ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Σεπτέμβρη 2007
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΔΙΗΓΗΜΑ
Σε αναμονή...

Γρηγοριάδης Κώστας

Τώρα πια περιμέναμε μέρα με τη μέρα εντολή και σύνδεσμο για τα βουνά.

Επειδή αργούσε η εντολή κι ο σύνδεσμος που θα μας οδηγούσε στο βουνό, έστειλα με την Ξανθιά μήνυμα ανησυχίας στην Επιτροπή Πόλης της Αθήνας, ότι ήμασταν έτοιμοι για το βουνό και περιμέναμε το σύνδεσμο που θα μας οδηγήσει στα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού στα βουνά της Αττικοβοιωτίας.

Τότε η επιτροπή έστειλε τον Φίλιππα κάπου στην οδό Κολοκοτρώνη που δούλευε ο Ψηλός και μας είπε να περιμένουμε λίγο καιρό, γιατί δεν έχει έρθει ακόμα ο σύνδεσμος από το βουνό.

Στο μεταξύ, η Ξανθιά είχε εξαφανιστεί από τα ραντεβού που είχαμε δώσει οι δυο μας. Ηταν καταζητούμενη από την Ασφάλεια και φοβήθηκα μήπως της συνέβη κάτι κακό. Περνούσαν οι μέρες και οι βδομάδες. Πουθενά η Ξανθιά. Ούτε ο Φίλιππας φάνηκε ξανά στο στέκι του Ψηλού.

Ελαβα αυστηρά μέτρα περιφρούρησης. Απομονώθηκα από τις γιάφκες μας, έκρυψα πράγματα που τα είχα πρόχειρα και περίμενα. Η Ξανθιά ήξερε πού θα με βρει. Εγώ όμως δεν ήξερα πού θα τη βρω.

Ωσπου ένα πρωί εμφανίστηκε εκεί που δούλευα. Σ' ένα πάγκο μαναβικής στην οδό Αθηνάς έξω από το μπαρ «ΑΡΑΧΩΒΑ».

Της έκανα παρατήρηση για την εξαφάνισή της και γύρεψα εξηγήσεις.

Μου είπε ότι όλο αυτό τον καιρό είχε κυνηγητό ανελέητο από την Ασφάλεια, που έψαχνε μέρα - νύχτα τα συγγενικά και φιλικά της σπίτια για να τη βρει. Οτι για να ξεφύγει άλλαζε κάθε νύχτα σπίτι και δεν κυκλοφορούσε τη μέρα. Την περασμένη νύχτα, καθώς μου είπε, την πέρασε στο πατάρι στο γκαράζ του Γιώργου που ήταν κοντά στην πλατεία Κάνιγγος. Από το γκαράζ αυτό είχε ξεκινήσει κρυφά για την Ιταλία και ο άνδρας της ο Σπύρος, με άλλους συντρόφους, αφού γνώρισε από το Γιώργο ένα καπετάνιο που τους μετέφερε με καΐκι στο Μπάρι.

Συνέχισε να μου λέει τις πρόσφατες περιπέτειές της.

- Να! Και απόψε δεν έχω πού να κοιμηθώ, από ανάγκη εκτέθηκα στον κίνδυνο και ήρθα σε σένα ζητώντας μέρος για ύπνο.

Τότε μετάνιωσα που της έκανα παρατήρηση. Της είπα ότι ανησύχησα πάρα πολύ για την εξαφάνισή της, της ζήτησα συγνώμη και της είπα:

- Πέρνα το βράδυ γύρω στις οχτώ, που θα κλείσω τον πάγκο.

Με ευχαρίστησε κι έφυγε.

Την ώρα που ορίσαμε έφτασε η συντρόφισσα, είχα ειδοποιήσει το σύντροφο Νιόνιο Σκήρτα από τους Γαργαλιάνους, που δούλευε γιοματάρι στη Βαρβάκειο και μας περίμενε στην ταβέρνα του Πρωτοσίλαου, που ήταν κοντά στον πάγκο μου.

Ο Νιόνιος είχε υποσχεθεί ότι θα της έβρισκε σπίτι για ύπνο.

Σκέπασα με μουσαμά τον πάγκο και πήγαμε στην ταβέρνα. Εκεί βρήκαμε το Νιόνιο. Φάγαμε στα σβέλτα κι έφυγαν μαζί, σαν ζευγάρι, για το σπίτι της θείας του που έμενε κάπου στο Αιγάλεω.

Οπως έμαθα μετά, είπε στη θεία του ότι η κοπέλα είναι αρραβωνιαστικιά του, ότι μάλωσε με τους γονείς της κι έφυγε από το σπίτι της και την παρακάλεσε να τη φιλοξενήσει για ένα βράδυ και την άλλη μέρα το πρωί θα περάσει να την πάρει.

Ετσι κι έγινε. Πέρασε το πρωί, την πήρε και μου την έφερε πάλι. Επρεπε να κάνω κουμάντο για να φιλοξενηθεί ξανά κάπου το βράδυ.

Την πήγα στην ταβέρνα, φάγαμε πατσαδάκι και έφυγε μετά για μια φίλη της ταξιθέτρια, τη Μεταξία, όπως μου είπε.

Το μεσημέρι γύρισε, φάγαμε πάλι στου Πρωτοσίλαου και μετά πήγαμε στο γκαράζ της πλατείας Κάνιγγος για να γνωρίσω το Γιώργο.

Οταν φτάσαμε εκεί, ο Γιώργος μας υποδέχτηκε με εγκαρδιότητα. Η Ξανθιά με σύστησε σαν καθοδηγητή της. Καθίσαμε λίγο και φύγαμε. Ο Γιώργος μου είπε να τον επισκέπτομαι όποτε θέλω. Οτι ήταν κι αυτός ΕΠΟΝίτης και όσον αφορά την κοπέλα μπορεί να τη φιλοξενεί όποτε υπάρχει ανάγκη. Ετσι η Ξανθιά έμεινε εκείνο το βράδυ στο Γιώργο, στο γκαράζ, που είχε και δωματιάκια στο μεγάλο χώρο.

Στο μεταξύ, ενημέρωσα τους συντρόφους που κρατούσα, ότι, λόγω δυσκολιών, καθυστερεί η έξοδός μας από την Αθήνα και θα περιμέναμε λίγο.

Ομως οι μέρες περνούσαν και η Ξανθιά δε φαίνονταν. Δύσκολα τα πράγματα, σκέφθηκα.

Μετά από λίγες εβδομάδες, ήρθε και με βρήκε στην αγορά που δούλευα και μου είπε ότι έχει πάλι προσωπικά κυνηγητά από την Ασφάλεια και τρομερές δυσκολίες φιλοξενίας από τους φίλους οπαδούς μας.

Είχα ξεπουλήσει τα φρούτα στον πάγκο μου, τον σκέπασα με το μουσαμά και ξεκινήσαμε περπατώντας σαν ζευγάρι, για να τα πούμε πιο ήσυχα και καλύτερα. Φτάσαμε κάπου στην Κυψέλη, σε μια περιοχή με δένδρα, με τρεχούμενα νερά και στερνίτσες, με καφενεδάκια και παγκάκια κάτω από τα δένδρα. Ετσι ήταν τότε το τοπίο που περιγράφω. Διαλέξαμε ένα ήσυχο και μικρό καφενεδάκι, καθίσαμε σ' ένα ακριανό τραπέζι, παραγγείλαμε τα καφεδάκια μας και συνεχίσαμε το θέμα μας. Για την έξοδό μας από την Αθήνα και πώς θα ξεπερνούσαμε από τη στρατοκρατούμενη Αττική και τα φρουρούμενα απ' το στρατό, τους χωροφύλακες, τους Χίτες κι άλλους παρακρατικούς περάσματά της. Κουβεντιάσαμε ακόμη τις δυνατότητες που είχα και πώς θα αντιμετωπίζαμε τους διάφορους κινδύνους και τα απρόβλεπτα συμβάντα που θα συναντούσαμε... Μου επισήμανε ότι θα είμαι ο κύριος υπεύθυνος της επιχείρησης της αποστολής αυτής κι ότι την πολιτική ευθύνη και καθοδήγηση θα την έχει πρόσωπο απεσταλμένο από την Επιτροπή Πόλης της Αθήνας. Οτι μαζί οι δυο μας, εγώ και εκείνη, θα συνεργαζόμαστε με το πρόσωπο που θα μας στείλει η Επιτροπή Πόλης και θα πειθαρχούμε στις εντολές του σ' όλη τη διαδρομή, μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας. Μου είπε επίσης πως μέχρι να ξεκινήσουμε, αν τυχόν της συμβεί κάτι απρόοπτο, μια και ήταν καταζητούμενη, θα την αντικαταστήσει ο σύντροφος Φίλιππος. Δεν τον ήξερα βέβαια, αλλά μέσω του Ψηλού θα γνωριζόμασταν. Και ότι για κάθε περίπτωση που θα με χρειάζεται, θα με ειδοποιεί με τον Ψηλό.

Στο τέλος με ρώτησε πόσους μαχητές μπορώ να συγκεντρώσω για έξω.

Της απάντησα ότι προσωπικά, αυτοί που ξέρω για σίγουρους, είναι δυο διμοιρίες και ότι, όπως μου έχουν πει οι σύντροφοι που κρατώ, άλλους τόσους θα φέρουν και αυτοί, όταν πρόκειται να ξεκινήσουμε.

Οσον αφορά για οπλισμό, θα παίρναμε από σταθμούς που θα χτυπούσαμε. Αιφνιδιάστηκα με τα λίγα όπλα που διαθέταμε.

Αυτά κουβεντιάσαμε λεπτομερώς και χωρίσαμε, γιατί είχε ραντεβού με τη φίλη της ταξιθέτρια, που θα έφερνε την κορούλα της, την τρίχρονη Τζένα, να τη συντροφέψει λιγάκι που την είχε πεθυμήσει.

Προλεταριακή Ταξιαρχία «Μήτσου Παπαρήγα»

Περιμένοντας το σύνδεσμο για το βουνό, για να μην αδρανούμε, αναπτύξαμε μεγάλη δραστηριότητα με συνθήματα στους τοίχους και με σταμπωμένες προκηρύξεις.

Γενικά, όλοι μας παίρναμε μέρος στα γραφήματα και τις προκηρύξεις, σύμφωνα με εντολές της καθοδήγησης, δρώντας και ατομικά, για λόγους ασφαλείας, για να μη δίνουμε στόχο. Οταν ήταν δύσκολο το μέρος και φρουρούνταν από χαφιέδες, δρούσαμε χωριστά, ένας - ένας, δίνοντας αναφορά για το μερδικό της δουλιάς μας.

Κρατώ στη μνήμη μου μερικά περιστατικά που μου συνέβηκαν στην ατομική μου δράση.

Ανάλογα περιστατικά έχουν κι άλλοι σύντροφοι. Τους κάλεσα να γράψουν τα ατομικά τους περιστατικά, όμως δεν ανταποκρίθηκαν, ίσως από αδράνεια και πολλοί από ξεχασιά, λόγω χρονικών αποστάσεων, επειδή βρίσκονταν εκτός Αθηνών και δεν είχαμε επαφές.

Η δράση μας με τα συνθήματα και τις προκηρύξεις ανησύχησε την Ξανθιά, που φοβόταν μη μας συμβεί κάποιο ατύχημα και πάθει ζημιά η ομάδα μας, μιας και προορισμός ήταν η ένοπλη έξοδος από την Αθήνα. Ηρθε λοιπόν και με βρήκε και μου είπε να προσέχουμε, γιατί πλησιάζει η στιγμή της εξόδου μας. Οτι ο σύνδεσμος και οι τοπικές Οργανώσεις της γύρω Αττικής είναι έτοιμες να μας βοηθήσουν. Οτι αυτοί θα μας συνοδέψουν από τόπο σε τόπο.

Αυτά είπαμε περπατώντας ξανά προς την Κυψέλη και πίνοντας καφέ σ' ένα απόμερο καφενεδάκι, δίπλα στα τρεχούμενα νερά.

Η εντολή από το Κόμμα ήταν τότε να δημιουργήσουμε μια καινούρια Προλεταριακή Ταξιαρχία «Μήτσου Παπαρήγα», προς τιμήν του δολοφονημένου στην Ασφάλεια συντρόφου Γραμματέα της ΓΣΕΕ.


Του
Χρήστου ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗ


Βιογραφικό Του Χρήστου ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗ

Ο Χρήστος Χριστοδουλάκης αποτελούσε χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της γενιάς που ανδρώθηκε στη διάρκεια της δεκαετίας του 1940. Της γενιάς της ΕΠΟΝ.

Για περισσότερο από μισόν αιώνα, από το 1940 μέχρι πρόσφατα, ήταν παρών στα μεγάλα γεγονότα που συγκλόνισαν τη χώρα μας. Από τη μάχη στο Ελ Αλαμέιν μέχρι την εξέγερση του Πολυτεχνείου.

Η διαδρομή του περνάει «διά πυρός και σιδήρου», από την Εθνική Αντίσταση, από την παράνομη δράση την περίοδο του Εμφυλίου, από τους αγώνες για την Ειρήνη και τη Δημοκρατία, των μεταπολεμικών 10ετιών και από τον αντιδικτατορικό αγώνα.

Αυτήν τη διαδρομή, όπως την έζησε ο ίδιος, αλλά και οι σύντροφοί του σ' όλες τις φάσεις αυτού του αδιάλειπτου αγώνα, κατέγραψε, με νεανικό ενθουσιασμό και συγκίνηση, στο απομνημόνευμά του.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ