Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ διεκδικεί εξαιρέσεις από την εφαρμογή αντεργατικών νόμων, πρωτοστατώντας στη διάσπαση και την ενσωμάτωση των εργαζομένων
Ενα από τα εργαλεία που χρησιμοποιεί ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός για να πετύχει τους στόχους του είναι η προώθηση της ταξικής συνεργασίας, η αντίληψη, δηλαδή, ότι είναι δυνατόν κεφαλαιοκράτες και εργάτες να συνυπάρχουν αρμονικά. Πριν ακόμα από τις βουλευτικές εκλογές, το ΠΑΜΕ είχε προειδοποιήσει για την αντεργατική λαίλαπα που έρχεται. Ομως, ακόμα και μετά τις εκλογές, όταν πια ήταν φανερό ότι αυτό που έρχεται είναι πολύ πιο άγριο και βάρβαρο από αυτό που είχαν εκτιμήσει οι ταξικές δυνάμεις, οι πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ έκαναν ότι δήθεν δεν καταλάβαιναν. Αρνήθηκαν την κήρυξη απεργίας, συμμετείχαν ή συζητούσαν τους όρους συμμετοχής τους σε νέους «κοινωνικούς διαλόγους» για τους αντεργατικούς κι αντιασφαλιστικούς σχεδιασμούς. Ακόμα χειρότερα, η ΓΣΕΕ βγήκε ανοιχτά σε ρόλο απεργοσπάστη και δικαστή των αγώνων της εργατικής τάξης για να κηρύξει παράνομη την απεργία στις 17 Δεκέμβρη 2009.
Από τότε μέχρι σήμερα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Κάτω από την πίεση που δημιούργησαν η ένταση της αντεργατικής επίθεσης και οι αγωνιστικές πρωτοβουλίες του ΠΑΜΕ οι δυνάμεις του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού αναγκάστηκαν να πάρουν αποφάσεις για απεργίες. Ωστόσο, έκαναν ό,τι μπορούσαν προκειμένου να καθυστερήσουν. Η ΓΣΕΕ δεν προχωρούσε στην κήρυξη απεργιών για το Ασφαλιστικό με τον πρόεδρό της, Γ. Παναγόπουλο, να κάνει τον αφελή και να συμβουλεύει τους εργαζόμενους να κάνουν υπομονή μέχρι η κυβέρνηση να δημοσιοποιήσει το σχετικό νομοσχέδιο που μπορεί να ήταν και σε όφελός τους. Την τακτική της κωλυσιεργίας ακολούθησαν - με διάφορα προσχήματα - συνολικά οι δυνάμεις του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού για μεγάλα χρονικά διαστήματα, προκειμένου να δοθεί πολύτιμος χρόνος στην κυβέρνηση να παραπλανήσει τους εργαζόμενους.
Ακόμα και όταν κήρυξαν μέχρι σήμερα κινητοποιήσεις φρόντισαν να τις υπονομεύσουν. Υπήρξαν φορές που ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ αποφάσιζαν απεργίες σε διαφορετικές ημερομηνίες, υποσκάπτοντας την ανάγκη ενιαίας αγωνιστικής απάντησης του συνόλου των εργαζομένων στην ενιαία και ολομέτωπη επίθεση που δέχονται. Πρόβαλλαν και προβάλλουν συντεχνιακές λογικές που στόχο έχουν να διαιρούν τους εργαζόμενους και ταυτόχρονα να ελαχιστοποιούν τις απαιτήσεις τους. Χαρακτηριστική είναι ανακοίνωση του Εργατικού Κέντρου Ελευσίνας στις 6 Ιούλη 2010. Μιλά για τους ασφαλισμένους πριν το 1983 και λέει ότι το ασφαλιστικό νομοσχέδιο δίνει τη δυνατότητα στους εργαζόμενους των ΔΕΚΟ να συνταξιοδοτούνται με 35 χρόνια εργασίας, ενώ οι εργαζόμενοι στον Ιδιωτικό Τομέα θα συνταξιοδοτούνται με 40 χρόνια εργασίας. Αυτή η θέση όχι μόνο διαιρεί τους εργαζόμενους αλλά και αντιμετωπίζει την αντιασφαλιστική επίθεση σα να αφορά ένα τμήμα και όχι το σύνολο των εργαζομένων.
Στην ίδια ανακοίνωση εκφράζεται η εξής άποψη για την καπιταλιστική κρίση και τα ελλείμματα: «Οι εργαζόμενοι (...) αναγνωρίζουν τη μεγάλη και διαρκή κρίση που περνά η πατρίδα μας και είναι έτοιμοι να προσφέρουν όλα εκείνα τα αποθέματα που θα βοηθήσουν για το συγκεκριμένο σκοπό, που δεν είναι άλλος από τη διάσωση της χώρας από την πτώχευση»! Την άποψη αυτή καλλιεργεί ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός σε κάθε κλάδο, σε κάθε χώρο δουλειάς. Συγκαλύπτει τις πραγματικές αιτίες της καπιταλιστικής κρίσης και των ελλειμμάτων, τα εμφανίζει σαν να είναι εθνική υπόθεση, σαν να φταίνε οι εργαζόμενοι γι' αυτά, και τους καλεί να τα πληρώσουν.
Στο πρόσφατο απεργιακό ψήφισμα της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ - όπως και σε κάθε ψήφισμά τους - ο ένοχος είναι «ο ακραίος Νεοφιλελευθερισμός των Ευρωπαίων ηγετών», που «προωθεί πολιτικές για να σαρώσει και να ακυρώσει, όσα με αγώνες και θυσίες έχουν κατακτήσει τα τελευταία 100 χρόνια εργαζόμενοι και κοινωνίες, αδιαφορώντας παντελώς για τη φτώχεια και την εξαθλίωση των λαών». Ταυτόχρονα, βαφτίζουν τα μέτρα «σκληρά και άδικα». Δηλαδή, οι συμβιβασμένες πλειοψηφίες ισχυρίζονται ότι είναι δυνατόν μέσα στον καπιταλισμό να εφαρμοστούν άλλες πολιτικές που μπορούν να είναι «δίκαιες» και σε όφελος των εργαζομένων. Ετσι, αθωώνουν τον καπιταλισμό και καλλιεργούν την ψευδαίσθηση της δυνατότητας εξανθρωπισμού του όπως ξεκάθαρα προβάλλει το σύνθημά τους «οι άνθρωποι πάνω από τις αγορές» ή το παλαιότερο «οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη».
Παράλληλα, ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός προσπαθεί να σπάσει τις απεργίες άλλες φορές συγκαλυμμένα και άλλες απροκάλυπτα. Ακόμα και όταν τις κηρύσσουν τα συνδικαλιστικά όργανα που ελέγχει δεν κάνει τίποτα για να τις προετοιμάσει και για να τις περιφρουρήσει. Απλώς τις κηρύσσει.
Αποκαλυπτική είναι η επίθεση που έχει εξαπολύσει στο ΠΑΜΕ για το ζήτημα της περιφρούρησης των απεργιών. Μνημείο εργατοπατερισμού αποτελεί η συνέντευξη που έδωσε στο ραδιοφωνικό σταθμό του εφοπλιστή Αλαφούζου ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Γ. Παναγόπουλος. Ο δημοσιογράφος Α. Πορτοσάλτε αναφέρεται στην περιφρούρηση απεργίας στο λιμάνι του Πειραιά και την χαρακτηρίζει παράνομη και ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ σχολιάζει: «...συμφωνώ μαζί σας και λέω ότι το συνδικαλιστικό κίνημα δε μετέρχεται τέτοιων πρακτικών. Το ΠΑΜΕ, που αντιστοιχείται με το Κομμουνιστικό Κόμμα, αυτό το κάνει κατ' επάγγελμα, νομίζει ότι είναι ο εργολάβος των εργαζομένων και του συνδικαλιστικού κινήματος. Ε, δεν είναι. Και να σας πω κάτι; Κατά τη γνώμη μας βάζει στίγμα σε όλο το συνδικαλιστικό κίνημα γιατί δε θέλουμε να καταστρέψουμε την εγχώρια παραγωγή, δε θέλουμε να καταστρέψουμε τον τουρισμό μας. Θέλουμε απλά να εγγράψουμε και εμείς, και στο δημόσιο διάλογο και στη δημόσια προσπάθεια, να μη γίνουν αποδεκτές κάποιες εξόχως επιβαρυντικές για τους εργαζόμενους πολιτικές, να εγγράψουμε τη δική μας άποψη».
Χαρακτηριστική είναι και η προχτεσινή επίθεση των συνδικαλιστικών δυνάμεων της ΠΑΣΚΕ στο Σωματείο Εργαζομένων στην «Ιντρακόμ» ενάντια στο Συνδικάτο Εργατοϋπαλλήλων Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής Νομού Αττικής, γιατί πρωτοστάτησε στη μάχη της απεργιακής περιφρούρησης στη συγκεκριμένη επιχείρηση. Οι εργοδοτικοί συνδικαλιστές βάφτισαν την απεργιακή φρουρά «παρατρεχάμενους γυρολόγους», μιλάνε για «πρακτικές που βλέπουμε σ' άλλους χώρους (λιμάνια κ.λπ.) να έρχονται πια στην πόρτα μας» και ισχυρίστηκαν ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να επιλέξουν ελεύθερα αν θα εργαστούν ή θα απεργήσουν. Πρόβαλλαν, δηλαδή, το σύνολο του αντεργατικού προπαγανδιστικού οπλοστασίου της κυβέρνησης και των κεφαλαιοκρατών και την ίδια ώρα συγκαλύπτουν ότι οι εργαζόμενοι βιώνουν ολοένα πιο άγριες συνθήκες στους χώρους δουλειάς. Και βέβαια όλους τους προηγούμενους μήνες μέχρι και σήμερα ανάλογες επιθέσεις έχουν εξαπολύσει σε πολλούς χώρους δουλειάς οι δυνάμεις αυτές.
Τέλος, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι πολλές φορές είναι που ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός αναλαμβάνει να προετοιμάσει το έδαφος για το πέρασμα των αντεργατικών πολιτικών. Ακριβώς αυτό έκανε η ΓΣΕΕ το Φλεβάρη του 2009 με την περίφημη συμφωνία των έντεκα σημείων με τον ΣΕΒ. Συμφωνία που, μεταξύ άλλων, περιελάμβανε προτάσεις τις οποίες σήμερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ προώθησε νομοθετικά, όπως η κρατική συμμετοχή στις ασφαλιστικές εισφορές νέων που δεν έχουν εργασιακή εμπειρία για ένα χρονικό διάστημα. Δηλαδή, προσφορά ακόμα πιο φθηνής εργατικής δύναμης στους εργοδότες, καθώς μέρος των εισφορών θα πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό ή αλλιώς από τη φοροληστεία των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Ανάλογος είναι και ο σχεδιασμός που γίνεται για την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, η οποία θα προβλέπει «αυξήσεις» πολύ κάτω και από τον επίσημο πληθωρισμό και έτσι θα εφαρμοστεί, ουσιαστικά, αυτό που προβλέπει το Μνημόνιο για τριετές πάγωμα των μισθών.
Πλέον έχει συσσωρευτεί πολύτιμη εμπειρία από τη στάση και την τακτική που έχει ακολουθήσει τους τελευταίους μήνες ο κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός, ώστε να πειστεί και ο πιο αφελής για το ότι οι δυνάμεις αυτές υπηρετούν τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Οχι απλώς δε συμμετέχουν στην αδήριτη ανάγκη για οργάνωση της πάλης των εργαζομένων, αλλά στέκονται συνειδητά εμπόδιο σε αυτήν.