«Υστερούμε στην αξιοποίηση του "Ριζοσπάστη", αλλά και της ΚΟΜΕΠ, άλλων εκδόσεων που προσφέρουν γνώσεις και πείρα με βάση τις σημερινές εξελίξεις στην οικονομία, γενικότερα στην κοινωνία και στο λαϊκό κίνημα. Η ΚΕ πρέπει να επιμείνει με μεγαλύτερη σταθερότητα στην πιο ζωντανή και δημιουργική καθοδήγηση των οργανώσεων και των αντίστοιχων τομέων δουλιάς, στο πνεύμα των αποφάσεων του 16ου Συνεδρίου, της εισήγησης της απερχόμενης ΚΕ, η οποία φώτισε πιο ολοκληρωμένα ζητήματα της καθοδηγητικής δουλιάς, της εσωκομματικής ζωής, σχετικά με τους δεσμούς του Κόμματος με την εργατική τάξη, τη νεολαία. Παραμένει βασικό καθήκον να βοηθηθούν οι Κομματικές Οργανώσεις Βάσης να αποκτήσουν μεγαλύτερη ικανότητα στην εκλαϊκευση της πολιτικής μας πρότασης για το Μέτωπο, για την προοπτική της λαϊκής οικονομίας και εξουσίας».
Γιατί, όμως, εμφανίζεται το πρόβλημα; Το 16ο Συνέδριο εκτίμησε ως βασική αδυναμία την αφομοίωση της στρατηγικής, τη σχέση ταχτικής - στρατηγικής. Αυτό το ζήτημα δε λύνεται αυτόματα και με «συνταγές». Αποτελεί μόνιμο ζητούμενο στην αυτοτελή κομματική δράση, στη δουλιά προετοιμασίας για την ανάπτυξη των αγώνων, δοκιμάζεται στη δράση, αλλά γι' αυτούς ακριβώς τους λόγους αποτελεί συστατικό στοιχείο της καθοδηγητικής δουλιάς.
Απαιτούνται, όμως, και ορισμένες προϋποθέσεις γι' αυτό, όπως: θεωρητικό επίπεδο, ιδεολογικοπολιτική γνώση και αφομοίωση της γενικής γραμμής, (αποφάσεις του Συνέδριου), των θέσεων σε κάθε μέτωπο πάλης, των θέσεων των αντιπάλων και την τακτική τους κλπ. Και αυτά, βεβαίως, δεν είναι μόνο υπόθεση συλλογικής εσωκομματικής διαδικασίας των οργάνων και των ΚΟΒ, αλλά και ατομικής ευθύνης κάθε στελέχους. Βασικά εργαλεία αυτού του εξοπλισμού, ο «Ριζοσπάστης», η ΚΟΜΕΠ, οι επεξεργασίες των τμημάτων που τυπώνονται ως ένθετα στο «Ριζοσπάστη» ή ως άρθρα στην ΚΟΜΕΠ, τα μαρξιστικά βιβλία κλπ.
Ποια είναι η σχέση μας μ' όλ' αυτά; Η εκτίμηση της ΚΕ δίνει ανάγλυφα την εικόνα, αλλά και τα στοιχεία της κυκλοφορίας των εντύπων μας επίσης. Και πού οφείλεται αυτή η κατάσταση; Μα στο γεγονός ότι η εφημερίδα μας δεν αντιμετωπίζεται απ' όλους μας ως ο καθημερινός συλλογικός ιδεολογικοπολιτικός καθοδηγητής για δράση. Ενώ σ' ορισμένες περιπτώσεις ούτε καν ως μέσο τρέχουσας ενημέρωσης. Αυτό αποδεικνύει ότι δε συνειδητοποιείται το γεγονός ότι ο «Ριζοσπάστης», αποτελεί συστατικό στοιχείο της καθημερινής πρακτικής δράσης, αφού ως μέσο ιδεολογικοπολιτικού εξοπλισμού και ενημέρωσης αποτελεί ένα από τους πιο βασικούς κρίκους στη συνένωση της θεωρητικής δουλιάς με την πρακτική δράση. Αυτό όσο και αν είναι ατομική ευθύνη των στελεχών και των μελών του Κόμματος και της ΚΝΕ, είναι και συλλογική ευθύνη των οργάνων να δένουν οργανικά την καθοδηγητική δουλιά με το «Ριζοσπάστη», την ΚΟΜΕΠ κλπ.
Βεβαίως, η συγκεκριμένη ΚΟΒ, συνεχίζει να δρα όπως πριν. Για παράδειγμα, το καθήκον «ανάπτυξη της κυκλοφορίας του "Ριζοσπάστη"», το αντιμετωπίζει ως καθήκον εξόρμησης, αποκομμένο από τη μαζική πολιτική δράση και το γεγονός της αδυναμίας να συμβάλει πιο αποφασιστικά, το εκτιμά ως δυσκολία συμμετοχής των μελών της στην εξόρμηση. Το καθήκον της αντιπολεμικής συσπείρωσης στη συγκεκριμένη ΚΟΒ, τέθηκε ως χρέωση των συντρόφων να φέρουν οπαδούς, φίλους του Κόμματος, για τη συγκρότησή της σε επίπεδο δήμου. Το περιεχόμενο της συζήτησης με οπαδούς, άλλους ανθρώπους που μπορούσαν να συσπειρωθούν, σ' ένα συγκεκριμένο πλαίσιο πάλης, γιατί δεν αρκεί το «όχι στον πόλεμο», αλλά απαιτείται πάλη ενάντια στην κυβέρνηση και σ' όσες δυνάμεις συμφωνούν με την πολιτική της εμπλοκής της Ελλάδας, αυτά ούτε συζητήθηκαν, ούτε αποτελούσαν τη βάση για τη μαζική πολιτική δράση.
Θα θυμόμαστε το περιστατικό των βρετανικών αεροσκαφών ηλεκτρονικού πολέμου, που προσγειώθηκαν στο αεροδρόμιο των Σπάτων για ανεφοδιασμό. Η είδηση έφτασε στο «Ριζοσπάστη», μέσω συντρόφου εργαζόμενου στην Ολυμπιακή. Αν δεν υπήρχε αυτή η ανησυχία του συντρόφου, δε θα έφτανε το θέμα στην εφημερίδα. Πόσα τέτοια μικρότερα ή μεγαλύτερα περιστατικά δε συμβαίνουν καθημερινά στους χώρους δουλιάς και αλλού, αλλά οι σύντροφοι αν και τα θεωρούν ως προβλήματα για τα οποία αναπτύσσουν δράση δεν ενημερώνουν την εφημερίδα; Πόσο γίνεται κατανοητό ότι η σχέση των συντρόφων με το «Ριζοσπάστη» πρέπει και σ' αυτό το επίπεδο να εκφράζεται άμεσα,ωσάν ο σύντροφος να είναι ρεπόρτερ της εφημερίδας; Αν αναπτυχθεί και απ' αυτή τη σκοπιά η σχέση μας με το «Ριζοσπάστη», τότε υπάρχει πιο δημιουργική συμβολή, αναπτύσσεται πιο ολοκληρωμένα η σχέση μας με την εφημερίδα, η σχέση της με τις κμματικές οργανώσεις, με τη δράση στο κίνημα. Αλλά και η εφημερίδα επίσης αναπτύσσεται ως το μέσο που καθημερινά μας κάνει πιο ικανούς να δρούμε στην κατεύθυνση της οικοδόμησης του μετώπου για τη λαϊκή εξουσία.
Αλλά ας αναλογιστούμε και ένα ακόμη ζήτημα. Οταν εκτιμούμε ότι οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις είναι στρατηγικού χαρακτήρα για το κεφάλαιο, αυτό σημαίνει ότι απαιτείται να ξεδιπλώσουμε όλη τη στρατηγική μας για το μέτωπο, τη λαϊκή εξουσία και τη λαϊκή οικονομία. Πώς μπορεί αυτό να εξασφαλίζεται καθημερινά, αν δε μελετάμε το «Ρ», την ΚΟΜΕΠ, το μαρξιστικό βιβλίο; Μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί και πώς εντείνεται η εκμετάλλευση με τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, (πτώση τιμής της εργατικής δύναμης) χωρίς μελέτη; Και μπορούμε να στηρίξουμε την αναγκαιότητα του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου χωρίς έστω ένα στοιχειώδη ιδεολογικοπολιτικό εξοπλισμό; Αυτό, βεβαίως, μπορεί να επιτυγχάνεται με συλλογικές διαδικασίες, (μαθήματα, διαλέξεις κλπ.), αλλά και η σύνδεσή του με την τρέχουσα πραγματικότητα αναλύεται με αρθρογραφία στην εφημερίδα. Γεγονός που συμβάλλει να δίνουμε τέτοιες μάχες αποφασιστικά και με καλύτερα αποτελέσματα. Το ίδιο ισχύει και στο μέτωπο της Κοινωνικής Ασφάλισης, σ' όλα τα μέτωπα πάλης.