Η σοβιετική κυβέρνηση θεωρεί ότι η πολιτική της αυτή είναι το μοναδικό μέσο που μπορεί να φέρει πλησιέστερα την ειρήνη, να απαλλάξει τους λαούς από άλλα θύματα και μαρτύρια και να δώσει τη δυνατότητα στον ιαπωνικό λαό να αποφύγει τους κινδύνους και τις καταστροφές, που πέρασε η Γερμανία, ύστερα από την άρνησή της να δεχθεί τη χωρίς όρους συνθηκολόγησή της. Υστερα από τ' αναφερόμενα, η σοβιετική κυβέρνηση δηλώνει ότι από την αυριανή μέρα, 9 Αυγούστου, η Σοβιετική Ενωση θα θεωρεί ότι βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιαπωνία».
Πράγματι, την επομένη τα σοβιετικά στρατεύματα της Απω Ανατολής άρχισαν την επίθεση. Στις 10 Αυγούστου τον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας κήρυξε η ΛΔ της Μογγολίας και στις 11 του μηνός πέρασε σε επίθεση κατά των Ιαπώνων κατακτητών ο λαϊκο-απελευθερωτικός στρατός της Κίνας.
Την ημέρα που η Σοβιετική Ενωση μπήκε στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποιούσαν για δεύτερη φορά - μέσα σε τρεις μόνο ημέρες - το ατομικό όπλο. Την πρώτη φορά, στις 6 Αυγούστου του 1945, βομβάρδισαν τη Χιροσίμα και τώρα σκόρπιζαν το θάνατο στο Ναγκασάκι.
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν πόλεμος συνασπισμών και διεξάχθηκε πάνω σε σχέσεις αλληλεξάρτησης ανάμεσα στα βασικά τρία θέατρα του πολέμου: Το ευρωπαϊκό, το ασιατικό και αυτό του Ειρηνικού Ωκεανού. Λόγω, επομένως, αυτής της αλληλεξάρτησης των μετώπων, η συντριβή της Γερμανίας, της κύριας δηλαδή στρατιωτικοπολιτικής δύναμης του φασιστικού άξονα, προκαθόριζε τη μοίρα της Ιαπωνίας, αν και η τελευταία υπολόγιζε ότι με πεισματική άμυνα θα μπορούσε να καταπονήσει τους συμμαχικούς στρατούς του αντιφασιστικού συνασπισμού, να αποφύγει τη συνθηκολόγηση και να πετύχει ένα συμβιβασμό που θα της εξασφάλιζε μέρος των κατακτημένων εδαφών2. Ελπίδες ότι κάτι τέτοιο ήταν πολύ πιθανό να συμβεί έδινε στην ιαπωνική στρατιωτικοπολιτική ηγεσία η όλη πολεμική συμπεριφορά των Ηνωμένων Πολιτειών και της Αγγλίας, που, αν και είχαν αρχίσει τις επιθετικές επιχειρήσεις στον Ειρηνικό από το 1943, ωστόσο δε στρέφονταν κατά των βασικών δυνάμεων της Ιαπωνίας. Στρέφονταν κυρίως σε περιοχές που από στρατηγική άποψη είχαν δευτερεύουσα σημασία για την πορεία του πολέμου, αλλά μεγάλη σημασία για τα ειδικότερα - άμεσα και μακροπρόθεσμα - αγγλοαμερικανικά συμφέροντα. Στόχος ήταν να πληγούν οι Ιάπωνες στις αμερικανικές και αγγλικές αποικίες, να διωχτούν από αυτές και ταυτόχρονα να καταπνιγεί το εθνικοαπελευθερωτικό - αντιαποικιακό κίνημα που αναπτυσσόταν εκεί. Με άλλα λόγια, οι Αγγλοαμερικανοί ενδιαφέρονταν κυρίως για τα αποικιακά τους συμφέροντα στην περιοχή του Ειρηνικού και δευτερευόντως για τη στρατιωτικοπολιτική συντριβή της Ιαπωνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρώτη ενέργεια των Αμερικανών όταν απέκτησαν τον έλεγχο των Φιλιππίνων ήταν να συλλάβουν τους ηγέτες του κινήματος αντίστασης που είχε οργανώσει σε μεγάλη κλίμακα πολεμικές επιχειρήσεις κατά των Ιαπώνων και είχε εξασθενίσει σοβαρά τις δυνάμεις τους βοηθώντας αποφασιστικά στην επιτυχία της αμερικανικής εισβολής3.
Η τελευταία επιχείρηση κατάληψης εδαφών σε βάρος της Ιαπωνίας που έκαναν οι δυνάμεις των ΗΠΑ στον Ειρηνικό ήταν η απόβαση στρατευμάτων τους στη Νήσο Οκινάβα που ολοκληρώθηκε με επιτυχία στις 21 Ιούνη 1945. Υστερα από την κατάληψη της νήσου, η αμερικανική κυβέρνηση ουσιαστικά σταμάτησε τις πολεμικές επιχειρήσεις κατά της Ιαπωνίας. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Αγγλία επιδίωκαν, να διατηρηθεί μια ισχυρή στρατιωτική ιαπωνική δύναμη ως τη στιγμή που η ΕΣΣΔ θα έμπαινε στον πόλεμο. Μ' αυτό τον τρόπο επιδίωκαν την εξασθένιση της ΕΣΣΔ στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Είναι, μάλιστα, ενδεικτικό αυτής της επιδίωξης ότι η αμερικανική αεροπορία είχε αρχίσει συστηματικές επιδρομές κατά των ιαπωνικών πόλεων από το φθινόπωρο του 1944, ενώ από την άνοιξη του 1945 αυτές οι επιδρομές πήραν μεγάλη έκταση. Χαρακτηριστικό αυτών των επιδρομών είναι τούτο: Εγιναν συνολικά αεροπορικές επιδρομές εναντίον 66 ιαπωνικών πόλεων όπου ρίχτηκαν 100.000 τόνοι βομβών. Ομως στρατιωτικοί στόχοι δεν επλήγησαν, ενώ βομβαρδίστηκαν ανηλεώς οι φτωχογειτονιές με αποτέλεσμα να καταστραφούν χιλιάδες σπίτια, να βρουν το θάνατο 260 χιλιάδες και να τραυματιστούν 410.000 άμαχοι. Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι μέχρι να μπει η ΕΣΣΔ στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας, η αεροπορία των ΗΠΑ και της Αγγλίας δεν έπληξε κανένα στρατιωτικό ή βιομηχανικό στόχο στη Μαντζουρία και μόνον όταν ο σοβιετικός στρατός άρχισε με επιτυχία τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην περιοχή αυτή, η αμερικανική αεροπορία έπληξε σκληρότατα στρατιωτικοβιομηχανικούς ιαπωνικούς στόχους που βρίσκονταν εκεί5.
Η Σοβιετική Ενωση είχε δεσμευτεί απέναντι στους συμμάχους της να μπει στον πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας από τη Διάσκεψη της Τεχεράνης (28 Νοέμβρη - 1 Δεκέμβρη του 1943). «Ο Στάλιν - γράφει ο Α. Ι. Κοραντής7- κατά την πρώτην συνεδρίασιν της Ολομελείας (28 Νοεμβρίου) επιβεβαίωσεν ότι η Σοβιετική Κυβέρνησις θα εισήρχετο εις τον πόλεμον εναντίον της Ιαπωνίας, ευθύς ως ηττάτο η Γερμανία». Στη Διάσκεψη της Κριμαίας (4 - 11/2/1945) η Σοβιετική Ενωση επαναβεβαίωσε και συγκεκριμενοποίησε αυτή της τη δέσμευση. Στη σχετική μυστική συμφωνία αναφερόταν ότι «οι ηγέτες των τριών μεγάλων δυνάμεων - της Σοβιετικής Ενωσης, των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Μεγάλης Βρετανίας - συμφώνησαν να μπει η Σοβιετική Ενωση, ύστερα από δύο - τρεις μήνες μετά τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας και τη λήξη του πολέμου στην Ευρώπη, στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας στο πλευρό των συμμάχων»8. Την ίδια στάση κράτησε η ΕΣΣΔ και στη Διάσκεψη του Πότσνταμ (17 Ιούλη - 2 Αυγούστου του 1945), διαβεβαιώνοντας προς πάσα κατεύθυνση για την προσήλωσή της στις συμφωνίες της Κριμαίας, αναφορικά με τη συμμετοχή της στον πόλεμο κατά την Ιαπωνίας. Στο πλαίσιο της διάσκεψης και συγκεκριμένα στις 26 Ιούλη 1945, δόθηκε στη δημοσιότητα η «Διακήρυξη του Πότσνταμ», την οποία υπέγραφαν οι ΗΠΑ, η Αγγλία και η Κίνα, για την άνευ όρων συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας. Η Σοβιετική Ενωση δεν μπορούσε να υπογράψει φανερά τη διακήρυξη, γιατί εκείνη την περίοδο δε βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ιαπωνία. Συμφωνούσε όμως στο περιεχόμενό της και λίγες μέρες αργότερα μπήκε στον πόλεμο κατά της Ιαπωνίας, θεωρώντας ότι «η πολιτική της αυτή ήταν ο μοναδικός τρόπος για να πετύχει την ειρήνη, να απαλλάξει τους λαούς από παραπέρα θυσίες και συμφορές και να δώσει τη δυνατότητα στον ιαπωνικό λαό να αποφύγει τους κινδύνους και τις καταστροφές που είχε υποστεί η Γερμανία ύστερα από την άρνησή της να συνθηκολογήσει χωρίς όρους»9.
Τίθεται όμως το ερώτημα, γιατί οι Αγγλοαμερικανοί συνέχιζαν να έχουν ανάγκη της ΕΣΣΔ τη στιγμή που είχαν στα χέρια τους το ατομικό όπλο; Η απάντηση δεν είναι καθόλου δύσκολη. Κατ' αρχάς δεν είχαν τέτοια επάρκεια ατομικών βομβών ώστε να χτυπήσουν όλους τους επικίνδυνους στρατιωτικούς στόχους της Ιαπωνίας. Αλλά και να είχαν θα έπρεπε να μετατρέψουν αυτή τη χώρα και την ευρύτερη Απω Ανατολή σε σεληνιακό τοπίο για να πετύχουν το σκοπό τους. Επίσης - κι εδώ βρίσκεται η ουσία - όπως φάνηκε από την τότε χρήση της, η ατομική βόμβα μπορούσε να σκορπίσει μαζικά το θάνατο, να προκαλέσει πρωτοφανέρωτο τρόμο αλλά όχι και να εξοντώσει την ιαπωνική στρατιωτική μηχανή.
Οπως αναφέραμε προηγουμένως, οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες να χρησιμοποιήσουν την ατομική βόμβα από τα μέσα του Ιούλη του 1945. Στις 16 του Ιούλη έγινε η πρώτη δοκιμή της βόμβας και το απόγευμα της ίδιας μέρας ενημερώθηκε με κρυπτογραφημένο μήνυμα η αμερικανική αντιπροσωπεία στη Διάσκεψη του Πότσδαμ. Την επομένη ο Αμερικανός υπουργός Στρατιωτικών Στίμσον - κατ' εντολή του Προέδρου Τρούμαν - ενημέρωσε τον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ. Στις 18 του Ιούλη - σύμφωνα με τη μαρτυρία του Τσόρτσιλ - έφτασαν στο Πότσδαμ αεροπορικώς όλες οι λεπτομέρειες αναφορικά με την ισχύ του νέου όπλου. «Ο Στίμσον - γράφει ο Τσόρτσιλ13 - μου ανεκοίνωσε την αναφορά και την έμαθα απ' έξω. Η βόμβα, ή το ισοδύναμό της, είχε εκραγεί στην κορυφή ενός πύργου ύψους 30 μέτρων. Ολο το έδαφος είχε εκκενωθεί σε περίμετρο 16 χιλιομέτρων. Οι επιστήμονες και οι βοηθοί τους είχαν προφυλαχθεί πίσω από αλεξίπυρα ή μέσα σε καλύμματα από παχύ μπετόν. Το αποτέλεσμα ήταν τρομερό. Μία τεράστια στήλη από φλόγες και καπνό είχε φθάσει έως τα όρια της ατμόσφαιρας της φτωχής μας Γης. Σε ακτίνα ενάμισι χιλιομέτρου η καταστροφή ήταν πλήρης... Οι Βρετανοί είχαν δώσει την συγκατάθεσίν τους για την χρήσιν του όπλου από τις 4 Ιουλίου, πριν από την εκτέλεσιν της δοκιμής. Επρεπε πια ο Πρόεδρος Τρούμαν που κατείχε το όπλο να λάβη την τελικήν απόφασιν, αλλά ούτε στιγμή δεν αμφέβαλλα ποια θα ήταν, πολύ περισσότερο δεν αμφέβαλλα για την ορθότητά της. Αποδεικνύεται ιστορικώς, και αυτό θα πρέπει να κριθή κατά τα μελλοντικά χρόνια, ότι το ερώτημα εάν έπρεπε ή όχι να χρησιμοποιηθή για να αναγκάσωμε την Ιαπωνία να συνθηκολογήση δεν ετέθη. Η συμφωνία υπήρξε ομόφωνη, αυτόματη, αναμφισβήτητη και δεν άκουσα ποτέ κανέναν να προτείνη ότι έπρεπε να δράσωμε διαφορετικά».
Ο Τσόρτσιλ ασφαλώς ψεύδεται ασύστολα όταν ισχυρίζεται ότι δεν υπήρχε δεύτερη άποψη αναφορικά με τη χρήση της ατομικής βόμβας. Διαφωνίες υπήρξαν, και μάλιστα έντονες, από ανθρώπους που βρίσκονταν στα υψηλά κλιμάκια της στρατιωτικής και επιστημονικής ιεραρχίας των ΗΠΑ. Ο ναύαρχος Λίχι, για παράδειγμα, επιτελάρχης του Προέδρου Ρούζβελτ και αργότερα του Τρούμαν, υπήρξε ριζικά αντίθετος στη χρησιμοποίηση του όπλου, δεδομένου ότι ως στρατιωτικός αντιλαμβανόταν πως η χρήση της ατομικής βόμβας ξεπερνούσε τα όρια μιας συνηθισμένης στρατιωτικής δράσης διότι το κύριο θύμα δε θα ήταν οι στρατιωτικοί στόχοι αλλά ο άμαχος πληθυσμός. «Η γνώμη μου - έλεγε αργότερα - ήταν ότι με το να τη χρησιμοποιήσουμε πρώτοι εμείς, υιοθετούμε μέτρα ηθικής που αρμόζουν σε βαρβάρους του Μεσαίωνα. Δεν έχω διδαχτεί να κάνω πόλεμο με έναν τέτοιο τρόπο. Οι πόλεμοι δεν κερδίζονται εξοντώνοντας γυναικόπαιδα». Επίσης, μια ομάδα ατομικών επιστημόνων, με επικεφαλής τον καθηγητή Τζέιμς Φρανκ, είχε υποβάλει, περί τα τέλη Ιούνη του 1945, έκθεση στον Αμερικανό υπουργό Στρατιωτικών Στίμσον, όπου εξέφραζε την κατηγορηματική της αντίθεση στη χρήση της βόμβας. «Τα στρατιωτικά πλεονεκτήματα - έλεγε η έκθεση - και η διάσωση της ζωής πολλών Αμερικανών, που θα προκύψουν με τη ρίψη της ατομικής βόμβας, αιφνιδιαστικά, εναντίον της Ιαπωνίας, μπορεί να εξουδετερωθούν από το κύμα της φρίκης κι αποστροφής που θα απλωθεί σε όλο τον κόσμο... Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες, πρώτες θέσουν σε εφαρμογή αυτά τα νέα μέσα καταστροφής εναντίον της ανθρωπότητας χωρίς καμιά διάκριση, θα βρεθούν στην ανάγκη να θυσιάσουν την υποστήριξη της κοινής γνώμης ολόκληρου του κόσμου. Θα επιταχύνουν τον ανταγωνισμό των εξοπλισμών και θα εμποδίσουν την δυνατότητα επιτεύξεως μιας διεθνούς συμφωνίας για το μελλοντικό έλεγχο τέτοιου είδους όπλων... Φρονούμε ότι τα συμπεράσματα αυτά δεν συνηγορούν υπέρ της χρησιμοποιήσεως των ατομικών βομβών σε μια επίθεση πρόωρη εναντίον της Ιαπωνίας»14. Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, συν το γεγονός ότι η ατομική βόμβα είχε δοκιμαστεί, πριν ριφθεί σε συνθήκες πραγματικού πολέμου, οφείλουμε να συμπεράνουμε ότι οι ιθύνοντες των ΗΠΑ και της Βρετανίας είχαν πλήρη επίγνωση της πράξης τους και δε διαπίστωσαν εκ των υστέρων τις συνέπειές της.
Η πραγματικότητα που δημιούργησε η χρησιμοποίηση του ατομικού όπλου δικαίωσε πλήρως εκείνους που διαφωνούσαν. Σύμφωνα με όσα περιγράφει ο Ιάπωνας καθηγητής Αράτα Οσάντα15, όταν έπεσε η βόμβα στη Χιροσίμα οι κάτοικοί της είχαν αρχίσει να ασχολούνται με τις συνηθισμένες καθημερινές ασχολίες τους. Πολλά μικρά παιδιά προσχολικής ηλικίας έπαιζαν στα σπίτια τους ή έξω, στους δρόμους της γειτονιάς τους. Οι μαθητές της πρώτης και της δευτέρας Δημοτικού έκαναν το μάθημά τους είτε σε προσωρινές αίθουσες, είτε στους ναούς της περιοχής τους ή βρίσκονταν καθ' οδόν προς τις αίθουσες διδασκαλίας. Πολλοί εργάτες και δημόσιοι υπάλληλοι είχαν αρχίσει τη δουλιά τους, ενώ άλλοι πήγαιναν να δουλέψουν. Οι περισσότεροι καταστηματάρχες είχαν ήδη ανοίξει τα μαγαζιά τους. Ετσι τους βρήκε ο θάνατος που σκόρπισε η ατομική βόμβα τη Χιροσίμα. Ο Ρεμόν Καρτιέ δίνει την εικόνα της φρίκης16: «Η πόλη άρχιζε την εργάσιμη μέρα της. Σύμφωνα με τον κανόνα, δεν είχε δοθεί το σύνθημα του συναγερμού για αεροπλάνα μεμονωμένα που πετούν από πάνω της. Μια τρομακτική αστραπή την κατάπιε, αφήνοντας πίσω της μια κολοσσιαία πυρκαγιά, που άναψε και διαδόθηκε μέσα σ' ένα δευτερόλεπτο. Τα τροχιοδρομικά οχήματα έμειναν γεμάτα με τους απανθρακωμένους επιβάτες τους στριμωγμένους στα καθίσματα ή στοιβαγμένους όρθιους στους εξώστες. Ενας άνεμος ταχύτητος 1.200 χλμ. την ώρα σηκώθηκε και γκρέμισε τους τοίχους σε μια ακτίνα 1.500 μ., θρυμματίζοντας τα τζάμια των παραθύρων ακόμα και σε απόσταση 12 χλμ. από το σημείο Μηδέν. Ενας πύρινος κυκλώνας, όμοιος με αυτούς που άναψαν οι εκατοντάδες βομβαρδιστικών στη Δρέσδη, στο Αμβούργο ή στο Τόκιο, στροβιλιζόταν επί έξι ώρες. Επειτα διαπιστώθηκαν στους επιζώντες παράξενα φαινόμενα: Εμετοι, διάρροιες εξαιρετικής εντάσεως, πλήθος μικρών αιμορραγιών στο στόμα και στο λαιμό. Πολλά από τα θύματα που παρουσίασαν τέτοια συμπτώματα ψυχορραγούν. Ο απολογισμός που θα καταρτισθεί αργότερα θα εμφανίσει 78.150 νεκρούς, 9.284 βαριά τραυματισμένους και 13.938 εξαφανισθέντες. Δεν υπολογίζονται μέσα σ' αυτούς οι στρατιωτικοί, 40.000 περίπου, από τους οποίους οι μισοί υπήρξαν θύματα της εκρήξεως. Το γενικό στρατηγείο της 2ης στρατιάς, η έδρα της περιφερειακής διοικήσεως της δύσεως, η στρατιωτική σχολή και το στρατιωτικό νοσοκομείο εκμηδενίσθηκαν».
Οι σοβιετικές ιστορικές πηγές παρουσιάζουν την εικόνα της καταστροφής ακόμη μεγαλύτερη: «Για μια στιγμή - αναφέρει η Παγκόσμια Ιστορία της Ακαδημίας Επιστημών17 - άναψε ένα εκτυφλωτικό φως. Σχηματίστηκε ένα γιγάντιο σύννεφο σε σχήμα μανιταριού. Η πόλη σκεπάστηκε με κουβάρια καπνό. Σε ακτίνα 4 χιλιομέτρων από το επίκεντρο της έκρηξης φούντωσαν πυρκαγιές, τα εννέα δέκατα από τα σπίτια της Χιροσίμα έγιναν στάχτη. Ανθρωποι πέθαιναν από εγκαύματα, από το εκρηκτικό κύμα. Στη Χιροσίμα ξετυλίγονταν εικόνες γεμάτες απ' όλες ταυτόχρονα τις φρικαλεότητες της κόλασης». Και ο Γ. Α. Ντεμπόριν18 προσθέτει: «Οι ιθύνοντες κύκλοι των ΗΠΑ έδειξαν πλήρη περιφρόνηση προς τους πιο στοιχειώδεις και καθιερωμένους κανόνες του διεθνούς δικαίου, τα έθιμα του πολέμου και τις αρχές του ανθρωπισμού... Οπως αναφέρουν οι Ιάπωνες συγγραφείς, στη Χιροσίμα σκοτώθηκαν όχι λιγότεροι από 247 χιλιάδες άνθρωποι».
Το ίδιο ακριβώς σκηνικό επαναλήφθηκε και στο Ναγκασάκι. Χιλιάδες φτωχά πλάσματα, ανάμεσά τους και άνθρωποι, αεριοποιήθηκαν σε κλάσματα δευτερολέπτου. Αλλα λαμπάδιασαν αυτοστιγμεί και λίγο αργότερα δεν έμεινε τίποτε περισσότερο από το απανθρακωμένο σημάδι τους. Οσοι βρέθηκαν πιο μακριά από το σημείο της έκρηξης έπαθαν φρικιαστικά εγκαύματα, ή έχασαν το δέρμα τους και κομμάτια από τις σάρκες τους. Πολλοί πέθαναν καταπλακωμένοι από τα κτίρια που γκρεμίστηκαν ή από θραύσματα γυαλιών και μπαμπού που στροβιλίζονταν στον πυρακτωμένο αέρα. Οι νεκροί, σύμφωνα με κάποιες πηγές, υπολογίζονται από 60.000 έως 80.000 ενώ οι Αμερικανοί τους κατέβαζαν αργότερα στις 16.000 υπολογίζοντας μόνο τα θύματα με εξακριβωμένη ταυτότητα19. Αντίθετα, οι Σοβιετικοί μελετητές παίρνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα του εγκλήματος στη διάρκειά του, υπολογίζοντας δηλαδή τις επιπτώσεις όχι μόνο στο άμεσο χρονικό διάστημα από τη ρίψη της βόμβας, αναφέρουν ότι οι νεκροί και οι τραυματίες στο Ναγκασάκι είναι γύρω στις 200.00020.
Την επομένη της ατομικής καταστροφής στο Ναγκασάκι, 10 Αυγούστου του 1945 και ώρα 2 το πρωί, από το αμερικανικό ραδιόφωνο ακούστηκε η φωνή του Προέδρου Χ. Τρούμαν να λέει με απίστευτη κυνικότητα τα παρακάτω ανατριχιαστικά λόγια: «Εχρησιμοποιήσαμεν την ατομικήν βόμβαν εναντίον εκείνων οι οποίοι μας επετέθησαν προδοτικώς στο Περλ Χάρμπορ, οι οποίοι εβασάνισαν τους Αμερικανούς αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίοι παρεβίασαν όλους τους νόμους του διεθνούς δικαίου... Εχρησιμοποιήσαμεν την ατομικήν βόμβαν διά να συντομεύσωμεν τον πόλεμον... Θα τη χρησιμοποιήσομεν και πάλιν. Μόνο η συνθηκολόγησις της Ιαπωνίας θα μας σταματήσει. Τους ώμους μας βαραίνει τεραστία ευθύνη. Ευχαριστούμεν τον Θεόν διότι είμεθα εμείς, και όχι ο εχθρός, που την φέρομεν. Και παρακαλούμεν τον Θεόν, να μας φωτίση εις την χρήσιν του οργάνου αυτού συμφώνως προς τας βουλήσεις του»21.
Οσο τραγικό και απάνθρωπο κι αν φαίνεται, οι ισχυρισμοί του Τρούμαν ότι η χρήση της ατομικής βόμβας είχε στόχο τη συντόμευση του πολέμου εξακολουθούν να επαναλαμβάνονται έως τις μέρες μας με απόλυτη σοβαρότητα. Εχουν όμως σχέση με την πραγματικότητα; Η Ιαπωνία, δηλαδή, υποχρεώθηκε σε συνθηκολόγηση εξαιτίας της ρίψης των ατομικών βομβών στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι; Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ αποκλείει κατηγορηματικά κάτι τέτοιο. «Θα ήταν λάθος - γράφει22- να πιστέψομε ότι η τύχη της Ιαπωνίας ερρυθμίσθη από την ατομική βόμβα. Η ήττα της ήταν βεβαία πριν ριφθεί η πρώτη βόμβα και οφείλεται στη δράση μιας συντριπτικής ναυτικής δυνάμεως που μόνη αυτή επέτρεψε να καταλάβωμε βάσεις στον ωκεανό, απ' όπου εξαπελύθη η τελευταία επίθεσις και αναγκάσαμε το μητροπολιτικό στρατό να συνθηκολογήση αμαχητί».
Το ότι η Ιαπωνία βρισκόταν σε δεινή θέση και δε χρειαζόταν η ατομική βόμβα για να συρθεί σε συνθηκολόγηση προκύπτει από πλήθος άλλων πηγών. Αλλά τότε γιατί χρησιμοποιήθηκε η Βόμβα; Ο Λίντελ Χαρτ δίνει την εξής εξήγηση23: «Ο Πρόεδρος Τρούμαν, όμως και οι περισσότεροι από τους κυριότερους συμβούλους του - ιδιαίτερα ο κ. Στίμσον και ο στρατηγός Μάρσαλ, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών - υποστήριζαν τώρα με επιμονή τη χρησιμοποίηση της ατομικής βόμβας για να επιταχυνθεί η κατάρρευση της Ιαπωνίας, προτού ο Στάλιν, που βιαζόταν, προλάβει να κηρύξει τον πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας, πριν αυτός λήξει, και έτσι να μπορέσει να εξασφαλίσει προνομιακή θέση στην Απω Ανατολή». Ο ναύαρχος Λίχι έχει δώσει μιαν άλλη εξήγηση: «Οι επιστήμονες - λέει24- και άλλα πρόσωπα ήθελαν να γίνει αυτό το πείραμα εξαιτίας των κολοσσιαίων ποσών που είχαν ξοδευτεί για το επίτευγμα αυτό - δύο δισεκατομμύρια δολάρια».
Αναμφίβολα, οι προαναφερόμενοι λόγοι έχουν βάση. Οι ΗΠΑ δεν επιθυμούσαν σε καμία περίπτωση έναν ενισχυμένο ρόλο της Σοβιετικής Ενωσης στην Απω Ανατολή, πολύ περισσότερο που υπήρχε εν δράσει ένα ισχυρό επαναστατικό κίνημα στην Κίνα, στην Ινδοκίνα και γενικότερα στην περιοχή. Από την άλλη, ο πόλεμος για τους ιμπεριαλιστές είναι μια τεράστια οικονομική επιχείρηση που δεν μπορεί να λειτουργήσει αν τα όπλα που κατασκευάζονται δε χρησιμοποιούνται. Ομως, υπήρχε κι ένας ακόμη επιπλέον λόγος για τη ρίψη της βόμβας, που στόχευε κυρίως στην εποχή του μεταπολεμικού κόσμου παρά στην εποχή του πολέμου. Τα γεράκια των Ηνωμένων Πολιτειών θεωρούσαν «τη βόμβα ως μέσο ενίσχυσης της αμερικανικής μεταπολεμικής διπλωματίας παρά ως μέσο εξόντωσης Ιαπώνων». Η ατομική βόμβα ήταν γι' αυτούς «κάτι που θα βάραινε σημαντικά στη ρωσοαμερικανική ισορροπία δυνάμεων»25.
Η ατομική βόμβα χρησιμοποιήθηκε, αλλά δεν έγινε κατορθωτό να εμποδίσει την είσοδο της Σοβιετικής Ενωσης στον πόλεμο. Η εκστρατεία των σοβιετικών στρατευμάτων της Απω Ανατολής που έγινε από τις 9 Αυγούστου έως τις 2 Σεπτέμβρη 1945 περιλάμβανε: Την επιθετική επιχείρηση Μαντζουρίας των στρατευμάτων του υπερβαϊκαλικού μετώπου, των μετώπων 1ου και 2ου Απω Ανατολής, του στόλου του Ειρηνικού και του στολίσκου του Αμούρ (από 9/8 μέχρι 2/9), την επιθετική επιχείρηση Νότιας Σαχαλίνης (11-25/8) και την αποβατική επιχείρηση στις Κουρίλες (από 18/9 έως 1/9) που έγινε από τα στρατεύματα του 2ου μετώπου Απω Ανατολής σε συνεργασία με το στόλο του Ειρηνικού26. Ανώτατος διοικητής σ' αυτό το θέατρο του πολέμου ορίστηκε ο Σοβιετικός στρατάρχης Α. Βασιλιέφσκι.
Η κύρια δύναμη που είχε να αντιμετωπίσει ο σοβιετικός στρατός ήταν η ιαπωνική στρατιά του Κουαντούγκ που στρατοπέδευε στη Μαντζουρία, αριθμούσε 1,2 εκατ. άνδρες, διέθετε 1.215 τανκς, 6.640 πολυβόλα και ολμοβόλα, ενώ την υποστήριζε αεροπορία από 1.907 πολεμικά αεροπλάνα και ποτάμιος στολίσκος με 26 πλοία. Επρόκειτο για τις καλύτερες δυνάμεις του ιαπωνικού στρατού. Σημαντικές επίσης δυνάμεις του εχθρού βρίσκονταν στην Κορέα, στο νότιο τμήμα της Σαχαλίνης και στα νησιά Κουρίλες27.
«Η αριθμητική δύναμη των ενόπλων δυνάμεων της Ιαπωνίας το καλοκαίρι του 1945, μαζί με το στρατό του Κουαντούγκ, ήταν πάνω από 7 εκατομμύρια άνδρες, πάνω από 10 χιλιάδες αεροπλάνα και περίπου 500 πολεμικά πλοία», γράφει ο στρατάρχης Α. Βασιλιέφσκι. Και προσθέτει: «Ηταν εντελώς ολοφάνερο ότι οι σύμμαχοι δεν ήταν σε θέση με τις δυνάμεις τους να εξαναγκάσουν γρήγορα την Ιαπωνία σε συνθηκολόγηση. Οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Αγγλίας καταλάβαιναν πολύ καλά πως η έκβαση του πολέμου στον Ειρηνικό Ωκεανό εξαρτιόταν πρώτα απ' όλα από τη συντριβή των χερσαίων δυνάμεων της Ιαπωνίας στην ασιατική ήπειρο. Παραδέχονταν δικαιολογημένα ότι για την εισβολή στα ιαπωνικά νησιά θα τους χρειάζονταν ένας στρατός περίπου 7 εκατομμυρίων ανδρών, ενώ ο πόλεμος χωρίς τη συμμετοχή της Σοβιετικής Ενωσης θα παραταθεί τουλάχιστον 18 μήνες μετά την ήττα της Γερμανίας και θα απαιτηθούν τεράστιες θυσίες»28.
Αντίθετα απ' ό,τι υπολόγιζαν οι σύμμαχοι, ο σοβιετικός στρατός έλυσε το γόρδιο δεσμό του πολέμου με την Ιαπωνία μέσα σε λίγες ημέρες. Οι δυνάμεις του εχθρού τσακίστηκαν ολοκληρωτικά. Οι Ιάπωνες μιλιταριστές έχασαν τα προγεφυρώματά τους για επίθεση και στις κύριες βάσεις ανεφοδιασμού σε πρώτες ύλες και οπλισμό στην Κίνα, στην Κορέα και τη Νότιο Σαχαλίνη. Η συντριβή της στρατιάς του Κουαντούγκ επιτάχυνε τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας, γιατί της αφαίρεσε το κύριο στρατιωτικό μέσο που διέθετε για συνέχιση του πολέμου. Ετσι φτάσαμε στην άνευ όρων συνθηκολόγηση, το πρωί, στις 2 Σεπτέμβρη του 1945.
Η σχετική συνθήκη υπογράφηκε πάνω στο αμερικανικό θωρηκτό «Μισούρι» που ήταν αγκυροβολημένο στον κόλπο του Τόκιο. Επικεφαλής της συμμαχικής αντιπροσωπείας ήταν ο Αμερικανός αρχιστράτηγος Ντάγκλας Μακ Αρθουρ. Τις ΗΠΑ εκπροσωπούσε ο ναύαρχος Νίμιτς, την Κίνα ο στρατηγός Σου Γιουντσάγκ, τη Μ. Βρετανία ο ναύαρχος Φρέζερ, τη Σοβιετική Ενωση ο αντιστράτηγος Κ. Ν. Ντερεβιάνκο, τη Γαλλία ο στρατηγός Λεκλέρκ, την Αυστραλία ο στρατηγός Μπλέμι, τη Νέα Ζηλανδία ο υποστράτηγος Αεροπορίας Αϊσιτ, τον Καναδά ο συνταγματάρχης Μουρ - Γκροσγκόβ και την Ολλανδία ο ναύαρχος Χέλφριχ.
Επικεφαλής της ιαπωνικής αντιπροσωπείας ήταν ο νέος υπουργός Εξωτερικών της χώρας Μαμόρου Σιγκεμίτσου, που είχε χάσει το ένα του πόδι δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα στη Σαγκάη. Μαζί του ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου στρατηγός Γιοσιτζίρο Ουμάτζου, ο οποίος διατάχθηκε να συνοδεύσει τον υπουργό ως εκπρόσωπος των ενόπλων δυνάμεων της χώρας. Τους δύο Ιάπωνες πληρεξούσιους συνόδεψε ομάδα από εννέα διπλωμάτες και αξιωματικούς. Η ιαπωνική κυβέρνηση δυσκολεύτηκε πολύ στη συγκρότηση της αντιπροσωπείας που θα υπέγραφε τη συνθήκη συνθηκολόγησης. Είχε αποκλειστεί το ενδεχόμενο να ηγείτο αυτής ο πρωθυπουργός της χώρας, ο οποίος ήταν στενός συγγενής του αυτοκράτορα, ενώ πολλές στρατιωτικές και πολιτικές προσωπικότητες δήλωναν πως προτιμούσαν να αυτοκτονήσουν, παρά να αναλάβουν ένα τόσο θλιβερό καθήκον να συμμετάσχουν στη σύνθεσή της, είτε ως επικεφαλής είτε ως μέλη29.
Η τελετή της υπογραφής της συνθήκης συνθηκολόγησης ήταν σύντομη και θα μπορούσε να ήταν ακόμη συντομότερη, αν ο Μακ Αρθουρ δεν έπαιρνε το λόγο για να επιδοθεί στα γνωστά, αμερικανικού τύπου, λογύδρια με τις μεγάλες κουβέντες που συνήθως λέγονται για να καλύψουν μια σκληρή πραγματικότητα. Οι Αμερικανοί ήταν πλέον οι κατακτητές της Ιαπωνίας κι αυτό το καθόλου ευχάριστο για τους Ιάπωνες γεγονός έπρεπε να το κοσμήσουν με το κατάλληλό περιτύλιγμα. «Ως ανώτατος διοικητής των συμμαχικών δυνάμεων - τόνισε ο Μακ Αρθουρ - αναγγέλλω τη σταθερή μου πρόθεση να προχωρήσω στην άσκηση των ευθυνών μου, μέσα στα πλαίσια των παραδόσεων των χωρών που εκπροσωπώ, με δικαιοσύνη και ανεκτικότητα»30.
Εν πάση περιπτώσει, στις 10.30 το πρωί, ώρα Τόκιο, τα πάντα είχαν τελειώσει. Πρώτα οι Ιάπωνες πληρεξούσιοι και μετά οι εκπρόσωποι των συμμάχων υπέγραψαν το κείμενο της συνθηκολόγησης άνευ όρων, το οποίο προέβλεπε ότι η Ιαπωνία δεχόταν τους όρους της διακήρυξης του Πότσνταμ, δήλωνε ότι σταματούσε τις εχθροπραξίες κι ότι συνθηκολογούσαν χωρίς όρους το Γενικό της Επιτελείο, όλες οι ιαπωνικές ένοπλες δυνάμεις και όλες οι ένοπλες δυνάμεις που τελούσαν υπό ιαπωνικό έλεγχο31.
Με την υπογραφή της πράξης συνθηκολόγησης της Ιαπωνίας ολοκληρώνονταν - και τυπικά - οι πολεμικές επιχειρήσεις στην Απω Ανατολή και στη λεκάνη του Ειρηνικού Ωκεανού και ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος έφτανε στο τέρμα του. Ο φασιστικός άξονας είχε μετατραπεί σε ατέλειωτα ερείπια. Ομως, τα ερείπια στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, οι εκατοντάδες χιλιάδες των νεκρών και των τραυματισμένων, πολύ περισσότερο, όμως, τα ζωντανά θύματα από τη χρήση του ατομικού όπλου έδειχναν στην ανθρωπότητα όχι μόνο από πού ερχόταν η απειλή ενός μελλοντικού πολέμου, αλλά και τις συνέπειές του.
1. «Ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος», Εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 246-247.
2. «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 2ος, σελ. 394.
3. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», Σύνταξη: Γ. Α. Ντεμπόριν, Εποπτεία: Στρατηγός Ι. Ι. Ζούμπκοφ, εκδόσεις ΚΑΔΜΟΣ, Αθήνα 1959, τόμος Β', σελ. 278.
4. «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 2ος, σελ. 394.
5. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ, στο ίδιο, σελ. 284.
6. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β' Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «20ός Αιώνας», σελ. 456.
7. Α. Ι. Κοραντή: «Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσνταμ», Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ, σελ. 130.
8. «Τεχεράνη - Γιάλτα - Πότσδαμ - Ντοκουμέντα», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 219.
9. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ: «Β' Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις ΚΥΨΕΛΗ, τόμος Γ', σελ. 159.
10. Alastair Parker: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις ΕΠΙΛΟΓΗ/ ΘΥΡΑΘΕΝ - Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, σελ. 325-326.
11. Alastair Parker, στο ίδιο, σελ. 332.
12. Alastair Parker, στο ίδιο, σελ. 334.
13. Ουίνστον Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «Ελληνική Μορφωτική Εστία», τόμος ΣΤ', σελ. 461-462.
14. Λ. Χαρτ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου», έκδοση 7ου ΕΓ/ΓΕΣ, τόμος Γ', σελ. 818-819.
15. «Τα παιδιά της Χιροσίμα», εκδόσεις «Μπουκουμάνη», σελ. 29-30.
16. Ρεμόν Καρτιέ,: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου», εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ, τόμος β', σελ. 565-566.
17. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ι1-Ι2, σελ. 709-710.
18. Υπουργείο Αμύνης της ΕΣΣΔ - Γ. Α. Ντεμπόριν: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «20ός ΑΙΩΝΑΣ», Αθήνα 1959, σελ. 459.
19. «Η ατομική βόμβα της Χιροσίμα», εκδόσεις «Mondadori - Φυτράκης», σελ. 72.
20. Υπουργείο Αμύνης της ΕΣΣΔ- Γ. Α. Ντεμπόριν: «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «20ός ΑΙΩΝΑΣ», Αθήνα 1959, σελ. 459.
21. «Η ατομική βόμβα της Χιροσίμα», εκδόσεις «Mondadori - Φυτράκης», σελ. 74.
22. Ουίνστον Τσόρτσιλ: «2ος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις «Ελληνική Μορφωτική Εστία», τόμος ΣΤ', σελ. 464-465.
23. Λ. Χαρτ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου», έκδοση 7ου ΕΓ/ΓΕΣ, τόμος Γ', σελ. 818.
24. Λ. Χαρτ, στο ίδιο, σελ. 821.
25. Alastair Parker, στο ίδιο, σελ. 332 και 335-336.
26. Στο ίδιο, σελ. 164.
27. «Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος 1939-1945», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», τόμος 2ος, σελ. 403.
28. Α. Μ. Βασιλιέφσκι: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 662-663.
29. Ρεμόν Καρτιέ: «Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου», εκδόσεις ΠΑΠΥΡΟΣ, τόμος β', σελ. 570.
30. Στο ίδιο, σελ. 571.
31. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ι1-Ι2, σελ. 780.