Οσο οι Μεταφορές, η Ενέργεια, οι Επικοινωνίες, το νερό αποτελούν εμπορεύματα, όλοι οι όμιλοι, είτε κρατικοί είτε ιδιωτικοί, θα θυσιάζουν τις ανάγκες μας για ν' αυξήσουν τα κέρδη τους και τα μερίδιά τους στον ανταγωνισμό |
Διόλου τυχαία, ανέβηκαν ξανά στην επιφάνεια μια σειρά ιδεολογήματα παλαιάς σοσιαλδημοκρατικής και οπορτουνιστικής «κοπής», που είχαν κατακαθίσει στον πυθμένα του «αντιμνημονιακού» βούρκου μετά τη χρεοκοπία της «ελπίδας» του ΣΥΡΙΖΑ του 3ου μνημονίου. Πρωταγωνιστές ξανά οι δυνάμεις των ΝΑΡ - ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΜέΡΑ25 - ΛΑΕ, ΝεΑρ, άλλοι όπως Μετάβαση, Αναμέτρηση κ.λπ. με «φιλική συμμετοχή» ακόμα και «αναρχοαυτόνομων» οπαδών της κρατικής παρέμβασης (!) που ανακάλυψαν στον δήθεν «αντικαπιταλιστικό» στόχο της επανακρατικοποίησης του σιδηροδρόμου τη μαγική συνταγή ενός «μεταβατικού» αιτήματος που συνιστά «ρήγμα» στην αστική πολιτική. Εφτασαν να ισχυριστούν ότι η επανακρατικοποίηση με «εργατικό - κοινωνικό έλεγχο» και την πίεση ενός ισχυρού κινήματος μπορεί να επιβάλει ότι οι κρατικές επιχειρήσεις θα λειτουργούν δωρεάν και θα υπηρετούν (!) τις λαϊκές ανάγκες. Μάλιστα, επιτίθενται στο ΚΚΕ, στις δυνάμεις του στο κίνημα, που δεν υιοθετεί τους στόχους αυτούς με την κατηγορία ότι δεν είναι αντισυστημικό, δεν επιδιώκει την «άμεση» σύγκρουση, γιατί παραπέμπει τη λύση των λαϊκών προβλημάτων στις «καλένδες της εργατικής εξουσίας».
Στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: Οποια πολιτική δύναμη καλλιεργεί την προσδοκία ότι θα μας σώσει το κράτος του κεφαλαίου σπέρνει αυταπάτες για τη δυνατότητα φιλολαϊκού μετασχηματισμού του καπιταλισμού και στην πράξη παραπέμπει τον αγώνα για ανατροπή του στις ελληνικές καλένδες.
Συγκαλύπτει τον ταξικό χαρακτήρα του κράτους. Του σημερινού κράτους που μας καίει κάθε καλοκαίρι, μας πνίγει κάθε φθινόπωρο, μας ληστεύει με τους έμμεσους και άμεσους φόρους των υπερπλεονασμάτων. Του ίδιου κράτους που είναι γενναιόδωρο για φοροαπαλλαγές σε εφοπλιστές - τραπεζίτες, για κρατική στήριξη των καπιταλιστικών επενδύσεων και για πολεμικές δαπάνες για τις ανάγκες ΝΑΤΟ - ΗΠΑ και ΕΕ.
Διατηρεί και ενισχύει την απατηλή θεωρία ότι το κράτος αποτελεί ένα ταξικά «ουδέτερο γήπεδο», όπου τάχα αναμετρώνται το κεφάλαιο και το εργατικό - λαϊκό κίνημα. Οτι με έναν ευνοϊκότερο συσχετισμό δύναμης και μια «αριστερή - προοδευτική» κυβέρνηση υπάρχουν δυνατότητες για την υλοποίηση ενός μεταβατικού προγράμματος «ρήξης» που θα στρέψει το κράτος σε φιλολαϊκή κατεύθυνση.
Ξαναζεσταίνει, και μάλιστα σε καιρό ιμπεριαλιστικού πολέμου, την επικίνδυνη για την εργατική τάξη θέση περί «δημόσιου εθνικού συμφέροντος», δηλαδή του ανύπαρκτου κοινού συμφέροντος θύτη και θύματος της εκμετάλλευσης, που δήθεν αναλαμβάνει να υπηρετήσει το κράτος για λογαριασμό όλης της κοινωνίας.
Η πραγματικότητα του υπαρκτού, όχι κάποιου ιδεατού «εξανθρωπισμένου» καπιταλισμού, αποδεικνύει ότι στο έδαφος της καπιταλιστικής οικονομίας κάθε επιχειρηματική λειτουργία, ανεξάρτητα απ' την ιδιοκτησιακή μορφή της επιχείρησης - κρατική, ιδιωτική ή μεικτή - υποχρεωτικά στηρίζεται στην ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και στην αφαίμαξη των υπόλοιπων λαϊκών στρωμάτων.
Ακόμα και μια αμιγώς κρατική επιχείρηση στο έδαφος του καπιταλιστικού ανταγωνισμού:
- είτε θα λειτουργήσει με γνώμονα το κέρδος, επομένως θα επιδιώξει την αύξηση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων (εκτόξευση του απλήρωτου χρόνου εργασίας για το μόνιμο και το εργολαβικό προσωπικό) και το χαράτσωμα των λαϊκών νοικοκυριών με υψηλές χρεώσεις,
- είτε θα λειτουργήσει «ζημιογόνα», υποχρεώνοντας τον λαό να πληρώνει τα ελλείμματα μέσω της κρατικής φορολογίας που απαρτίζεται κατά 95% απ' τη δική του άμεση και έμμεση φοροληστεία.
Η πλούσια ιστορική πείρα αποδεικνύει περίτρανα τον βαθιά ταξικό χαρακτήρα της λειτουργίας όχι μόνο των κρατικών επιχειρήσεων αλλά και κρατικών υπηρεσιών «κοινωνικού» χαρακτήρα.
Τόσο στην πρώην κρατική κατά 51% ΔΕΗ, όσο και στη σημερινή κρατική κατά 61% ΕΥΔΑΠ αλλά και στο τμήμα του πρώην ΟΣΕ που παραμένει στο κράτος αποτελούν κοινό τόπο η συμπίεση των μισθών, οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις είτε άμεσα μέσω της ευέλικτης εργασίας (όπως οι σταθμάρχες και λοιπό προσωπικό του ΟΣΕ που εργάζονται με «μπλοκάκι» ή στην ΕΥΔΑΠ η συνύπαρξη 9 διαφορετικών τύπων εργασιακών σχέσεων) είτε έμμεσα μέσω πλήθους υπεργολάβων. Οσο για τον «κοινωφελή» χαρακτήρα τους αρκεί να δούμε τη διαχρονική εκτόξευση των τιμολογίων, που οδηγούν σε διακοπή παροχής των υπηρεσιών τους προς υπερχρεωμένους λαϊκούς καταναλωτές.
Αντίστοιχοι παραμένουν ο ρόλος και ο προσανατολισμός ελεγκτικών μηχανισμών που δήθεν στοχεύουν στην «προστασία» των εργαζομένων. Η πείρα των εργαζομένων αποδεικνύει τον «διακοσμητικό» ρόλο του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας στο ζήτημα της «πρόληψης» του επαγγελματικού κινδύνου και διασφάλισης της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία. Το αντεργατικό νομοθετικό οπλοστάσιο, σε συνδυασμό με τη σκόπιμη υποστελέχωση, έχει μετατρέψει τις Επιθεωρήσεις Εργασίας σε γραφεία «στήριξης της επιχειρηματικότητας». Δεν έχουν ούτε την κατεύθυνση ούτε τη δυνατότητα να ελέγξουν τόσο τη ζούγκλα των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων της «ελεύθερης αγοράς» όσο και την εργοδοτική ευθύνη για τα εργατικά ατυχήματα - εργοδοτικά εγκλήματα.
Στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος και της απελευθερωμένης αγοράς της ΕΕ, όσο οι Μεταφορές, η Ενέργεια, οι Επικοινωνίες, το νερό αποτελούν εμπορεύματα, όλοι οι όμιλοι, είτε κρατικοί είτε ιδιωτικοί, θα θυσιάζουν τις ανάγκες μας για ν' αυξήσουν τα κέρδη τους και τα μερίδιά τους στον ανταγωνισμό.
Η ΔΕΗ επέβαλε αυξήσεις και όταν το κράτος κατείχε το 51%, ενώ συνεχίζει και σήμερα που το κράτος ελέγχει τη διοίκησή της. Ακόμα και στην εποχή πριν την «απελευθέρωση», ο αποκλειστικά κρατικός τομέας ηλεκτρικής ενέργειας διατηρούσε μεγάλη διαφορά στο ύψος των τιμολογίων οικιακής κατανάλωσης έναντι εκείνης των ενεργοβόρων βιομηχανικών ομίλων, όπως η «ΠΕΣΙΝΕ» (σήμερα «Metlen»).
Σήμερα και οι αποκλειστικά κρατικές στη μετοχική τους σύνθεση επιχειρήσεις παραχωρούν τα πλέον κερδοφόρα τμήματα της λειτουργίας τους σε εργολαβίες ή αναθέτουν την υλοποίηση έργων σε ιδιωτικούς ομίλους. Οπως ο κρατικός ΟΣΕ με την περιβόητη σύμβαση 717 και αναδόχους την κοινοπραξία «Alstom - Ελλάκτωρ» για την υλοποίηση του συστήματος τηλεδιοίκησης - σηματοδότησης που 10 χρόνια μετά δεν έχει ολοκληρωθεί.
Βεβαίως, το αστικό κράτος με γνώμονα τα στρατηγικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης δεν έχει «δογματισμούς». Για να διασφαλίσει το γενικό συμφέρον της άρχουσας τάξης μπορεί να προχωρήσει στην επανακρατικοποίηση προηγούμενα ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων. Είτε όταν οι ιδιωτικοί όμιλοι αποσύρονται, για να επενδύσουν σε επικερδέστερους τομείς λόγω περιορισμού του ποσοστού κέρδους στον κλάδο είτε όταν καθίσταται αναγκαία η κρατική παρέμβαση, προκειμένου να ρυθμιστεί ο ανταγωνισμός των επιχειρηματικών ομίλων. Ωστόσο, κάθε επανακρατικοποίηση φορτώνει πάντα τα βάρη στον λαό.
Πολυάριθμα είναι τα παραδείγματα επανακρατικοποιήσεων που έχει αναδείξει ο «Ριζοσπάστης». Οποιες επανακρατικοποιήσεις έγιναν στην Ευρώπη (Γερμανία - Γαλλία) στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας δεν συνιστούν φιλολαϊκή εναλλακτική, αλλά μεταφορά ζημιών πολλών δισ. των μετόχων στις πλάτες των φορολογούμενων. Η επανακρατικοποίηση το 2022 της γαλλικής κρατικής εταιρείας ηλεκτρισμού EdF φόρτωσε στην πράξη στις πλάτες των Γάλλων φορολογουμένων ζημιές που ξεπερνούν τα 17 δισ. ευρώ, ενώ όσο ήταν κερδοφόρα το 2021 τα οφέλη καρπώνονταν οι μεγαλομέτοχοί της. Αντίστοιχα, η επανακρατικοποίηση των βρετανικών σιδηροδρόμων, που υλοποιήθηκε μάλιστα από τους Συντηρητικούς με τον Μπ. Τζόνσον και ολοκληρώνεται σταδιακά με κυβέρνηση Εργατικών (Great British Railways) δεν σηματοδότησε καμία ουσιαστική βελτίωση για επιβάτες και εργαζόμενους. Γι' αυτό, άλλωστε, δεν συνιστά «ρήξη» με το σύστημα η επιστροφή της «Hellenic Train» απ' την ιδιοκτησία του ιταλικού στο ελληνικό αστικό κράτος.
Υπάρχει διέξοδος από τον βάλτο της εκμετάλλευσης και της ανασφάλειας για τη ζωή μας. Είναι ο δρόμος της εργατικής εξουσίας, του σοσιαλισμού οπότε θα αλλάξει χέρια η ιδιοκτησία, θα κοινωνικοποιηθούν τα εργοστάσια, τα μέσα παραγωγής, οι υποδομές, η γη. Εκεί θα πάψουν οι Μεταφορές, η Υγεία, το Φάρμακο, η Μόρφωση, το νερό, τα καύσιμα, η ίδια η εργατική δύναμη να αποτελούν εμπορεύματα. Ο σκοπός της παραγωγής δεν θα είναι πλέον το κέρδος των ομίλων, αλλά το σύνολο των αναγκών μας, που διαρκώς διευρύνονται. Οι εργαζόμενοι θα παίζουν καθημερινά ενεργό ρόλο στη λήψη και στον έλεγχο των αποφάσεων στην παραγωγή και στην άσκηση της δικής τους κρατικής εξουσίας.
Οι κομμουνιστές δεν περιμένουμε παθητικά να «γυρίσουν» οι καιροί, γιατί «το μέλλον δε θα 'ρθεί από μονάχο του... θα φροντίσουμε εμείς γι' αυτό». Μπαίνουμε μπροστά στους αγώνες για ΣΣΕ με ουσιαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων, ενάντια στην ακρίβεια και την ενεργειακή φτώχεια, για τα δικαιώματα των αυτοαπασχολουμένων, για να μετατραπεί σε οργανωμένο μαχητικό λαϊκό αγώνα η οργή που ξεχειλίζει. Σε έναν πανελλαδικό, συντονισμένο, λαϊκό ξεσηκωμό ενάντια στην πολιτική της «απελευθέρωσης» της ΕΕ και των ιδιωτικοποιήσεων για αποκλειστικά κρατικές Μεταφορές, Ενέργεια, Επικοινωνίες που θα λειτουργούν με γνώμονα τις λαϊκές ανάγκες.
Ενάντια στην άρχουσα τάξη, την εκάστοτε κυβέρνηση και τα κόμματά της, που δολοφονούν για το καπιταλιστικό κέρδος, στα εργασιακά κάτεργα, στον σιδηρόδρομο, στις φυσικές καταστροφές. Ενάντια στην πολιτική του κράτους του κεφαλαίου, που απειλεί όχι μόνο τις ανάγκες και τα δικαιώματά μας αλλά την ίδια τη ζωή μας, ιδιαίτερα σήμερα που ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος ζυγώνει και στη χώρα μας.
Προχωράμε με τη σημαία του μέλλοντος και όχι της υπεράσπισης του αμαρτωλού παρελθόντος των πρώην ΔΕΚΟ και γενικότερα του αστικού κράτους.