ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Μάρτη 2008
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ανατροπή και «ανατροπή»

Παπαγεωργίου Βασίλης

Ξεκκινώντας από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, οι αναλυτές και στελέχη των άλλων κομμάτων κάνουν λόγο για ανατροπή του λεγόμενου πολιτικού σκηνικού, που διαφαίνεται ή και συντελείται.

Μακάρι να ήταν έτσι τα πράγματα. Μακάρι να είχαμε φθάσει στην ανατροπή του πολιτικού συστήματος, ή τουλάχιστον να είχε διαμορφωθεί ένα ισχυρό πολιτικό κίνημα που θα κατέτεινε στην ανατροπή.

Ομως τα πράγματα είναι ακόμα διαφορετικά, με αποτέλεσμα τα περί ανατροπής να συνιστούν ταχυδακτυλουργία, αλλιώς συγκάλυψη συνειδητή αυτών που συμβαίνουν στην πραγματικότητα.

Αν είχε αρχίσει να κορυφώνεται η πορεία για την ανατροπή, αυτή τη στιγμή θα βρίσκονταν στους δρόμους εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, αυτοαπασχολούμενοι και μικρομεσαίοι αγρότες, για να μην περάσουν τα νέα αντιασφαλιστικά μέτρα, για να μην αναγνωριστεί το Κόσσοβο, για να φύγει η Ελλάδα από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς.

Αν είχε αρχίσει να κορυφώνεται η πορεία προς την ανατροπή, χιλιάδες εργοστάσια θα βρίσκονταν υπό κατάληψη για τις συλλογικές συμβάσεις, για λαϊκή κατοικία, αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Παιδεία, Υγεία και Πρόνοια, για κατάργηση των ελαστικών μορφών εργασίας, για να γίνει ο παραγόμενος πλούτος λαϊκή περιουσία.

Και φυσικά, αυτό το πελώριο κίνημα, θα είχε σε σημαντικό βαθμό την αντανάκλασή του και στις κάλπες, υπέρ του ΚΚΕ.

Αυτά, ωστόσο, καθώς και πολλά άλλα παρόμοια, δε συμβαίνουν ακόμα, ενώ δεν έχει «σκάσει μύτη» και κάτι επιπλέον που θα βλέπαμε αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά από ό,τι είναι: Τις ανοιχτές απειλές των ντόπιων και των ξένων αστικών δυνάμεων, το χυδαίο και λιγότερο χυδαίο αντικομμουνισμό, την ανοιχτή ιδεολογική τρομοκρατία. Σε τέτοια περίπτωση, όλα τα δημοσιογραφικά και πολιτικά τσιράκια του κεφαλαίου θα άφριζαν μέρα νύχτα στις TV, για τη δημοκρατία και την ελευθερία που κινδυνεύουν!...

Τι συντελείται σήμερα στην πραγματικότητα; Καταρχάς, όσον αφορά στις τάσεις της στιγμής, εμφανίζεται μία μεγαλύτερη αποδυνάμωση του δικομματισμού από εκείνη που εκφράστηκε στις βουλευτικές εκλογές του προηγούμενου Σεπτέμβρη. Αυτό το γεγονός είναι θετικό και πρέπει βεβαίως να συνεχιστεί με ακόμα πιο γρήγορους ρυθμούς και μαζικά.

Ταυτόχρονα υπάρχει μία συνεχώς αυξανόμενη δυσαρέσκεια, ακόμα και σε ψηφοφόρους που δεν έχουν αποστασιοποιηθεί από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Διευρύνεται ο κύκλος εκείνων που συνειδητοποιούν ότι η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ δεν αλλάζουν, ο κύκλος εκείνων που έχουν πάψει να ελπίζουν.

Αυτά όλα συνιστούν θετικές διεργασίες, όχι όμως και επαρκείς προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός άλλου τοπίου, ενός τοπίου ριζοσπαστικοποιημένων συνειδήσεων, όπου ο συσχετισμός των δυνάμεων αλλάζει ουσιαστικά και σε βάθος, προσθέτοντας στο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα νέες και πολυπληθείς στρατιές αγωνιστών που οραματίζονται τη λαϊκή εξουσία και δίνουν τη μάχη γι' αυτή σε καθημερινή βάση, παντού, οργανωμένα και με ταξικό μίσος για τους αίτιους και τις αιτίες των λαϊκών συμφορών όπου Γης και στην Ελλάδα.

Βεβαίως, θα ήταν σοβαρό λάθος αν παρέλειπε κάποιος μία σημαντική εξέλιξη: Το γεγονός ότι το ΚΚΕ αυξάνει την πολιτική επιρροή του. Ακόμα περισσότερο ότι αυξάνει η απήχηση της επιβεβαιωμένης πολιτικής του, το κύρος του, η συμβολή του στην ανάπτυξη της εργατικής και λαϊκής πάλης, η αναγνώριση της προσφοράς του και από εργαζόμενους που δε βρίσκονται στην πολιτική επιρροή του. Ολα αυτά εκφράζονται σήμερα, λίγους μήνες μετά τις εκλογές, σε μεγαλύτερο βαθμό απ' ό,τι εκδηλώθηκαν στις εκλογές με το 8,15% υπέρ του Κόμματος. Οι νέες δυνατότητες που υπάρχουν για το ΚΚΕ δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητες. Το αποδείχνει η καθημερινή επαφή των κομμουνιστών με το λαό. Το αποδείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.

Από την άλλη οι ίδιες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το μεγάλο μέρος της δυσαρέσκειας εκδηλώνεται υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.

Και μόνο αυτό θα ήταν αρκετό για να καταδειχτεί ότι δεν έχουμε να κάνουμε με κάποια ανατροπή του λεγόμενου πολιτικού σκηνικού, αλλά ότι, σε μεγάλο βαθμό, έχουμε να κάνουμε με αβαθείς μετακινήσεις εντός των τειχών, που απλώς τροποποιούν (αλλά δεν γκρεμίζουν) την υπάρχουσα διάταξη των κομμάτων του «ευρωμονόδρομου». Επομένως, εκείνο που συντελείται για την ώρα, είναι η αναδιάταξη του αστικού πολιτικού συστήματος.

Ακριβώς γι' αυτό το κεφάλαιο δεν ανησυχεί. Θα προτιμούσε, ασφαλώς, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ να μένουν αλώβητα. Θα προτιμούσε να συνεχίζεται αδιατάρακτη η δικομματική εναλλαγή, όπως συμβαίνει εδώ και περίπου 34 χρόνια. Από τη στιγμή, ωστόσο, που αυτό δεν είναι δυνατό να διαιωνίζεται, η πλουτοκρατία ετοιμάζει νέες «λύσεις»: Την ανασύνθεση του πολιτικού της συστήματος, αξιοποιώντας το ανάχωμα που ονομάζεται ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο στηρίζει με ισχυρές δυνάμεις και ο οποίος με τη σειρά του είναι πρόθυμος να συμβάλλει στην αναστήλωση της σοσιαλδημοκρατίας, όντας ο ίδιος ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με πινελιές ριζοσπαστικού «μακιγιάζ».

Το υπάρχον πολιτικό σύστημα είναι βαθιά ταξικό. Εκφράζει και υπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης, της τάξης που έχει στην ιδιοκτησία της τα μέσα παραγωγής και εκμεταλλεύεται την εργατική τάξη, που πουλάει την εργατική της δύναμη για να ζήσει, την ώρα που είναι ο παραγωγός όλου του πλούτου που υπάρχει. Ταυτόχρονα η αστική τάξη είναι εκείνη που καταπιέζει τα λαϊκά στρώματα. Αυτά τα συμφέροντα του κεφαλαίου διεκπεραιώνει και υπερασπίζει το πολιτικό του προσωπικό, με τα κόμματα που συγκροτεί, με το κράτος. Τα ίδια συμφέροντα στηρίζει στην πράξη και ο οπορτουνισμός.

Κατά συνέπεια, δε φτάνει καθόλου μόνο το να εγκαταλείπει κάποιος τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Για να είναι ουσιαστική η μετατόπιση και η αντίθεση στην πολιτική τους, πρέπει να εκφραστεί και με αντίθεση στην τάξη που εξουσιάζει, στην πλουτοκρατία. Πρέπει να εκφραστεί με τη συνειδητοποίηση της αλήθειας, ότι αν δεν καταδικαστεί η στρατηγική που υπηρετεί το κεφάλαιο, αν σε αυτή δεν αντιπαρατεθεί μαχητικά και πολύ μαζικά η στρατηγική της λαϊκής εξουσίας, απλώς θα ανακατεύεται η σούπα, θα δημιουργούνται ελπίδες που θα αποδείχνονται φρούδες, θα επανέρχεται η απογοήτευση.

Το θέμα, λοιπόν, δε βρίσκεται στη διαμόρφωση μιας απλής εναλλακτικής κυβερνητικής εξέλιξης, αλλά σε ριζικές αλλαγές στο επίπεδο της εξουσίας. Για ποιο λόγο και στόχο; Για να κοινωνικοποιηθούν τα βασικά και συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, για να λειτουργήσουν με κεντρικό σχεδιασμό και με τον εργατικό λαϊκό έλεγχο υπέρ των παραγωγών του πλούτου, να συγκροτηθεί ο παραγωγικός συνεταιρισμός των μικροπαραγωγών. Ετσι θα αντιμετωπιστούν οι λαϊκές ανάγκες.

Αν δεν κτυπηθούν τα κέρδη, αν η μάχη δε δίνεται στο πεδίο της οικονομίας, πώς θα αντιμετωπιστούν η ανεργία, η ακρίβεια, η κατοικία, γενικά η αξιοπρεπής ζωή; Είναι το ερώτημα στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ αποφεύγει να απαντήσει, ενώ φωνάζει για τη γενιά των 500 ευρώ!

Το ΚΚΕ δεν προτείνει στο λαό κάποιον εύκολο δρόμο, για τον απλούστατο λόγο ότι τέτοιος δρόμος δεν υπάρχει. Λέει καθαρά ότι ο συγκεκριμένος αγώνας θα είναι (είναι) δύσκολος. Μπορεί, ωστόσο, να είναι και θα είναι νικηφόρος. Και πάντως δεν περιέχει λιγότερες δυσκολίες και βάσανα η ζωή των λαών χρόνια και χρόνια.

Μόνο αυτός ο δρόμος είναι ρεαλιστικός για το λαό. Ολοι οι άλλοι, οι δήθεν ρεαλιστικοί δρόμοι, δοκιμάστηκαν και απέδωσαν υπέρ της πλουτοκρατίας. Και εδώ και σε άλλες χώρες.

Η πρόταση του ΚΚΕ δίνει στο λαό δύναμη και αισιοδοξία. Δεν κοροϊδεύει το λαό, δεν του λέει ότι φθάνει να αλλάξουν τα εκλογικά ποσοστά, να γίνουν κάποια ρετουσαρίσματα από πάνω, για να ανοίξει ο φιλολαϊκός δρόμος. Βεβαίως ενδιαφέρεται και για υψηλά εκλογικά ποσοστά, όμως αυτά δεν είναι αυτοσκοπός. Τις ριζικές αλλαγές στην εξουσία και στην οικονομία θα τις φέρει ο οργανωμένος λαός, όχι μόνο του το ΚΚΕ. Ο λαός, που θα εμπιστευτεί την καθοδήγηση στο ΚΚΕ.

Το ΚΚΕ δεν αδιαφορεί για το παρόν μιλώντας για το μέλλον. Αντίθετα, πιστεύει και έχει αποδειχθεί ότι μόνο όταν ο λαός προετοιμάζεται για το αύριο, όταν οργανώνεται η αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή συμμαχία του, μόνο τότε θα έχει και κατακτήσεις στο παρόν, τώρα. Μόνο αυτό το κίνημα μπορεί να είναι καρποφόρο για τον απολυμένο, για τον μεροκαματιάρη, για όλους όσοι λένε «τι θα κάνω σήμερα;». Μόνο ένα τέτοιας πολιτικής ποιότητας κίνημα είναι σε θέση να αποκρούει αντιλαϊκά μέτρα, να κερδίζει χρόνο.

Αλλου είδους «κινήματα», όπως εκείνα της ΓΣΕΕ, του Φόρουμ κλπ, είναι άσφαιρα πυρά, είναι κινήματα ενσωμάτωσης, γιατί η στρατηγική τους δεν αμφισβητεί τη στρατηγική του κεφαλαίου, παζαρεύει πόσα θα χάσουν οι εργαζόμενοι. Επομένως, στην καλύτερη των περιπτώσεων, είναι από χέρι ξεψυχισμένα, περιορισμένης εμβέλειας, έτοιμα να ξεφουσκώσουν. Τέτοια κινήματα θέλει και ο ΣΥΡΙΖΑ. Τέτοια θέλει και το ΠΑΣΟΚ.

Είναι βέβαιο ότι πολλοί από τα λαϊκά στρώματα θα αποβάλουν τις αυταπάτες των «εύκολων λύσεων». Το θέμα είναι να γίνει αυτό όσο πιο γρήγορα, τώρα. Να μη χαθεί και άλλος πολύτιμος χρόνος.


Του
Μάκη ΜΑΪΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ