Ο εργασιακός ηρωισμός είναι άξιος όχι λιγότερης προσοχής απ' ό,τι ο ηρωισμός στο μέτωπο, τόνιζε ο Λένιν. Σ' αυτόν τον ηρωισμό αναφέρεται το άρθρο «Η Μεγάλη Πρωτοβουλία» με το οποίο ο Λένιν αναλύει ολόπλευρα τη σημασία των κομμουνιστικών Σαββάτων. Οι εξορμήσεις αυτές, υπογράμμιζε, αποτέλεσαν την αρχή της ριζικής ανατροπής στη συνείδηση των ανθρώπων, ανατροπής πιο δύσκολης, πιο ουσιαστικής, πιο αποφασιστικής από την ανατροπή της αστικής τάξης, «γιατί αυτό σημαίνει νίκη ενάντια στην ίδια μας την αδράνεια, τη χαλαρότητα, το μικροαστικό εγωισμό, ενάντια στις συνήθειες εκείνες που κληρονόμησε στον εργάτη και στον αγρότη ο καταραμένος καπιταλισμός».
Σαν συμβολή στη συζήτηση για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε ο «Ρ» παρουσιάζει σήμερα ένα απόσπασμα από τις πρώτες σελίδες αυτού του άρθρου.
Για τον ηρωισμό των εργατών στα μετόπισθεν, από αφορμή τα «Κομμουνιστικά Σάββατα»
Είναι φυσικό και αναπόφευκτο τον πρώτο καιρό ύστερα από την προλεταριακή επανάσταση να μας απασχολεί περισσότερο το κύριο και βασικό καθήκον, η υπερνίκηση της αντίστασης της αστικής τάξης, η νίκη πάνω στους εκμεταλλευτές, η καταστολή των συνωμοσιών τους (...) Δίπλα όμως σ' αυτό το καθήκον προβάλλει εξίσου αναπόφευκτα - και όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο - το πιο ουσιαστικό καθήκον της θετικής κομμουνιστικής οικοδόμησης, της δημιουργίας νέων οικονομικών σχέσεων, μιας νέας κοινωνίας.
Αυτή η νέα πειθαρχία δεν πέφτει από τον ουρανό και δεν είναι προϊόν ευσεβών πόθων. Γεννιέται και αναπτύσσεται μέσα από τους υλικούς όρους της μεγάλης καπιταλιστικής παραγωγής, και μόνο από αυτούς. Χωρίς αυτούς, είναι αδύνατο να γεννηθεί. Φορέας, όμως, αυτών των υλικών όρων ή εκείνος που τους πραγματοποιεί είναι μια καθορισμένη ιστορική τάξη, που δημιουργήθηκε, οργανώθηκε, συσπειρώθηκε, διαπαιδαγωγήθηκε, μορφώθηκε, ατσαλώθηκε από το μεγάλο καπιταλισμό. Η τάξη αυτή είναι το προλεταριάτο.
Η δικτατορία του προλεταριάτου, αν μεταφράσουμε αυτή τη λατινική, επιστημονική, ιστορικο-φιλοσοφική έκφραση σε πιο απλή γλώσσα, σημαίνει τούτο δω:
Μόνο μια καθορισμένη τάξη, και ακριβώς οι εργάτες της πόλης και γενικά οι εργοστασιακοί, οι βιομηχανικοί εργάτες, είναι σε θέση να καθοδηγήσουν όλη τη μάζα των εργαζομένων και των εκμεταλλευομένων στον αγώνα για την ανατροπή του ζυγού του κεφαλαίου, στην πορεία της ίδιας της ανατροπής, στον αγώνα για τη διατήρηση και τη στερέωση της νίκης, στο έργο της δημιουργίας ενός νέου σοσιαλιστικού κοινωνικού καθεστώτος, σε όλο τον αγώνα για την ολοκληρωτική κατάργηση των τάξεων. (...)
θα ήταν η πιο κούφια φράση ή θα ήταν μια αυταπάτη ενός προκατακλυσμιαίου, προμαρξιακού σοσιαλιστή, να νομίζουμε ότι όλοι οι "εργαζόμενοι" είναι εξίσου ικανοί για μια τέτοια δουλιά. Γιατί αυτή η ικανότητα δε δίνεται μόνη της, μα γεννιέται ιστορικά και γεννιέται μόνο μέσα από τους υλικούς όρους της μεγάλης καπιταλιστικής παραγωγής. Αυτή την ικανότητα, στην αρχή του δρόμου από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, την κατέχει μόνο το προλεταριάτο. Αυτό είναι σε θέση να εκπληρώσει το γιγάντιο καθήκον που πέφτει πάνω του, πρώτα, γιατί είναι η πιο δυνατή και η πιο πρωτοπόρα τάξη στις πολιτισμένες κοινωνίες. Δεύτερο, γιατί στις πιο αναπτυγμένες χώρες αποτελεί την πλειοψηφία του πληθυσμού. Τρίτο, γιατί στις καθυστερημένες καπιταλιστικές χώρες, όπως η Ρωσία, η πλειοψηφία του πληθυσμού ανήκει στο μισοπρολεταριάτο, δηλαδή αποτελείται από ανθρώπους που ένα μέρος του χρόνου ζουν μόνιμα σαν προλετάριοι και βγάζουν το ψωμί τους, ως ένα βαθμό με τη μισθωτή δουλιά στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις.
Η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού - και πολύ περισσότερο του εργαζόμενου πληθυσμού - σε οποιαδήποτε καπιταλιστική χώρα, μαζί και στη Ρωσία, δοκίμασε χιλιάδες φορές πάνω της και πάνω στους δικούς της το ζυγό του κεφαλαίου, τις ληστείες του και κάθε λογής εξευτελισμούς. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος - δηλαδή η σφαγή δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων για να λυθεί το πρόβλημα, αν το αγγλικό ή το γερμανικό κεφάλαιο θα αποκτήσει τα πρωτεία στην καταλήστευση όλου του κόσμου - όξυνε ασυνήθιστα, πλάτυνε και βάθυνε αυτές τις δοκιμασίες και έσπρωξε τον κόσμο να τις κατανοήσει. Από δω βγαίνει και η αναπόφευκτη συμπάθεια που δείχνει το προλεταριάτο, η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού και ιδιαίτερα η μάζα των εργαζομένων, γιατί το προλεταριάτο με ηρωικό θάρρος και επαναστατική αδιαλλαξία ανατρέπει το ζυγό του κεφαλαίου, ανατρέπει τους εκμεταλλευτές, πνίγει την αντίστασή τους και με το αίμα του ανοίγει το δρόμο για τη δημιουργία μιας νέας κοινωνίας, όπου δε θα υπάρχει θέση για τους εκμεταλλευτές.
Οσο μεγάλοι και όσο αναπόφευκτοι και αν είναι οι μικροαστικοί δισταγμοί και ταλαντεύσεις προς τα πίσω, στο αστικό "καθεστώς", κάτω από τις "φτερούγες" της αστικής τάξης, ταλαντεύσεις και δισταγμοί που δείχνουν οι μη προλεταριακές και μισοπρολεταριακές μάζες του εργαζόμενου πληθυσμού, οι μάζες αυτές δεν μπορούν να μην αναγνωρίσουν το ηθικό - πολιτικό κύρος του προλεταριάτου, που όχι μόνο ανατρέπει τους εκμεταλλευτές και πνίγει την αντίστασή τους, μα και οικοδομεί επίσης νέες, ανώτερες κοινωνικές σχέσεις, κοινωνική πειθαρχία: Την πειθαρχία των συνειδητών και ενωμένων εργατών, που δεν ξέρουν κανένα ζυγό και καμιά εξουσία πάνω τους, εκτός από την εξουσία της δικής τους συνένωσης και της δικής τους πιο συνειδητής, τολμηρής, συσπειρωμένης, επαναστατικής, σταθερής πρωτοπορίας.
Αυτό το δεύτερο καθήκον είναι πιο δύσκολο από το πρώτο, γιατί σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να λυθεί με τον ηρωισμό μιας μεμονωμένης έκρηξης ενθουσιασμού, αλλά απαιτεί τον πιο μακρόχρονο, τον πιο επίμονο, τον πιο δύσκολο ηρωισμό μιας μαζικής και καθημερινής δουλιάς. Αυτό όμως το καθήκον είναι και πιο ουσιαστικό από το πρώτο, γιατί, σε τελευταία ανάλυση, η πιο βαθιά πηγή δύναμης για τις νίκες ενάντια στην αστική τάξη και η μοναδική εγγύηση ότι οι νίκες αυτές θα είναι σταθερές και αναφαίρετες μπορεί να είναι μόνο ο νέος, ο πιο ανώτερος τρόπος κοινωνικής παραγωγής, η αντικατάσταση της καπιταλιστικής και της μικροαστικής παραγωγής με τη μεγάλη σοσιαλιστική παραγωγή».
(Αποσπάσματα από το άρθρο του Λένιν «Η Μεγάλη Πρωτοβουλία», που γράφτηκε στις 28 Ιούνη του 1919 και είχε υπότιτλο «για τον ηρωισμό των εργατών στα μετόπισθεν, από αφορμή τα "Κομμουνιστικά Σάββατα"», «Απαντα» τ. 39, σελ. 13-18, έκδοση «Σύγχρονη Εποχή»)