ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Ιούλη 2007
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ «ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ» ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ
Συντηρητική εναρμόνιση και αυταπάτες

Ενα είδος ...«καλού» καπιταλισμού προκύπτει από τα πορίσματα του «συνεδρίου» για τον κινηματογράφο, που παρουσιάστηκαν τον περασμένο Ιούνη

Κ. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ

Κατά τη συνάντηση της ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκας Παπαρήγα με το προεδρείο της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών τον Απρίλη του 2004, οι τελευταίοι εξέφρασαν την ανησυχία τους για τη «θολή εικόνα» που χαρακτηρίζει την κυβερνητική πολιτική στον κινηματογράφο. Βέβαια, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ είχαν ξεκαθαρίσει τις θέσεις τους για την οπτικοακουστική παραγωγή στα προεκλογικά τους προγράμματα, ενώ, ειδικά το ΠΑΣΟΚ είχε δώσει και σχετικά κυβερνητικά δείγματα «γραφής».

Σε εκείνη τη συνάντηση, αλλά και με αφορμή δημόσιες τοποθετήσεις της ΕΕΣ που ακολούθησαν (με αφορμή και το νομοσχέδιο για τον κινηματογράφο επί υφυπουργίας Τατούλη) οι σκηνοθέτες έθεσαν άμεσης προτεραιότητας προβλήματα προς λύση όπως: Τη χρηματοδότηση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Να εφαρμοστεί το ΠΔ για την απόδοση του 1,5% από τα έσοδα των τηλεοπτικών καναλιών στην κινηματογραφική παραγωγή και να λειτουργήσει η επιτροπή ελέγχου για την εν λόγω εφαρμογή. Να επαναλειτουργήσει το Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του ΥΠΠΟ για τον κινηματογράφο, να συσταθεί Ακαδημία Κινηματογράφου κ.ά.

Εκτοτε, τα προβλήματα του κινηματογράφου ήρθαν στην επικαιρότητα με διάφορες αφορμές: Από το εν λόγω νομοσχέδιο μέχρι τις κρίσεις που ταλάνισαν το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, τόσο λόγω της υποχρηματοδότησής του, όσο και λόγω της υπαγωγής του, στα «μουλωχτά» στο νόμο περί ΔΕΚΟ. Γεγονός που οι σκηνοθέτες επίσης ανέδειξαν και κατήγγειλαν σε ειδική συνέντευξη Τύπου.

Ο «Ρ» σημείωνε ότι το μέτωπο των φορέων που σχετίζονται με την κινηματογραφική παραγωγή, αντικειμενικά, δεν ήταν και δεν είναι αμιγές, λόγω ακριβώς της, επίσης αντικειμενικής, θέσης του καθενός στην παραγωγική κινηματογραφική διαδικασία. Φυσικά, υπάρχουν πάντα και οι διαφορετικές προσεγγίσεις εντός του κάθε κλάδου. Αλλά, αυτές οι αντιθέσεις δεν μπορούν να εκφραστούν σε χώρες όπως η Ελλάδα, όπου ακόμη και η ύπαρξη της εθνικής κινηματογραφίας βρίσκεται σε διαχρονική αμφισβήτηση από το κράτος. Το οποίο κάνει ό,τι μπορεί για να την εντάξει στις «επιταγές» της Στρατηγικής της Λισαβόνας για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, με τραγικές επιπτώσεις για όσους εργάζονται στον κινηματογράφο, αλλά και για το λαό.

Οι αυταπάτες

Η αναγγελία, από το υπουργείο Πολιτισμού, για τη διεξαγωγή του «Γ' Κινηματογραφικού Συνεδρίου» λειτούργησε καταλυτικά στην έτσι κι αλλιώς λεπτή ισορροπία μεταξύ των αντιθέσεων. Οι πρώτες αντιδράσεις φορέων στον τρόπο που πήγαινε να οργανωθεί το συνέδριο (από το ΥΠΠΟ και όχι από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος Ακροάματος όπως συνέβη με τα δύο προηγούμενα), αλλά και στο ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιό του όπως το παρουσίασε ο υπουργός Πολιτισμού, Γ. Βουλγαράκης, στο Μέγαρο Μουσικής, αυξήθηκαν στην πορεία, με αποτέλεσμα να αποχωρήσει και η ίδια η ΠΟΘΑ και πολλοί άλλοι φορείς. Οι εναπομείναντες - μεταξύ τους η ΕΕΣ - προχώρησαν στη διεξαγωγή του τον περασμένο Μάη. Τα πορίσματα παρουσιάστηκαν τον Ιούνη. Ας δούμε το βασικό ιδεολογικό - πολιτικό προσανατολισμό τους.

Το Γενάρη του 2005, ο τότε υφυπουργός Π. Τατούλης, σε συνέντευξή του σε ραδιoφωνικό σταθμό είχε εκφράσει τη θέση του κόμματός του για τον κινηματογράφο ότι «είναι και βιομηχανικό προϊόν». Εφερε ως παράδειγμα τη Γαλλία που διπλασίασε τις «επενδύσεις» της στην εθνική της κινηματογραφία για να αντισταθεί στο Χόλιγουντ.

Στις διαπιστώσεις των πορισμάτων του συνεδρίου αναφέρεται ότι «ποτέ μέχρι σήμερα, ο Ελληνικός Κινηματογράφος δεν έχει υπαχθεί ως βιομηχανικό πολιτιστικό προϊόν, σε κανέναν αναπτυξιακό νόμο καμιάς κυβέρνησης».

Για τους φορείς που αντιμετωπίζουν από ταξική σκοπιά το ζήτημα της Τέχνης, αλλά και για το ΚΚΕ οι θέσεις του οποίου εκφράστηκαν δημοσίως το 2006, η Τέχνη, άρα και ο κινηματογράφος δεν είναι και δεν πρέπει να γίνει εμπορικό προϊόν. Πολύ περισσότερο αποτελεί τουλάχιστον αφέλεια να νομίσει κάποιος πως η «αγορά» μπορεί να «αντέξει» την «εξίσωση» «βιομηχανικό πολιτιστικό προϊόν»... χωρίς να τη «λύσει» προς όφελος του πρώτου όρου. Εκτός πια αν οι συντάκτες των πορισμάτων θεωρούν ότι η βιομηχανία του θεάματος δε γίνεται με όρους κερδοσκοπίας.

Το παράδειγμα της Γαλλίας φέρνουν και τα πορίσματα χωρίς να θέλουμε να υπονοήσουμε κάποιου είδους «ταύτιση» με τις απόψεις Τατούλη. Ωστόσο, τόσο ο πρώην υφυπουργός, όσο και οι συντάκτες των πορισμάτων δε λαμβάνουν υπόψη τους ότι το Χόλιγουντ κυριαρχεί πλέον και στη Γαλλία, ενώ και αυτή προσανατολίζεται σε υπερπαραγωγές τύπου Χόλιγουντ για να πάρει «κομμάτι» από την «πίτα» της διανομής. Δηλαδή ξεχνούν - και σε ό,τι αφορά την κυβέρνηση το κάνει συνειδητά - ότι ο μόνος χαμένος από το να δομήσεις την κινηματογραφική παραγωγή σου ως κράτος με όρους μονοπωλιακού ανταγωνισμού είναι τελικά η ίδια η εθνική σου κινηματογραφία.

Αλλωστε, αυτό προκύπτει και από τα στατιστικά στοιχεία της ίδιας της ΕΕ. Π.χ. το 2003, οι εθνικές και οι ευρωπαϊκές ταινίες αντιπροσώπευαν το 26% όλων των πωλήσεων εισιτηρίων στην Ευρωπαϊκή Ενωση (στοιχεία μόνο για τους «15»), παρουσιάζοντας μείωση, έστω και μικρή, σε σχέση με το 2002. Οι αμερικανικές ταινίες αντιπροσώπευσαν το 72%. Το Ευρωπαϊκό Οπτικοακουστικό Παρατηρητήριο (ΕΟΠ) διαπίστωνε ότι το 2004, η παραγωγή στην ΕΕ παρουσίασε μόλις 2% αύξηση, δηλαδή 14 ταινίες περισσότερες από το 2003 (764 αντί 750) και ενώ τα μέτρα των φοροαπαλλαγών ισχύουν ήδη στις ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες της Ευρώπης. Μάλιστα, χώρες, όπως η Βρετανία και η Γερμανία, με σοβαρή κινηματογραφική υποδομή δεν παρουσιάζουν «αξιοσημείωτες διαφορές» σε σχέση με άλλες χρονιές. Επιπλέον, το 2000, οι 48 εταιρείες διανομής που ελέγχονται από τις ΗΠΑ στην ΕΕ παρουσίασαν κέρδος 3%, ενώ οι 352 ευρωπαϊκής ιδιοκτησίας έπεσαν κάτω από το μηδέν (-2%).

Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η άλλη βασική αντίθεση: Στις λύσεις. Η θέση του ΚΚΕ είναι ξεκάθαρη και σαφής: «Μέτρα για την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής από το κράτος. Καμία χρηματοδότηση από το κράτος παραγωγών πολυεθνικών εταιρειών ή μονοπωλιακών συγκροτημάτων. Οι χρηματοδοτήσεις πρέπει να αφορούν αποκλειστικά τις εγχώριες παραγωγές που κινούνται έξω από τα μονοπωλιακά και πολυεθνικά κυκλώματα».

Περί «κινήτρων»

Το Γενάρη του 2005, ο τότε υφυπουργός Πολιτισμού, Π. Τατούλης, και ο υπουργός Οικονομίας, Γ. Αλογοσκούφης, πρότειναν ως λύση την «αναμόρφωση του σημερινού μοντέλου κρατικής χρηματοδότησης» του κινηματογράφου, έτσι ώστε να «βασιστεί» πάνω της η «επιδίωξη» για «προσφορά φορολογικών κινήτρων σε ιδιώτες παραγωγούς». Στα πορίσματα του συνεδρίου αναφέρεται: «Χρειάζεται ενθάρρυνση φορολογική κ.ά. νέων επιχειρηματιών με κριτήρια ανάπτυξης για να επενδύσουν σε υποδομές με σύγχρονες τεχνολογίες. Ο αναπτυξιακός προσανατολισμός της ελληνικής Κινηματογραφίας προϋποθέτει στήριξη των επιχειρηματιών για τη δημιουργία σύγχρονων ανταγωνιστικών διεθνών κινηματογραφικών STUDIOS».

Εδώ εγείρεται το αίτημα των κινηματογραφιστών για το «tax shelter», το σύστημα φοροαπαλλαγών για την προσέλκυση επενδύσεων στον κινηματογράφο. Για του λόγου το αληθές, τα πορίσματα αναφέρουν το παράδειγμα του Πουέρτο Ρίκο, όπου το 2004 το εισόδημα από το κινηματογραφικό «προϊόν» ανερχόταν σε 2,5 εκατομμύρια δολάρια, ενώ το 2005 - 6 (μετά την εφαρμογή tax shelter) «πάει 10 φορές πάνω στα 27 εκατομμύρια δολάρια». Η αλήθεια είναι ότι δε γνωρίζουμε τον κινηματογράφο του Πουέρτο Ρίκο. Αλλά, από το επίπεδο της κινηματογραφικής παραγωγής της ΕΕ σε σχέση με την αμερικανική ακόμη και με την εφαρμογή του «tax shelter» προκύπτει το ερώτημα κατά πόσο πολύ ευνόησε τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο και πόσο θα ευνοήσει τον ελληνικό με αυτούς τους όρους; Να το θέσουμε κι αλλιώς: Πόσο ευνοήθηκαν οι εθνικές κινηματογραφίες της Ανατολικής Ευρώπης από την επέλαση των μονοπωλίων του οπτικοακουστικού, ακόμη και με τα πάμφθηνα μεροκάματα των τεχνικών και με τη μετατροπή των ηθοποιών τους σε κομπάρσους; Αντίθετα, όλα τα στοιχεία από Πολωνία, Τσεχία, Βαλτικές Χώρες, Ρωσία, δείχνουν πλήρη αποδόμηση. Εκτός, αν έτσι λύνεται το πρόβλημα της ανεργίας που μαστίζει τους εμπλεκόμενους κλάδους, κάτι που δε θέλουμε να πιστέψουμε ότι υποστηρίζουν οι συντάκτες των πορισμάτων.

Η αυταπάτη ότι η κρατική στήριξη του κεφαλαίου του οπτικοακουστικού θα συμβάλει στην ανάπτυξη της εθνικής κινηματογραφίας προς όφελος δημιουργών, εργαζομένων σε αυτήν και λαού αποτυπώνεται και στο σημείο για την «αναγκαιότητα σύμπραξης διαφορετικών υπουργείων» για την ανάπτυξη του κινηματογράφου. Εκεί διαβάζουμε ότι το υπουργείο Οικονομίας πρέπει να είναι ο «βασικός ρυθμιστής» της πολιτικής ανάπτυξης και το ΥΠΠΟ ο «αναγκαίος ρυθμιστής», ώστε τα μέτρα που θα λαμβάνονται «να μην ξεφεύγουν προς μια μονόπλευρη κατεύθυνση».

Η θέση ότι η οικονομία είναι η βάση των πάντων είναι βέβαια σωστή. Αυτό, όμως, που εξακολουθούν να «προσπερνούν» τα πορίσματα είναι το γεγονός ότι ...έχουμε καπιταλισμό. Ενας κινηματογράφος δομημένος να εξυπηρετεί την κερδοσκοπία και την ιδεολογία του κεφαλαίου δεν πρόκειται να «ρυθμιστεί» προς όφελος της Τέχνης από κανένα ΥΠΠΟ.

Στούντιο ...«Η Ωραία Ελλάς»

Προς τα πίσω είναι και η πρόταση για την «πλήρη αναδιοργάνωση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου». Καταρχήν, δεν απαιτείται να πάψει να είναι το ΕΚΚ, ΝΠΙΔ. Για τη χρηματοδότησή του σημειώνεται ότι «οι πόροι του πρέπει να απορρέουν και (σ.σ. η υπογράμμιση δική μας) από την επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό» του ΥΠΠΟ με ειδικό κωδικό. Το ΚΚΕ εκτιμά ότι φορείς όπως το ΕΚΚ, η Ταινιοθήκη της Ελλάδας, η Ελλάς Φιλμ, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας, πρέπει να έχουν «τη μορφή δημοσίων κοινωνικοποιημένων φορέων με συλλογικές μορφές διοίκησης και χάραξης πολιτικής, στις οποίες θα εκπροσωπούνται με αποφασιστικό ρόλο οι συλλογικοί φορείς των δημιουργών, ερμηνευτών τεχνικών και όλων των άλλων συντελεστών της παραγωγής και διανομής της κινηματογραφικής ταινίας, αλλά και λαϊκοί φορείς. Χρηματοδότησή τους με πλήρη κάλυψη των εξόδων τους για το σύνολο της δραστηριότητάς τους από τον κρατικό προϋπολογισμό, με κωδικό που θα αφορά τον κάθε φορέα». Αντίθετα, τα πορίσματα προτείνουν η Ελλάς Φιλμ «να διοικείται από μάνατζερ μισθωτό και όχι κρατικό υπάλληλο».

Χαρακτηριστικό σημείο ταύτισης των πορισμάτων με την κυρίαρχη πολιτική είναι και η πρόταση ίδρυσης θυγατρικής εταιρείας του ΕΚΚ για την «προσέλκυση και εξυπηρέτηση της παραγωγής αλλοδαπών, αλλά και ελληνικών κινηματογραφικών ταινιών και οπτικοακουστικών έργων με διακριτικό τίτλο "Ελληνικό Γραφείο Οπτικοακουστικής Παραγωγής"».

Στους σκοπούς τους, μεταξύ άλλων, είναι «η προβολή της Ελλάδας σαν τόπου κατάλληλου για την πραγματοποίηση διεθνών κινηματογραφικών και οπτικοακουστικών παραγωγών», «η προσέλκυση αλλοδαπών κινηματογραφικών και οπτικοακουστικών παραγωγών», «η παροχή διευκολύνσεων στις παραγωγές που εκτελούνται στην ελληνική επικράτεια», «η ανάπτυξη και στήριξη της εγχώριας κινηματογραφικής και οπτικοακουστικής βιομηχανίας μέσω της προσέλκυσης και εξυπηρέτησης αλλοδαπών κινηματογραφικών ταινιών και οπτικοακουστικών παραγωγών και συμπαραγωγών», «η προβολή της Ελλάδας διεθνώς μέσω της οπτικοακουστικής παραγωγής με στόχο την ενίσχυση της πολιτιστικής και τουριστικής βιομηχανίας και κατά συνέπεια την ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας».

Σε αυτό το σημείο, τα πορίσματα «συναντώνται» ακόμη και με τη ρητορική του δικομματισμού, όσο και με τον προσανατολισμό του για «τουριστικοποίηση» του πολιτισμού και ενίσχυση του τουριστικού κεφαλαίου.

Πάντως, ο Π. Τατούλης το είχε θέσει πιο «γραφικά» το 2005 στις Κάνες, απευθυνόμενος στα μονοπώλια του οπτικοακουστικού: «Τώρα είναι ευκαιρία το ελληνικό φως να φωτίσει το κάδρο σας, οι ελληνικές θάλασσες να αποτελέσουν το σκηνικό σας, τα ελληνικά ορεινά τοπία να γίνουν ο χώρος δράσης της αφήγησής σας, το ελληνικό άστυ να φιλοξενήσει τους χαρακτήρες της πλοκής σας»!

Βέβαια, στο 50 σελίδων κείμενο των πορισμάτων υπάρχουν και τα πάγια, δίκαια αιτήματα του κινηματογραφικού χώρου, όπως η καταβολή του 1,5% των κερδών των καναλαρχών για την κινηματογραφική παραγωγή, ίδρυση Ακαδημία Κινηματογράφου, στήριξη των μικρών κινηματογραφικών αιθουσών, διάσωση των ιστορικών κινηματογράφων, στήριξη της μικρού μήκους ταινίας, της Ταινιοθήκης, της διανομής της ελληνικής ταινίας κ.ά. Δυστυχώς, όμως, δεν αναιρούν τον ευρωενωσιακό προσανατολισμό τους...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Οι ανώνυμοι 1

Ο τίτλος του βιβλίου, βραβευμένου με το βραβείο Pulizer του 1997, είναι «Οπλα, μικρόβια και ατσάλι» και το θέμα του η προσπάθεια του συγγραφέα Jared Diamond, φανατικού οπαδού της θεωρίας του Δαρβίνου, να αποδείξει πως οι πολιτισμικές διαφορές ανάμεσα στις ανθρώπινες κοινωνίες δεν οφείλονται σε φυλετικά αίτια, αλλά στη δύναμη των όπλων, στις αρρώστιες που μεταφέρουν οι κατακτητές στους κατακτημένους και στην παρουσία των πρώτων υλών. Ετσι, σύμφωνα με τον Diamond, οι άοπλοι υποτάσσονται στους οπλισμένους και δεν εξελίσσονται, οι φυσικές αντοχές των κατακτημένων λαών λυγίζουν κάτω από τις αρρώστιες των κατακτητών τους, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της παραγωγικής τους δραστηριότητας και με χαρακτηριστικό παράδειγμα την κατάκτηση των ιθαγενών της Νότιας Αμερικής από τους Ισπανούς. Και, τέλος, η παρουσία, αλλά και η αφθονία των ζωικών και των φυτικών πρώτων υλών, στη μια περιοχή της γης να βοηθάει την ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας άρα της οικονομίας και μαζί μ' αυτήν και την ανάπτυξη της κοινωνίας, και στην άλλη περιοχή όχι.

Και όλη αυτή η θεωρία να θεμελιώνεται στέρεα σε παραδείγματα, σε περιγραφές αδιαμφισβήτητες. Σε παραδείγματα λαών που κατακτήθηκαν και κάτω από τους κατακτητές τους δεν μπόρεσαν να αναπτύξουν τη δική τους οικονομία, το δικό τους πολιτισμό, τις δικές τους κοινωνικές σχέσεις. Και άλλοι από αυτούς τείνουν να εξαφανιστούν εκφυλισμένοι, όπως συμβαίνει με τους ιθαγενείς της Αυστραλίας. Αλλοι πάλι, όπως οι γνωστοί με το όνομα Quecka της Λατινικής Αμερικής, να επιβιώνουν εξαθλιωμένοι μέσα στη φτώχεια και τη δυστυχία τους, απομονωμένοι στη δική τους γλώσσα και τις δικές τους πρωτόγονες κοινότητες. Περιπτώσεις που με άκρατο συναισθηματισμό μάς τους περιγράφει στο ημερολόγιό του ο Τσε Γκεβάρα και ψυχρά αναλύονται στις σχετικές μελέτες των ανθρωπολόγων που ασχολούνται με τον πολιτισμό των Ινκας. Και το λέω αυτό, γιατί και ο Μαρξισμός δεν είναι μια «αφήγηση» που ζει μόνο στο περιβάλλον της σκέψης του 19ου αι. «σαν το ψάρι που δεν μπορεί να ζήσει πουθενά αλλού παρά μονάχα μέσα στο νερό», όπως ισχυρίζεται ο φερόμενος ως μαρξιστής «ιδιόρρυθμος» Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Φουκώ (Michel Foucault)... Είναι μια θεωρία θεμελιωμένη πάνω σε αξιωματικές διατυπώσεις που δε χρειάζονται απόδειξη, γιατί είναι πραγματικότητες. Είναι, επομένως, βασικά στοιχεία της ίδιας μας της ζωής κι αυτή δε χρειάζεται να την αποδείξουμε, υπάρχει..

Και τέτοιες αξιωματικές διατυπώσεις είναι, για παράδειγμα, πως το προϊόν της υπερεργασίας των εργαζομένων μετατρέπεται σε υπεραξία στα χέρια των καπιταλιστών ή πως η Ιστορία είναι το προϊόν της ταξικής πάλης. Και μ' αυτό το δεύτερο αξίωμα θέλω να ασχοληθώ. Οχι, βέβαια, για να περιγράψω τα στοιχεία που αποδείχνουν την ταξικότητα της Ιστορίας, αλλά για να αναφερθώ σε μια σειρά από ανώνυμες περιπτώσεις ανθρώπων που η ζωή τους, και πολλών από αυτούς η θυσία τους, δε θα ήτανε έτσι ή δε θα είχε συμβεί ποτέ, η θυσία τους εννοώ, αν η κοινωνία μας ήτανε αταξική, όπως τη βιώνουμε στο όραμά μας και την αναζητούμε με τους αγώνες μας, τα δάκρυα και το αίμα, τις φωνές και τις σηκωμένες γροθιές μας. Βέβαια, δεν είμαι τόσο αφελής για να πιστεύω πως μπορώ να τις ξέρω όλες αυτές τις «ανώνυμες περιπτώσεις». Με τα ονόματα και τα περιστατικά τους. Με τις λεπτομέρειες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Οχι. Θα γράψω λοιπόν γι' αυτές που συνάντησα. Γι' αυτές που έπαιξαν ρόλο στη ζωή μου. Θα γράψω γι' αυτές που με έμαθαν να σκέφτομαι έτσι και όχι αλλιώς!


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ