Στα 113 χρόνια από το θάνατό του
Ο Ενγκελς γεννήθηκε στη Βάδη της Ρηνανίας της τότε Πρωσίας στις 28 Νοέμβρη του 1820. Ο πατέρας του ήταν εργοστασιάρχης υφαντουργίας. Το γεγονός αυτό οδήγησε την κόρη του Μαρξ, Ελεονόρα Μαρξ - Εβελινγκ, να παρατηρήσει πολύ εύστοχα ότι «ποτέ δε γεννήθηκε σε τέτοιου είδους οικογένεια γιος που να ξεστρατίσει τόσο» («Στρατηγός, Αναμνήσεις για τον Ενγκελς», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή»).
Ο Ενγκελς φοίτησε στο κολέγιο της Βάδης και έπειτα στο λύκειο της Ελμπερφελντ, αλλά δεν αποφοίτησε. Αφησε την τελευταία τάξη, αν και ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο, αφού ο πατέρας του είχε διαφορετική γνώμη. Τον ήθελε να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις της οικογένειας. Υποχρεώθηκε έτσι να εγκαταλείψει τις σπουδές και να δουλέψει για ένα χρόνο περίπου στο γραφείο του πατέρα του και στη συνέχεια στη Βρέμη, από τα 1838 έως τα 1841 σ' ένα μεγάλο εμπορικό οίκο. Στη Βρέμη συνδέεται με έναν όμιλο ριζοσπαστών διανοουμένων, τη «Νέα Γερμανία», και συνεργάστηκε στο «Γερμανικό Τηλέγραφο». Ετσι άρχισε να διαβάζει τη γερμανική Φιλοσοφία και ιδιαίτερα τα έργα του Χέγκελ.
Το Μάρτη του 1842, ο Ενγκελς δημοσίευσε την μπροσούρα «Ο Σέλιγκ και η αποκάλυψη», όπου υποβάλλει σε μια ολόπλευρη κριτική τις αντιδραστικές, μυστικιστικές αντιλήψεις του ιδεαλιστή φιλοσόφου Σέλιγκ. Μετά τη στρατιωτική του θητεία, ο Ενγκελς πήγε στην Αγγλία, στο Μάντσεστερ. Εκεί έρχεται σε επαφή με το εργατικό κίνημα της εποχής και τις σοσιαλιστικές ιδέες, όπως εκφράζονταν από το κίνημα των χαρτιστών και τον ουτοπικό σοσιαλισμό του Ρόμπερτ Οουεν. Στην Αγγλία, λόγω των αντικειμενικών συνθηκών (βιομηχανική επανάσταση, πλήρης ανάπτυξη του καπιταλισμού), μελετά την κατάσταση της εργατικής τάξης της Αγγλίας.
Το 1844, ο Ενγκελς δημοσίευσε, στα «Γαλλογερμανικά Χρονικά» που διηύθυνε ο Μαρξ και έβγαιναν στο Παρίσι, μια «Κριτική μελέτη πάνω στην Πολιτική Οικονομία». Ο Μαρξ χαρακτήρισε αυτό το άρθρο σαν αριστοτεχνική σκιαγράφηση μιας νέας Πολιτικής Οικονομίας. Στα τέλη Αυγούστου του 1844, ο Ενγκελς έφυγε από το Μάντσεστερ και γύρισε στη Γερμανία, περνώντας από το Παρίσι, όπου και συνάντησε τον Μαρξ. Από δω άρχισε η φιλία των δύο μεγάλων ηγετών του προλεταριάτου, φιλία για την οποία ο Λένιν είπε ότι ξεπερνάει «όλους τους θρύλους, και τους πιο συγκινητικούς θρύλους των αρχαίων, τους σχετικούς με τη φιλία των ανθρώπων» (Λένιν: «Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Ενγκελς»). Στο Παρίσι, ο Μαρξ και ο Ενγκελς έγραψαν μαζί το έργο «Η Αγία Οικογένεια», που καταφερόταν ενάντια στους Νεοχεγκελιανούς και που βάζει τα θεμέλια της επαναστατικής υλιστικής αντίληψης για την ιστορία και την προοπτική του σοσιαλισμού.
Την άνοιξη του 1845, ο Ενγκελς εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, όπου κατοικούσε τότε ο Μαρξ. Εγραψαν μαζί τη «Γερμανική Ιδεολογία», ασκώντας κριτική στη φιλοσοφία του Φόυερμπαχ, στις απόψεις των νεοχεγκελιανών και τον «αληθινό σοσιαλισμό», αντιδραστικό ιδεολογικό ρεύμα στη Γερμανία, σύμφωνα με το οποίο δε χρειαζόταν η ανάπτυξη της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης, υποχρεώνοντάς την έτσι στο συμβιβασμό.
Από το 1845 έως το 1847, ο Ενγκελς έζησε ανάμεσα στις Βρυξέλλες και στο Παρίσι, συνεχίζοντας τις επιστημονικές του μελέτες και την πρακτική του δράση μέσα στους εργάτες.
Ο Μαρξ και ο Ενγκελς, στις Βρυξέλλες, συγκέντρωσαν γύρω τους μια ομάδα ομοϊδεατών ριζοσπαστών, μερικούς Βέλγους, άλλους εξόριστους. Ενα ταξίδι στην Αγγλία, το καλοκαίρι του 1845, τους έδωσε τη δυνατότητα να γνωρίσουν ή να ανανεώσουν τη γνωριμία τους με μερικούς από τους επαναστάτες της χώρας αυτής, συγκεκριμένα τους Αριστερούς χαρτιστές όπως τον Χάρνεϊ και τα μέλη της «Ενωσης των Δικαίων» που κατοικούσαν στο Λονδίνο, οι πιο πολλοί από τους οποίους ήταν Γερμανοί.
Με την επιστροφή τους στις Βρυξέλλες, ίδρυσαν, στις αρχές του 1846, μια Κομμουνιστική Επιτροπή Αλληλογραφίας για τη στενότερη προσέγγιση διαφόρων ομάδων κομμουνιστών και συμπαθούντων στην Ευρώπη και την Αμερική, για την ενημέρωσή τους για όσα συνέβαιναν σε διάφορες χώρες και για τη δημιουργία μιας ομάδας κομμουνιστικής δράσης. Μερικές από τις πιο σημαντικές τους επαφές ήταν με τους ηγέτες της «Ενωσης των Δικαίων» του Λονδίνου και με τους Χαρτιστές. Οι ηγέτες των Δικαίων εξέφρασαν την προθυμία τους να χρησιμεύσουν σαν εκπρόσωποι στο Λονδίνο της Επιτροπής Αλληλογραφίας, παρά τις διαφορές που υπήρχαν ακόμη με τις θέσεις και τις ιδέες των Μαρξ και Ενγκελς.
Η «Ενωση των Δικαίων» είχε ιδρυθεί στο Παρίσι το 1836 από Γερμανούς εργάτες και διανοούμενους που είχαν επηρεαστεί από τις διάφορες σοσιαλιστικές ιδέες. Λειτουργούσε και ως προπαγανδιστική λέσχη και ως μυστική εταιρεία. Στρατολογούσε τα μέλη της μεταξύ των μαθητευομένων στα διάφορα επαγγέλματα και των χειροτεχνών, μικροαστών από την άποψη της κοσμοθεωρίας τους, αλλά ήδη προλεταρίων από την άποψη του τρόπου ζωής τους. Πολλοί κατόρθωναν να επιβιώσουν ανασφαλώς ταξιδεύοντας από το ένα μέρος στο άλλο, ζώντας μια ζωή μεγάλης αβεβαιότητας και οξύτατων δυσκολιών, αλλά συνέβαλε στην ανάπτυξη της πολιτικής τους σκέψης και δράσης. Εγιναν καλοί προπαγανδιστές της Ενωσης, όπου και αν ταξίδευαν, και κατάφερναν να ξεπερνούν ακόμη και την αστυνομική δίωξη που είχε στηθεί γι' αυτούς στη Γερμανία. Η συνήθης μέθοδός τους ήταν να ενώνονται ή να δημιουργούν εργατικές εταιρείες για ανοιχτούς εκπαιδευτικούς ή κοινωνικούς σκοπούς και να τις χρησιμοποιούν σαν χώρους στρατολογίας για την Ενωση. Η έδρα ήταν στο Παρίσι, όπου, ο Βάιτλινγκ έπαιζε ηγετικό ρόλο. Το βιβλίο του που έγραψε το 1838, «Η Ανθρωπότητα όπως είναι και όπως θα έπρεπε να είναι», με τις συγκεχυμένες θρησκευτικές ουτοπικές, αλλά και αγωνιστικές επαναστατικές διδασκαλίες του, χρησίμευε σαν ένα είδος επίσημου προγράμματος.
Ο Μαρξ και ο Ενγκελς δεν έγιναν μέλη της Ενωσης αυτής, γιατί δε συμφωνούσαν με τη γραμμή στη δράση της και προπάντων με τη στενή συνωμοτική τακτική της. Αλλά επηρέαζαν τις θεωρητικές ιδέες των μελών της Ενωσης και είχαν τακτική αλληλογραφία με τους ηγέτες της, οι κυριότεροι των οποίων ήταν οι Σάπερ, Μολ και Μπάουερ. Ο Ενγκελς φρόντισε ώστε τα στελέχη της «Ενωσης των Δικαίων» του Λονδίνου να αναπτύξουν σχέσεις με τους ηγέτες της αριστερής παράταξης των Χαρτιστών, με τους οποίους επίσης είχαν αναπτύξει σχέσεις οι Μαρξ και Ενγκελς.
Ετσι, στις αρχές του 1847 ένας από τους ηγέτες της «Ενωσης των Δικαίων», ο Ιωσήφ Μολ, σύμφωνα με την εντολή που του έδωσε η «Ενωση», πρότεινε στον Μαρξ και ύστερα στον Ενγκελς που βρισκόταν τότε στο Παρίσι, να πάρουν μέρος στην αναδιοργάνωση της «Ενωσης» και στην επεξεργασία του καινούριου προγράμματός της. Ο Μολ τούς ανακοίνωσε πως οι ηγέτες της «Ενωσης Δικαίων» κατάλαβαν πως η θεωρία τους ήταν σωστή και ήταν έτοιμοι να απαρνηθούν τις προηγούμενες συνωμοτικές μεθόδους και τη θεωρία του Βάιτλινγκ.
Ο Μαρξ και ο Ενγκελς, παίρνοντας υπόψη τις βαθιές αλλαγές που είχαν γίνει στις ιδέες των ηγετών της «Ενωσης», καθώς και την προθυμία τους να την αναδιοργανώσουν, δέχτηκαν την πρόσκληση για να συμμετέχουν στην αναδιοργάνωση και στο νέο πρόγραμμα και, θέτοντας ορισμένους όρους, να γίνουν επίσης μέλη της οργάνωσης. «Μέλη της μυστικής "Ενωσης Κομμουνιστών", γίναμε για πρώτη φορά ο Ενγκελς και εγώ - γράφει αργότερα ο Μαρξ - με τον όρο πως από το καταστατικό της θα διαγράφονταν όλες οι διατάξεις που βοηθούσαν στη δεισιδαίμονη λατρεία της εξουσίας»(Από το γράμμα του Μαρξ στον Μπλος).
Με τον Μαρξ συνεργάζονται δραστήρια για την προετοιμασία του Β' Συνεδρίου της οργάνωσης, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε καθαρά πολιτικό κόμμα, στα 1847, την «Ενωση Κομμουνιστών». Η σημαντικότερη συμβολή τους ήταν η επεξεργασία του πρώτου στην ιστορία Προγράμματος προλεταριακού κόμματος, που έμεινε στην Ιστορία ως «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος».
Η συγγραφή του Μανιφέστου ξεκίνησε με ένα πρώτο υλικό που αποτελούνταν από την «ομολογία πίστης» στην Ενωση που έγραψε ο Ενγκελς ως εκπρόσωπός της από το Παρίσι. Ο Ενγκελς στην προσπάθειά του να πείσει για την ορθότητα των δικών του ιδεών και του Μαρξ, κόντρα σε μικροαστικές αντιλήψεις άλλων μελών της Ενωσης, ξεκίνησε συζητήσεις μέσα στους εργάτες, κυρίως στους ράφτες και τους επιπλοποιούς. Οι συζητήσεις αυτές απέδωσαν καρπούς, αφού οι εργάτες του Παρισιού τον εξουσιοδότησαν να γράψει αυτός την «ομολογία πίστης», εξ ονόματος των «Δικαίων» του Παρισιού προς την Ενωση. Αυτό έγινε τον Οκτώβρη του 1847 και την έγραψε σε 25 ερωτήσεις - απαντήσεις. Την έστειλε δε με γράμμα του στον Μαρξ, στα πλαίσια της αναγκαιότητας επεξεργασίας του προγράμματος της «Ενωσης των Κομμουνιστών», γράφοντάς του τα εξής:
«Σκέψου λίγο την ομολογία πίστης. Πιστεύω ότι το καλύτερο είναι η απάλειψη της μορφής της κατήχησης και ο τίτλος "Κομμουνιστικό Μανιφέστο". Πρέπει να του προσθέσουμε έναν ορισμένο όγκο ιστορίας και η σημερινή του μορφή δεν προσφέρεται πολύ καλά γι' αυτό. Θα πάρω μαζί μου από το Παρίσι ό,τι έγραψα. Είναι απλά αφηγηματικό, αλλά έχει άθλια συνταχθεί, με τρομερή βιασύνη» (Γράμμα στον Μαρξ της 23ης - 24ης Νοέμβρη 1847).
Οταν ξέσπασε στη Γαλλία η επανάσταση του 1848, ο Ενγκελς ακολουθεί στο Παρίσι τον Μαρξ, που τον είχαν εξορίσει από τις Βρυξέλλες. Στις αρχές του Απρίλη του 1848, άρχισε η επανάσταση στη Γερμανία. Ο Ενγκελς μαζί με τον Μαρξ φεύγουν από το Παρίσι για την Κολονία, όπου αναλαμβάνουν τη διεύθυνση της «Νέας εφημερίδας του Ρήνου», και αρχίζουν μια σπουδαία επαναστατική δράση. Εκεί εκδίδεται ένταλμα συλλήψεως εναντίον των συντακτών της «Νέας εφημερίδας του Ρήνου» και ο Ενγκελς φεύγει για τις Βρυξέλλες, όπου τον συλλαμβάνουν, τον ρίχνουν στη φυλακή και αργότερα τον εξορίζουν. Τον Οκτώβρη φτάνει στο Παρίσι και από κει καταφεύγει στην Ελβετία και μόνο το Γενάρη του 1849 επιστρέφει στην Κολονία. Υστερα από λίγο, αυτός και ο Μαρξ, παραπέμπονται στη Δικαιοσύνη με την κατηγορία της «προσβολής κατά του καθεστώτος». Κατά τη δίκη, οι κατηγορούμενοι γίνονται κατήγοροι και το δικαστήριο αναγκάζεται να τους απαλλάξει. Ο Ενγκελς παίρνει μέρος στην ένοπλη λαϊκή εξέγερση και, όταν αυτή καταστέλλεται, περνάει στο ελβετικό έδαφος με τις τελευταίες επαναστατικές μονάδες. Ετσι, μετά από πρόσκληση του Μαρξ, πηγαίνει στο Λονδίνο.
Ο Ενγκελς γενικεύει την πείρα της επαναστατικής περιόδου του 1848 - 1849 στη Γερμανία σε δύο έργα του, «Ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία», που δημοσιεύτηκε το 1850, και «Επανάσταση και Αντεπανάσταση στη Γερμανία» (1851 - 1852), που γράφτηκε σε συνεργασία με τον Μαρξ. Σ' αυτό το έργο του, ο Ενγκελς στρέφει την προσοχή του στη μελέτη των ζητημάτων της ένοπλης εξέγερσης.
Το Νοέμβρη του 1850, εγκαθίσταται στο Μάντσεστερ, όπου εργάζεται σαν περιοδεύων αντιπρόσωπος ενός εμπορικού οίκου, στον οποίο έγινε αργότερα συνεταίρος. Ασχολείται και πάλι μ' αυτό το «καταραμένο εμπόριο», για να μπορεί να βοηθάει οικονομικά τον Μαρξ. Στο διάστημα της παραμονής του στο Μάντσεστερ, ο Ενγκελς έγραψε πολλά, σχετικά με στρατιωτικά θέματα, για τα οποία έδειχνε ζωηρό ενδιαφέρον. Ο Λένιν θεωρούσε τον Ενγκελς σαν ένα μεγάλο εμπειρογνώμονα στα στρατιωτικά ζητήματα. Δεν είναι τυχαίο ότι του έδωσαν το προσωνύμιο «Στρατηγός».
Μέσα στους κόλπους της Α΄ Διεθνούς, ο Ενγκελς και ο Μαρξ αγωνίζονται ενάντια στους προυντονιστές, στους μπακουνιστές και τους άλλους εχθρούς της Διεθνούς. Το φθινόπωρο του 1870, ο Ενγκελς εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου εκλέγεται μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Α΄ Διεθνούς. Μετά τη διάλυση της Α΄ Διεθνούς, ο Μαρξ και ο Ενγκελς εξακολουθούν να παρακολουθούν και να συμμετέχουν δραστήρια στο εργατικό κίνημα, με πρωταρχικό ζήτημα την πάλη ενάντια στα οπορτουνιστικά ρεύματα μέσα στο εργατικό κίνημα, όπου διεξάγεται οξύτατη διαπάλη.
Αυτήν ακριβώς την εποχή, ο Ενγκελς έγραψε τα άρθρα ενάντια στον Ντύρινγκ, που αργότερα, δηλαδή το 1877 - 1878, συγκεντρώθηκαν και δημοσιεύτηκαν σε βιβλίο με τον τίτλο «Αντι-Ντύρινγκ». Σ' αυτό το έργο, ο Ενγκελς αναλύει τα πιο σημαντικά προβλήματα της Φιλοσοφίας, των Φυσικών και των Κοινωνικών Επιστημών. Είναι μια συντομογραφία του μαρξισμού με τα τρία συστατικά του μέρη, Φιλοσοφία, Πολιτική Οικονομία, Επιστημονικός Κομμουνισμός. Ταυτόχρονα, ο Ενγκελς ασχολείται με τη μελέτη των Φυσικών Επιστημών και των Μαθηματικών. Τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας βρίσκονται συμπυκνωμένα στο περίφημο έργο του «Διαλεκτική της Φύσης».
Μετά το θάνατο του Μαρξ, ο Ενγκελς αναλαμβάνει να εκδώσει το δεύτερο και τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου», που ο Μαρξ δεν μπόρεσε ν' αποτελειώσει. Ο δεύτερος τόμος κυκλοφόρησε το 1885 και ο τρίτος με δικές του συμπληρώσεις, απαραίτητες για την έκδοσή του, το 1894. Μ' αυτήν την εργασία του, ο Ενγκελς ανήγειρε, στον μεγαλοφυή φίλο του, ένα μεγαλόπρεπο μνημείο. Την ίδια περίοδο, έγραψε την «Καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους». Το 1888 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας». Εργο, που δίνει ολοκληρωμένα τη μαρξιστική αντίληψη για το Διαλεκτικό και Ιστορικό Υλισμό.
Την εποχή αυτή αναπτύσσεται ένα ιδεολογικό ρεύμα στους κόλπους του γερμανικού σοσιαλισμού, που υπερέβαλε σχετικά με το ρόλο της οικονομικής βάσης στην ιστορική εξέλιξη και οδηγούσε σε παθητική θεώρηση της Ιστορίας, στην υποτίμηση του ρόλου των ιδεών, της πολιτικής, της ταξικής πάλης του προλεταριάτου για την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας. Η ερμηνεία αυτή, έγραφε ο Ενγκελς στον Μέρινγκ, πηγάζει από «μια χυδαία και όχι διαλεκτική αντίληψη του αιτίου και του αποτελέσματος, από την αντίληψη να θεωρούνται αντίθετα το ένα προς το άλλο, από την απόλυτη άγνοιά τους για την αμοιβαία αλληλοεπίδραση του ενός πάνω στο άλλο. Αυτοί οι κύριοι λησμονούν εντελώς, και συχνά εκ προθέσεως, ότι, από τη στιγμή που, υπό την αντίδραση των οικονομικών συνθηκών, θα προκύψει ένα ιστορικό γεγονός, το γεγονός τούτο θα αντιδράσει με τη σειρά του και θα επιδράσει, τόσο στο περιβάλλον του, όσο και πάνω στα αίτια που το προκάλεσαν».
Σε διάφορα γράμματά του εκείνη την περίοδο, ο Ενγκελς καταπιάνεται με το θέμα της αλληλοεπίδρασης της βάσης και του εποικοδομήματος και φανερώνει τις ειδικές συνθήκες ανάπτυξης της ιδεολογίας (Φιλοσοφία, Θρησκεία, Τέχνη), χωρίς συσχετισμό με την οικονομία, κατακρίνει τους «μαρξιστές!..», που, παίρνοντας μερικά γενικά πασαλείμματα από τον Ιστορικό Υλισμό, δεν κάνουν τον κόπο να μελετήσουν στις λεπτομέρειές τους τα συγκεκριμένα περιστατικά της Ιστορίας.
Από την αρχή της πολιτικής του δράσης έως το τέλος της ζωής του, ο Ενγκελς υπήρξε ένας φλογερός μαχητής της επανάστασης, ο αναμφισβήτητος αρχηγός και οδηγός του διεθνούς προλεταριάτου, ο καλύτερος ερμηνευτής των ταξικών του συμφερόντων. Πολέμησε αδυσώπητα τον οπορτουνισμό μέσα στο πνεύμα των εργατών, ξεσκέπαζε με θάρρος και έκρινε με αυστηρότητα τα σφάλματά τους, προσανατόλιζε τη δράση τους προς τον επαναστατικό δρόμο. «Επειτα από το θάνατο του Μαρξ, έγραψε ο Λένιν, ο Ενγκελς υπήρξε ο αδιαφιλονίκητος σύμβουλος και οδηγός των σοσιαλιστών της Ευρώπης» («Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Ενγκελς»).
Μέσα στους κόλπους της Α' Διεθνούς, ο Ενγκελς και ο Μαρξ αγωνίζονται ενάντια στους προυντονιστές, στους μπακουνιστές (αναρχικοί), και τους άλλους εχθρούς της Διεθνούς. Το φθινόπωρο του 1870, ο Ενγκελς εγκαθίσταται στο Λονδίνο, όπου εκλέγεται μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Α' Διεθνούς. Μετά τη διάλυση της Α' Διεθνούς, ο Μαρξ και ο Ενγκελς εξακολουθούν να παρακολουθούν και να συμμετέχουν δραστήρια στο εργατικό κίνημα, με πρωταρχικό ζήτημα την πάλη ενάντια στα οπορτουνιστικά ρεύματα μέσα στο εργατικό κίνημα, όπου διεξάγεται οξύτατη διαπάλη.
Αυτήν ακριβώς την εποχή, ο Ενγκελς έγραψε τα άρθρα ενάντια στον Ντύρινγκ, που αργότερα, δηλαδή το 1877 - 1878, συγκεντρώθηκαν και δημοσιεύτηκαν σε βιβλίο με τον τίτλο «Αντι-Ντύρινγκ». Είναι μια συντομογραφία του μαρξισμού με τα τρία συστατικά του μέρη, Φιλοσοφία, Πολιτική Οικονομία, Επιστημονικός Κομμουνισμός. Ταυτόχρονα, ο Ενγκελς ασχολείται με τη μελέτη των Φυσικών Επιστημών και των Μαθηματικών. Τα αποτελέσματα αυτής της προσπάθειας βρίσκονται συμπυκνωμένα στο περίφημο έργο του «Διαλεκτική της Φύσης».
Μετά το θάνατο του Μαρξ, ο Ενγκελς αναλαμβάνει να εκδώσει το δεύτερο και τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου». Ο δεύτερος τόμος κυκλοφόρησε το 1885 και ο τρίτος με δικές του συμπληρώσεις, απαραίτητες για την έκδοσή του, το 1894. Την ίδια περίοδο, έγραψε την «Καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους». Το 1888 κυκλοφόρησε το βιβλίο του «Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας». Εργο, που δίνει ολοκληρωμένα τη μαρξιστική αντίληψη για το Διαλεκτικό και Ιστορικό Υλισμό.
Ο Λένιν υπογράμμιζε πως ο μαρξισμός δεν μπορεί να κατανοηθεί και εκτεθεί ολοκληρωτικά, χωρίς να υπολογίζονται η συμβολή και όλα τα έργα του Φρ. Ενγκελς. Βεβαίως, ο Ενγκελς, αν και συνδημιουργός της επιστημονικής κοσμοθεωρίας του προλεταριάτου, είχε διαφορετική άποψη. Ετσι, σε μια υποσημείωση στο έργο του «Ο Λ. Φόυερμπαχ...», με σεμνότητα και μετριοφροσύνη, γράφει: «Ας μου επιτραπεί μια προσωπική διασάφηση. Τελευταία, μίλησαν πολλές φορές για τη συμβολή μου σ' αυτήν τη θεωρία, κι έτσι δεν μπορώ να μην πω εδώ τα λίγα εκείνα λόγια που εξαντλούν το ζήτημα. Δεν μπορώ ούτε ο ίδιος να αρνηθώ ότι πριν, και στο διάστημα της σαραντάχρονης συνεργασίας μου με τον Μαρξ, έχω κι εγώ κάποιο ανεξάρτητο μερτικό στο θεμέλιωμα της θεωρίας και ιδιαίτερα στην επεξεργασία της. Ομως, το μεγαλύτερο μέρος από τις κατευθυντήριες βασικές ιδέες, ιδιαίτερα στον οικονομικό και ιστορικό τομέα και ειδικά στην τελική τους αυστηρή διατύπωση, ανήκουν στον Μαρξ. Εκείνο που πρόσφερα εγώ, αν εξαιρέσουμε, βέβαια, μερικούς ειδικούς κλάδους, μπορούσε βέβαια να το 'χει κάνει ο Μαρξ χωρίς εμένα. Ο,τι έδωσε ο Μαρξ, δε θα το κατάφερνα εγώ μοναχός. Ο Μαρξ στεκόταν πιο ψηλά, έβλεπε πιο μακριά και το βλέμμα του αγκάλιαζε περισσότερα και ταχύτερα από όλους εμάς τους άλλους. Ο Μαρξ ήταν μεγαλοφυία, εμείς οι άλλοι, πολύ - πολύ, να 'μασταν ταλέντα. Χωρίς αυτόν, η θεωρία δε θα ήταν σήμερα καθόλου αυτή που είναι. Γι' αυτό δίκαια φέρνει το όνομά του».
Σήμερα ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει άρθρο του Ενγκελς με τίτλο «Δίκαιος μισθός για δίκαιη εργάσιμη ημέρα» αρκετά επίκαιρο σε σχέση με τις αντεργατικές αναδιαρθρώσεις στον εργάσιμο χρόνο, αλλά και την τάση να δημιουργούν συνθήκες για αγορά ολοένα και φτηνότερης εργατικής δύναμης οι καπιταλιστές.
Το άρθρο αυτό γράφτηκε την Πρωτομαγιά και στις 2 Μάη του 1881. Δέκα περίπου χρόνια, δηλαδή, μετά την παρισινή κομμούνα και 5 χρόνια πριν τα γεγονότα του Σικάγου. Είναι το πρώτο από μια σειρά άρθρα που γράφτηκαν από τον Ενγκελς για την εφημερίδα «The Labour Standart»(1), με την οποία συνεργάστηκε από τον Μάη μέχρι τον Αύγουστο του 1881. Τα άρθρα δημοσιεύονταν χωρίς υπογραφή σχεδόν κάθε βδομάδα στη θέση του κύριου άρθρου της εφημερίδας. Ο Ενγκελς αναγκάστηκε να διακόψει τη συνεργασία του με την εφημερίδα, εξαιτίας της γενικής οπορτουνιστικής γραμμής της.
Δημοσιεύει, επίσης, γράμμα του Ενγκελς στον Στάρκεμπουργκ για την οικονομική βάση της κοινωνίας, τις οικονομικές συνθήκες, που καθορίζουν σε τελευταία ανάλυση την ιστορική εξέλιξη, αλλά και την αλληλεπίδραση οικονομικής βάσης και νομικοπολιτικού εποικοδομήματος.
Σημειώσεις:
1.«The Labour Standart» («Η σημαία της Εργασίας») - εβδομαδιαία αγγλική εφημερίδα, όργανο των τρεντ-γιούνιον, που έβγαινε στο Λονδίνο από το 1881 μέχρι το 1885 υπό τη διεύθυνση του Τζ. Σίπτον.
Πηγή:
«Φιλοσοφικό λεξικό», Ρόζενταλ - Γιούντιν, εκδόσεις «Αναγνωστίδης»
Δίκαιος μισθός για δίκαιη εργάσιμη ημέρα; Αλλά τι σημαίνει δίκαιος μισθός και τι σημαίνει δίκαιη εργάσιμη ημέρα; Πώς αυτά προσδιορίζονται μέσα από τους όρους στους οποίους ζει και αναπτύσσεται η σημερινή κοινωνία; Για ν' απαντήσουμε σ' αυτό το ερώτημα, πρέπει ν' απευθυνθούμε όχι στην επιστήμη της ηθικής ή του δικαίου και ούτε στα αισθήματα περί ανθρωπισμού, δικαιοσύνης, ακόμα και της ευσπλαχνίας. Γιατί αυτό που είναι δίκαιο, από την άποψη της ηθικής ή ακόμα και του δικαίου, μπορεί ν' αποδειχτεί μακριά από τη δικαιοσύνη σε κοινωνικό επίπεδο. Η κοινωνική δικαιοσύνη ή η αδικία ορίζονται μόνο από μία επιστήμη, από την επιστήμη που έχει σχέση με τα οικονομικά δεδομένα της παραγωγής και της ανταλλαγής - από την επιστήμη της πολιτικής οικονομίας.
Δίκαιος μισθός, σε φυσιολογικές συνθήκες, είναι το ποσό που απαιτείται για να εξασφαλίσει στον εργάτη τα μέσα διαβίωσής του, τα αναγκαία, που σε αντιστοιχία με το επίπεδο ζωής στη δική του θέση και στη συγκεκριμένη χώρα στηρίζει την ικανότητά του για εργασία και τη διαιώνιση του είδους του. Τα πραγματικά μεγέθη του μισθού, σε συνθήκες διακύμανσης της παραγωγής, μπορεί να είναι άλλοτε υψηλότερα άλλοτε χαμηλότερα αυτού του ποσού. Αλλά αυτό το μέγεθος σε φυσιολογικές συνθήκες πρέπει να είναι ο μέσος όρος, η συνιστάμενη όλων των διακυμάνσεων.
Δίκαιη εργάσιμη ημέρα είναι εκείνη η διάρκεια της εργάσιμης μέρας και εκείνη η ένταση της πραγματοποιούμενης εργασίας, στα πλαίσια των οποίων, στη διάρκεια της μέρας, ξοδεύεται εξ ολοκλήρου η εργατική δύναμη του εργάτη. Αλλά ξοδεύεται έτσι ώστε να μην προκαλέσει ζημιά στην ικανότητά του να πραγματοποιήσει την ίδια ποσότητα εργασίας και αύριο και τις επόμενες ημέρες.
Η αγοραπωλησία συνίσταται στα παρακάτω: Ο εργάτης παραχωρεί στον καπιταλιστή όλη την ημερήσια εργατική του δύναμη, δηλαδή την ποσότητα που μπορεί να δώσει ώστε να επιτρέπει την αδιάκοπη επανάληψη της αγοραπωλησίας. Σε αντάλλαγμα, αυτός παίρνει ακριβώς τόσα και όχι περισσότερα από τα αναγκαία για τη ζωή αντικείμενα, όσα απαιτούνται, ώστε αυτή η αγοραπωλησία κάθε ημέρα να επαναλαμβάνεται. Ο εργάτης δίνει τόσο πολλά και ο καπιταλιστής δίνει τόσο λίγα, όσα μόνο επιτρέπει η φύση αυτής της αγοραπωλησίας. Αυτή είναι μια άκρως ιδιόμορφη δικαιοσύνη.
Αλλά αυτό ακόμα είναι πραγματικά τίποτα. Η διάδοση της δύναμης των μηχανών στους νέους κλάδους παραγωγής, και επίσης η διάδοση και ο εκσυγχρονισμός των μηχανών στις παραγωγές που ήδη εφαρμόζονται, αποστερούν την εργασία από όλο και περισσότερο αριθμό εργατών. Και αυτό γίνεται πολύ γρηγορότερα απ' ό,τι αυτοί οι εκτοπισμένοι εργάτες μπορούν ν' απορροφηθούν και να βρουν εργασία στις φάμπρικες της χώρας. Αυτοί οι εκτοπισμένοι εργάτες αποτελούν μια πραγματική βιομηχανική εφεδρική στρατιά, την οποία χρησιμοποιεί το κεφάλαιο. Αν τα πράγματα στη βιομηχανία είναι άσχημα, τότε μπορεί να πεθάνουν από την πείνα, θα καταφύγουν στην ελεημοσύνη, στην κλεψιά κλπ. Αν τα πράγματα στη βιομηχανία είναι καλά, είναι πάντα διαθέσιμοι για τη διεύρυνση της παραγωγής. Και μέχρι τότε, που και ο τελευταίος από τους άντρες, τις γυναίκες ή τα παιδιά, που αποτελούν αυτή την εφεδρική στρατιά, δε βρει εργασία -πράγμα που συμβαίνει μόνο σε περιόδους δαιμονισμένης υπερπαραγωγής - μέχρι τότε ο ανταγωνισμός αυτής της εφεδρικής στρατιάς θα μειώνει το μισθό και μονάχα η ύπαρξή της θα ενισχύει τη δύναμη του κεφαλαίου στον πόλεμο ενάντια στην εργασία. Στην αντιπαράθεση με το κεφάλαιο, η εργασία όχι μόνο είναι σε άνιση θέση, αλλά είναι αναγκασμένη να διαβιώνει με τις, περασμένες στα πόδια, σιδερένιες αλυσίδες. Ομως σύμφωνα με την πολιτική οικονομία των καπιταλιστών αυτό είναι δίκαιο.
Δίκαιος μισθός για δίκαιη εργάσιμη ημέρα! Πολλά θα μπορούσε να πει κάποιος και για τη δίκαιη εργάσιμη ημέρα, δικαιοσύνη που είναι ίδια και απαράλλαχτη με τη δικαιοσύνη για το μισθό. Αλλά αυτό είμαστε αναγκασμένοι να το αφήσουμε για κάποια άλλη φορά. Από τα παραπάνω, γίνεται απολύτως ξεκάθαρο ότι το παλιό σύνθημα έφαγε τα ψωμιά του και είναι αμφίβολο αν μας κάνει για σήμερα. Η δικαιοσύνη της πολιτικής οικονομίας, όσο η τελευταία εκφράζει πιστά τους νόμους με τους οποίους διοικείται η σημερινή κοινωνία, είναι η δικαιοσύνη που τάσσεται εξ ολοκλήρου με τη μια πλευρά. Με την πλευρά του κεφαλαίου. Ας θάψουμε λοιπόν για πάντα το παλιό σύνθημα και ας το αντικαταστήσουμε με το εξής:
Τα μέσα εργασίας - πρώτες ύλες, φάμπρικες, μηχανές - στην ιδιοκτησία των ίδιων των εργατών.
Σημειώσεις:
1. Εννοείται η κατάργηση από το κοινοβούλιο των νόμων ενάντια στις ενώσεις, που απαγόρευαν την ίδρυση και δράση οποιασδήποτε εργατικής οργάνωσης.
Λονδίνο, 25 του Γενάρη 1894
Αξιότιμε κύριε,
Ιδού η απάντηση στα ερωτήματά σας!
Αν η τεχνική, όπως λέτε, εξαρτιέται στο μεγαλύτερό της μέρος από την κατάσταση της επιστήμης, πολύ περισσότερο ακόμα εξαρτιέται η επιστήμη από την κατάσταση και τις ανάγκες της τεχνικής. Οταν η κοινωνία έχει μια τεχνική ανάγκη, η ανάγκη αυτή προωθεί την επιστήμη περισσότερο από δέκα πανεπιστήμια. Ολη η υδροστατική (Τορικέλι κτλ.) γεννήθηκε από την ανάγκη να ρυθμιστούν οι ορεινοί χείμαρροι στην Ιταλία το XVI και XVII αιώνα. Για τον ηλεκτρισμό ξέρουμε κάτι το θετικό μόνο αφότου ανακαλύφθηκε η δυνατότητα της τεχνικής εφαρμογής του. Στη Γερμανία όμως έχουν δυστυχώς συνηθίσει να γράφουν την ιστορία των επιστημών έτσι σαν να είχαν πέσει οι επιστήμες απ' τον ουρανό.
α) Η πολιτική, νομική, φιλοσοφική, θρησκευτική, φιλολογική, καλλιτεχνική κτλ. ανάπτυξη βασίζεται στην οικονομική. Ολες τους όμως αντεπιδρούν επίσης η μια πάνω στην άλλη και πάνω στην οικονομική βάση. Τα πράγματα όμως δεν έχουν καθόλου έτσι, ότι δηλαδή η οικονομική κατάσταση είναι η μόνη αιτία που δρα, ενώ όλα τα άλλα είναι μόνον παθητικό αποτέλεσμα. Εδώ έχουμε αλληλεπίδραση πάνω στη βάση της οικονομικής αναγκαιότητας που επιβάλλεται πάντα σε τελευταία ανάλυση. Το κράτος, λ.χ., επιδρά με τους προστατευτικούς δασμούς, με το ελεύθερο εμπόριο, με μια καλή ή κακή φορολογία. Ακόμα και η θανάσιμη κόπωση και ανικανότητα του Γερμανού μικροαστού, που πηγάζει από την οικονομική αθλιότητα της Γερμανίας στην περίοδο από το 1648 ως το 1830 και που εκδηλώθηκαν πρώτα με τον πιετισμό, κι ύστερα με το συναισθηματισμό και τη δουλική υποταγή στους ηγεμόνες και στους ευγενείς, δεν έμειναν χωρίς οικονομικά αποτελέσματα. Αποτέλεσαν ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την καινούρια άνοδο και κλονίστηκαν μόνο όταν οι πόλεμοι της επανάστασης και του Ναπολέοντα έκαναν τη χρόνια αθλιότητα να περάσει σε οξεία μορφή. Δεν είναι, λοιπόν, όπως θέλουν να φαντάζονται μερικοί, γιατί τους έρχεται βολικά, ένα αυτόματο αποτέλεσμα της οικονομικής κατάστασης, αλλά οι ίδιοι οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία τους, την κάνουν όμως μέσα σ' ένα δοσμένο, καθοριστικό γι' αυτούς περιβάλλον, πάνω στη βάση πραγματικών σχέσεων που προϋπήρχαν, και που ανάμεσά τους οι οικονομικές συνθήκες, όσο κι αν επηρεάζονται από τις υπόλοιπες πολιτικές και ιδεολογικές συνθήκες, είναι ωστόσο, σε τελευταία ανάλυση, οι αποφασιστικές και αποτελούν τον κόκκινο μίτο που περνά μέσα απ' όλες και που μόνον αυτός οδηγεί στην κατανόηση.
β) Οι ίδιοι οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία τους, την κάνουν όμως ως τώρα όχι με συλλογική θέληση, σύμφωνα μ' ένα γενικό σχέδιο, ούτε καν μέσα στα πλαίσια μιας καθορισμένης, δοσμένης κοινωνίας. Οι προσπάθειές τους διασταυρώνονται, κι ακριβώς γι' αυτό σ' όλες αυτές τις κοινωνίες κυριαρχεί η αναγκαιότητα, που ολοκλήρωση και μορφή έκφρασής της είναι η σύμπτωση. Η αναγκαιότητα που επιβάλλεται εδώ, μέσα από κάθε λογής συμπτώσεις, είναι πάλι, σε τελευταία ανάλυση, η οικονομική αναγκαιότητα. Και δω φτάνουμε στην εξέταση του ζητήματος των λεγόμενων μεγάλων ανδρών. Οτι κάποιος, κι ακριβώς αυτός ο μεγάλος άνδρας εμφανίζεται σε τούτη την ορισμένη εποχή, σ' αυτή τη δοσμένη χώρα, είναι φυσικά καθαρή σύμπτωση. Αν όμως τον σβήσουμε, τότε ζητείται αντικαταστάτης του, κι αυτός ο αντικαταστάτης βρίσκεται tant, bien que mal1, μα βρίσκεται με τον καιρό. Οτι ο Ναπολέοντας, ακριβώς αυτός ο Κορσικανός, ήταν ο στρατιωτικός δικτάτορας που τον έκανε απαραίτητο η εξαντλημένη από το δικό της πόλεμο Γαλλική Δημοκρατία, αυτό ήταν σύμπτωση. Οτι όμως, αν έλειπε ένας Ναπολέοντας, ένας άλλος θα είχε πάρει τη θέση του, αυτό αποδείχνεται από το γεγονός ότι βρισκόταν πάντα ο άνθρωπος μόλις χρειαζόταν: ο Καίσαρας, ο Αύγουστος, ο Κρόμβελ κτλ. Αν ο Μαρξ ανακάλυψε την υλιστική αντίληψη της ιστορίας, ο Τιερί, ο Μινιέ, ο Γκιζό και όλοι οι Αγγλοι ιστορικοί ως το 1850 αποδείχνουν ότι τα πράγματα έτειναν σ' αυτήν, κι η ανακάλυψη της ίδιας αντίληψης από τον Μόργκαν, αποδείχνει ότι ο καιρός ήταν ώριμος γι' αυτήν και ότι ακριβώς έπρεπε να ανακαλυφθεί.
Στη Γερμανία, το μεγαλύτερο εμπόδιο για τη σωστή κατανόηση είναι η ανεύθυνη παραμέληση της οικονομικής ιστορίας στη φιλολογία. Είναι πολύ δύσκολο να ξεσυνηθίσει κανείς τις αντιλήψεις για την ιστορία που του μπάσανε στο κεφάλι του όταν φοιτούσε στο σχολειό, μα ακόμα πιο δύσκολο είναι να συγκεντρώσει το υλικό που χρειάζεται γι' αυτό. Ποιος λ.χ. έχει διαβάσει έστω και μόνο το γέρο Γκ. φον Γκίλιχ2, που στη συλλογή του, που αποτελείται από στεγνά στοιχεία, έχει ωστόσο τόσο υλικό για την εξήγηση αναρίθμητων πολιτικών γεγονότων!
Αλλωστε, το ωραίο παράδειγμα που έδωσε ο Μαρξ στη «18η Μπρυμαίρ» θα πρέπει, νομίζω, να σας απαντά αρκετά στα ερωτήματά σας, ακριβώς γιατί είναι ένα πρακτικό παράδειγμα. Πιστεύω επίσης ότι έχω θίξει κιόλας τα περισσότερα σημεία στο «Αντι-Ντύρινγκ», Ι, κεφ. 9-11, και ΙΙ κεφ. 2-4, καθώς και ΙΙΙ, κεφ. 1 ή στην εισαγωγή και ύστερα στο τελευταίο μέρος του «Φόϋερμπαχ».
Παρακαλώ να μην ψιλοκοσκινίσετε την κάθε λέξη από τα παραπάνω, μα να έχετε πάντα υπόψη τη συνοχή. Λυπάμαι που δεν έχω τον καιρό να σας τα γράψω επεξεργασμένα με την ίδια ακρίβεια που θα ήμουνα υποχρεωμένος να τα γράψω για τη δημοσιότητα...
1. Καλά ή κακά
2. Ο Ενγκελς εννοεί το πολύτομο έργο του Γκ. φον Γκίλιχ «Ιστορική περιγραφή του εμπορίου της βιομηχανίας και της γεωργίας των σπουδαιότερων εμπορικών κρατών της εποχής μας», Ιένα, 1830-1845.
(Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», τ. 2ος, σελ. 591 - 594, εκδόσεις «Γνώσεις»).