Θέλει να βάλει «ταφόπλακα» στις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Αναιρείται η ίδια η έννοια του κατώτατου μισθού, καθώς θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις ανάγκες των μονοπωλίων
Επιπρόσθετα, τίθενται «κλιμακώσεις» ως προς τον ίδιο τον κατώτατο μισθό. Με την αιτιολογία της αντιμετώπισης της ανεργίας, προσδιορίζονται δύο κατηγορίες εργαζομένων - με βάση τον τόπο εργασίας και την ηλικία - οι οποίες μπορεί να έχουν ακόμη χαμηλότερο μισθό κι απ' αυτόν τον κατώτερο. Στην πραγματικότητα δηλαδή, ο κατώτατος μισθός όχι μόνο δε θα είναι κατώτατος, αλλά, επιπρόσθετα, ούτε καν σταθερός, αφού διαρκώς θα ανακαθορίζεται.
Πρόκειται για ένα σχέδιο που, όχι μόνο καρατομεί τα εργασιακά δικαιώματα και τους μισθούς, αλλά, το κυριότερο, επιδιώκει να αφαιρέσει από την εργατική τάξη το δικαίωμα να διεκδικήσει το ύψος της αμοιβής της εργασίας της, με τους όρους της ταξικής πάλης. Μέχρι σήμερα, η διαμόρφωση του κατώτατου μισθού κρινόταν στο πεδίο της ταξικής αναμέτρησης. Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας αποτελεί προϊόν του επιπέδου της ταξικής πάλης, της δυνατότητας, δηλαδή, των εργαζομένων να αποσπούν μεγαλύτερο μερίδιο από την, έτσι κι αλλιώς, κλεμμένη υπεραξία τους. Με την εισαγωγή του εν λόγω μηχανισμού το κράτος θα είναι αυτό που θα καθορίζει το μέγεθος του μισθού, ορίζοντας ρητά πως μοναδικό κριτήριο θα είναι τα κέρδη του κεφαλαίου.
Ενδεικτικό του τρόπου καθορισμού του κατώτατου μισθού είναι πως, όσον αφορά το βιοποριστικό του χαρακτήρα, θα λαμβάνει υπόψη τα... όρια της ελάχιστης διαβίωσης, ως καθαρό διαθέσιμο εισόδημα, δηλαδή το επίπεδο της φτώχειας. Ουσιαστικά, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο, ο μισθός των εργαζομένων να μπορεί να πέσει τόσο ώστε να βρίσκεται μόλις πάνω από τα όρια της φτώχειας.
Ωστόσο, το κυριότερο στοιχείο είναι πως ο κατώτατος μισθός θα συνδέεται με τη γενικότερη οικονομική πορεία της χώρας και θα αλλάζει ανάλογα προς αυτή. Ετσι, στοιχεία όπως ο ρυθμός ανάπτυξης και η παραγωγικότητα της οικονομίας μπαίνουν σε «πρώτη γραμμή» για τον υπολογισμό του μισθού. Ενα τρίτο στοιχείο που θα συνυπολογίζεται θα είναι το κατά πόσο το κόστος εργασίας θα επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Τι σημαίνει αυτό; Πως οι εκάστοτε ανάγκες των μονοπωλίων, θα είναι το σημείο αναφοράς για τον προσδιορισμό του μισθού.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί πως έχουμε μια ξεκάθαρη απόδειξη του ρόλου του κράτους. Το κράτος δεν είναι ένας ουδέτερος παρατηρητής ο οποίος επιδιώκει το συμβιβασμό των αντιτιθέμενων συμφερόντων μεταξύ εργαζομένων - εργοδοτών. Αντίθετα, αποτελεί όργανο επιβολής της κυρίαρχης τάξης, των κεφαλαιοκρατών στη συγκεκριμένη περίπτωση, επί της εργατικής τάξης. Και, όταν οι συνθήκες το απαιτούν - όπως συμβαίνει σήμερα -, το κάνει εντελώς απροκάλυπτα, «σφαγιάζοντας» τα εργατικά δικαιώματα.
Αντιγράφοντας πιστά τις συνταγές της τρόικα, της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΟΟΣΑ, η κυβέρνηση ξεκαθαρίζει πως θα αρχίσει με το πάγωμα του κατώτατου μισθού (στα 586 ευρώ μεικτά και 511 για τους κάτω των 25 ετών). Θεωρεί, δηλαδή, πως η αύξηση του κατώτατου μισθού των ανειδίκευτων εργατών, σε συνθήκες μεγάλης ανεργίας, δεν ενδείκνυται. Αυτό το μέτρο, ωστόσο, αποτελεί την «κορυφή του παγόβουνου». Με την επίκληση της υψηλής ανεργίας τα σχέδια περιλαμβάνουν τρία ακόμη μέτρα - κόλαφο σε βάρος των εργαζομένων. Αναλυτικά:
Το βασικό επιχείρημα - όπως φαίνεται κι απ' τα παραπάνω - πάνω στο οποίο «δομείται» η ανάγκη για το σφαγιασμό των μισθών είναι η υψηλή ανεργία. Οτι δηλαδή, με χαμηλότερους μισθούς, θα γίνουν περισσότερες επενδύσεις, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα φέρουν θέσεις εργασίας και έτσι θα αντιμετωπιστεί η ανεργία.
Πρόκειται για ψευδές επιχείρημα. Διότι ακόμη και θέσεις εργασίας να γίνουν, θα είναι πολύ λιγότερες από τις ανάγκες. Ακόμη, όμως, και αυτές οι θέσεις εργασίας θα είναι εξαιρετικά επισφαλείς, θα απαιτούν δουλειά χωρίς δικαιώματα, όπως συμβαίνει π.χ. στην COSCO για την προσέλκυση της οποίας στην Ελλάδα η κυβέρνηση καυχιέται συνεχώς.
Ο κεφαλαιοκράτης προσπαθώντας να μειώσει το κόστος παραγωγής για να γίνει ανταγωνιστικότερος θα προχωρά διαρκώς σε προσαρμογές που θα διασφαλίζουν τα κέρδη και τη θέση του έναντι των ανταγωνιστών του. Οι όποιες θέσεις εργασίας δημιουργούνται και οι συνθήκες απασχόλησης που θα τις συνοδεύουν θα βρίσκονται υπό τη «δαμόκλειο σπάθη» της ανταγωνιστικότητας. Η εναλλαγή πλήρους - ελαστικής (με οποιαδήποτε μορφή) απασχόλησης θα είναι συνεχής, οι μισθοί και τα ωράρια στο διαρκές έλεος των ισολογισμών κάθε εταιρείας.
Στην πραγματικότητα, ο καπιταλισμός δε θα απαλλαγεί ποτέ από την ανεργία, καθώς είναι στην ίδια του τη φύση. Η λειτουργία των εργοστασίων (άρα και οι θέσεις εργασίας) εξαρτάται από το αν, πότε και πώς έχουν κέρδη οι μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι.
Οι εργαζόμενοι απέναντι σε αυτήν την εξέλιξη έχουν μόνο μία απάντηση. Να οξύνουν την ταξική τους πάλη, με ταξικά προσανατολισμένο και οργανωμένο αγώνα, ανοίγοντας το δρόμο για ριζικές αλλαγές στο επίπεδο της οικονομίας και της κοινωνίας.