Υστερα έρχεται η συζήτηση στη Βουλή. Φωνές. Μαγκιές. Χτυπήματα στο έδρανο. Ο φοιτητής άφωνος. Ωσπου το ΚΚΕ, διά στόματος Αλέκας, τολμάει να πει αυτό που δεν προσφέρεται για εντυπώσεις στο μοντάζ, στο ρεπορτάζ, στην προπαγάνδα. «Θα δώσουμε με όσες δυνάμεις μπορούμε τη μάχη, ώστε ο φοιτητής που δεν ανήκει σε κανένα κόμμα να μπορεί να σκέφτεται, να κρίνει, ν' αποφασίζει».
Η αποστομωτική απάντηση στο «φοιτητή σκάσε» είναι κομμουνιστική, κατακόκκινη κι όχι από ντροπή. Υπεράνω κάθε μικροπολιτικής εκμετάλλευσης και κυρίως κακοσκηνοθετημένης προβοκάτσιας.
Το δημόσιο αγαθό, η δημόσια περιουσία, δεν εμπνέει στις μάζες καμιά συλλογική τύψη όταν καταστρέφεται, και καμιά συλλογική ανάγκη να το υπερασπιστούν οι πολλοί που το συντηρούν και το θρέφουν με τον ιδρώτα τους. Στο πανεπιστήμιο μέσα δε θα βρεις φοιτητή, εκτός κι αν είναι της Πανσπουδαστικής ή ΚΝίτης, που να φέρεται σε μια φθαρμένη καρέκλα, δυο τριμμένα γραφεία και πέντε βρώμικα τζάμια σα να μην είναι δικά του, ατομική του ιδιοκτησία. Η λαϊκή περιουσία δεν είναι συνείδηση στα νιάτα τα αλλοτριωμένα από μια καταναλωτική κουλτούρα που θέλει τα πάντα, από τις ιδέες ως τις χαρτοπετσέτες κι από τις σπουδές ως τους ερωτικούς συντρόφους, μιας χρήσεως υλικά.
Δεν υπάρχει λαϊκή αγανάκτηση κι απαξίωση για τους περιοδεύοντες στην ιστορία προβοκατόρικους τραμπουκισμούς. Γιατί είναι τρέντι (sic!) απάντηση σε ίμο ισοπεδωτική αντίληψη περί κόσμου. Δεν είναι ηθικό το θέμα. Ούτε τηλεοπτικό - επικοινωνιακό. Είναι βαθύτατη πολιτική αλλοτρίωση του μεταπολιτευτικού λαού η εμπέδωση της πεποίθησης ότι η δημόσια περιουσία είναι τσιφλίκι και δη αναλώσιμο μιας δράκας κυρίαρχων αστών. Και διδάσκεται να ανέχεται ή να αδιαφορεί, όταν μια δράκα περιστασιακά κυρίαρχων τραμπούκων πλασάρεται σαν «απάντηση».
Αυτό το άπλυτο μπουγάδιασε το Κόμμα με τη στάση του. Δε θα γίνει εύκολο πληρωμένο πρωτοσέλιδο. Αλλά δε θα λεκιάσει ποτέ την ιστορία του στα γράμματα αυτού του τόπου. Το φως μας στο τούνελ τους.