστο του 2006 η κυβέρνηση προχώρησε στη σύσταση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για το Ασφαλιστικό. Από τη γενικότερη σκοπιά των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προοπτικών της οικονομίας, έχει ιδιαίτερη σημασία τα πορίσματα της εν λόγω Επιτροπής να συμβάλουν ώστε να δοθεί ουσιαστική λύση στο πρόβλημα της μελλοντικής δημοσιονομικής επιβάρυνσης από την αύξηση των δαπανών για συντάξεις.

Ως συμβολή στο διάλογο για το Ασφαλιστικό, αναφέρεται ότι σε προηγούμενες Εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος είχε διατυπωθεί το συμπέρασμα ότι η διασφάλιση των πόρων για να καλυφθεί η δαπάνη για συντάξεις απαιτεί, πέρα από την προβλεπόμενη κρατική συμμετοχή στη χρηματοδότηση, μέτρα που θα αφορούν περαιτέρω παραμετρικές και οργανωτικές αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα και την ανάπτυξη των κεφαλαιοποιητικών στοιχείων του. Επίσης, είχαν επισημανθεί ορισμένα ζητήματα, όπως είναι οι προϋποθέσεις για πρόωρη συνταξιοδότηση και η αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής, τα οποία είναι δυνατόν να μελετηθούν από τώρα. Ακόμη, είχε τονιστεί ότι θα ήταν σκόπιμο να εξεταστούν και άλλα ζητήματα, π.χ. ο περαιτέρω περιορισμός του κατακερματισμού και του υψηλού λειτουργικού κόστους του ασφαλιστικού συστήματος, η βελτίωση της οργάνωσης των ασφαλιστικών ταμείων, η καλύτερη αξιοποίηση της περιουσίας και των αποθεματικών τους και ο αποτελεσματικότερος έλεγχος της αξιοποίησης αυτής, ο εξορθολογισμός των προϋποθέσεων θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και η περαιτέρω διευκόλυνση της κινητικότητας των εργαζομένων μεταξύ διαφορετικών ταμείων.

Από τα ανωτέρω ζητήματα, ο μεγάλος αριθμός των ασφαλιστικών ταμείων, η χαλαρή διοίκησή τους, η έλλειψη υποδομής για σωστή διαχείριση και τα κενά στην εποπτεία τους αποτελούν χρόνια προβλήματα. Ειδικότερα, η καλύτερη αξιοποίηση της περιουσίας και των αποθεματικών των ταμείων και ο αποτελεσματικότερος έλεγχος της αξιοποίησης αυτής απασχόλησαν σοβαρά την κοινή γνώμη το τελευταίο διάστημα, ενώ η κυβέρνηση έλαβε ήδη ορισμένες αποφάσεις άμεσης ισχύος και ανακοίνωσε ότι προτίθεται να αναμορφώσει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο. Η θέση της Τράπεζας της Ελλάδος είναι ότι αυτή η επικείμενη μεταβολή θα πρέπει να έχει το μέγιστο δυνατό εύρος, ώστε το νέο θεσμικό πλαίσιο, όπως και αλλού (π.χ. στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ολλανδία, την Ιταλία), να είναι σύμφωνο με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ, όσον αφορά την εταιρική διακυβέρνηση των ασφαλιστικών οργανισμών και τη διαχείριση της περιουσίας τους και να προβλέπει την ανάθεση της εποπτείας τους σε ανεξάρτητη Αρχή.

Ειδικότερα, πρέπει να εξασφαλίζονται η καταλληλότητα της διοίκησης, ο κατάλληλος διαχωρισμός των λειτουργιών και αρμοδιοτήτων των υπαλλήλων και ο προσδιορισμός των ευθυνών τους στο πλαίσιο της λειτουργίας κάθε ταμείου. Τα ταμεία συντάξεων θα πρέπει να διαθέτουν τους απαραίτητους μηχανισμούς ελέγχου, επικοινωνίας και παροχής κινήτρων, ώστε να ενθαρρύνεται η λήψη συνετών αποφάσεων και να υπάρχει διαφάνεια ως προς τις επιλογές τους. Η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των ταμείων συντάξεων πρέπει να διασφαλίζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους έναντι των ασφαλισμένων και προς το σκοπό αυτό θα πρέπει να τηρούνται οι αρχές της ασφάλειας, της αποδοτικότητας και της διατήρησης της απαραίτητης ρευστότητας. Η εποπτεία των συνταξιοδοτικών ταμείων πρέπει, όπως προαναφέρθηκε, να ανατίθεται σε ανεξάρτητη Αρχή και να έχει ως κύριο στόχο την προώθηση της σταθερότητας, της ασφάλειας και της σωστής εταιρικής διακυβέρνησης, καθώς και την προστασία των συμφερόντων των ασφαλισμένων.

Αύξηση του ποσοστού απασχόλησης και της παραγωγικότητας

Τα ποσοστά απασχόλησης είναι δυνατόν να αυξηθούν με την εφαρμογή πολιτικών που θα αποσκοπούν στη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας με την προώθηση ρυθμίσεων που θα συνδυάζουν την ασφάλεια με την ευελιξία, θα διευκολύνουν την απασχόληση των γυναικών και γενικότερα ατόμων με οικογενειακές υποχρεώσεις, θα ενθαρρύνουν τη μερική απασχόληση και θα περιορίζουν την πρόωρη συνταξιοδότηση. Επίσης, με τη βελτίωση των συστημάτων εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης είναι δυνατή η αναβάθμιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, ούτως ώστε να αυξηθεί η απασχόληση σε αναπτυσσόμενους παραγωγικούς κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας. Ακόμη, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα των ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας, καθώς και της λειτουργίας των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων που διευκολύνουν την αντιστοίχιση προσφοράς και ζήτησης εργασίας. Τέλος, η περαιτέρω διευκόλυνση της ενσωμάτωσης των μεταναστών στην ελληνική αγορά εργασίας θα ήταν χρήσιμο να περιλαμβάνει και μέτρα για την αναβάθμιση του επιπέδου εκπαίδευσής τους και των δεξιοτήτων τους, ενώ μεταξύ των στόχων της μεταναστευτικής πολιτικής θα μπορούσε να είναι και η προσέλκυση μεταναστών μεσαίας και υψηλής ειδίκευσης, εφόσον παρουσιάζονται ελλείψεις στην εγχώρια αγορά εργασίας (όπως επιδιώκεται και από άλλες χώρες υποδοχής μεταναστών).

Η παραγωγικότητα είναι δυνατόν να αυξηθεί με πολιτικές που αποσκοπούν στη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας, την προώθηση του ανταγωνισμού και τον περιορισμό των δυσκαμψιών στις αγορές προϊόντων μέσω της απλούστευσης του ρυθμιστικού πλαισίου, τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης και την αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Αναβάθμιση της εκπαίδευσης

Η αναβάθμιση του ανθρώπινου κεφαλαίου μπορεί να συμβάλει στην αύξηση τόσο του ποσοστού απασχόλησης όσο και της παραγωγικότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ελλάδα, όπως και αλλού, τα άτομα με υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης έχουν μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής στην απασχόληση, ενώ το ποσοστό ανεργίας είναι σημαντικά χαμηλότερο για τα άτομα με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Επίσης, υψηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης συνδέονται με υψηλότερες αποδοχές. Η ανάγκη για αναβάθμιση της εκπαίδευσης στην Ελλάδα φαίνεται και από το ότι στη χώρα μας είναι πολύ μεγάλο το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 15-64 ετών με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης: 40,8% (το 2005), έναντι 32,8% στην Ευρωπαϊκή Ενωση των 25. Οπως είναι γνωστό, το Μάρτιο του τρέχοντος έτους ψηφίστηκε ο νόμος για τη μεταρρύθμιση του θεσμικού πλαισίου της δομής και της λειτουργίας των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, ο οποίος αποσκοπεί στην ποιοτική αναβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης και την ενίσχυση της έρευνας. Είναι προφανές ότι η μεταρρυθμιστική προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί, τόσο στην τριτοβάθμια όσο και στις άλλες βαθμίδες της εκπαίδευσης, έτσι ώστε το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας να εκσυγχρονιστεί συνολικά.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ