ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 26 Απρίλη 2008 - Κυριακή 27 Απρίλη 2008
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΙΑΤΡΙΚΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Κεφάλαιο και κράτος επιδιώκουν την υποβάθμισή της

Τα στοιχεία των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών αποτυπώνουν, με τον πιο τραγικό τρόπο, την έλλειψη ακόμα και των στοιχειωδών μέτρων για την προστασία της Υγείας και Ασφάλειας των εργαζομένων
Τα στοιχεία των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών αποτυπώνουν, με τον πιο τραγικό τρόπο, την έλλειψη ακόμα και των στοιχειωδών μέτρων για την προστασία της Υγείας και Ασφάλειας των εργαζομένων
Τα στοιχεία των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών αποτυπώνουν, με τον πιο τραγικό τρόπο, την έλλειψη ακόμα και των στοιχειωδών μέτρων για την προστασία της Υγείας και Ασφάλειας (Υ&Α) των εργαζομένων. Συγκεκριμένα, στην Ευρωπαϊκή Ενωση πεθαίνει ένας άνθρωπος κάθε τριάμισι λεπτά από αιτίες σχετιζόμενες με την εργασία. Στην Ελλάδα το 2007 έγιναν 113 θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα», ενώ σε ό,τι αφορά τις επαγγελματικές ασθένειες δεν υπάρχει καμία διαδικασία διάγνωσης, αναγνώρισης και καταγραφής τους.

Σε όλη την Ευρώπη χειροτερεύουν οι όροι και οι συνθήκες προστασίας της Υ&Α στους χώρους δουλειάς. Χαρακτηριστικά στοιχεία σε αυτή την κατεύθυνση αποτελούν το κλείσιμο ινστιτούτων Ιατρικής της Εργασίας με μακρόχρονη επιστημονική συμβολή (πχ στη Σουηδία), η διεύρυνση - κυριαρχία της επιχειρηματικής δραστηριότητας των ιδιωτικών υπηρεσιών (ΕΞΥΠΠ), η αναθεώρηση της κοινοτικής νομοθεσίας για τα θέματα Υγείας και Ασφάλειας της Εργασίας (ΥΑΕ) σε αντιδραστική κατεύθυνση. Ουσιαστικά μεθοδεύεται από το κεφάλαιο η ανατροπή του χαρακτήρα των υπηρεσιών ΥΑΕ, ούτως ώστε να υπηρετούν το κεφάλαιο, και τα κόμματα του ευρωμονόδρομου στη λογική της «ευελφάλειας» προσανατολίζονται στη διατήρηση της ικανότητας για εργασία και όχι στην αντιμετώπιση και πρόληψη του επαγγελματικού κινδύνου.

Δεν αρκούνται όμως μόνο εκεί. Σκοπός τους είναι να μεταφέρουν και τυπικά την ευθύνη για τις επαγγελματικές ασθένειες και τα εργατικά ατυχήματα στους εργαζόμενους. Σε αυτή την επιδίωξη, στη χώρα μας, βοηθά η απαράδεκτη και προκλητική απουσία κρατικών υπηρεσιών Ιατρικής της Εργασίας και ΥΑΕ ενταγμένων στο δημόσιο σύστημα Υγείας. Συγκεκριμένα όταν δεν υπάρχουν οι υπηρεσίες αυτές, αλλά και το κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό για να διαγιγνώσκονται οι επαγγελματικές ασθένειες, αυτές δεν καταγράφονται και χαρακτηρίζονται τελικά ως «κοινή νόσος». Κατά συνέπεια το κόστος της διάγνωσης και θεραπείας τους βαραίνει αποκλειστικά τους εργαζόμενους και τα ασφαλιστικά τους ταμεία. Παράλληλα οι εργοδότες δεν έχουν καμία πίεση να λάβουν προληπτικά μέτρα για την αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου, αφού δεν αναδεικνύεται η ευθύνη τους για την εμφάνιση των επαγγελματικών ασθενειών, αλλά και δεν επιβαρύνονται με κανένα τρόπο από τη μη πρόληψή τους.

Από διαμαρτυρία του συνδικάτου Μετάλλου για λήψη μέτρων για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων στη Ζώνη
Από διαμαρτυρία του συνδικάτου Μετάλλου για λήψη μέτρων για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων στη Ζώνη
Η κατάσταση αυτή δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε ασύνδετη με τη γενικότερη επίθεση που δέχεται η εργατική τάξη από το κεφάλαιο. Επιδιώκεται η παραπέρα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, με στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Η επίθεση στην Κοινωνική Ασφάλιση, η κατάργηση του 8ωρου, η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, η κατάργηση των Βαρέων - Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων (ΒΑΕ), αποτελούν πλευρές αυτής της επίθεσης. Καθένα όμως από αυτά τα μέτρα, ξεχωριστά και όλα μαζί, επιδεινώνουν τους όρους και τις συνθήκες εργασίας των εργαζομένων, αυξάνουν τους κινδύνους για την Υ&Α.

Μπροστά σε αυτή την κατάσταση οι εργαζόμενοι δεν μπορεί να μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια. Ο αγώνας ενάντια στο σύνολο των αντεργατικών μέτρων αναδεικνύεται ότι είναι αγώνας για την υπεράσπιση και της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων.

Αναπόσπαστο μέρος αυτού του αγώνα αποτελεί η υπεράσπιση του δικαιώματος των εργαζόμενων να τους παρέχονται δωρεάν όλες οι απαραίτητες υπηρεσίες από το αντίστοιχο εξειδικευμένο επιστημονικό δυναμικό (ιατροί Εργασίας, τεχνικοί Ασφάλειας, νοσηλευτές, επόπτες κλπ) και με τις αντίστοιχες υποδομές. Οι υπηρεσίες αυτές λειτουργούν με στόχο την πρόληψη και αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου (εργατικών ατυχημάτων, επαγγελματικών ασθενειών, πρόωρης φθοράς της υγείας των εργαζομένων), την έγκαιρη διάγνωση, θεραπεία και αποκατάσταση των θυμάτων, την ανάπτυξη της έρευνας στον τομέα της προστασίας της Υ&Α των εργαζομένων, τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας από την οπτική γωνία του ταξικού εργατικού κινήματος της προαγωγής της υγείας στους χώρους εργασίας.

Οι σύγχρονες ανάγκες υγείας του λαού απαιτούν ολόπλευρα εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό που, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρει η επιστημονική γνώση και η τεχνολογία, να υπηρετεί τις ανάγκες του και όχι αυτές του κεφαλαίου
Οι σύγχρονες ανάγκες υγείας του λαού απαιτούν ολόπλευρα εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό που, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρει η επιστημονική γνώση και η τεχνολογία, να υπηρετεί τις ανάγκες του και όχι αυτές του κεφαλαίου
Η αστική τάξη όμως δεν έχει την ίδια άποψη γι' αυτό το δικαίωμα των εργαζομένων. Οι εργοδότες, με την πλήρη στήριξη των κυβερνήσεων όλα αυτά τα χρόνια, περιορίζονται στην καλύτερη περίπτωση στο να παρέχονται στους εργαζόμενους ψευδεπίγραφες υπηρεσίες ΥΑΕ, από ιδιωτικές κύρια υπηρεσίες (ΕΞΥΠΠ). Με αυτόν τον τρόπο και οι επιχειρήσεις καλύπτονται τυπικά απέναντι στις διατάξεις του νομικού πλαισίου και εμπορευματοποιείται η υγεία.

Στην ουσία, στον τομέα της ΥΑΕ υπονομεύεται η διαμόρφωση καλύτερων όρων για την προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζόμενων. Αποκαλυπτική πλευρά αυτής της κατάστασης αποτελεί η πορεία της Ιατρικής της Εργασίας και των ιατρών Εργασίας (ΙΕ). Είναι πορεία υπονόμευσης της ουσιαστικής - επιστημονικής συμβολής τους σε αυτή την υπόθεση.

Συγκεκριμένα στη χώρα μας, πάνω από 20 χρόνια μετά την καθιέρωση της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, καθήκοντα ΙΕ ασκούν, κατά κανόνα, ανειδίκευτοι ιατροί ή ιατροί άλλων ειδικοτήτων, ταυτόχρονα με την άλλη τους ειδικότητα (μέχρι και δερματολόγοι, γυναικολόγοι, παιδοχειρουργοί κλπ). Την πρόφαση γι' αυτήν την αντιεπιστημονική πρακτική την αντλεί η αστική τάξη αλλά και οι κυβερνήσεις που την υπηρετούν από την τεράστια έλλειψη ειδικευμένων Ιατρών Εργασίας, την οποία όμως δημιούργησαν συνειδητά οι ίδιοι και τη συντηρούν με την καθήλωση των θέσεων ειδικότητας στις 25. Εδώ και πάνω από 2 δεκαετίες αναμασούν την καραμέλα της έλλειψης των ειδικευμένων ΙΕ, όταν ειδικεύουν μόλις 4-5 νέους ιατρούς Εργασίας κάθε χρόνο!

Για τη διαχείριση αυτής της κατάστασης, το 2003 ψηφίστηκε νόμος που προσδιόριζε μια μεταβατική περίοδο, μέχρι το 2008, όπου όσοι από τους ανειδίκευτους ιατρούς ή τους ιατρούς άλλων ειδικοτήτων ασκούν χρέη ΙΕ, καλούνται να λάβουν συμπληρωματική εκπαίδευση και να αποκτήσουν την ειδικότητα της ΙΕ. Μετά το 2008 μόνο ειδικοί ΙΕ θα μπορούν να ασκούν καθήκοντα ΙΕ, σύμφωνα με το άρθρο 9 του νόμου 3144/2003.

Ομως δεν υπήρξε πραγματική πολιτική βούληση για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Οι θέσεις για την ειδικότητα παραμένουν στα ίδια απαράδεκτα χαμηλά επίπεδα, ενώ συστηματικά επιδίωξαν, όλες οι κυβερνήσεις, να μην ξεκινήσει η εκπαίδευση αυτών που έχουν ζητήσει να λάβουν την ειδικότητα της Ιατρικής της Εργασίας. Αξιοποιώντας τις παραπάνω μεθοδεύσεις η σημερινή κυβέρνηση σχεδιάζει τη διαιώνιση της ψευδεπίγραφης άσκησης της Ιατρικής της Εργασίας. Πολύ πρόσφατα, το υπουργείο Υγείας, μέσω του συμβουλευτικού του οργάνου, την εκτελεστική επιτροπή του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ), κατέθεσε κείμενο - εισήγηση σχετικά με τον «καθορισμό των όρων και των προϋποθέσεων για την απόκτηση της ειδικότητας της Ιατρικής της Εργασίας από ιατρούς άλλων ειδικοτήτων», σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 3144/2003.

Αυτό όμως που τελικά εισηγείται η εκτελεστική επιτροπή, δεν είναι ο προσδιορισμός των όρων και προϋποθέσεων για την απόκτηση ειδικότητας (όπως της έχει ζητηθεί από το νόμο) αλλά η αντικατάσταση των υπαρχουσών διατάξεων. Συγκεκριμένα εισηγείται ότι καθήκοντα ΙΕ μπορούν να εκτελούν πέρα από τους ειδικούς ΙΕ και γιατροί που έχουν υποβάλει αίτηση σύμφωνα με το ν. 3144 (494 γιατροί), αφού παρακολουθούν κάθε έτος σεμινάριο 60 ωρών από το οποίο θα λαμβάνουν ειδική βεβαίωση για τη συνέχιση της άσκησης καθηκόντων γιατρού Εργασίας. Με αυτή την πρόταση επιδιώκεται να διαιωνιστεί η απαράδεκτη πρακτική, όπου γιατροί χωρίς την ειδικότητα της Ιατρικής Εργασίας μπορούν να συνεχίσουν να ασκούν καθήκοντα γιατρού Εργασίας παράλληλα με την άλλη τους ειδικότητα. Στην ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι κυβερνητικές εξαγγελίες, διά στόματος του ΓΓ του υπουργείου Απασχόλησης, για ακόμη μία παράταση της μεταβατικής περιόδου. Γίνεται φανερό ότι ασκείται η πολιτική του «Ουδέν μονιμότερο του προσωρινού».

Με όλες τις παραπάνω μεθοδεύσεις:

  • Παγιώνεται η Ιατρική Εργασίας ως πάρεργο που συμπληρώνει το εισόδημα γιατρών άλλων ειδικοτήτων, καθιστώντας την έτσι αποτρεπτική ως ειδικότητα για κάθε νέο γιατρό.
  • Υποβαθμίζεται και εκφυλίζεται η ΙΕ ως ιατρική ειδικότητα, αφού μπορούν να την ασκούν όλοι οι γιατροί μετά από σεμινάρια λίγων ωρών.
  • Καθίσταται και πρακτικά αδύνατον να μελετηθεί, αντιμετωπιστεί και προληφθεί ο επαγγελματικός κίνδυνος με επιστημονικό τρόπο, με ολέθριες επιπτώσεις στην υγεία των εργαζομένων.
  • Οι επαγγελματικές ασθένειες συνεχίζουν να διαλάθουν αδιάγνωστες ή διαγνωσμένες σαν κοινή νόσος.

Χρειάζεται να σημειώσουμε ότι οι προτάσεις αυτές, για παρακολούθηση σεμιναρίων που οδηγούν στη δυνατότητα συνέχισης άσκησης του επαγγέλματος είναι στην ουσία εφαρμογή μιας από τις πιο αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην Παιδεία, της διά βίου κατάρτισης και της αποσύνδεσης πτυχίου - ειδικότητας και επαγγέλματος.

Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι παγκοσμίως, με δεδομένη την αύξηση του όγκου της επιστημονικής γνώσης, η κατεύθυνση στην ιατρική επιστήμη - ειδικότητες είναι η όλο και μεγαλύτερη εξειδίκευση και όχι το αντίθετο, παρότι γίνεται σε βάρος της ολόπλευρης επιστημονικής εκπαίδευσης. Για το σύνολο σχεδόν των σταδίων και πλευρών της ανθρώπινης ζωής που συνδέονται με την υγεία, θεωρείται γενικά κεκτημένο και αδιαπραγμάτευτο το γεγονός ότι οι επιστήμονες που εμπλέκονται είναι εξειδικευμένοι (π.χ. χειρουργοί, παιδίατροι, γυναικολόγοι, κλπ). Στη μόνη πλευρά της ανθρώπινης δραστηριότητας και ζωής που φαίνεται ότι δεν υπάρχει η ίδια αντίληψη για το επιστημονικό δυναμικό και τη συμβολή του, είναι η επαγγελματική υγεία. Σε αυτόν τον τομέα υπάρχει όχι μόνο ανοχή στο ότι το επιστημονικό δυναμικό είναι ανειδίκευτο ή άλλης ειδικότητας, αλλά επιδιώκεται αυτό να κυριαρχήσει. Δηλαδή διαπιστώνουμε ειδική αρνητική μεταχείριση σε ό,τι αφορά την υγεία, στην πλευρά της ζωής και της δραστηριότητας του ανθρώπου ως εργαζόμενου, η οποία μάλιστα καταλαμβάνει πολύ μεγάλο μέρος της ζωής κάθε ανθρώπου.

Γίνεται φανερό ότι οι επιλογές αυτές στον τομέα της Ιατρικής της Εργασίας δεν αφορούν και δεν πλήττουν αποκλειστικά τους γιατρούς. Κύρια πλήττουν τους εργαζόμενους και την εργατική τάξη, αφού ακυρώνεται οποιαδήποτε προσπάθεια επιστημονικής συμβολής στα θέματα προστασίας της Υ&Α στους χώρους εργασίας. Οι ειδικευμένοι ΙΕ γίνονται περιττοί στο βαθμό που οι εργοδότες κρίνουν ως περιττή και ακριβή την προστασία της υγείας των εργαζομένων.

Για την εργατική τάξη όμως, τους αγρότες, αυτοαπασχολούμενους αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα η ουσιαστική και όχι ψευδεπίγραφη προστασία της υγείας, η παροχή αναβαθμισμένων ποιοτικών υπηρεσιών υγείας από αντίστοιχα αναβαθμισμένο επιστημονικό προσωπικό. Οι σύγχρονες ανάγκες υγείας του λαού απαιτούν ολόπλευρα εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό που, χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που προσφέρει η επιστημονική γνώση και η τεχνολογία, υπηρετεί τις ανάγκες του και όχι αυτές του κεφαλαίου. Στον τομέα της προστασίας της ΥΑΕ ο αγώνας αυτός είναι ακόμη πιο επιτακτικός, γιατί στους χώρους εργασίας συντελείται τις περισσότερες φορές η πιο βάναυση και σκληρή δραστηριότητα για τη σωματική, ψυχική, πνευματική υγεία των εργαζόμενων.

Ο ταξικά προσανατολισμένος αγώνας που έρχεται σε συνολική σύγκρουση με την εφαρμοζόμενη πολιτική, ενάντια στα μονοπώλια, την πολιτική της ΕΕ αποτελεί τη μόνη διέξοδο για τους εργαζόμενους. Η διεκδίκηση καθολικής δημόσιας κοινωνικής ασφάλισης, σταθερού χρόνου εργασίας, καταπολέμησης της ανεργίας, μειωμένου ωραρίου και ουσιαστικών αυξήσεων στους μισθούς είναι ρεαλιστικοί και αναγκαίοι στόχοι πάλης που συμβάλουν στην προστασία και προαγωγή της υγείας. Ταυτόχρονα στην πρώτη γραμμή της πάλης μας προβάλλουμε τη λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων για την πρόληψη των επαγγελματικών ασθενειών και των εργατικών ατυχημάτων, την αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου.

Σε αυτήν την κατεύθυνση το ταξικό εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα παλεύει για τη δημιουργία κρατικού σώματος ιατρών Εργασίας και τεχνικών Ασφαλείας. Υψηλού επιπέδου υπηρεσίες Ιατρικής της Εργασίας και ΥΑΕ γενικότερα, ενταγμένες στο αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας, διαρθρωμένες σε πρωτοβάθμιο, δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο και κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δραστηριότητας. Αρτια εκπαιδευμένους και ειδικευμένους ιατρούς Εργασίας, τόσους που να καλύπτουν πλήρως τις ανάγκες των εργαζομένων. Για να δημιουργηθούν οι βασικές προϋποθέσεις, από την άποψη της επάρκειας του εξειδικευμένου προσωπικού και των κεντρικά σχεδιασμένων δομών, που μια λαϊκή εξουσία με λαϊκή οικονομία μπορεί να βάλει στην υπηρεσία του λαού, για την προστασία της υγείας του από τη φθοροποιό δράση του επαγγελματικού κινδύνου.


Χρήστος ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ
Γιατρός Εργασίας



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ