ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 16 Απρίλη 2000
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Δρομολογούνται ακόμα πιο αντιδραστικά μέτρα

Οσοι υποστηρίζουν πως υπάρχει αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό, μετά τις εκλογές της προηγούμενης Κυριακής, έχουν δίκιο. Αρκεί να συμπληρώνουν στην παραπάνω διαπίστωση ότι οι όποιες αλλαγές συνδέονται με τη δρομολόγηση νέων, ακόμα πιο αντιλαϊκών και αντιδραστικών μέτρων και πολιτικών.

Οι κομμουνιστές θα μπορούσαν, στηριζόμενοι στο σύνολο των εκτιμήσεων που έκαναν και σε καιρούς άσχετους με την προεκλογική περίοδο, να πουν... «εμείς σας τα λέγαμε». Το θέμα, ωστόσο, δεν είναι αυτό. Εκείνο που χρειάζεται είναι άμεσα, χωρίς χρονοτριβή, με συνέπεια και αποφασιστικότητα, να συνεχίσουμε να αποκαλύπτουμε το περιεχόμενο της πολιτικής που χαράσσει η κυβέρνηση. Μια πολιτική, οι κεντρικοί άξονες της οποίας δε θα διαμορφωθούν τώρα, ούτε θα ακολουθήσουν κάποια παράλληλη πορεία με το λαϊκό αίσθημα και τις ανάγκες των εργαζομένων. Κι όταν λέμε λαϊκό αίσθημα, δεν εννοούμε βέβαια αυτό που εκφράστηκε με το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά με τις αγωνίες και τα διογκούμενα προβλήματα, που αντιμετωπίζει η μέση ελληνική οικογένεια. Οι πολίτες, δηλαδή, που ζουν από την εργασία τους, όταν αυτή υπάρχει, και οι οποίοι, ανεξάρτητα από την εικόνα που έδειξαν οι κάλπες, δεν έχουν να περιμένουν απολύτως τίποτα από τις εφαρμοζόμενες πολιτικές. Είτε αυτές προωθηθούν από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, είτε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία είχε γείρει προς την πλευρά της ΝΔ.

Δεδομένες προτεραιότητες

Η πορεία προς την ΟΝΕ και οι κυβερνητικές προτεραιότητες, όπως παρουσιάστηκαν ακόμα και στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, επιβεβαιώνουν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο ότι πρωταρχικός και κυρίαρχος στόχος είναι η «εντατικοποίηση» της πολιτικής των αναδιαρθρώσεων. Επιτάχυνση, δηλαδή, του συνόλου της πολιτικής που ακολουθούν εδώ και χρόνια οι κυβερνώντες, σε αγαστή συνεργασία με τα επιτελεία των Βρυξελλών, και η οποία κινείται προς μία και μοναδική κατεύθυνση: Την πολιτικοϊδεολογική επιβολή και νομοθετική προώθηση ενός συνόλου συντονισμένων και αλληλοσυμπληρούμενων μέτρων για εξασφάλιση των προϋποθέσεων που απαιτούνται στις σύγχρονες συνθήκες, ώστε να διευρύνεται με προοδευτικά μεγαλύτερους ρυθμούς η οικονομική - και όχι μόνο - κυριαρχία της άρχουσας τάξης σε όλα τα επίπεδα της πολιτικοοικονομικής και κοινωνικής ζωής. Η μέθοδος που έχει επιλεγεί για την υλοποίηση αυτού του στόχου είναι επίσης μία και μοναδική: Η πλήρης ανατροπή των λαϊκών κατακτήσεων και η κατάργηση των τελευταίων εστιών «κοινωνικής προστασίας», με την ταυτόχρονη παραχώρηση στους εκπροσώπους του κεφαλαίου του συσσωρευμένου πλούτου της ελληνικής κοινωνίας. Σ' αυτή την τροχιά πορεύτηκαν οι κυβερνήσεις ολόκληρης της προηγούμενης δεκαετίας, σ' αυτό το «μονόδρομο» επιδεικνύει την όποια αποφασιστικότητά της και η τωρινή.

Με δεδομένο ότι οι γενικοί άξονες της πολιτικής, που θα κληθεί να αντιμετωπίσει το σύνολο του ελληνικού λαού, είναι γνωστοί, εκείνο που μένει να μάθουμε τις επόμενες μέρες, από τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, είναι λεπτομέρειες και χρονοδιαγράμματα. Τα κύρια μέτωπα στα οποία καλείται η κυβέρνηση να δώσει τις τωρινές, μετα-ΟΝΕ εξετάσεις της στο μεγάλο - ξένο και ντόπιο - κεφάλαιο, καταγράφονται με χαρακτηριστικό τρόπο στην πρόσφατη γνωμοδότηση του Συμβουλίου της ΕΕ για την Ελλάδα. Πρόκειται για «δημοσιονομική και εισοδηματική πολιτική», που πρέπει να ενισχύσει τον «αντιπληθωριστικό της προσανατολισμό» και κυρίως για επιβολή των «αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, ώστε να ενισχυθούν οι ανταγωνιστικές συνθήκες και η ορθή λειτουργία των αγορών εργασίας, αγαθών και κεφαλαίων».

Η πρώτη δέσμη των παραπάνω μέτρων συνδέεται με τον πρώτο κύκλο κατανομής και ανακατανομής των εισοδημάτων και αφορά την εισοδηματική και δημοσιονομική πολιτική.

Πολιτικές οικονομικής αφαίμαξης

Στο κεφάλαιο εισοδηματική πολιτική, οι εργαζόμενοι του δημοσίου οφείλουν να περιοριστούν στις «αυξήσεις» του... μισού κιλού ψωμιού. Οι συνάδελφοί τους στον ιδιωτικό τομέα μέχρι στιγμής παρακολουθούν τις «διαπραγματεύσεις» που βρίσκονται σε εξέλιξη ανάμεσα στην ηγεσία της ΓΣΕΕ με τον ΣΕΒ. Πάντως, σ' αυτό τον τομέα ήδη έχει δοθεί μια πρώτη απάντηση για τις προοπτικές της υπογραφής της νέας Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας. Ο ΣΕΒ στις 22 του Μάρτη απαντούσε αρνητικά στο αίτημα για αυξήσεις 5% και συμπλήρωνε: «Εάν οι εργαζόμενοι επιμένουν στο 5% που ζητούν, τότε να ζητήσουμε την παρέμβαση του κράτους, ώστε να μειώσει την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων κατά ένα ποσοστό». Πρόκειται για μια αξίωση του ΣΕΒ, που λίγες μέρες μετά έγινε πλήρως αποδεκτή από το ΠΑΣΟΚ, μέσω της σχετικής πρωθυπουργικής εξαγγελίας για χρηματοδότηση των ασφαλιστικών εισφορών όσων αμείβονται με το κατώτατο μεροκάματο. Η ουσία των διεργασιών είναι ότι ακόμα κι αν δοθούν κάποιες αυξήσεις, αυτές θα είναι αποτέλεσμα της... κρατικής παρέμβασης (και κατ' επέκταση επιβάρυνσης) και όχι αυξήσεις που θα δώσουν οι μεγαλοεπιχειρηματίες, οι οποίοι κατά τ' άλλα εμφανίζονται ως δογματικοί πολέμιοι των κρατικών παρεμβάσεων...

Στα ζητήματα της φορολογικής πολιτικής ο χάρτης έχει ξεκαθαριστεί από τις αρχές ακόμα του Μάρτη. Τότε που υποτίθεται πως ανακοινώθηκαν τα μέτρα φοροελαφρύνσεων για τους εργαζόμενους, αλλά στην πραγματικότητα παρουσιάστηκε μια δέσμη μέτρων παραπέρα έντασης του αντιλαϊκού χαρακτήρα του φορολογικού συστήματος. Απόδειξη για του λόγου το αληθές και για τον τρόπο που η κυβέρνηση ενισχύει και μέσω των φορολογικών μέτρων τους «έχοντες και κατέχοντες» είναι οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις που προβλέπουν: Πρώτον: Σταδιακή μείωση του ανώτερου συντελεστή φορολογίας από 45% που είναι σήμερα στο 40%. Δεύτερον: Σταδιακή μείωση του συντελεστή φορολόγησης των μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Ανώνυμων Εταιριών. Τρίτον: Θέσπιση φορολογικών ελαφρύνσεων για τις συγχωνεύσεις επιχειρήσεων. Τέταρτον: Κατάργηση του Ειδικού Φόρου Τραπεζικών Εργασιών από 1/1/2001 κλπ. Σαν... κερασάκι σε όλα αυτά η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει, τουλάχιστον έξι φορές από τον προηγούμενο Σεπτέμβρη, την κολοβή και νόθα «τιμαριθμοποίηση» της φορολογικής κλίμακας, που θα ισχύσει μάλιστα σε δύο ετήσιες δόσεις.

Για την αντίπερα όχθη των δημόσιων οικονομικών, δηλαδή τις δημόσιες δαπάνες, ο Γ. Παπαντωνίου δεν άφησε το παραμικρό ενδεχόμενο παρερμηνειών. Κατά την εκ νέου ανάληψη των καθηκόντων του την Τετάρτη που πέρασε, είπε ξεκάθαρα ότι «οι δαπάνες θα συνεχίσουν να περικόπτονται με την ίδια επιμονή και αποτελεσματικότητα». Οταν μιλάμε βέβαια για περικοπές, οι πάντες καταλαβαίνουν - και οι κυβερνώντες δεν κρύβουν - πως αφορούν σε δαπάνες κοινωνικού χαρακτήρα. Το γεγονός ότι οι απολογητές της κυβερνητικής πολιτικής υποστηρίζουν πως οι δαπάνες που αφορούν τομείς όπως η Παιδεία, η Υγεία, η Κοινωνική Πρόνοια αυξάνονται, στηρίζεται σε μια πολύ απλή στατιστική κομπίνα. Αντί να κουβεντιάζουν για τις δημόσιες δαπάνες σ' αυτούς τους τομείς, παρουσιάζουν και συζητούν για τη «συνολική δαπάνη της οικονομίας». Δηλαδή, συνυπολογίζουν και αθροίζουν τόσο τις δημόσιες δαπάνες τόσο και τις δαπάνες οι οποίες γίνονται από τους εργαζόμενους που πληρώνουν για να καλύψουν τις σχετικές τους ανάγκες. Ετσι, αποφεύγουν να μιλήσουν για το ποσοστό των δημόσιων δαπανών που «πέφτει» και προβάλλουν το άθροισμα της δαπάνης, που, λόγω της εισβολής του ιδιωτικού κεφαλαίου σ' αυτούς τους τομείς και των σχετικών πληρωμών των εργαζομένων, αυξάνεται συνεχώς.

Ο μεγάλος εφιάλτης

Ο μεγάλος εφιάλτης πάντως για το σύνολο των εργαζομένων αναμένεται να έρθει από την άλλη δέσμη των κατευθύνσεων, που δίνονται από την ΕΕ και συγκεκριμένα από την περιβόητη «ορθή λειτουργία των αγορών». Εδώ συγκαταλέγονται τα μέτρα για την αποδιάρθρωση και διάλυση του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, οι ρυθμίσεις για ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και χρόνου εργασίας και - φυσικά - οι ιδιωτικοποιήσεις, δηλαδή η ολοκλήρωση των διαδικασιών ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας και η παράδοση ολόκληρων κλάδων - όπως οι επικοινωνίες και η ενέργεια - στο ιδιωτικό κεφάλαιο και τις πολυεθνικές. Από κοντά και τα μέτρα που αποβλέπουν στη μείωση του αγροτικού πληθυσμού και στην εισαγωγή του μεγάλου κεφαλαίου στην αγροτική οικονομία.

Στο χώρο της αγροτικής πολιτικής αυτό που προβάλλουν με κάθε ευκαιρία οι «μονοδρομιστές» της ΟΝΕ είναι τα 12 τρισεκατομμύρια που υποτίθεται πως θα δοθούν μέχρι το 2007 για την ανάπτυξη της υπαίθρου. Εδώ πολλά θα μπορούσαν να απαντηθούν στους προεκλογικούς καιροσκοπισμούς και στον αποπροσανατολισμό που υπήρξε όλο αυτό το διάστημα. Η ουσία, πάντως, όπως οι ίδιοι οι αγρότες τη γνωρίζουν πολύ καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο, είναι η εξής: Στα περιβόητα αυτά τρισεκατομμύρια συνυπολογίζονται όλα τα ποσά που θα δοθούν για την επέκταση του οδικού δικτύου, όπως επίσης και μη υπολογισμένος ακόμα όγκος κεφαλαίων που προορίζονται για την ενίσχυση μεγαλοεπιχειρηματιών, ή υποψήφιων επιχειρηματιών, οι οποίοι θα θελήσουν να δραστηριοποιηθούν στην αγροτική οικονομία. Στην πραγματικότητα θα πρόκειται για επιχειρήσεις που στην πλειοψηφία τους θα στηρίζονται στην εκμετάλλευση -ακόμα πιο άγρια και από τη σημερινή - του αγροτικού πληθυσμού, μέσα από συστήματα μαζικής συγκέντρωσης της παραγωγής και αξιοποίησής της σε καθετοποιημένες μονάδες που προγραμματίζεται να δημιουργηθούν γι' αυτό το σκοπό. Οι αγρότες άλλωστε γνωρίζουν ότι η «Ατζέντα 2000» προβλέπει για το διάστημα 2000-2006 όχι μόνο «πάγωμα» αλλά και μείωση των τιμών και των επιδοτήσεων στα αγροτικά προϊόντα. Από αυτή την άποψη δεν είναι τυχαία ακόμα και τα επίσημα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το υπουργείο Γεωργίας πριν λίγες βδομάδες τα οποία προβλέπουν μείωση της απασχόλησης στη γεωργία κατά 7,84% για το διάστημα 1998-2007.

Τα ψευτοεπιχειρήματα που προβάλλονται για να δικαιολογηθούν τα διάφορα αντιλαϊκά μέτρα και τα οποία συνεχώς αναφέρονταν στα περί ανταγωνιστικότητας, είναι το περιτύλιγμα και για όσα ετοιμάζονται για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων. Αυτό που ομολογείται από όλες τις πλευρές είναι ότι οι ρυθμίσεις θα αφορούν σε αλλαγές στα όρια ηλικίας για τη συνταξιοδότηση, στο ύψος των συντάξεων, στα μεγέθη των ασφαλιστικών εισφορών κ.ο.κ. Κυρίαρχη λογική των επερχόμενων αλλαγών είναι πως όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι φτάνουν σε ηλικία συνταξιοδότησης και - για κακή τους τύχη - ζούνε και μερικά χρόνια εισπράττοντας σύνταξη. Ολα αυτά θεωρούνται απαράδεκτα και ως εκ τούτου πρέπει να αλλάξουν άρδην, στο όνομα της... βιωσιμότητας των Ταμείων. Ποιους θα αφορούν οι ρυθμίσεις; Το σύνολο των εργαζομένων και υποψήφιων συνταξιούχων, αλλά εκεί που ο εφιάλτης θα ριζώσει για όλα τα επερχόμενα χρόνια θα είναι για τους νέους εργαζόμενους και για όσους, κατά την κυβέρνηση, δεν έχουν ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα. Οπως έχει αφήσει να εννοηθεί ο πρωθυπουργός, αυτοί είναι «οι σημερινοί εργαζόμενοι ηλικίας 20, 30 και 40 χρόνων»...

Η παραχώρηση κερδοφόρων μονάδων της οικονομίας στο μεγάλο κεφάλαιο είναι η πολιτική που δογματικά επιβλήθηκε από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας. Στόχος της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ είναι να διατηρήσει τον τίτλο του πρωταθλητή στο ξεπούλημα, αφού οι δικές του κυβερνήσεις ήταν που άνοιξαν τον «ασκό του Αιόλου» για την ιδιωτικοποίηση δεκάδων τραπεζών, επιχειρήσεων και δημόσιων οργανισμών. Σ' αυτή τη φάση, μάλιστα, στις άμεσες προτεραιότητες είναι η παράδοση ολόκληρων κλάδων όπως των τηλεπικοινωνιών, της ηλεκτρικής ενέργειας και ορισμένων μεταφορών-συγκοινωνιών κ.ο.κ.

Οι κατευθύνσεις της κυβερνητικής πολιτικής δεν πρόκειται να χαραχτούν τώρα. Ούτε διαμορφώθηκαν την προεκλογική περίοδο που διανύσαμε. Είναι προδιαγεγραμμένες, τουλάχιστον από τον καιρό που οι κυβερνώντες, με τη στήριξη ή την ανοχή της αξιωματικής αντιπολίτευσης και άλλων πολιτικών δυνάμεων, υιοθέτησαν την πορεία προς την ΟΝΕ ως μονόδρομο και «εθνικό στόχο». «Πρώτη» πιο συγκεκριμένη γεύση για τα επερχόμενα μέτρα αναμένεται να πάρουμε τις επόμενες μέρες κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων. Από εκεί και πέρα, το λόγο θα τον έχουν οι εργαζόμενοι και όλοι όσοι θα συνειδητοποιήσουν και θα αντιληφθούν ότι θίγονται από αυτά.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ