ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Δεκέμβρη 1996
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Γιατί αυξάνεται το δημόσιο χρέος;

Το πρόβλημα των ελλειμμάτων - και κατά συνέπεια της υπερχρέωσης του ελληνικού δημοσίου στις τράπεζες του εσωτερικού, του εξωτερικού και τους "ομολογιούχους" - είναι κατεξοχήν ΠΟΛΙΤΙΚΟ. Εχει να κάνει με την κακοδιαχείριση του δημόσιου χρήματος, τις πελατειακές σχέσεις των εκάστοτε κυβερνώντων με διάφορους μεγαλοσχήμονες του τόπου ή - κατά τους "εκσυγχρονιστές" - με τις πελατειακές σχέσεις

Ολες οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις, ενώ διαπιστώνουν τις εκρηκτικές διαστάσεις που έχει πάρει το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, ποτέ δε μας είπαν την αλήθεια για τις πραγματικές αιτίες που προκαλούν την ανοδική του πορεία. Η παράδοση, για την περίοδο από το 1980 και μετά, θέλει, τις μεν κυβερνήσεις της ΝΔ να χρεώνουν τις ευθύνες για τη διόγκωση του δημόσιου χρέους στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ τις δε κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ να καταλογίζουν τις ευθύνες στις κυβερνήσεις της ΝΔ. Η αλήθεια - για τις πραγματικές αιτίες της υπερχρέωσης του ελληνικού δημοσίου - έχει να κάνει με τις πολιτικές των δύο μεγάλων κομμάτων που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία,όχι μόνο τα τελευταία 16 χρόνια αλλά από την ημέρα που η Ελλάδα απελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Και μια και αναφερθήκαμε, στην απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους, αξίζει ν' αναφέρουμε - για την ιστορία - ότι το ελληνικό δημόσιο, ακόμη πληρώνει τόκους και χρεολύσια για δάνεια που είχαν συναφθεί το 1881, το 1884, το 1890, κλπ.

Οι πραγματικές αιτίες για τις επικίνδυνες διαστάσεις που είχε πάρει το δημόσιο χρέος της χώρας - ώστε μεταξύ αστείου και σοβαρού να λέγεται πως αν το 1890 το "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" το είπε ο Χαρίλαος Τρικούπης σήμερα θα το πουν από τη... Χαριλάου Τρικούπη - κρύβονται επιμελώς από τα κόμματα που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία, γιατί διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα με βάση τα μικροκομματικά τους συμφέροντα. Το πρόβλημα των αυξανόμενων κρατικών ελλειμμάτων και της έξαρσης του δημόσιου χρέους, είναι κατεξοχήν πολιτικό. Οι πραγματικές αιτίες αύξησης του δημόσιου χρέους, δεν έχουν να κάνουν με τους δήθεν παχυλούς μισθούς και συντάξεις, των δημοσίων υπαλλήλων, των συνταξιούχων ή με τη δήθεν "απλόχερη" πολιτική "κοινωνικών παροχών" στα πλατιά λαϊκά στρώματα, αλλά:

Πρώτον, με τους τοκογλυφικούς όρους, που σύναπταν και συνάπτουν τα δάνεια οι κυβερνώντες - για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου - τόσο από το εσωτερικό, όσο και από το εξωτερικό.

Δεύτερον, με τα "θαλασσοδάνεια" πολλών εκατοντάδων δισ. δραχμών που έδιναν και συνεχίζουν να δίνουν - πολλές φορές με εντολή των κυβερνώντων - οι κρατικές τράπεζες σε επιχειρηματίες από τα παλιά και νέα "τζάκια". Δάνεια, τα οποία ποτέ δεν πληρώθηκαν από τους μεγαλοσχήμονες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, με συνέπεια να έχουμε παλιές και νέες προβληματικές βιομηχανικές επιχειρήσεις, οι ιδιοκτήτες των οποίων όχι μόνο δε βρέθηκαν προβληματικοί αλλά με σημαντική περιουσία στην Ελλάδα και τις τράπεζες του εξωτερικού. Αλήθεια, σε ποιον ανήκουν τα περίπου 13 δισ. δολάρια, καταθέσεις Ελλήνων στο εξωτερικό;

Τρίτον, με την πολιτική των κυβερνώντων απέναντι στους κάθε είδους επιχειρηματίες, που όχι μόνο φοροδιαφεύγουν (δηλαδή δε δηλώνουν τα πραγματικά εισοδήματα των επιχειρήσεών τους και των οικογενειών τους) αλλά και επιδίδονται σε φοροκλοπή (δηλαδή δεν αποδίδουν στα ταμεία του κράτους το φόρο μισθωτών υπηρεσιών, το ΦΠΑ και άλλους φόρους που παρακρατούν από τους μισθωτούς ή προεισπράττουν από τους καταναλωτές). Και η φοροδιαφυγή και η φοροκλοπή θεωρείται υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος,που διώκεται ποινικά, κανείς μεγαλοεπιχειρηματίας δε βρέθηκε στη φυλακή. Κι αυτό γιατί είχαν φροντίσει οι κυβερνώντες, να τους επιβραβεύσουν, με τις αλλεπάλληλες χαριστικές ρυθμίσεις και διαγραφές χρεών και φόρων.

Τέταρτον, με την ανοχή των κυβερνώντων, απέναντι στις κάθε είδους επιχειρήσεις, που όχι μόνο δεν αποδίδουν στα ασφαλιστικά ταμεία τις εργοδοτικές εισφορές που τους αναλογούν, αλλά δεν πληρώνουν ούτε τις ασφαλιστικές εισφορές που παρακρατούν από τους ίδιους τους μισθωτούς. Αν ανθίζει η εισφοροδιαφυγή στην Ελλάδα, αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, στις αλλεπάλληλες ρυθμίσεις ή και διαγραφές που θεσπίζουν οι κυβερνώντες, με συνέπεια να βουλιάζουν τα ασφαλιστικά ταμεία και να επιβραβεύονται εκείνοι που θησαυρίζουν από την εισφοροδιαφυγή.

Πέμπτον, στην κακοδιαχείριση του δημόσιου χρήματος (δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται οι κυβερνώντες τα τρισεκατομμύρια των άμεσων και έμμεσων φόρων που εισπράττουν κυρίως από τους εργαζόμενους), καθώς και των δανείων που συνάπτουν από το εσωτερικό ή το εξωτερικό στο όνομα της "κάλυψης των αναγκών του δημοσίου". Η διαχείριση του δημόσιου χρήματος, γίνεται με βάση την ακόλουθη λογική: Οταν το δημόσιο αγοράζει προϊόντα και υπηρεσίες από ιδιώτες μεγαλοεπιχειρηματίες, τα αγοράζει ακριβά (πολλά έχουν γραφτεί για"μίζες" στις κρατικές προμήθειες, με αποκορύφωμα την ομολογία του Ανδρέα Παπανδρέου το 1985, που είχε χαρακτηρίσει "δωράκι" τα 500 εκατ. δραχμές σε προμήθεια της ΔΕΗ από τους Ιταλούς). Οπως επίσης, πολλές αναφορές έχουν γίνει - και στην ουσία έχουν τεκμηριωθεί - για ξεπούλημα ΔΕΚΟ και ακίνητης περιουσίας του δημοσίου, με αφορμή την προώθηση της πολιτικής ιδιωτικοποιήσεων ή μετοχοποιήσεων των ΔΕΚΟ από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Εκτον, αποτελεί κοινό μυστικό, ότι πολλές φορές μέχρι σήμερα, οι κυβερνώντες - στην προσπάθειά τους να κερδίσουν τις εκλογές - έκαναν "κοινωνική πολιτική με... δανεικά". Υπέγραψαν για λογαριασμό του δημοσίου συμβάσεις δανείων, με τράπεζες του εσωτερικού ή του εξωτερικού, για να καλύψουν το κόστος των ρουσφετολογικών προσλήψεων ή για να κάνουν κάποιες (προεκλογικής σκοπιμότητας) κοινωνικές παροχές. Τελευταίο παράδειγμα τα διάφορα επιδόματα που δόθηκαν στους δημοσίους υπαλλήλους το 1996 - με την ανάληψη καθηκόντων πρωθυπουργού της κυβέρνησης από τον Κ. Σημίτη - προκειμένου να κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές της 22ης του Σεπτέμβρη, αλλά και να εξασφαλίσει έτσι τον έλεγχο του κόμματος και της κυβέρνησης από τους εσωκομματικούς του αντιπάλους.

Ο βρόχος του δημόσιου χρέους

Από 9,4 τρισ. δραχμές ή το 71,4% που ήταν το 1990 το επίσημο - πλην ΔΕΚΟ - εσωτερικό και εξωτερικό δημόσιο χρέος της χώρας, τινάχτηκε το 1996 στα 35,7 τρισ. δραχμές ή το 121% του ΑΕΠ, κάνοντας όνειρο θερινής νυκτός το στόχο της κυβέρνησης να το περιορίσει μέχρι το 1999 στο 60% του ΑΕΠ

Το δημόσιο χρέος (εσωτερικό και εξωτερικό), που αποτελεί θηλιά στο λαιμό της ελληνικής οικονομίας, αντί να μειωθεί - όπως δεσμεύτηκε η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα που υπερψήφισαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ - αυξάνεται κάθε χρόνο με ρυθμό από 3 μέχρι και 5 τρισεκατομμύρια δραχμές,υποθηκεύοντας έτσι το μέλλον των επόμενων γενεών. Το μέγεθος του προβλήματος, φαίνεται αν παρθούν υπόψη τα επίσημα στοιχεία που λένε ότι το επίσημο δημόσιο εσωτερικό και εξωτερικό χρέος της Ελλάδας αυξήθηκε στην περίοδο 1990-1996 κατά 26,3 τρισ. δραχμές. Από 9,4 τρισεκατομμύρια δραχμές που ήταν το 1990 άγγιξε το 1995 τα 3 τρισ. δραχμές και φέτος υπολογίζεται να φτάσει στο αστρονομικό ποσό των 35,7 τρισ. δραχμών.Στην πραγματικότητα, το ύψος του δημόσιου χρέους είναι πολύ μεγαλύτερο, από αυτό που εμφανίζουν τα επίσημα στοιχεία, καθώς σ' αυτό δεν περιλαμβάνεται ο δανεισμός των δημόσιων επιχειρήσεων.

Και είναι αξιοσημείωτο ότι ενώ τα κόμματα που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία έχουν γνώση για το μέγεθος του προβλήματος, το αξιοποιούν κινδυνολογικά για να περάσουν με το μικρότερο κόστος την πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας απέναντι στους εργαζόμενους.

Ποιος δε θυμάται για παράδειγμα τον Κ. Μητσοτάκη,που το 1990 έλεγε ότι στα ταμεία του κράτους δεν υπάρχουν χρήματα για να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις του δημοσίου και πως αν δε μειωθούν τα κρατικά ελλείμματα, θα χρεοκοπήσει η χώρα; Κι όμως, παρά το γεγονός ότι επέβαλε πολιτική σκληρής λιτότητας για τους εργαζόμενους στην περίοδο Απρίλης 1990 - Οκτώβρης 1993, τα κρατικά ελλείμματα αυξήθηκαν και φυσικά το δημόσιο χρέος διογκώθηκε.

Ποιος δε θυμάται επίσης τον Ανδρέα Παπανδρέου,ο οποίος προσπαθώντας να δικαιολογήσει την πολιτική λιτότητας για τους εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, διαπίστωνε δημόσια πως "αν το έθνος δεν αφανίσει το χρέος, το χρέος θα αφανίσει το έθνος";Κι όμως, παρά το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ συνέχισαν με ευλαβική συνέπεια την πολιτική λιτότητας στην περίοδο από τον Οκτώβρη του 1993 μέχρι σήμερα, τα κρατικά ελλείμματα συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, τροφοδοτώντας έτσι την έξαρση του δημόσιου χρέους.

Αν σημειώνουμε τα παραπάνω, δεν το κάνουμε για να αμφισβητήσουμε την ύπαρξη του προβλήματος, που λέγεται δημόσιο χρέος και αποτελεί τορπίλη στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας. Τα σημειώνουμε, για να υπογραμμίσουμε πως η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων - που η κυβέρνηση Σημίτη θέλει να συνεχίσει χωρίς ημερομηνία λήξης - δεν οδηγεί ούτε στη μείωση των κρατικών ελλειμμάτων ούτε στη μείωση του δημόσιου χρέους. Η πολιτική αυτή - αναπόσπαστο μέρος της οποίας ήταν οι διάφορες "αλχημείες" που έκαναν και κάνουν οι κυβερνώντες για να υποστηρίξουν πως πέτυχαν τους στόχους για μείωση των ελλειμμάτων - αποδείχτηκε σε πρώτης τάξης "λίπασμα" για την έξαρση του εσωτερικού και εξωτερικού δανεισμού της Ελλάδας. Και όταν μιλάμε για "αλχημείες", έχουμε υπόψη μας τις αποφάσεις των κυβερνήσεων και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που αντί να εξοφλήσουν στην ώρα τους τόκους και χρεολύσια του δημόσιου δανεισμού, μετέθεταν την εξόφλησή τους για τα επόμενα χρόνια. Μ' αυτή την τακτική, εμφανίζονταν μεν μειωμένα τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά αυξανόταν το δημόσιο χρέος.

Υποσχόταν μείωση, αλλά το.... αύξησαν

Αδιάψευστος μάρτυρας των παραπάνω είναι το γεγονός ότι ενώ και τα δύο κόμματα με τους κάθε είδους "συνοδοιπόρους" τους, που υπερψήφισαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, αποδεχόμενοι έτσι και την πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας για το λαό, είχαν δεσμευτεί να μειώσουν μέχρι το 1999 το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ, το μόνο που κατάφεραν ήταν να το αυξήσουν σε επικίνδυνα ύψη. Συνέπεια των κυβερνητικών πολιτικών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, ήταν να αυξηθεί το δημόσιο χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ από 71,4% πού ήταν το 1990 στο 121% το 1996. Ετσι, το κατά κεφαλήν δημόσιο χρέος (για τα 10 εκατομμύρια των Ελλήνων ηλικίας 0 ως 99 ετών) από περίπου 940.000 δραχμές που ήταν το 1990, σήμερα διαμορφώθηκε το 1996 σε πάνω από 3,5 εκατ. δραχμές. Οσον αφορά την αισιοδοξία που διατυπώνει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με την εισηγητική έκθεση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου για τον κρατικό προϋπολογισμό του 1997, ότι δηλαδή το δημόσιο χρέος σταθεροποιήθηκε το 1996 και θα παρουσιάσει πτωτική πορεία στα επόμενα χρόνια,θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως θα αποδειχτεί εξωπραγματική.Κι αυτό, γιατί στηρίζεται στην υπεραισιόδοξη πρόβλεψη της κυβέρνησης ότι το 1997 (που επιβάλλονται μια σειρά νέοι φόροι και αυξάνονται σημαντικά οι ήδη υφιστάμενοι φόροι) θα μειωθεί σημαντικά ο πληθωρισμός, ενώ κανείς δεν πιστεύει αυτή την πρόβλεψη. Τυχόν μικρότερη μείωση του πληθωρισμού θα σημάνει και μικρότερη μείωση των επιτοκίων κρατικών τίτλων, από αυτή που έχει προϋπολογιστεί. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει μεγαλύτερα ποσά για πληρωμή τόκων, άρα μεγαλύτερα ελλείμματα. Με βάση όλα τα παραπάνω, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι το 1997 - όπως και φέτος - θα έχουμε και νέα αύξηση του δημόσιου χρέους όχι μόνο σε ονομαστικές, αλλά και σε πραγματικές τιμές.

Το ιστορικό του "δυστυχώς, επτωχεύσαμεν"

Την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον Χαρ. Τρικούπη έγιναν οι πρώτες προσπάθειες "δημοσιονομικής εξυγίανσης". Ορος που περιλάμβανε μεταξύ άλλων και την "αναμόρφωση του δημοσιονομικού και διοικητικού οργανισμού της χώρας, την εκβιομηχάνιση και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας". Μια αναμόρφωση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των ξένων, ώστε να λυμαίνονται την ελληνική οικονομία, τον ορυκτό της πλούτο και τον ιδρώτα των εργαζομένων. Παραλλαγή της δημοσιονομικής εξυγίανσης του Χαρίλαου Τρικούπη - αναπροσαρμοσμένη στις σημερινές συνθήκες - αποτελεί και η δημοσιονομική "εξυγίανση" που επιχειρεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, καθώς η εμπειρία δείχνει ότι ωθεί την ελληνική οικονομία με μαθηματική ακρίβεια σε νέα πτώχευση.

Μετά το θάνατο του Χ. Τρικούπη ακολούθησε ο καταστροφικός ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1897. Η κατάληξη αυτού του πολέμου ήταν η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ), από τους ξένους και ντόπιους πιστωτές της Ελλάδας, τους λεγόμενους "ομολογιούχους".

Το ιστορικό μέχρι το "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" και την επιβολή του ΔΟΕ - όπως έχει καταχωρηθεί στην ιστορία - έχει ως εξής:

  • Το 1885,ο Δεληγιάννης διαδέχτηκε στην πρωθυπουργία τον Χαρ. Τρικούπη, που είχε κυβερνήσει τη χώρα από το 1882 μέχρι το 1885. Ο Δεληγιάννης, όμως, δεν κατάφερε ν' ανταποκριθεί στους όρους των δανείων που είχε συνάψει για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου ο Χαρ. Τρικούπης.
  • Ο Χαρ. Τρικούπης, που νίκησε στις εκλογές του Μάη του 1892, δεν κατάφερε κι αυτός να συνάψει νέο εξωτερικό δάνειο και παραιτήθηκε.Δημιουργήθηκε νέο κυβερνητικό σχήμα, με τους Ράλλη και Σωτηρόπουλο,οι οποίοι όμως σύντομα παραχώρησαν και πάλι τη θέση τους στον Χ. Τρικούπη.
  • Το 1893 ο Χαρ. Τρικούπης, εξαιτίας της άσχημης οικονομικής κατάστασης, αναγκάστηκε να πει στη Βουλή σαν πρωθυπουργός τη φράση "κύριοι, δυστυχώς, επτωχεύσαμεν",που έμεινε ιστορική.
  • Η πτώχευση της Ελλάδας σήμανε κλονισμό της δραχμής και ολοκληρωτικό μαρασμό της ελληνικής οικονομίας. Η κήρυξη της Ελλάδας σε πτώχευση έγινε με αφορμή τη βίαιη ανθελληνική εκστρατεία στο εξωτερικό, αλλά και για την επιβολή δυσβάσταχτων βαρών στις λαϊκές μάζες.(σ. σ Μήπως αυτά θυμίζουν κάτι; Μήπως παρόμοιες δηλώσεις για επίθεση από το Διευθυντήριο των Βρυξελλών, τους υπερατλαντικούς μας συμμάχους και άλλους κύκλους στο εξωτερικό δε γίνονται και σήμερα;).
  • Η ιστορία λέει επίσης ότι ο Χαρ. Τρικούπης έσπευσε στην Ευρώπη και και ζήτησε δάνεια για την οικονομική στήριξη της υπερχρεωμένης ελληνικής οικονομίας. Οι κυβερνήτες και οι τραπεζίτες της Ευρώπης, παίζοντας καλά το παιχνίδι στη σκακιέρα του εμπορικού και πολιτικού μοιράσματος του κόσμου, αρνήθηκαν τη χορήγηση νέου δανείου - και φυσικά τη στήριξη που αναζήτησε σ' αυτούς ο Τρικούπης. Ετσι, ο τελευταίος έχασε στις εκλογές του Απρίλη του 1895 - δηλαδή πριν περίπου 101 χρόνια - και αποσύρθηκε από την πολιτική και πέθανε ένα χρόνο αργότερα (το 1896) στη Ριβιέρα της Γαλλίας.
  • Στις εκλογές του 1895, τη μάχη κέρδισε ξανά ο Δεληγιάννης, ο οποίος - με τη βοήθεια των ξένων "συμμάχων μας" - σύρθηκε σε πόλεμο με τους Τούρκους τον Απρίλη του 1897, που κατέληξε σε πανωλεθρία για τους Ελληνες.
  • Πριν τα τέλη Απρίλη του 1897, ανέλαβε πρωθυπουργός ο Ράλλης, τον οποίο διαδέχτηκε στη συνέχεια ο Ζαϊμης. Η κατάσταση για την Ελλάδα γινόταν όλο και πιο συγκεχυμένη, εξαιτίας των αντικρουόμενων συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων και των πιέσεων που ασκούσαν οι "ομολογιούχοι".Τελικά, η Ελλάδα βγήκε από τον τυχοδιωκτικό αυτό πόλεμο νικημένη και ταπεινωμένη, καθώς της επιβλήθηκε πολεμική αποζημίωση και Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος.
Η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου

Η συνέχεια του "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" ήταν ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος που επέβαλαν στην Ελλάδα, με το δάνειο των 150 εκατ. φράγκων το 1897 - τις συνέπειες του οποίου πληρώνουμε ακόμη σήμερα - οι ξένοι τραπεζίτες

Η καρέκλα που κάθεστε είναι από την εποχή που στην Ελλάδα επιβλήθηκε ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος (ΔΟΕ). Η ενδιαφέρουσα - από ιστορική άποψη - αυτή πληροφορία βγήκε σε μια συζήτηση το καλοκαίρι του 1996 στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, στην οδό Πανεπιστημίου, με τον τότε υπουργό Οικονομικών Αλ. Παπαδόπουλο και σήμερα υπουργό Εσωτερικών - Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Η συζήτηση εκείνη είχε επίκεντρο την πορεία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και κυρίως τα κρατικά ελλείμματα και τη "Λερναία Υδρα" του δημόσιου χρέους. Με δεδομένο ότι ο ΔΟΕ επιβλήθηκε το 1897, η ζωή της καρέκλας στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχει ιστορία 99 ετών από τη μέρα που οι Ευρωπαίοι - και τότε - εταίροι της Ελλάδας ανέλαβαν για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης να "νοικοκυρέψουν" την ελληνική οικονομία.

Φέτος, κλείνουν ήδη 103 χρόνια από την ιστορική εκείνη μέρα, που ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας Χαρίλαος Τρικούπης - κάτω από το βάρος του δημόσιου χρέους - είπε δημόσια από το βήμα της ελληνικής Βουλής, το γνωστό "δυστυχώς κύριοι, επτωχεύσαμεν"!Συνέπεια της κήρυξης της Ελλάδας σε πτώχευση ήταν η ένταση της εξάρτησης της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας από το χρηματιστικό κεφάλαιο. Αδιάψευστος μάρτυρας, το γεγονός ότι 4 χρόνια μετά την πτώχευση του 1893 και υπό την πίεση της στρατιωτικής ήττας του 1897, επιβλήθηκε στην Ελλάδα ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος (ΔΟΕ) με το νόμο ΒΦΙΘ/23 - 2 - 1898,με τη μορφή ..."οικονομικής βοήθειας". Η οικονομική "βοήθεια", που πρόσφεραν με το δάνειό τους οι ξένοι τραπεζίτες στην Ελλάδα, συνοδεύτηκε με σκληρούς πολιτικούς όρους και φυσικά την παραχώρηση του δικαιώματος στους ξένους να κάνουν κουμάντο στην ελληνική οικονομία. Οπως σημειώνουν και οι ιστορικοί, ο έλεγχος που επιβλήθηκε τότε στην Ελλάδα ήταν βαρύτερος σε σχέση με τους ελέγχους που επιβλήθηκαν σε άλλες υπανάπτυκτες χώρες, όπως η Τυνησία, το Μαρόκο, η Αίγυπτος, η Τουρκία.

Ο έλεγχος των δημόσιων προσόδων και η "εξυγίανση" των δημόσιων οικονομικών - έτσι είχαν βαφτίσει και τότε τη ληστεία που γινόταν από το χρηματιστικό κεφάλαιο σε βάρος της ελληνικής οικονομίας και του λαού της - εξασφάλιζαν για τους ξένους ομολογιούχους την τακτική είσπραξη των τοκοχρεολυσίων (των δανείων), ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο μη καταβολής τους.Η "εξυγίανση" των δημόσιων οικονομικών, στην κατεύθυνση της φτηνής διαχείρισης, επέβαλε τη σταδιακή μείωση του χαρτονομίσματος που κυκλοφορούσε για λογαριασμό του ελληνικού κράτους (παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 30 του νόμου ΒΦΙΘ).

Την όλη επιχείρηση διάσωσης των συμφερόντων των πιστωτών στήριξε το εγγυημένο δάνειο των 151,3 εκατ. φράγκων. Με το δάνειο αυτό καλύπτονταν: 1) Οι αποζημιώσεις,που υποχρεώθηκε να καταβάλει η Ελλάδα στην Τουρκία συνολικού ύψους 93,9 εκατ. φράγκων.

2) Το κυμαινόμενο κρατικό χρέος ύψους 31,4 εκατ. φράγκων.

3) Το έλλειμμα του ελληνικού δημοσίου για το έτος 1897 ύψους 22,5 εκατ. φράγκων και

4) Οι δαπάνες έκδοσης του δανείου (προμήθειες, μεσιτικά κλπ.) ύψους 3,5 εκατ. φράγκων.

Η συνταγή ήταν απλή και σίγουρη. Το κράτος λειτουργεί και με μεγάλες δαπάνες για την εξυπηρέτηση των ξένων ομολογιούχων και υπηρετεί με συνέπεια (αφού αφαιρεθούν οι κυριότεροι πρόσοδοι για εξυπηρέτηση των εξωτερικών δανείων) το φιλελεύθερο ιδεώδες της χρηστής χρηματοδότησης.

Η οικονομικοκοινωνική εξέλιξη της χώρας ανάγεται σε υπόθεση της ιδιωτικής οικονομίας και στην περίπτωσή μας στο αναιμικό ντόπιο κεφάλαιο, στα εμβάσματα των Ελλήνων του εξωτερικού και στο αναμενόμενο ενδιαφέρον του ξένου κεφαλαίου, για το οποίο οι νέες συνθήκες κρίνονται ελκυστικές.

Γιατί αυξάνεται το δημόσιο χρέος;

Το πρόβλημα των ελλειμμάτων - και κατά συνέπεια της υπερχρέωσης του ελληνικού δημοσίου στις τράπεζες του εσωτερικού, του εξωτερικού και τους "ομολογιούχους" - είναι κατεξοχήν ΠΟΛΙΤΙΚΟ. Εχει να κάνει με την κακοδιαχείριση του δημόσιου χρήματος, τις πελατειακές σχέσεις των εκάστοτε κυβερνώντων με διάφορους μεγαλοσχήμονες του τόπου ή - κατά τους "εκσυγχρονιστές" - με τις πελατειακές σχέσεις

Ολες οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις, ενώ διαπιστώνουν τις εκρηκτικές διαστάσεις που έχει πάρει το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, ποτέ δε μας είπαν την αλήθεια για τις πραγματικές αιτίες που προκαλούν την ανοδική του πορεία. Η παράδοση, για την περίοδο από το 1980 και μετά, θέλει, τις μεν κυβερνήσεις της ΝΔ να χρεώνουν τις ευθύνες για τη διόγκωση του δημόσιου χρέους στις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ τις δε κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ να καταλογίζουν τις ευθύνες στις κυβερνήσεις της ΝΔ. Η αλήθεια - για τις πραγματικές αιτίες της υπερχρέωσης του ελληνικού δημοσίου - έχει να κάνει με τις πολιτικές των δύο μεγάλων κομμάτων που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία,όχι μόνο τα τελευταία 16 χρόνια αλλά από την ημέρα που η Ελλάδα απελευθερώθηκε από τους Τούρκους. Και μια και αναφερθήκαμε, στην απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους, αξίζει ν' αναφέρουμε - για την ιστορία - ότι το ελληνικό δημόσιο, ακόμη πληρώνει τόκους και χρεολύσια για δάνεια που είχαν συναφθεί το 1881, το 1884, το 1890, κλπ.

Οι πραγματικές αιτίες για τις επικίνδυνες διαστάσεις που είχε πάρει το δημόσιο χρέος της χώρας - ώστε μεταξύ αστείου και σοβαρού να λέγεται πως αν το 1890 το "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" το είπε ο Χαρίλαος Τρικούπης σήμερα θα το πουν από τη... Χαριλάου Τρικούπη - κρύβονται επιμελώς από τα κόμματα που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία, γιατί διαχειρίζονται το δημόσιο χρήμα με βάση τα μικροκομματικά τους συμφέροντα. Το πρόβλημα των αυξανόμενων κρατικών ελλειμμάτων και της έξαρσης του δημόσιου χρέους, είναι κατεξοχήν πολιτικό. Οι πραγματικές αιτίες αύξησης του δημόσιου χρέους, δεν έχουν να κάνουν με τους δήθεν παχυλούς μισθούς και συντάξεις, των δημοσίων υπαλλήλων, των συνταξιούχων ή με τη δήθεν "απλόχερη" πολιτική "κοινωνικών παροχών" στα πλατιά λαϊκά στρώματα, αλλά:

Πρώτον, με τους τοκογλυφικούς όρους, που σύναπταν και συνάπτουν τα δάνεια οι κυβερνώντες - για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου - τόσο από το εσωτερικό, όσο και από το εξωτερικό.

Δεύτερον, με τα "θαλασσοδάνεια" πολλών εκατοντάδων δισ. δραχμών που έδιναν και συνεχίζουν να δίνουν - πολλές φορές με εντολή των κυβερνώντων - οι κρατικές τράπεζες σε επιχειρηματίες από τα παλιά και νέα "τζάκια". Δάνεια, τα οποία ποτέ δεν πληρώθηκαν από τους μεγαλοσχήμονες της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, με συνέπεια να έχουμε παλιές και νέες προβληματικές βιομηχανικές επιχειρήσεις, οι ιδιοκτήτες των οποίων όχι μόνο δε βρέθηκαν προβληματικοί αλλά με σημαντική περιουσία στην Ελλάδα και τις τράπεζες του εξωτερικού. Αλήθεια, σε ποιον ανήκουν τα περίπου 13 δισ. δολάρια, καταθέσεις Ελλήνων στο εξωτερικό;

Τρίτον, με την πολιτική των κυβερνώντων απέναντι στους κάθε είδους επιχειρηματίες, που όχι μόνο φοροδιαφεύγουν (δηλαδή δε δηλώνουν τα πραγματικά εισοδήματα των επιχειρήσεών τους και των οικογενειών τους) αλλά και επιδίδονται σε φοροκλοπή (δηλαδή δεν αποδίδουν στα ταμεία του κράτους το φόρο μισθωτών υπηρεσιών, το ΦΠΑ και άλλους φόρους που παρακρατούν από τους μισθωτούς ή προεισπράττουν από τους καταναλωτές). Και η φοροδιαφυγή και η φοροκλοπή θεωρείται υπεξαίρεση δημόσιου χρήματος,που διώκεται ποινικά, κανείς μεγαλοεπιχειρηματίας δε βρέθηκε στη φυλακή. Κι αυτό γιατί είχαν φροντίσει οι κυβερνώντες, να τους επιβραβεύσουν, με τις αλλεπάλληλες χαριστικές ρυθμίσεις και διαγραφές χρεών και φόρων.

Τέταρτον, με την ανοχή των κυβερνώντων, απέναντι στις κάθε είδους επιχειρήσεις, που όχι μόνο δεν αποδίδουν στα ασφαλιστικά ταμεία τις εργοδοτικές εισφορές που τους αναλογούν, αλλά δεν πληρώνουν ούτε τις ασφαλιστικές εισφορές που παρακρατούν από τους ίδιους τους μισθωτούς. Αν ανθίζει η εισφοροδιαφυγή στην Ελλάδα, αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, στις αλλεπάλληλες ρυθμίσεις ή και διαγραφές που θεσπίζουν οι κυβερνώντες, με συνέπεια να βουλιάζουν τα ασφαλιστικά ταμεία και να επιβραβεύονται εκείνοι που θησαυρίζουν από την εισφοροδιαφυγή.

Πέμπτον, στην κακοδιαχείριση του δημόσιου χρήματος (δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται οι κυβερνώντες τα τρισεκατομμύρια των άμεσων και έμμεσων φόρων που εισπράττουν κυρίως από τους εργαζόμενους), καθώς και των δανείων που συνάπτουν από το εσωτερικό ή το εξωτερικό στο όνομα της "κάλυψης των αναγκών του δημοσίου". Η διαχείριση του δημόσιου χρήματος, γίνεται με βάση την ακόλουθη λογική: Οταν το δημόσιο αγοράζει προϊόντα και υπηρεσίες από ιδιώτες μεγαλοεπιχειρηματίες, τα αγοράζει ακριβά (πολλά έχουν γραφτεί για"μίζες" στις κρατικές προμήθειες, με αποκορύφωμα την ομολογία του Ανδρέα Παπανδρέου το 1985, που είχε χαρακτηρίσει "δωράκι" τα 500 εκατ. δραχμές σε προμήθεια της ΔΕΗ από τους Ιταλούς). Οπως επίσης, πολλές αναφορές έχουν γίνει - και στην ουσία έχουν τεκμηριωθεί - για ξεπούλημα ΔΕΚΟ και ακίνητης περιουσίας του δημοσίου, με αφορμή την προώθηση της πολιτικής ιδιωτικοποιήσεων ή μετοχοποιήσεων των ΔΕΚΟ από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Εκτον, αποτελεί κοινό μυστικό, ότι πολλές φορές μέχρι σήμερα, οι κυβερνώντες - στην προσπάθειά τους να κερδίσουν τις εκλογές - έκαναν "κοινωνική πολιτική με... δανεικά". Υπέγραψαν για λογαριασμό του δημοσίου συμβάσεις δανείων, με τράπεζες του εσωτερικού ή του εξωτερικού, για να καλύψουν το κόστος των ρουσφετολογικών προσλήψεων ή για να κάνουν κάποιες (προεκλογικής σκοπιμότητας) κοινωνικές παροχές. Τελευταίο παράδειγμα τα διάφορα επιδόματα που δόθηκαν στους δημοσίους υπαλλήλους το 1996 - με την ανάληψη καθηκόντων πρωθυπουργού της κυβέρνησης από τον Κ. Σημίτη - προκειμένου να κερδίσει τις βουλευτικές εκλογές της 22ης του Σεπτέμβρη, αλλά και να εξασφαλίσει έτσι τον έλεγχο του κόμματος και της κυβέρνησης από τους εσωκομματικούς του αντιπάλους.

Ο βρόχος του δημόσιου χρέους

Από 9,4 τρισ. δραχμές ή το 71,4% που ήταν το 1990 το επίσημο - πλην ΔΕΚΟ - εσωτερικό και εξωτερικό δημόσιο χρέος της χώρας, τινάχτηκε το 1996 στα 35,7 τρισ. δραχμές ή το 121% του ΑΕΠ, κάνοντας όνειρο θερινής νυκτός το στόχο της κυβέρνησης να το περιορίσει μέχρι το 1999 στο 60% του ΑΕΠ

Το δημόσιο χρέος (εσωτερικό και εξωτερικό), που αποτελεί θηλιά στο λαιμό της ελληνικής οικονομίας, αντί να μειωθεί - όπως δεσμεύτηκε η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα που υπερψήφισαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ - αυξάνεται κάθε χρόνο με ρυθμό από 3 μέχρι και 5 τρισεκατομμύρια δραχμές,υποθηκεύοντας έτσι το μέλλον των επόμενων γενεών. Το μέγεθος του προβλήματος, φαίνεται αν παρθούν υπόψη τα επίσημα στοιχεία που λένε ότι το επίσημο δημόσιο εσωτερικό και εξωτερικό χρέος της Ελλάδας αυξήθηκε στην περίοδο 1990-1996 κατά 26,3 τρισ. δραχμές. Από 9,4 τρισεκατομμύρια δραχμές που ήταν το 1990 άγγιξε το 1995 τα 3 τρισ. δραχμές και φέτος υπολογίζεται να φτάσει στο αστρονομικό ποσό των 35,7 τρισ. δραχμών.Στην πραγματικότητα, το ύψος του δημόσιου χρέους είναι πολύ μεγαλύτερο, από αυτό που εμφανίζουν τα επίσημα στοιχεία, καθώς σ' αυτό δεν περιλαμβάνεται ο δανεισμός των δημόσιων επιχειρήσεων.

Και είναι αξιοσημείωτο ότι ενώ τα κόμματα που εναλλάσσονται στην κυβερνητική εξουσία έχουν γνώση για το μέγεθος του προβλήματος, το αξιοποιούν κινδυνολογικά για να περάσουν με το μικρότερο κόστος την πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας απέναντι στους εργαζόμενους.

Ποιος δε θυμάται για παράδειγμα τον Κ. Μητσοτάκη,που το 1990 έλεγε ότι στα ταμεία του κράτους δεν υπάρχουν χρήματα για να πληρωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις του δημοσίου και πως αν δε μειωθούν τα κρατικά ελλείμματα, θα χρεοκοπήσει η χώρα; Κι όμως, παρά το γεγονός ότι επέβαλε πολιτική σκληρής λιτότητας για τους εργαζόμενους στην περίοδο Απρίλης 1990 - Οκτώβρης 1993, τα κρατικά ελλείμματα αυξήθηκαν και φυσικά το δημόσιο χρέος διογκώθηκε.

Ποιος δε θυμάται επίσης τον Ανδρέα Παπανδρέου,ο οποίος προσπαθώντας να δικαιολογήσει την πολιτική λιτότητας για τους εργαζόμενους και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, διαπίστωνε δημόσια πως "αν το έθνος δεν αφανίσει το χρέος, το χρέος θα αφανίσει το έθνος";Κι όμως, παρά το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ συνέχισαν με ευλαβική συνέπεια την πολιτική λιτότητας στην περίοδο από τον Οκτώβρη του 1993 μέχρι σήμερα, τα κρατικά ελλείμματα συνέχισαν την ανοδική τους πορεία, τροφοδοτώντας έτσι την έξαρση του δημόσιου χρέους.

Αν σημειώνουμε τα παραπάνω, δεν το κάνουμε για να αμφισβητήσουμε την ύπαρξη του προβλήματος, που λέγεται δημόσιο χρέος και αποτελεί τορπίλη στα θεμέλια της ελληνικής οικονομίας. Τα σημειώνουμε, για να υπογραμμίσουμε πως η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων - που η κυβέρνηση Σημίτη θέλει να συνεχίσει χωρίς ημερομηνία λήξης - δεν οδηγεί ούτε στη μείωση των κρατικών ελλειμμάτων ούτε στη μείωση του δημόσιου χρέους. Η πολιτική αυτή - αναπόσπαστο μέρος της οποίας ήταν οι διάφορες "αλχημείες" που έκαναν και κάνουν οι κυβερνώντες για να υποστηρίξουν πως πέτυχαν τους στόχους για μείωση των ελλειμμάτων - αποδείχτηκε σε πρώτης τάξης "λίπασμα" για την έξαρση του εσωτερικού και εξωτερικού δανεισμού της Ελλάδας. Και όταν μιλάμε για "αλχημείες", έχουμε υπόψη μας τις αποφάσεις των κυβερνήσεων και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που αντί να εξοφλήσουν στην ώρα τους τόκους και χρεολύσια του δημόσιου δανεισμού, μετέθεταν την εξόφλησή τους για τα επόμενα χρόνια. Μ' αυτή την τακτική, εμφανίζονταν μεν μειωμένα τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού, αλλά αυξανόταν το δημόσιο χρέος.

Υποσχόταν μείωση, αλλά το.... αύξησαν

Αδιάψευστος μάρτυρας των παραπάνω είναι το γεγονός ότι ενώ και τα δύο κόμματα με τους κάθε είδους "συνοδοιπόρους" τους, που υπερψήφισαν τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, αποδεχόμενοι έτσι και την πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας για το λαό, είχαν δεσμευτεί να μειώσουν μέχρι το 1999 το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ, το μόνο που κατάφεραν ήταν να το αυξήσουν σε επικίνδυνα ύψη. Συνέπεια των κυβερνητικών πολιτικών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, ήταν να αυξηθεί το δημόσιο χρέος σαν ποσοστό του ΑΕΠ από 71,4% πού ήταν το 1990 στο 121% το 1996. Ετσι, το κατά κεφαλήν δημόσιο χρέος (για τα 10 εκατομμύρια των Ελλήνων ηλικίας 0 ως 99 ετών) από περίπου 940.000 δραχμές που ήταν το 1990, σήμερα διαμορφώθηκε το 1996 σε πάνω από 3,5 εκατ. δραχμές. Οσον αφορά την αισιοδοξία που διατυπώνει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με την εισηγητική έκθεση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου για τον κρατικό προϋπολογισμό του 1997, ότι δηλαδή το δημόσιο χρέος σταθεροποιήθηκε το 1996 και θα παρουσιάσει πτωτική πορεία στα επόμενα χρόνια,θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως θα αποδειχτεί εξωπραγματική.Κι αυτό, γιατί στηρίζεται στην υπεραισιόδοξη πρόβλεψη της κυβέρνησης ότι το 1997 (που επιβάλλονται μια σειρά νέοι φόροι και αυξάνονται σημαντικά οι ήδη υφιστάμενοι φόροι) θα μειωθεί σημαντικά ο πληθωρισμός, ενώ κανείς δεν πιστεύει αυτή την πρόβλεψη. Τυχόν μικρότερη μείωση του πληθωρισμού θα σημάνει και μικρότερη μείωση των επιτοκίων κρατικών τίτλων, από αυτή που έχει προϋπολογιστεί. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει μεγαλύτερα ποσά για πληρωμή τόκων, άρα μεγαλύτερα ελλείμματα. Με βάση όλα τα παραπάνω, θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι το 1997 - όπως και φέτος - θα έχουμε και νέα αύξηση του δημόσιου χρέους όχι μόνο σε ονομαστικές, αλλά και σε πραγματικές τιμές.

Το ιστορικό του "δυστυχώς, επτωχεύσαμεν"

Την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τον Χαρ. Τρικούπη έγιναν οι πρώτες προσπάθειες "δημοσιονομικής εξυγίανσης". Ορος που περιλάμβανε μεταξύ άλλων και την "αναμόρφωση του δημοσιονομικού και διοικητικού οργανισμού της χώρας, την εκβιομηχάνιση και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας". Μια αναμόρφωση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα των ξένων, ώστε να λυμαίνονται την ελληνική οικονομία, τον ορυκτό της πλούτο και τον ιδρώτα των εργαζομένων. Παραλλαγή της δημοσιονομικής εξυγίανσης του Χαρίλαου Τρικούπη - αναπροσαρμοσμένη στις σημερινές συνθήκες - αποτελεί και η δημοσιονομική "εξυγίανση" που επιχειρεί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, καθώς η εμπειρία δείχνει ότι ωθεί την ελληνική οικονομία με μαθηματική ακρίβεια σε νέα πτώχευση.

Μετά το θάνατο του Χ. Τρικούπη ακολούθησε ο καταστροφικός ελληνο-τουρκικός πόλεμος του 1897. Η κατάληξη αυτού του πολέμου ήταν η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ), από τους ξένους και ντόπιους πιστωτές της Ελλάδας, τους λεγόμενους "ομολογιούχους".

Το ιστορικό μέχρι το "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" και την επιβολή του ΔΟΕ - όπως έχει καταχωρηθεί στην ιστορία - έχει ως εξής:

  • Το 1885,ο Δεληγιάννης διαδέχτηκε στην πρωθυπουργία τον Χαρ. Τρικούπη, που είχε κυβερνήσει τη χώρα από το 1882 μέχρι το 1885. Ο Δεληγιάννης, όμως, δεν κατάφερε ν' ανταποκριθεί στους όρους των δανείων που είχε συνάψει για λογαριασμό του ελληνικού δημοσίου ο Χαρ. Τρικούπης.
  • Ο Χαρ. Τρικούπης, που νίκησε στις εκλογές του Μάη του 1892, δεν κατάφερε κι αυτός να συνάψει νέο εξωτερικό δάνειο και παραιτήθηκε.Δημιουργήθηκε νέο κυβερνητικό σχήμα, με τους Ράλλη και Σωτηρόπουλο,οι οποίοι όμως σύντομα παραχώρησαν και πάλι τη θέση τους στον Χ. Τρικούπη.
  • Το 1893 ο Χαρ. Τρικούπης, εξαιτίας της άσχημης οικονομικής κατάστασης, αναγκάστηκε να πει στη Βουλή σαν πρωθυπουργός τη φράση "κύριοι, δυστυχώς, επτωχεύσαμεν",που έμεινε ιστορική.
  • Η πτώχευση της Ελλάδας σήμανε κλονισμό της δραχμής και ολοκληρωτικό μαρασμό της ελληνικής οικονομίας. Η κήρυξη της Ελλάδας σε πτώχευση έγινε με αφορμή τη βίαιη ανθελληνική εκστρατεία στο εξωτερικό, αλλά και για την επιβολή δυσβάσταχτων βαρών στις λαϊκές μάζες.(σ. σ Μήπως αυτά θυμίζουν κάτι; Μήπως παρόμοιες δηλώσεις για επίθεση από το Διευθυντήριο των Βρυξελλών, τους υπερατλαντικούς μας συμμάχους και άλλους κύκλους στο εξωτερικό δε γίνονται και σήμερα;).
  • Η ιστορία λέει επίσης ότι ο Χαρ. Τρικούπης έσπευσε στην Ευρώπη και και ζήτησε δάνεια για την οικονομική στήριξη της υπερχρεωμένης ελληνικής οικονομίας. Οι κυβερνήτες και οι τραπεζίτες της Ευρώπης, παίζοντας καλά το παιχνίδι στη σκακιέρα του εμπορικού και πολιτικού μοιράσματος του κόσμου, αρνήθηκαν τη χορήγηση νέου δανείου - και φυσικά τη στήριξη που αναζήτησε σ' αυτούς ο Τρικούπης. Ετσι, ο τελευταίος έχασε στις εκλογές του Απρίλη του 1895 - δηλαδή πριν περίπου 101 χρόνια - και αποσύρθηκε από την πολιτική και πέθανε ένα χρόνο αργότερα (το 1896) στη Ριβιέρα της Γαλλίας.
  • Στις εκλογές του 1895, τη μάχη κέρδισε ξανά ο Δεληγιάννης, ο οποίος - με τη βοήθεια των ξένων "συμμάχων μας" - σύρθηκε σε πόλεμο με τους Τούρκους τον Απρίλη του 1897, που κατέληξε σε πανωλεθρία για τους Ελληνες.
  • Πριν τα τέλη Απρίλη του 1897, ανέλαβε πρωθυπουργός ο Ράλλης, τον οποίο διαδέχτηκε στη συνέχεια ο Ζαϊμης. Η κατάσταση για την Ελλάδα γινόταν όλο και πιο συγκεχυμένη, εξαιτίας των αντικρουόμενων συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων και των πιέσεων που ασκούσαν οι "ομολογιούχοι".Τελικά, η Ελλάδα βγήκε από τον τυχοδιωκτικό αυτό πόλεμο νικημένη και ταπεινωμένη, καθώς της επιβλήθηκε πολεμική αποζημίωση και Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος.
Η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου

Η συνέχεια του "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" ήταν ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος που επέβαλαν στην Ελλάδα, με το δάνειο των 150 εκατ. φράγκων το 1897 - τις συνέπειες του οποίου πληρώνουμε ακόμη σήμερα - οι ξένοι τραπεζίτες

Η καρέκλα που κάθεστε είναι από την εποχή που στην Ελλάδα επιβλήθηκε ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος (ΔΟΕ). Η ενδιαφέρουσα - από ιστορική άποψη - αυτή πληροφορία βγήκε σε μια συζήτηση το καλοκαίρι του 1996 στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, στην οδό Πανεπιστημίου, με τον τότε υπουργό Οικονομικών Αλ. Παπαδόπουλο και σήμερα υπουργό Εσωτερικών - Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Η συζήτηση εκείνη είχε επίκεντρο την πορεία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και κυρίως τα κρατικά ελλείμματα και τη "Λερναία Υδρα" του δημόσιου χρέους. Με δεδομένο ότι ο ΔΟΕ επιβλήθηκε το 1897, η ζωή της καρέκλας στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχει ιστορία 99 ετών από τη μέρα που οι Ευρωπαίοι - και τότε - εταίροι της Ελλάδας ανέλαβαν για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης να "νοικοκυρέψουν" την ελληνική οικονομία.

Φέτος, κλείνουν ήδη 103 χρόνια από την ιστορική εκείνη μέρα, που ο τότε πρωθυπουργός της Ελλάδας Χαρίλαος Τρικούπης - κάτω από το βάρος του δημόσιου χρέους - είπε δημόσια από το βήμα της ελληνικής Βουλής, το γνωστό "δυστυχώς κύριοι, επτωχεύσαμεν"!Συνέπεια της κήρυξης της Ελλάδας σε πτώχευση ήταν η ένταση της εξάρτησης της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας από το χρηματιστικό κεφάλαιο. Αδιάψευστος μάρτυρας, το γεγονός ότι 4 χρόνια μετά την πτώχευση του 1893 και υπό την πίεση της στρατιωτικής ήττας του 1897, επιβλήθηκε στην Ελλάδα ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος (ΔΟΕ) με το νόμο ΒΦΙΘ/23 - 2 - 1898,με τη μορφή ..."οικονομικής βοήθειας". Η οικονομική "βοήθεια", που πρόσφεραν με το δάνειό τους οι ξένοι τραπεζίτες στην Ελλάδα, συνοδεύτηκε με σκληρούς πολιτικούς όρους και φυσικά την παραχώρηση του δικαιώματος στους ξένους να κάνουν κουμάντο στην ελληνική οικονομία. Οπως σημειώνουν και οι ιστορικοί, ο έλεγχος που επιβλήθηκε τότε στην Ελλάδα ήταν βαρύτερος σε σχέση με τους ελέγχους που επιβλήθηκαν σε άλλες υπανάπτυκτες χώρες, όπως η Τυνησία, το Μαρόκο, η Αίγυπτος, η Τουρκία.

Ο έλεγχος των δημόσιων προσόδων και η "εξυγίανση" των δημόσιων οικονομικών - έτσι είχαν βαφτίσει και τότε τη ληστεία που γινόταν από το χρηματιστικό κεφάλαιο σε βάρος της ελληνικής οικονομίας και του λαού της - εξασφάλιζαν για τους ξένους ομολογιούχους την τακτική είσπραξη των τοκοχρεολυσίων (των δανείων), ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τον κίνδυνο μη καταβολής τους.Η "εξυγίανση" των δημόσιων οικονομικών, στην κατεύθυνση της φτηνής διαχείρισης, επέβαλε τη σταδιακή μείωση του χαρτονομίσματος που κυκλοφορούσε για λογαριασμό του ελληνικού κράτους (παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 30 του νόμου ΒΦΙΘ).

Την όλη επιχείρηση διάσωσης των συμφερόντων των πιστωτών στήριξε το εγγυημένο δάνειο των 151,3 εκατ. φράγκων. Με το δάνειο αυτό καλύπτονταν: 1) Οι αποζημιώσεις,που υποχρεώθηκε να καταβάλει η Ελλάδα στην Τουρκία συνολικού ύψους 93,9 εκατ. φράγκων.

2) Το κυμαινόμενο κρατικό χρέος ύψους 31,4 εκατ. φράγκων.

3) Το έλλειμμα του ελληνικού δημοσίου για το έτος 1897 ύψους 22,5 εκατ. φράγκων και

4) Οι δαπάνες έκδοσης του δανείου (προμήθειες, μεσιτικά κλπ.) ύψους 3,5 εκατ. φράγκων.

Η συνταγή ήταν απλή και σίγουρη. Το κράτος λειτουργεί και με μεγάλες δαπάνες για την εξυπηρέτηση των ξένων ομολογιούχων και υπηρετεί με συνέπεια (αφού αφαιρεθούν οι κυριότεροι πρόσοδοι για εξυπηρέτηση των εξωτερικών δανείων) το φιλελεύθερο ιδεώδες της χρηστής χρηματοδότησης.

Η οικονομικοκοινωνική εξέλιξη της χώρας ανάγεται σε υπόθεση της ιδιωτικής οικονομίας και στην περίπτωσή μας στο αναιμικό ντόπιο κεφάλαιο, στα εμβάσματα των Ελλήνων του εξωτερικού και στο αναμενόμενο ενδιαφέρον του ξένου κεφαλαίου, για το οποίο οι νέες συνθήκες κρίνονται ελκυστικές.

Κειμενολεζάντα στον πίνακα για το χρέος

Πηγή: Εισηγητική έκθεση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου, για τον κρατικό προϋπολογισμό του 1997. Στον πίνακα δε φαίνεται η αναλογία του δημόσιου χρέους σαν ποσοστό του ΑΕΠ για τα χρόνια 1985 μέχρι και 1987, γιατί το ΑΕΠ για τα χρόνια αυτά έχει προσδιοριστεί με τον παλιά τρόπο υπολογισμού. Με βάση τον παλιό τρόπο υπολογισμού του ΑΕΠ, το δημόσιο χρέος ξεπερνά κατά πολύ το 150%!

Κειμενολεζάντα στον πίνακα για το χρέος

Πηγή: Εισηγητική έκθεση του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου, για τον κρατικό προϋπολογισμό του 1997. Στον πίνακα δε φαίνεται η αναλογία του δημόσιου χρέους σαν ποσοστό του ΑΕΠ για τα χρόνια 1985 μέχρι και 1987, γιατί το ΑΕΠ για τα χρόνια αυτά έχει προσδιοριστεί με τον παλιά τρόπο υπολογισμού. Με βάση τον παλιό τρόπο υπολογισμού του ΑΕΠ, το δημόσιο χρέος ξεπερνά κατά πολύ το 150%!

"Το 1895 ο Χαρ. Τρικούπης σπεύδει προς τη "χρυσοφόρο όρνιθα" - δηλαδή την Ευρώπη - για να πάρει δάνειο. Η Ευρώπη, όμως, αγριεμένη, ζητάει ανταλλάγματα για να δώσει τα χρυσοφόρα αυγά της". Η παραπάνω γελοιογραφία, καθώς και το σχόλιο (κειμενολεζάντα), που δημοσιεύτηκε πριν 101 χρόνια στην εφημερίδα "Νέος Αριστοφάνης", με αφορμή το "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" του Χαρ. Τρικούπη, παραμένει ιδιαίτερα επίκαιρο και σήμερα, καθώς η θηλιά του δημόσιου χρέους της Ελλάδας σφίγγει, χρόνο με το χρόνο, όλο και πιο επικίνδυνα γύρω από το λαιμό της ελληνικής οικονομίας.

"Το 1895 ο Χαρ. Τρικούπης σπεύδει προς τη "χρυσοφόρο όρνιθα" - δηλαδή την Ευρώπη - για να πάρει δάνειο. Η Ευρώπη, όμως, αγριεμένη, ζητάει ανταλλάγματα για να δώσει τα χρυσοφόρα αυγά της". Η παραπάνω γελοιογραφία, καθώς και το σχόλιο (κειμενολεζάντα), που δημοσιεύτηκε πριν 101 χρόνια στην εφημερίδα "Νέος Αριστοφάνης", με αφορμή το "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" του Χαρ. Τρικούπη, παραμένει ιδιαίτερα επίκαιρο και σήμερα, καθώς η θηλιά του δημόσιου χρέους της Ελλάδας σφίγγει, χρόνο με το χρόνο, όλο και πιο επικίνδυνα γύρω από το λαιμό της ελληνικής οικονομίας.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ