ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Σεπτέμβρη 2007
Σελ. /4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "ΡΙΖΟχαρτο"
ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΗ «ΡΙΖΟΧΑΡΤΟ»
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΤΖΙΟΥΛΑΣ (1909-1956)
«Θέλω να γράψω ένα τραγούδι μ' αντοχή... »

Τα παρακάτω αποσπάσματα είναι από το βιβλίο «Πνευματικές Γνωριμίες» του Τάκη Αδάμου από τις εκδόσεις «Καστανιώτης»

Μ. Αυγέρης, Γ. Κοτζιούλας, Γαλάτεια Καζαντζάκη και Ελλη Αλεξίου (Αρχ. Ελλης Αλεξίου)
Μ. Αυγέρης, Γ. Κοτζιούλας, Γαλάτεια Καζαντζάκη και Ελλη Αλεξίου (Αρχ. Ελλης Αλεξίου)
Από τα πιο γνωστά και πηγαία ποιητικά ταλέντα της χώρας μας, αλλά κι απ' τους πιο βασανισμένους Νεοέλληνες λογοτέχνες, ο Γιώργος Κοτζιούλας ξεκαθάρισε εξαρχής το στόχο της δημιουργίας του κι έμεινε αταλάντευτα πιστός σ' αυτόν ως το τέλος της ζωής του. Εγραψε πραγματικά «τραγούδια μ' αντοχή». Μοναδική πηγή έμπνευσης για τον Κοτζιούλα είναι ο λαός, η φτωχολογιά.

«Με το Κόμμα δεν αντιδικώ, αλλά η αλήθεια πρέπει να λέγεται. Το γραπτό μου μπορεί να γίνει μια μαρτυρία για μια μεγάλη εποχή, για στιγμές ιστορικές που τις έζησα προσωπικά και θαρρώ πως κανείς δεν μπορεί να μου αρνηθεί την αντικειμενικότητα και την αξιοπιστία....» (Ο Κοτζιούλας σε μια συζήτηση με τον Αδάμο απ' αφορμή το θάνατο του Αρη Βελουχιώτη, για τον οποίο έγραφε τις αναμνήσεις του).

Στα 1953-54 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ηπειρωτική Εστία» (Γιάννενα), σε 16 συνέχειες, μια αφήγηση του Κοτζιούλα, γραμμένη στα 1948, με τον τίτλο «Από μικρός στα γράμματα»... Αν η αφήγηση αυτή είχε τίτλο «Από μικρός στα βάσανα», θ' ανταποκρινόταν καλύτερα στο περιεχόμενό της: στη φτώχεια και στη δυστυχία που συντροφεύουν μόνιμα τον Κοτζιούλα από τα πρώτα βήματά του στη ζωή.

Από μικρός ο Κοτζιούλας ήταν ιδιαίτερα φιλομαθής και τελικά ο πατέρας του αποφάσισε να κάνει τη μεγάλη θυσία και να τον στείλει στο Σχολαρχείο μαζί μ' έναν ξάδερφο σε γειτονικό χωριό και έπειτα στο Γυμνάσιο. Εκεί: «...κακοτρώγοντας από το 'να βράδυ στ' άλλο μεσημέρι, κοιμούμενοι καταγής, χωρίς πάτωμα, με το νου μας ωστόσο πάντα στα γράμματα, σαν άυλοι ασκητές, βγάλαμε τη χρονιά μ' επιτυχία στις εξετάσεις και μάλιστα πήραμε άριστα στο ενδεικτικό. Αμα το 'μαθε ο πατέρας μου πήγε να πετάξει απ' τη χαρά του...».

Ο Μάρκος Αυγέρης, στη μελέτη του για τη ζωή και το έργο του Κοτζιούλα, εκφράζει τον ανυπόκριτο θαυμασμό του γι' αυτόν: «...Το κατόρθωμα του Κοτζιούλα είναι σπάνιο κι εξαιρετικό. Ζώντας μέσα στις ολότελα εχθρικές συνθήκες της ζωής όλων των φτωχών ανθρώπων στην Ελλάδα, γνώρισε κάθε δοκιμασία... Ωστόσο ήταν ένας από τους πιο καλλιεργημένους νέους ποιητές. Κι όλον αυτόν τον ανήφορο, ως τις κορφές του πνευματικού κόσμου, τον έκαμε όχι μόνο παλεύοντας μ' άπειρες δυσκολίες, παρά και τραυματισμένος από τη φυματίωση ένα μεγάλο μέρος της ζωής του. Πολύ λίγοι άνθρωποι στον κόσμο ξεπερνούν τέτοια εμπόδια και με τέτοια αποτελέσματα. Πολύ λίγοι άνθρωποι μέσα σε τέτοιες συνθήκες έχουν να επιδείξουν τέτοιες νίκες...».

Γ. Κοτζιούλας
Γ. Κοτζιούλας
Ο Κοτζιούλας εντάχθηκε στις γραμμές του ΕΛΑΣ. Θεατρικά του έργα παίχτηκαν στο θέατρο του βουνού. Το περιοδικό «ΘΕΑΤΡΟ» γράφει σχετικά (Σεπτ. - Δεκ. 1976): «...Χρειάστηκε να περάσουν τριάντα δύο ολόκληρα χρόνια για ν' ανακαλύψουμε το θεατρικό Κοτζιούλα και την ανεπανάληπτη «Λαϊκή Σκηνή» της VIII Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Ηπείρου... Πραγματικά η «Λαϊκή Σκηνή», που ξεπήδησε αναπάντεχα το '44 στα κακοτράχαλα βουνά της Ηπείρου, είναι το πρώτο και μοναδικό αντάρτικο θέατρο στην ιστορία του τόπου...».

Ο Κοτζιούλας έγραφε και πεζογραφία, αλλά, ωστόσο, για την ποίησή του έγινε πιο γνωστός. Ο Βάρναλης τον χαρακτηρίζει «Ποιητή με τα ούλα του, από τους πρώτους της πρώτης πεντάδας της «καθεστηκυίας» γενιάς.

Ενα μεγάλο μέρος από τους στίχους του έχουν τη σφραγίδα του γενέθλιου τόπου του, της Ηπείρου. Αυτό το μαρτυράει κατεξοχήν το ποίημα «ΗΠΕΙΡΟΣ» (1941), από το οποίο παραθέτουμε την εξής χαρακτηριστική στροφή:

Στον τόπο μας δε μεγαλώνουν οκνοί δούλοι,

Κανένας δεν ακούει τυράννου προσταγή:

το ξακουσμένο πέφτει εδώ, το μέγα Σούλι,

που 'ν' αγιασμένη η κάθε πέτρα του στη γη.


Στο Αγρίνιο με τη «Λαϊκή Σκηνή» του ΕΛΑΣ. Ο Γ. Κοτζιούλας τρίτος στην πίσω σειρά (Πηγή φωτ.: Κώστα Στεργιόπουλου, «Η Ελληνική Ποίηση», εκδ. «Σοκόλη»)
Στο Αγρίνιο με τη «Λαϊκή Σκηνή» του ΕΛΑΣ. Ο Γ. Κοτζιούλας τρίτος στην πίσω σειρά (Πηγή φωτ.: Κώστα Στεργιόπουλου, «Η Ελληνική Ποίηση», εκδ. «Σοκόλη»)

Α. Ι.


Γιώργος Σκαμπαρδώνης
«ΠΟΛΥ ΒΟΥΤΥΡΟ ΣΤΟ ΤΟΜΑΡΙ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ»

εκδ. «Κέδρος»

Ο Μάης του 1963 είναι σημαντικός για τη σύγχρονη ελληνική ιστορία: Στις 22 του μήνα, στη Θεσσαλονίκη, από έναν εσμό παρακρατικών που είχαν στενότατες διασυνδέσεις με τους πιο επίσημους μηχανισμούς του ελληνικού μετεμφυλιακού κράτους (χωροφυλακή και στρατό), αλλά και με τις ξένες μυστικές υπηρεσίες, δολοφονείται ο βουλευτής της ΕΔΑ και στέλεχος του φιλειρηνικού κινήματος, Γρηγόρης Λαμπράκης.

Τη λογοτεχνική αποτύπωση αυτής της δολοφονίας έχουμε γνωρίσει μέσα από το βιβλίο «Ζ», του Βασίλη Βασιλικού. Το 2006, ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας και δημοσιογράφος Γιώργος Σκαμπαρδώνης έδωσε, μέσα από τις εκδόσεις «Κέδρος», τη δική του λογοτεχνική ματιά στο μυθιστόρημά του «Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου». Ο συγγραφέας περιγράφει όσα συνέβησαν στην πόλη της Θεσσαλονίκης λίγες μέρες πριν τη δολοφονία Λαμπράκη όχι ακριβώς όπως έγιναν, αλλά όπως θα μπορούσαν να έχουν γίνει. Δεν εννοούμε με αυτό ότι δείχνει μία εκδοχή της πραγματικότητας που δεν υπήρξε, αλλά, αντίθετα, ότι επιχειρεί μία διερεύνηση στα όσα δε γράφτηκαν ποτέ στις εφημερίδες, δεν αναδείχτηκαν ούτε μέσα από την ανακριτική διαδικασία για τη δολοφονία Λαμπράκη.

Το πραγματικό γεγονός: Οι ίδιοι παρακρατικοί που εκτέλεσαν τη δολοφονία Λαμπράκη συμμετείχαν, λίγες μέρες πριν, σε έναν άτυπο μηχανισμό περιφρούρησης του Γάλλου Προέδρου, στρατηγού Ντε Γκωλ, που επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη. Πάνω σ' αυτόν τον πραγματικό καμβά, κεντά ο Σκαμπαρδώνης το μυθιστόρημά του: Οι μυστικές υπηρεσίες του ελληνικού κράτους αναλαμβάνουν, σε συνεργασία με τους παρακρατικούς, τη φρούρηση του Ντε Γκωλ: Παράλληλα, ο άτυπος υπαρχηγός των εν λόγω υπηρεσιών έχει στενές διασυνδέσεις με τον αμερικάνικο παράγοντα και την αντικομμουνιστική οργάνωση «Κόκκινη Προβιά». Ο στόχος του είναι η δολοφονία του Γάλλου ηγέτη, ώστε να επιτευχθούν ταυτόχρονα δύο στόχοι: Η διάρρηξη οποιασδήποτε δυνατότητας προσανατολισμού της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής προς το γαλλικό παράγοντα και η απόδοση της δολοφονίας στους κομμουνιστές και στην ΕΔΑ. Τελικά, το σχέδιο αποτυγχάνει και οι μηχανισμοί, επίσημοι και ανεπίσημοι, της αστικής τάξης και των συμμάχων της στρέφονται προς τον επόμενο στόχο τους, τον Γρηγόρη Λαμπράκη.

Το μυθιστόρημα είναι βέβαια πολιτικό, αλλά οι άνθρωποι που περιγράφει ο συγγραφέας έχουν λογοτεχνικό κύρος: Είναι εκφραστές συγκεκριμένης κοινωνικής τάξης και συγκεκριμένων συμφερόντων, που καθορίζουν, πέρα από σχηματοποιήσεις, και τις προσωπικές τους συμπεριφορές. Εξαιρετικές είναι οι περιγραφές των παρακρατικών: Μια πραγματική «Αυλή των Θαυμάτων», άνθρωποι ξεπεσμένοι από την ίδια τους την τάξη, που μισθώνονται στην υπηρεσία των αντιπάλων της. Ακραία φτώχεια, ακραία αποκλίνουσες συμπεριφορές, ακραία αλλοιωμένη συνείδηση: Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά ενός μικρόκοσμου, που αποτυπώνει, με το λογοτεχνικά αρτιότερο τρόπο, τις ιδιότητες που αποδίδει στο λούμπεν προλεταριάτο ο Μαρξ, στο κλασικό του έργο «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη».

Ο Σκαμπαρδώνης θέτει ορισμένους ιστορικούς και πολιτικούς προβληματισμούς: Ποια είναι τα όρια ανεξαρτησίας κίνησης του ελληνικού κρατικού μηχανισμού στη δεκαετία του '60, σε σχέση με τις επιλογές των μεγάλων ιμπεριαλιστικών κέντρων, ιδιαίτερα των ΗΠΑ; Πώς εκδηλώνεται η διαπάλη των ίδιων αυτών ιμπεριαλιστικών κέντρων στο ελληνικό έδαφος και στην ελληνική πολιτική ζωή; Τι συμβαίνει μέσα στο ίδιο το ελληνικό λαϊκό κίνημα; Πώς εκφράζεται η σχέση του παράνομου - την εποχή εκείνη - ΚΚΕ, με την ΕΔΑ, μέσα από τις γραμμές της οποίας δρουν οι κομμουνιστές; Οσον αφορά αυτήν την τελευταία διάσταση, βλέπουμε εντελώς κριτικά την τοποθέτηση του συγγραφέα, που δεν αποδέχεται την όποια προσπάθεια των κομμουνιστών να διατηρήσουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία τους μέσα στο συμμαχικό σχήμα.

Η αισιόδοξη νότα στη γενική αδιέξοδη ατμόσφαιρα του βιβλίου έρχεται από την πιο απροσδόκητη πλευρά. Η γυναίκα του διοικητή της ΚΥΠ, κόρη παλιού Μακρονησιώτη, που προχώρησε στο συγκεκριμένο γάμο μετά από πίεση της μάνας της, για να γλιτώσει από τη φτώχεια, μετά από μια μακρόχρονη περιπλάνηση σε σαθρές προσωπικές επιλογές, κάνει μια προσπάθεια να ξαναβρεί την αξιοπρέπειά της, μελετώντας ένα ...βιβλίο Γεωμετρίας: Το βιβλίο που της έκανε δώρο ο πατέρας της σαν έκφραση της επιθυμίας του να σπουδάσει... Να υποθέσουμε ότι αυτό είναι ένα βήμα προς την επανάκτηση μιας λαϊκής αγωνιστικής συνείδησης;

Εν τέλει, ένα βιβλίο που ο αναγνώστης θα πρέπει να δει με κριτικό μάτι, αλλά που, από την άλλη πλευρά, αξίζει να διαβάσει, να απολαύσει την αναμφισβήτητη δύναμη γραφής του Σκαμπαρδώνη και να στοχαστεί πάνω στα πολιτικά ζητήματα που θέτει.


Δώρα Μόσχου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ