ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Δεκέμβρη 2017
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΑ»
«Κίνημα» αλλαγών για το κεφάλαιο με τα ίδια φθαρμένα υλικά

Η προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ και άλλων όμορων δυνάμεων, με το ανάλογο «σπρώξιμο» αστικών επιτελείων, κάτω από ένα νέο όνομα («Κίνημα Αλλαγής», όπως προτάθηκε από Φ. Γεννηματά - Στ. Θεοδωράκη, μέσα στη βδομάδα), να παρουσιαστούν ως κάτι συνολικά «νέο» και «εναλλακτικό» στο αστικό πολιτικό σκηνικό.

Εξάλλου, και η όποια συζήτηση γίνεται για το «στίγμα» του νέου φορέα, σε καμία περίπτωση δεν αφορά την «καρδιά» των θέσεων και προτάσεων που επεξεργάζονται διαχρονικά και προωθούν όλα αυτά τα χρόνια οι δυνάμεις αυτές, αλλά το πώς, από ποιο πόστο και ρόλο θα συμβάλουν στην αναστήλωση της σοσιαλδημοκρατίας, του χώρου όπου ο ΣΥΡΙΖΑ αναγνωρίζεται πλέον από το κεφάλαιο ως η κυρίαρχη δύναμη, και ευρύτερα στις μελλοντικές ανάγκες της αστικής διαχείρισης.

Δημοσιονομική επιτήρηση...

Μια ματιά στις επίσημες θέσεις του ΠΑΣΟΚ, όπως είναι αναρτημένες στην ιστοσελίδα του, φανερώνει και το βηματισμό του υπό διαμόρφωση νέου σοσιαλδημοκρατικού φορέα.

Στο γενικό του πλαίσιο, το κείμενο επιμένει στην ανάγκη θωράκισης της καπιταλιστικής κερδοφορίας και στο νέο γύρο «ανάπτυξης», ζητώντας συνεχή μέτρα δημοσιονομικής επιτήρησης, απ' αυτά που πληρώνει πάντα ο λαός και προβλέπονται στις συμφωνίες κυβέρνησης - δανειστών αλλά και στα μνημόνια διαρκείας της ΕΕ. Ορίζει, άλλωστε, ότι «βιώσιμη ανάπτυξη» έρχεται με «μεγέθυνση του εισοδήματος χωρίς μελλοντικά αυτό να υπονομεύεται από υπερβολικά χρέη ή δημοσιονομικούς εκτροχιασμούς», που υπονομεύουν τη δυνατότητα του αστικού κράτους να στηρίζει ποικιλοτρόπως την καπιταλιστική κερδοφορία.

Στο πλαίσιο αυτό, ζητά τη «μετατόπιση πόρων (ανθρώπινων και υλικών) από τον προστατευόμενο εσωστρεφή (κρατικό και κρατικοδίαιτο) τομέα της οικονομίας στον εκτεθειμένο στον διεθνή ανταγωνισμό τομέα της οικονομίας», ενώ, όπως και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, ζητά την ακόμα στενότερη προσαρμογή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων στις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων στη φάση της ανάκαμψης. Χαρακτηριστικά, σημειώνεται: «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το όποιο αναπτυξιακό μοντέλο συγκροτείται, εξ ορισμού, από τις ασκούμενες δημόσιες πολιτικές που στηρίζουν και σέβονται βεβαίως τις πρωτοβουλίες της αγοράς και του ιδιωτικού τομέα».

Προσθέτει: «Ο καθοριστικός ρόλος του κράτους τόσο κατά το σχεδιασμό όσο και κατά την εφαρμογή του νέου παραγωγικού προτύπου αναδεικνύεται, με διαφορετικό τρόπο, και στις τρεις κρίσιμες ενότητες πολιτικών του νέου εθνικού αναπτυξιακού μας μοντέλου, οι οποίες είναι οι εξής: Η πολιτική επενδύσεων, η πολιτική ανταγωνισμού και η πολιτική αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου».

...«αποτελεσματικό» κράτος...

Οι «κρίσιμες» αυτές ενότητες αποτελούν ουσιαστικά το σύνολο των μέτρων που και η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ υλοποιεί (προβλέπονται άλλωστε και στο 3ο μνημόνιο που μαζί ψήφισαν) και, με προμετωπίδα την προσέλκυση κεφαλαίων στην εγχώρια καπιταλιστική οικονομία, τσακίζει εργατικά δικαιώματα για την «ανταγωνιστικότητα» του κεφαλαίου, προβλέπει μέτρα στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας, ιδιωτικοποιήσεις κ.ο.κ.

Χαρακτηριστικές σε αυτήν την κατεύθυνση είναι και οι αναφορές σε δύο από τα βασικά αιτήματα του κεφαλαίου για την τρέχουσα περίοδο, που προστίθενται βέβαια σε όσα ήδη έχουν νομοθετηθεί:

Το ΠΑΣΟΚ ζητά μια «νέα φορολογική πολιτική», ως «εργαλείο ενθάρρυνσης των επενδύσεων - εγχώριων και άμεσων ξένων επενδύσεων». Μια παραπομπή σε επιπλέον φοροαπαλλαγές και φοροελαφρύνσεις για τους επιχειρηματικούς ομίλους, απ' αυτές που θέτει ως «πρώτη προτεραιότητα» αλλά και επαίρεται ότι έχει εξασφαλίσει σε σημαντικό βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ με τον περιλάλητο «αναπτυξιακό» νόμο και με άλλες ρυθμίσεις, απ' αυτές, τις ακόμα «πιο δραστικές» που τάζει στο κεφάλαιο η ΝΔ.

Αλλά και η «Λειτουργία της Δικαιοσύνης», στις θέσεις του ΠΑΣΟΚ, προσλαμβάνει περαιτέρω χαρακτηριστικά υπαγωγής στις επιταγές του κεφαλαίου: «Το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης κατέχει κομβικό σημείο στην αναπτυξιακή πολιτική κάθε σύγχρονης χώρας. Στόχος μας είναι να ενισχυθεί το επιχειρηματικό και οικονομικό περιβάλλον μέσω: Της ταχείας επίλυσης των διαφορών σε σχέση με επενδύσεις και των εργατικών διαφορών κ.λπ.».

Εξάλλου, διακηρύσσει ως στόχο τη «νομοθετική κατάργηση όλων των διοικητικών εμποδίων που στρεβλώνουν τις αγορές και νοθεύουν τον ανταγωνισμό. Οι περιττές αδειοδοτήσεις σε πολυδαίδαλες και αναποτελεσματικές ελεγκτικές διαδικασίες, οι αναχρονιστικοί διοικητικοί περιορισμοί θα αντικατασταθούν με σύγχρονο και ευέλικτο πλαίσιο που ενισχύει τον υγιή ανταγωνισμό».

Πρόκειται για μόνιμα αιτήματα του κεφαλαίου που μεταξύ άλλων συνδέονται και με τις αναδιαρθρώσεις σε μια σειρά κλάδων, το ξεκαθάρισμα του «πεδίου» από αυτοαπασχολούμενους και επαγγελματίες, ενώ στην πράξη καταργούν ακόμα και τις ελάχιστες ασφαλιστικές δικλείδες που αφορούν π.χ. την Υγεία και Ασφάλεια των εργαζομένων και συνολικά του λαού, του περιβάλλοντος κ.ο.κ.

Για τους σκοπούς αυτούς το ΠΑΣΟΚ τάζει, όπως και τα άλλα αστικά κόμματα, «αποτελεσματική δημόσια διοίκηση», εκσυγχρονισμούς στο αστικό κράτος, με «αξιολόγηση» δομών και προσωπικού, ώστε να ανταποκρίνεται καλύτερα στις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου: «Η έξοδος της χώρας από την κρίση και η αναπτυξιακή της ανασυγκρότηση προϋποθέτει τολμηρές αλλαγές στο κράτος και τη διοίκηση», με στόχο «να γίνει αποδοτικότερο και αποτελεσματικότερο στις υπηρεσίες που παρέχει». Βασικός μοχλός στα παραπάνω και η «ορθολογική διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού στο Δημόσιο» και «η εγκαθίδρυση μόνιμου μηχανισμού κινητικότητας». «Οι αναγκαίες θεσμικές παρεμβάσεις στην κατεύθυνση αυτή περιλαμβάνουν τη συνεχή, ουσιαστική αξιολόγηση των στελεχών του Δημοσίου (...) την εφαρμογή στοχοθεσίας, τη σύνδεση του μισθολογίου με την απόδοση», τονίζεται επίσης.

...και ζεστό παραδάκι στο κεφάλαιο

Ειδικά για την Επενδυτική πολιτική, οι δυνάμεις αυτές ζητάνε σταθερά διευκολύνσεις στους επιχειρηματικούς ομίλους, όπως «ο δραστικός περιορισμός των γραφειοκρατικών εμποδίων στην επιχειρηματική δραστηριότητα, με αιχμή τις αδειοδοτικές διαδικασίες», ενώ - όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ - βλέπουν το αστικό κράτος σε ρόλο «παγοθραυστικού» για το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας στους επιχειρηματικούς ομίλους.

Χαρακτηριστικά, στο κείμενο λέγεται πως «η απόσυρση του Δημοσίου από την, πληθωρική και περιττή, διοικητική εποπτεία της ιδιωτικής επενδυτικής δραστηριότητας πρέπει να συνδυασθεί με την ενίσχυση της παροχικής διοίκησης, μέσω του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων (ΠΔΕ)». Και ακόμα: «Ισχυροποίηση του ΠΔΕ π.χ. στο τέσσερα τοις εκατό (4%) του ΑΕΠ συνεπάγεται ουσιαστική στήριξη των ιδιωτικών επενδύσεων, ενεργοποίησή του ως πολλαπλασιαστή». «Αλλωστε», γνωματεύει το ΠΑΣΟΚ στις θέσεις του, «δεν υπάρχει ασφαλέστερο εχέγγυο για την προσέλκυση του ιδιώτη επενδυτή από την εφαρμογή ταυτόχρονα ενός ισχυρού Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων από το ίδιο το κράτος».

Προμετωπίδα στις θέσεις τους και οι «Αποκρατικοποιήσεις»: «Στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο εντάσσεται η λεπτομερής καταγραφή, οριοθέτηση καθώς και η αποτελεσματικότερη δυνατή αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας», όπως και «η διενέργεια ανοικτών διεθνών διαγωνιστικών διαδικασιών, καθώς και η νομοθετημένη δυνατότητα σύμπραξης ιδιωτικού και δημόσιου τομέα». Σε ανάλογο τόνο είναι και η κριτική των δυνάμεων αυτών για τις υποτιθέμενες «καθυστερήσεις» των αποκρατικοποιήσεων από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.

Η «Περιφερειακή πολιτική» εντάσσεται, επίσης, στο γενικό κανόνα για «συνεργασία Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα με συνέργειες, έρευνας, καινοτομίας, πρωτογενούς τομέα, μεταποίησης, βιομηχανίας, τουρισμού».

Ζεστό παραδάκι τάζει το ΠΑΣΟΚ και στο τουριστικό κεφάλαιο, μέσω π.χ. προγράμματος «ενίσχυσης υποδομών τουρισμού χρηματοδοτούμενων από ΕΣΠΑ, ΣΔΙΤ και private equity».

Αλλά και στην ενότητα «Μεταποίηση - ΜΜ Επιχειρήσεις - Βιομηχανική πολιτική» προτάσσει τη «δημιουργία φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, που υποστηρίζει και ενισχύει την προσέλκυση νέων επενδύσεων, την ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και της βιομηχανικής δραστηριότητας και την επιχειρηματικότητα στους τομείς της μεταποίησης».

Τέλος, νέα προνόμια προβλέπονται και για το εφοπλιστικό κεφάλαιο, π.χ. «εφαρμογή κινήτρων, με στόχο την περαιτέρω προσέλκυση ναυτιλιακών εταιρειών για εγκατάστασή τους στον Πειραιά, ώστε να καταστεί διεθνές ναυτιλιακό κέντρο». Οπως τάζει και νέα πεδία κερδοφορίας, «προσελκύοντας ιδιωτικές επενδύσεις μέσω συμβάσεων παραχώρησης τομέων και δραστηριοτήτων (λιμενικοί διαχειριστές - operators)».

Αντεργατικές «μεταρρυθμίσεις» και χτύπημα δικαιωμάτων για το λαό

Στην άλλη όψη του «νομίσματος», η πρόταση του ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει το σύνολο των μέτρων για την ένταση της εκμετάλλευσης, τη γενίκευση της «ευελιξίας» κ.ο.κ., τον βασικό δηλαδή όρο για την καπιταλιστική ανάκαμψη και την προσέλκυση επενδύσεων. Αλλωστε, οι δυνάμεις του νέου φορέα, από κυβερνητικές θέσεις, αλλά και με τις δυνάμεις τους στο συνδικαλιστικό κίνημα, στην Τοπική Διοίκηση κ.ο.κ. έχουν πρωτοστατήσει στο ξήλωμα των εργατικών - λαϊκών κατακτήσεων.

Ενδεικτικά, το κείμενο, στο όνομα της «ενίσχυσης της απασχόλησης», προπαγανδίζει τη «Σύνδεση των προγραμμάτων κατάρτισης σε συγκεκριμένους τομείς που παρουσιάζουν ζήτηση από τις επιχειρήσεις», για κάλυψη αναγκών του κεφαλαίου. Επίσης, τάζει «περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους στοχευμένη σε επιχειρήσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας», μόνιμο αίτημα του κεφαλαίου που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ μέσα και από τις ανατροπές στο Ασφαλιστικό, ζητάει «μια νέα ρύθμιση» για τις εργασιακές σχέσεις που να εξασφαλίζει «ευελιξία με ασφάλεια» κ.ο.κ.

Στην Υγεία, προτάσσει τον «επανασχεδιασμό» και την «προώθηση της μεταρρύθμισης στο ΕΣΥ με αποτελεσματική - επαγγελματική διαχείριση των πόρων, συνεχή αξιολόγηση δομών και προσφερόμενων υπηρεσιών σε ένα σύστημα καθολικό, αποκεντρωμένο, αποτελεσματικό», τους ίδιους δηλαδή άξονες εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας πάνω στους οποίους βασίζονται οι αναδιαρθρώσεις που υλοποιεί και η σημερινή κυβέρνηση.

Στην Παιδεία, μιλά για «αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και του εκπαιδευτικού έργου και επιμόρφωση του Ανθρώπινου Δυναμικού».

Ακόμα, «Ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας με φορολογικά κίνητρα για τις Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις, και χρηματοδότηση στα πλαίσια της ενίσχυσης της νεανικής επιχειρηματικότητας», τομέας όπου δίνει τα ρέστα του και ο ΣΥΡΙΖΑ.

Η κάλπικη αντιπαράθεση και το «κοινό έδαφος» με τον ΣΥΡΙΖΑ

Ολα τα παραπάνω δείχνουν γλαφυρά την κάλπικη αντιπαράθεση των δυνάμεων αυτών με τον ΣΥΡΙΖΑ (που δεν αφορά την ουσία της στρατηγικής που και οι δύο υπηρετούν), αλλά και το «κοινό έδαφος» πάνω στο οποίο πραγματοποιούνται τα «ανοίγματα» και οι τροχιοδεικτικές ένθεν - κακείθεν για μελλοντικά σχήματα αστικής διαχείρισης.

Εξάλλου, η Φ. Γεννηματά έχει επανειλημμένα δηλώσει πως οι παραπάνω θέσεις, που μοιάζουν σα δυο σταγόνες νερό με αυτές των άλλων αστικών πολιτικών δυνάμεων, αποτελούν «το μόνο προαπαιτούμενο» για τη συμμετοχή σε μελλοντικά κυβερνητικά σχήματα, ενώ και στο κείμενο με τις θέσεις του ΠΑΣΟΚ, η λεγόμενη «πολιτική σταθερότητα» ξεχωρίζει ως «αυτονόητη πρώτη προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη. Δημιουργεί τις συνθήκες για την επιτυχία των μεταρρυθμίσεων, για θεσμική σταθερότητα και ασφάλεια δικαίου, για πρόσφορο επενδυτικό κλίμα».

Οι θέσεις των δυνάμεων που συγκροτούν τον υποτιθέμενο «νέο» φορέα, τα «έργα και οι ημέρες» τους, με βάση τα οποία πρέπει να τους κρίνουν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για αυταπάτες ή προσδοκίες σε σχέση με τον χαρακτήρα του νέου μορφώματος, όπως και συνολικότερα με την επιχείρηση αναπαλαίωσης της σοσιαλδημοκρατίας με τη συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ. Οι εργαζόμενοι, ο λαός όχι μόνο δεν πρέπει να στρατευτούν πίσω από τα εναλλακτικά σχέδια του κεφαλαίου, τις παλιές και νέες σοσιαλδημοκρατικές συνταγές διαχείρισης του σάπιου συστήματος, αλλά να τα απορρίψουν συνολικά, οργανώνοντας την πάλη τους για τις σύγχρονες ανάγκες τους, σε σύγκρουση με τη στρατηγική του κεφαλαίου που υπηρετούν όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις.


Θ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ